ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Λεωνίδας Λαπαθιώτης (1854 - 1942) Αντιστράτηγος του Ελληνικού Στρατού.

Ο Λεωνίδας Λαπαθιώτης γεννήθηκε στην Κόρινθο το 1854 και ήταν γιος του επίσης στρατιωτικού Θεοχάρη Λαπαθιώτη, με καταγωγή από την Κύπρο.
Οι ρίζες της οικογένειας των Λαπαθιώτη ξεκινάνε από τη Λάπηθο της Κύπρου. Ο παππούς του Λεωνίδα, ο Χατζηηλίας ήταν πρόκριτος στη Λάπηθο και μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Τον έσφαξαν οι Τούρκοι τον Ιούλιο του 1821. Ο γιος του Θεοχάρης, που τότε ήταν μικρός (δεν είναι ξεκάθαρη η ηλικία του αλλού τον βρίσκουμε γεννημένο το 1807 αλλού το 1812) κρύφτηκε αρχικά σε κάποιο μοναστήρι και αργότερα, γύρω στο 1824, ίσως και λίγο μετά, πηγαίνει στην Ελλάδα και εντάσσεται στο σώμα του οπλαρχηγού Ιωάννη Μπούσγου από τη Λιβαδειά. Αργότερα θα καταταγεί πυροβολικό και μετά εντάσσεται στη χωροφυλακή του νέου Ελληνικού κράτους, από το 1834 έως το 1862 οπότε και αποστρατεύεται. Πέθανε το 1886. Είχε δύο παιδιά, τον Λεωνίδα και τη Βασιλική, μετέπειτα Ζαφειροπούλου.
Το επίθετο προφανώς προέρχεται από τον τόπο καταγωγής μια και οι Κύπριοι που κατέφθαναν στην επαναστατημένη Ελλάδα χωρίς επίθετα το χρησιμοποιούσαν για να τους συνδέει με την ρίζα τους.
Ο Λεωνίδας Λαπαθιώτης γεννήθηκε λοιπόν στην Κόρινθο το 1954, πιθανόν σε κάποια μετάθεση του στρατιωτικού πατέρα του. Σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών στα μαθηματικά, επιστήμη στην οποία διέπρεψε αργότερα ως καθηγητής στις στρατιωτικές σχολές Ευελπίδων και Δοκίμων αλλά και ένα φεγγάρι δίδαξε και στο νεοσύστατο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχενείο. Έγραψε μάλιστα και σημαντικά εγχειρίδια μαθηματικών πάνω διαφορικό και ολοκληρωτικό λογισμό καθώς
και στρατιωτικά όπως η συλλογή των στρατιωτικών κωδίκων.
Η πρώτη καταγραφή γύρω από το όνομά του γίνεται το 1886 όταν σαν λοχαγός του Ελληνικού Στρατού εμπλέκεται σε κάποιες ελληνοτουρκικές αψιμαχίες και το 1897 συμμετέχει ως ταγματάρχης, στο «ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο» ως αξιωματικός του επιτελείου της Ηπείρου και διετέλεσε προσωπάρχης του Υπουργείου Στρατιωτικών. Στο πόλεμο του 1897 είχαμε την πρώτη μεγάλη προσέλευση Κυπρίων εθελοντών που θα συνεχιστεί και σ’ όλους τους απελευθερωτικούς αγώνες της Ελλάδας.
Πολλά βιογραφικά στοιχεία του Λεωνίδα Λαπαθιώτη βρήκα σ’ ένα άρθρο του συγγραφέα Νίκου Σαραντάκου, που εξιστορεί την διαδρομή του Κύπριου Στρατιωτικού:
«Την ίδια περίοδο παντρεύεται την όμορφη και πλούσια Βασιλική Παπαδοπούλου, που βαστάει από τη μεσολογγίτικη οικογένεια του Ραζηκότσικα και είναι ανιψιά του Χαρίλαου Τρικούπη και το 1888 γεννάει τον Ναπολέοντα(γνωστό ποιητή), τελικά μοναχοπαίδι του.
Ο Λαπαθιώτης κόλλησε το μικρόβιο της πολιτικής, ίσως από τον Τρικούπη. Συμμετείχε στις εκλογές του 1895 στο πλευρό του Τρικούπη (δεν έχω εξακριβώσει αν έβαλε και υποψηφιότητα), μια εκλογική μάχη που κατέληξε σε πανωλεθρία, καθώς και σε επόμενες αναμετρήσεις χωρίς επιτυχία. Στις εκλογές του 1902 απέτυχε, αλλά όταν αργότερα ο φίλος του Γ. Ροδόπουλος παραιτήθηκε, ο Λαπαθιώτης κέρδισε τις αναπληρωματικές εκλογές στην εκλογική περιφέρεια Τυρνάβου και εξελέγη βουλευτής τον Μάιο του 1903, θέση στην οποία έμεινε το 1905. Και άλλες φορές έβαλε υποψηφιότητα, είτε με τους φιλελεύθερους είτε ως ανεξάρτητος, χωρίς ποτέ να εκλεγεί.
Μορφωμένος, πρέπει να είχε μεγάλο κύρος στο στρατό, αν κρίνουμε από το ότι πολύ συχνά συμμετείχε ως συνήγορος στο στρατοδικείο, μεταξύ άλλων σε πολύκροτες δίκες στρατιωτικών. Λένε επίσης ότι ήταν πολύ καλός ρήτορας. (Μη με ρωτήσετε πώς γίνεται ένας μη νομικός να ασκεί τη δικηγορία, υποθέτω πρόκειται για ιδιότητα αποκτηθείσα εν τω στρατεύματι, που έλεγαν παλιά). Συναφής ένδειξη του κύρους του ότι πολύ συχνά τον βρίσκουμε να είναι μάρτυρας σε μονομαχίες, ένα έθιμο που το είχαν ψωμοτύρι οι στρατιωτικοί της εποχής –μεταξύ άλλων στη διάσημη μονομαχία Τοπάλη-Κουμουνδούρου, που είχε γίνει πρώτο θέμα στις εφημερίδες της εποχής, και όπου έτρεχαν στις ερημιές του Ποδονίφτη (Νέα Ιωνία) και της Κηφισιάς για να αποφύγουν τους δημοσιογράφους.
Με το προνουντσιαμέντο του 1909 ο αντισυνταγματάρχης τότε Λαπαθιώτης αναλαμβάνει τον Αύγουστο Υπουργός Στρατιωτικών, παρά το γεγονός ότι δεν ήταν μέλος του Στρατιωτικού Συνδέσμου –ή ίσως ακριβώς γι’ αυτό. Τον είχαν πλησιάσει νωρίτερα αλλά είχε αρνηθεί να ενταχθεί, χωρίς όμως και να τους καταγγείλει, κι έτσι θεωρήθηκε ουδέτερη προσωπικότητα υψηλού κύρους, που επιπλέον ήταν ικανός ρήτορας και είχε πείρα της πολιτικής. Η κυβέρνηση Μαυρομιχάλη που ορκίστηκε μετά το κίνημα στο Γουδί ήταν μια ιδιόμορφη κυβέρνηση μειοψηφίας, ημιστρατιωτική, που στηριζόταν στη δύναμη του Στρατιωτικού Συνδέσμου και στην απήχηση που ο Σύνδεσμος είχε στο λαό, αλλά στη Βουλή ελάχιστα ερείσματα είχε. Ο Λαπαθιώτης εισηγήθηκε τα νομοσχέδια για οργάνωση του στρατού και η εντύπωση που έχει μείνει (δεν τα έχω μελετήσει) είναι πως χάρη σε αυτά αυξήθηκε η δύναμη που μπορούσε να παρατάξει ο στρατός πολύ περισσότερο από όσο προβλεπόταν έως τότε.
Τον Δεκέμβριο, καθώς ο Λαπαθιώτης παρουσίαζε ένα στρατιωτικό νομοσχέδιο στη Βουλή, είπε ότι «βρήκε ερείπια». Οι θεοτοκικοί βουλευτές αντέδρασαν και αμέσως αποχώρησαν (πρέπει να ήταν προσχεδιασμένο) ενώ λίγο αργότερα τους ακολούθησαν και οι ραλλικοί. Ο Λαπαθιώτης συνέχισε λέγοντας ότι μιλάει για τα θεωρεία (όπου ήταν οι πολίτες) διότι αυτοί ήταν οι εντολείς του. Το επεισόδιο αυτό έκανε πάταγο και το αποτυπώνει και ο Σουρής στον Ρωμηό: Λαπαθιώτης σπιρουνάτος – Θεοτόκης σκαρπινάτος.
Αποτέλεσμα ήταν τα δυο μεγάλα κόμματα να αποχωρήσουν από τη Βουλή και να δηλώσουν ότι δεν θα επανέλθουν αν δεν παραιτηθεί ο Λαπαθιώτης. Εκεί ο Σύνδεσμος ενώ στα λόγια κάλυψε τον Λαπαθιώτη, του έπαιξε ένα άσχημο παιχνίδι, αφού τον έβαλαν να παρουσιάσει πίνακες στρατιωτικών προαγωγών που τους είχαν συμφωνήσει μαζί και μετά τον άφησαν έκθετο ότι τάχα τους κατάρτισε μόνος του. Έτσι εξαναγκάστηκε ο Λαπαθιώτης σε παραίτηση και βρέθηκε εύσχημος τρόπος να ξεπεραστεί το αδιέξοδο.
Στη συνέχεια ο Λαπαθιώτης αναλαμβάνει διοικητής της σχολής υπαξιωματικών στην Κέρκυρα, αλλά στο τέλος του 1910, επί κυβερνήσεως Βενιζέλου πια, κατηγορείται ότι οργανώνει συνωμοτικές συγκεντρώσεις αξιωματικών στο σπίτι του, ανακρίνεται, φυλακίζεται για λίγες μέρες, τίθεται σε διαθεσιμότητα και τελικά αποστρατεύεται με το βαθμό του συνταγματάρχη το 1911. Παίρνει όμως μέρος στους βαλκανικούς πολέμους απ’ όπου αποστρατεύεται το 1914 ως υποστράτηγος. Το 1915 κατεβαίνει στις εκλογές ως ανεξάρτητος και δεν εκλέγεται. Παίρνει το μέρος της Αντάντ και αρθρογραφεί στις εφημερίδες, ενώ το 1916 είναι από τους επικεφαλής των «εθνικών» ενώσεων επιστράτων, που προσπαθούσαν να γίνουν το αντίβαρο στις μοναρχικές επιστρατικές ενώσεις. Προσχωρεί στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας. Αρχικά από την Αθήνα, ως επικεφαλής του Στρατού της Σωτηρίας, φροντίζει να στέλνει εθελοντές στρατιώτες και αξιωματικούς στο κράτος της Θεσσαλονίκης, ενώ από τον Οκτώβριο του 1916 μεταβαίνει κι ο ίδιος (μαζί με τον Ναπολέοντα) στη Θεσσαλονίκη, όπου επανέρχεται στην ενεργό δράση ως αντιστράτηγος και στο τέλος του χρόνου στέλνεται στην Αλεξάνδρεια για να συγκεντρώσει εθελοντές και χρήματα από την παροικία.
Με την ανατροπή του Κωνσταντίνου επανέρχεται στην Ελλάδα και αναλαμβάνει πιθανόν διοικητής της Σχολής Ιππικού. Τελικά αποστρατεύεται το 1921. Δεν σταμάτησε να κατεβαίνει –ανεπιτυχώς– σε εκλογές π.χ. το 1923 και να συμμετέχει σε πολυποίκιλες επιτροπές σωτηρίας, παρά την ηλικία του. Το 1923 ήταν για ένα φεγγάρι μέλος της διευθύνουσας επιτροπής της νεοεκδοθείσας εφημερίδας «Ένωσις του Ελληνισμού», ενώ το 1924 είναι στο προεδρείο της Ένωσης «Δικαιοσύνης οφθαλμός». Ακόμα και το 1934, πατημένα τα ογδόντα, συμμετέχει στην Πολιτική Εταιρεία και οραματίζεται να συμβάλει στην ανάδειξη μιας τρίτης κατάστασης ανάμεσα στους βενιζελικούς και τους λαϊκούς. Πέθανε πλήρης ημερών το γενάρη του 1942...»


Σπύρος Δημητρίου


Σχόλια