9-10 ΜΑΡΤΙΟΥ 1956 : Ο ΔΙΓΕΝΗΣ ΣΤΙΣ ΓΕΡΑΚΙΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΠΑΛΙ ΣΤΟΝ ΚΥΚΚΟ.


Σπύρος Δημητρίου
Αντιπρόεδρος Ιδρύματος Στρατηγού Γεωργίου Γρίβα – Διγενή
Από τις αρχές Μαρτίου οι άγγλοι χτένιζαν τα βουνά του Κύκκου ψάχνοντας για το λημέρι του Αρχηγού και των ανταρτών του. Ο Διγενής αμέσως μόλις είδε τις κινήσεις των άγγλων διέταξε άμεση αναχώρηση προς βορά στην ομάδα του Μάρκου Δράκου. Φτάνοντας έδωσε εντολή να εγκαταλειφθεί το μέρος γιατί πιθανόν τα αγγλικά στρατεύματα έρχονταν προς τα εκεί. Την ημέρα της απέλασης του Αρχιεπισκόπου και των υπολοίπων συνεξορίστων ο Διγενής μετακινείται, για λόγους ασφαλείας, στις Γερακιές κάτω από δύσκολες καιρικές συνθήκες.
Αφού ναρκοθέτησαν τα μονοπάτια, πήραν τον οπλισμό τους και τα αναγκαία και ξεκίνησαν με πορεία δυτική από τα λημέρια της Βασιλικής, πρός Γερακιές. Κάποια στιγμή έφτασαν στον Διπλοπόταμο τον οποίο έπρεπε να περάσουν για να πάνε στην άλλη πλευρά και να ανέβουν ψηλότερα. Το νερό ήταν αρκετό λόγω του χειμώνα αλλά τα παλληκάρια της ΕΟΚΑ δεν τα τρόμαζε το βρεγμένο παντελόνι κι οι αρβύλες. Κράτησαν ψηλά τα χέρια με το οπλισμό και πέρασαν. Κάποια στιγμή ο Λάμπρος Καυκαλίδης είδε τον Διγενή να έχει μείνει τελευταίος και γύρισε και τον πήρε «καβαλλούρι» στην απέναντι πλευρά εισπράττοντας τα πειράγματα του Αρχηγού.
Συνέχισαν την ανηφορική τους πορεία φορτωμένοι, ενώ άρχισε να νυχτώνει και το κρύο να γίνεται τσουχτερό. Κάποια στιγμή οι αντάρτες μιλούσαν δυνατότερα και ο Διγενής τους έβαλε τις φωνές να σταματήσουν, καθώς επίσης και μια άδικη παρατήρηση για τσιγάρο που φέγγιζε αλλά όπως αποδείχθηκε ήταν κουτί από ζαχαρούχο γάλα. Θα σας περάσω όλους στρατοδικείο, τους έλεγε. Ο Αρχηγός ήταν πολύ αυστηρός σε ζητήματα ασφαλείας ιδιαίτερα σ’ αυτή την μορφή του πολέμου. Ο ανταρτοπόλεμος δεν σήκωνε λάθη και ο Αρχηγός εφαρμόζοντας αυστηρούς κανονισμούς προστάτευε την Οργάνωση από πολλές παγίδες.
Όταν έφτασαν ψηλότερα έδωσε εντολή να σταματήσουν για διανυκτέρευση. Αφού βολεύτηκαν ο Λάμπρος Καυκαλίδης έφερε το ραδιόφωνο του Αρχηγού που το είχαν για να μαθαίνουν ειδήσεις και εκεί άκουσαν την σύλληψη του Μακαρίου και των υπολοίπων. Ο Διγενής αντέδρασε αμέσως λέγοντας :
Μωρέ, τώρα θ’ αρχίσει ο αγώνας!
Την παγερή την νύχτα την πέρασαν όλοι σε λατζιές με το κρύο να πιρουνιάζει τα κόκαλα. Την άλλη μέρα το πρωί ο Διγενής φώναξε τον Νίκο Ιωάννου-Ψωμά και τον Παύλο Νικήτα για μια αποστολή. Ο Νίκος Ιωάννου-Ψωμάς γράφει στο βιβλίο του γι’ αυτή την αποστολή :
«Η ώρα ήταν 8.30 π.μ. Κάποιος με φώναξε και μου είπε ότι με θέλει ο Αρχηγός.. Πήγα στον Αρχηγό και τον ρώτησα τι με θέλει. Μου είπε ότι θα πάω για μια σοβαρή αποστολή και θέλει να τη φέρω σε πέρας. Μόλις μου είπε ο Αρχηγός ότι πηγαίνω για αποστολή ανάπνευσα, γιατί αυτό σημαίνει όχι στρατοδικείο, όπως μας απειλούσε όλη τη νύχτα. Θα φύγεις, μου είπε αμέσως και θα πας στον Κύκκο να δεις την κατάσταση πως είναι και αν είναι οι Άγγλοι ακόμη στο μοναστήρι, γιατί, όπως είπε, δεν έβλεπε
στρατό ούτε στρατιωτικά αυτοκίνητα. Τέλος μου είπε, αν βεβαιωθείς ότι δεν υπάρχουν Άγγλοι στρατιώτες, τότε να πας στο μοναστήρι να βρείς τον σύνδεσμό μας Σάββα Αλωνεύτη που είναι αντάρτης μοναχός και να του δώσεις οδηγίες να πάει να σταθεί με ανοικτά χέρια σε εκείνο τον τοίχο. Αυτό το σήμα, μου είπε, θέλω να γίνει μέχρι η ώρα δύο το απόγευμα(14.00). Αν μέχρι αυτή την ώρα δεν γίνει το σήμα, τότε όλοι μας φεύγουμε προς Καλοπαναγιώτη. Αν όμως μας δώσει σήμα, τότε επιστρέφουμε στα κρησφύγετά μας. Ο Αρχηγός μου έδωσε τα τηλεσκόπιά του για να δω τον τοίχο, στον οποίο θα γινόταν το σήμα. Επειδή δεν έβλεπα τίποτα, προσπάθησα να τα ρυθμίσω γι να δω καλύτερα. Τότε μου έκανε παρατήρηση πως του χάλασα τα τηλεσκόπια του. Είπα στον Αρχηγό ότι τα μάτια τα δικά μου δεν είναι ίδια με τα δικά του. Καλά, καλά, μου απάντησε. Επειδή όμως εγώ έβλεπα τον τοίχο χωρίς τηλεσκόπια, του τα έδωσα λέγοντάς του ότι κατάλαβα τι θα κάμω και ότι βλέπω τον τοίχο. Του είπα ακόμη ότι σε αυτή την αποστολή πρέπει να πάει ακόμη ένας μαζί μου για πάν ενδεχόμενο π.χ μπορούσε να κτυπήσω και να μην μπορώ να περπατήσω. Τότε ο Αρχηγός είπε να με συνοδεύσει ο Παύλος Νικήτας. Τον φώναξε και του είπε να πάει μαζί μου».
Ξεκίνησαν οι δυο τους και σε κάποιο σημείο της διαδρομής διαπιστώνει ο Νίκος Ιωάννου-Ψωμάς ότι έχασε την μια γεμιστήρα από το όπλο του. Είπε του Νικήτα να προχωρεί κι εκείνος έψαξε να την βρεί. Για καλή του τύχη δεν ήταν μακρυά κι έτσι πρόλαβε τον Νικήτα και μαζί έφτασαν με πολλές προφυλάξεις στο παρεκκλήσι της Βασιλική;. Βρήκαν τον συνεργάτη της Οργάνωσης το γέρο- Χάρπα με τη γυναίκα του. Αυτοί τους είπαν ότι οι άγγλοι είχαν φύγει και τότε ο Νίκος Ιωάννου-Ψωμάς προσπάθησε να πείσει τον γέρο-Χάρπα να πάει αυτός στη Μονή να ειδοποιήσει τον πατήρ Σάββα. Ο γερό Χάρπας φοβόταν, η ώρα περνούσε κι έτσι ο Ψωμάς αποφάσισε να αφήσει εκεί τον Παύλο Νικήτα με τα εφόδια και την εντολή αν δεν εμφανιστεί σε κάποια λογική ώρα να φύγει γιατί προφανώς κάτι θα του είχε συμβεί. Ο Ψωμάς πήγε προς στα βόεια της Μονής στο σημείο Κύκκου-Κάμπου που έπαιρναν τις τροφοδοσίες. Εκεί σε λίγο βρήκε τον πατήρ Σάββα Αλωνεύτη και αφού έκαναν την απαραίτητη αναγνώριση τον ενημέρωσε για την εντολή του Αρχηγού. Ο πατήρ Σάββας έφυγε αμέσως μια και ο χρόνος που είχε απομείνει ήταν ελάχιστος. Τελικά στις 13.55 έφτασε το σήμα. Απ’ την άλλη ο Διγενής βλέποντας να αργούν είχε δώσει εντολή να ετοιμαστούν για τον Καλαποναγιώτη. Κάθε τόσο κοιτούσε με τα κυάλια του όλο αγωνία. Μόλις είδε την τελευταία στιγμή το σήμα ανακουφίστηκε και είπε στους αντάρτες του χαμογελώντας : «παιδιά, εφόσον είσθε έτοιμοι για αναχώρηση, εμπρός, φεύγουμε για τον Κύκκο, στο σπίτι μας».

Πηγές:
Λεωνίδα Λεωνίδου Γεώργιος Γρίβας – Διγενής Βιγραφία Τόμος Β΄(1950-1959) Εκδόσεις Προσωπική Λευκωσία 1997
Νίκου Παπαναστασίου Λάμπρος Καυκαλίδης. Το «ΑΓΡΙΝΟ» της ΕΟΚΑ. Εκδόσεις Προσωπική Λευκωσία 2009.
Νίκου Ιωάννου – Ψωμά ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΒΙΩΜΑΤΑ ΕΟΚΑ 195-1959 Εκδόσεις Προσωπική Λευκωσία 2011

Σχόλια