Σπύρος Δημητρίου
Αντιπρόεδρος Ιδρύματος Στρατηγού Γεωργίου Γρίβα – Διγενή
Αντιπρόεδρος Ιδρύματος Στρατηγού Γεωργίου Γρίβα – Διγενή
Η εξορία του Μακαρίου και του Μητροπολίτη Κυπριανού είχε προαποφασισθεί απο τον Σεπτέμβριο του 1955 με εισήγηση του Λέννοξ-Μπόιντ προς τον Πρωθυπουργό Άντονι Ίντεν. Υπήρχε, τότε, η διαφωνία του ΥΠΕΞ Χάρολοντ Μακμίλαν η οποία σε μεταγενέστερο χρόνο άλλαξε, όπως άλλαξε και ο προορισμός των εξορίστων απο το Λονδίνο για τις Σευχέλλες για μεγαλύτερη ασφάλεια.
Η αποτυχία των συνομιλιών μεταξύ του Αρχιεπισκόπου και του Στρατάρχη Χάρντιγκ άναψε το πράσινο φώς για την εκτέλεση του προδιαγεγραμμένου σχεδίου. Στην λίστα των δύο προστέθηκαν ακόμη δυο ονόματα αυτά του πρωθιερέα του ναού της Φανερωμένης Παπάσταυρου Παπαγαθαγγέλου και του γραμματέα της Μητρόπολης Κυρηνείας Πολύκαρπου Ιωαννίδη, φλογερών πατριωτών και εμψυχωτών του αγώνα της ΕΟΚΑ.
Στίς 9 Μαρτίου 1956 το μεσημέρι ο Μακάριος έφτανε στο αεροδρόμιο για να μεταβεί στην Αθήνα. Εκεί αντί να τον οδηγήσουν στο επιβατικό αεροσκάφος τον μετέφεραν δίπλα που ήταν σταθμευμένο ένα στρατιωτικό. Σε λίγο έφεραν και τους υπόλοιπους τρείς που είχαν «συλλάβει» πρίν απο λίγο και τους επιβίβασαν κι αυτούς στο στρατιωτικό αεροπλάνο. Οι πόρτες έκλεισαν και μαζί με τέσσερις άγγλους αξιωματικούς αναχώρησαν όλοι μαζί προς άγνωστη κατεύθυνση.
Το στρατιωτικό αεροσκάφος πέταξε προς το Άδεν όπου στάθμευσε για ανεφοδιασμό καυσίμων και αμέσως συνέχισε το ταξίδι του για την Μομπάζα όπου και διανυκτέρευσαν. Την επόμενη επιβιβάστηκαν όλοι σε πλοίο που μετά απο τρείς μέρες έφτασε στο νησί Μαχέ των Σευχελών. Οι εξόριστοι οδηγήθηκαν στη καλοκαιρινή κατοικία του Άγγλου κυβερνήτη, την έπαυλη Σαν Σουσί, στην πλαγιά ενός καταπράσινου βουνού, κάτω από αυστηρά μέτρα φρούρησης. Εκεί, πλέον, θα ήταν ο τόπος εξορίας τους με απρόβλεπτες συνέπειες για τον Αγώνα αλλά και παρασκήνιο που θα επηρέαζε τις αποφάσεις για την λύση του Κυπριακού.
Το νέο της εξορίας του Αρχιεπισκόπου και των υπολοίπων μαθεύτηκε γρήγορα στο νησί. Οι καμπάνες χτυπούσαν δυνατά και οι αντιδράσεις του λαού ήταν άμεσες και αυθόρμητες. Απο την επόμενη κυρύχτηκε παγκύπρια απεργία που κράτησε μια βδομάδα. Όλοι οι φορείς , κοινοτικοί, εκκλησιαστικοί, σωματεία αλλά και μεμονωμένα άτομα άρχισαν να διαμαρτύρονται απο την Αποικιοκρατική κυβέρνηση για την εξορία
του Αρχιεπισκόπου και των συνεξορίστων του. Η αντίδραση έφτασε και στην Αθήνα. Η κυβέρνηση Καραμανλή κάλεσε το υπουργικό συμβούλιο σε μια ολονύχτια συνεδρίαση όπου αποφάσισε την διαμαρτυρία προς τον Γ.Γ. του ΟΗΕ και το Συμβούλιο Ασφαλείας, καθώς και την νέα προσφυγή για το Κυπριακό στον ΟΗΕ. Σύσσωμη ήταν και η αντίδραση ολόκληρου του πολιτικού κόσμου και των κιομμάτων της Ελλάδος για την απαράδεκτη αυτή ενέργεια των Άγγλων.Η αποτυχία των συνομιλιών μεταξύ του Αρχιεπισκόπου και του Στρατάρχη Χάρντιγκ άναψε το πράσινο φώς για την εκτέλεση του προδιαγεγραμμένου σχεδίου. Στην λίστα των δύο προστέθηκαν ακόμη δυο ονόματα αυτά του πρωθιερέα του ναού της Φανερωμένης Παπάσταυρου Παπαγαθαγγέλου και του γραμματέα της Μητρόπολης Κυρηνείας Πολύκαρπου Ιωαννίδη, φλογερών πατριωτών και εμψυχωτών του αγώνα της ΕΟΚΑ.
Στίς 9 Μαρτίου 1956 το μεσημέρι ο Μακάριος έφτανε στο αεροδρόμιο για να μεταβεί στην Αθήνα. Εκεί αντί να τον οδηγήσουν στο επιβατικό αεροσκάφος τον μετέφεραν δίπλα που ήταν σταθμευμένο ένα στρατιωτικό. Σε λίγο έφεραν και τους υπόλοιπους τρείς που είχαν «συλλάβει» πρίν απο λίγο και τους επιβίβασαν κι αυτούς στο στρατιωτικό αεροπλάνο. Οι πόρτες έκλεισαν και μαζί με τέσσερις άγγλους αξιωματικούς αναχώρησαν όλοι μαζί προς άγνωστη κατεύθυνση.
Το στρατιωτικό αεροσκάφος πέταξε προς το Άδεν όπου στάθμευσε για ανεφοδιασμό καυσίμων και αμέσως συνέχισε το ταξίδι του για την Μομπάζα όπου και διανυκτέρευσαν. Την επόμενη επιβιβάστηκαν όλοι σε πλοίο που μετά απο τρείς μέρες έφτασε στο νησί Μαχέ των Σευχελών. Οι εξόριστοι οδηγήθηκαν στη καλοκαιρινή κατοικία του Άγγλου κυβερνήτη, την έπαυλη Σαν Σουσί, στην πλαγιά ενός καταπράσινου βουνού, κάτω από αυστηρά μέτρα φρούρησης. Εκεί, πλέον, θα ήταν ο τόπος εξορίας τους με απρόβλεπτες συνέπειες για τον Αγώνα αλλά και παρασκήνιο που θα επηρέαζε τις αποφάσεις για την λύση του Κυπριακού.
Το νέο της εξορίας του Αρχιεπισκόπου και των υπολοίπων μαθεύτηκε γρήγορα στο νησί. Οι καμπάνες χτυπούσαν δυνατά και οι αντιδράσεις του λαού ήταν άμεσες και αυθόρμητες. Απο την επόμενη κυρύχτηκε παγκύπρια απεργία που κράτησε μια βδομάδα. Όλοι οι φορείς , κοινοτικοί, εκκλησιαστικοί, σωματεία αλλά και μεμονωμένα άτομα άρχισαν να διαμαρτύρονται απο την Αποικιοκρατική κυβέρνηση για την εξορία
Η αντίδραση του Διγενή ήταν άμεση. Ο ίδιος είχε αντιληφθεί το βάρος της ευθύνης που έπεφτε στις πλάτες του, μένοντας μόνος στην καθοδήγηση του Αγώνα. Γράφει στα Απομνημονεύματα του Αγώνα της ΕΟΚΑ :
«Όσον αφορά εμέ, η απόφασίς μου είχε ληφθή: «Αγών μέχρις εσχάτων». Η εξορία του Αρχιεπισκόπου μου επώμιζε περισσοτέρας ευθύνας και κόπους. Έπρεπε όχι μόνον να τηρηθή εις υψηλόν επίπεδον το φρόνημα του λαού, αλλά και να αυξηθή η αγωνιστική αυτού διάθεσις, διότι ήτο βέβαιον ότι μετά την αποτυχίαν των διαπραγματεύσεων, θα αντιμετωπίζαμεν σκληρότερον αντίπαλον. Ο αγών, προβλεπόμενος εντονώτερος, απήτει μεγαλυτέραν προσοχήν, όσον αφορά την οργάνωσιν και διεύθυσιν, ιδία του πολεμικού τομέως. Πολιτικός και στρατιωτικός αγών, συνδεδυασμένος πλέον, θα έπρεπε να αναληφθή υπ’ εμού. Επρόκειτο περί τεραστίας προσπαθείας, συνεπαγομένης υψίστας ευθύνας.»
Το τιμόνι της εκκλησίας ήταν τώρα στα χέρια του Μητροπολίτη Κιτίου Άνθιμου που θα συνέχιζε τον Αγώνα του κυπριακού ελληνισμού όσο καιρό ο Αρχιεπίσκοπος και οι υπόλοιποι εξόριστοι βρισκόντουσαν δέσμιοι των Βρετανών.
Στα Απομνημονεύματα του Αγώνα της ΕΟΚΑ γράφει γι αυτό ο Αρχηγός:
«Ο Μητροπολίτης Κιτίου κ. Άνθιμος, όστις μετά την απέλασιν του Αρχιεπισκόπου εξεπροσώπει τούτον εν τη νήσω, εις δηλώσεις του, υπογράμμισε την εμμονήν εις την χαραχθείσαν υπό τούτου γραμμήν και καθώρισεν ως εξής την πολιτικήν του: «Ομονοούντες θα ακολουθήσωμεν με την αυτήν πίστην και την αυτήν θέλησιν την εθνικήν γραμμήν, την οποίαν εκέινος εν πλήρει συμπνοία μετά του Εθναρχικού Συμβουλίου και των λοιπών εκπροσώπων του Κυπριακού λαού εχάραξε».
Το πολιτικό σκέλος του Αγώνα τώρα μεταφερόταν στο νησί Μαχέ των Σευχελών με τους Βρετανούς να σχεδιάζουν να «μαγειρέψουν» μια λύση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους.
Πηγές:
Γεώργιος Γρίβας – Διγενής Απομνημονεύματα του Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59 Εκδόσεις Πελασγός Αθήνα 2013.
Γεώργιος Γρίβας – Διγενής Απομνημονεύματα του Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59 Εκδόσεις Πελασγός Αθήνα 2013.
Λεωνίδα Λεωνίδου Γεώργιος Γρίβας – Διγενής Βιγραφία Τόμος Β΄(1950-1959) Εκδόσεις Προσωπική Λευκωσία 1997
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου