Όσα πρέπει να ξέρετε για τις Συμφωνίες Ζυρίχης Λονδίνου. Τρεις περιπτώσεις συνωμοσίας κατά του Αρχηγού της ΕΟΚΑ

Του Νίκου Παπαναστασίου
ΟΣΟ παράξενο κι αν φαίνεται, το διάστημα μεταξύ της υπογραφής των Συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου, τον Φεβράρη του 1959, και της αναχώρησης του Αρχηγού της ΕΟΚΑ στρατηγού Γεωργίου Γρίβα Διγενή από την Κύπρο, υποστηρικτές του Μακαρίου επεχείρησαν να εξουδετερώσουν τον Διγενή σε περίπτωση που θα αντιδρούσε στις Συμφωνίες. Στη συνωμοσία αυτή μετείχε και η Ελληνική Κυβέρνηση Κ. Καραμανλή, όπως αποδεικνύει η εξιστόρηση των τριών περιστατικών, για τα οποία άφησε γραπτά ο Διγενής. Τα γεγονότα:
ΣΤΙΣ 19.2.59, ημέρα υπογραφής των Συμφωνιών στο Λονδίνο, ο Πρόξενος της Ελλάδας στην Κύπρο Αριστοτέλης Φρυδάς έστειλε σημείωμα στον Αρχηγό της ΕΟΚΑ, στο οποίο του ανέφερε ότι οι Άγγλοι γνώριζαν το κρησφύγετό του, αλλά απέφευγαν τη σύλληψή του λόγω των πολιτικών εξελίξεων. Ο Διγενής ερμήνευσε το κείμενο του σημειώματος ως τέχνασμα για την από μέρους του αποδοχή των Συμφωνιών, με συμπαιγνία των Άγγλων και της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Κι αυτό γιατί, όπως γράφει στα «Απομνημονεύματά του, «το κρησφύγετόν μου ήτο αδύνατον να το εγνώριζον» και ότι «εντός αυτού ήμην ασφαλέστατος, λόγω ειδικής μερίμνης κατά την κατασκευήν του».
Ασφαλές από πάσης πλευράς το κρησφύγετο στη Νεάπολη
ΕΠΡΟΚΕΙΤΟ, όπως είδαμε για υπόγειο κρησφύγετο στο σπίτι του Σπύρου Ευτυχίου στη Νεάπολη Λευκωσίας, το οποίο, πλην του ιδίου του Διγενή, του συντρόφου και βοηθού του Αντώνη Γεωργιάδη, των ενοίκων και του ζεύγους του ιεροδιάκονου Άνθιμου Κυριακίδη – κεντρικού συνδέσμου του Αρχηγού της ΕΟΚΑ – κανένας άλλος δεν γνώριζε. Κατά την κατασκευή του κρησφυγέτου αυτού, είχε ληφθεί και πρόνοια για διαφυγή του Αρχηγού σε περίπτωση που θα εντοπιζόταν, πιθανότητα, όμως, που αποκλειόταν παντελώς. Σ’ αυτό μόλις 12 μέρες πριν είχε εγκατασταθεί  και οποιαδήποτε διαρροή αποκλειόταν, αφού όλοι οι πιο πάνω ήσαν άτομα της απόλυτης εμπιστοσύνης του Διγενή.
ΝΑ σημειωθεί βέβαια, ότι δεν ήταν η πρώτη φορά, στη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα, που οι Άγγλοι διέδιδαν σκόπιμα ότι γνώριζαν τον τόπο διαμονής του Αρχηγού και ότι επίκειτο η σύλληψή του. Σκοπός πάντα, η προσδοκούμενη από αυτούς εσπευσμένη μετακίνησή του και η ένεκα αυτής πιθανή σύλληψη ή εξουδετέρωσή του.
ΤΟ ΚΟΛΠΟ λοιπόν δεν έπιασε, ο Διγενής ήταν πεπεισμένος γι’ αυτό, οπότε έσπευσε να απαντήσει στον Φρυδά και να τονίσει πως επρόκειτο «περί εκβιασμών Φουτ και Σία», με την προσθήκη ότι: «Εάν εγνώριζον όσα ούτοι διατείνονται, θα προέβαινον εις ενέργειαν, διότι: 1) Μεγίστη η νίκη τούτων
αναστηλουμένου του καταρρακωθέντος γοήτρου των, β) Θα χρησιμοποιούσαν την νίκην των αυτήν δι’ εκβιασμόν του Αρχιεπισκόπου να δεχθή την συμφωνίαν. Πάντως, υπογράμμιζε, οτιδήποτε και αν συμβαίνη, δεν πτοούμαι, διότι γνωρίζω, όταν δεν μπορώ να ξεγλιστρήσω, να μάχωμαι. Πάντοτε τους ανέμενα και τους αναμένω και τώρα!»
Δυο χαλκευμένα έγγραφα
ΣΤΙΣ 27.2.59, η δ. Λούλα Κοκκίνου, μετέπειτα σύζυγος Αθανάσιου Παπαγεωργίου, με το ψευδώνυμο «Βερένικος», έστειλε στον Αρχηγό της ΕΟΚΑ δυο αγγλικά έγγραφα σε μετάφραση και φωτογραφίες, τα οποία τυχαία, όπως ανέφερε, είχαν πέσει στα χέρια της, μαζί με δική της συνοδευτική επιστολή. Τα έγγραφα αναφέρονταν σε παρακολουθήσεις των Άγγλων του διάκου Άνθιμου Κυριακίδη και του εμπόρου Σωκράτη Ηλιάδη. Ο Διγενής είχε πάρει επίσης συναφές σημείωμα από τον τομεάρχη Λευκωσίας Πολύκαρπο Γιωρκάτζη-«Λαέρτη», μαζί με έκθεση του Λεωνίδα Μαρκίδη, ο οποίος ήταν εκείνος που πήρε το φάκελο με τα πιο πάνω έγγραφα όταν πήγαν στο γραφείο του δυο Άγγλοι μέλη του «Σπέσιαλ Μπραντς». Ζητούσαν, είπε πληροφορίες για τον Σωκράτη Ηλιάδη, αλλά αυτός τους ανέφερε πως τίποτε δεν γνώριζε γι’ αυτόν. Κατά τον ίδιο, φεύγοντας, εγκατέλειψαν τον φάκελο με τα δυο έγγραφα, αφού είχε πέσει σε κούφωμα του γραφείου και δεν τον είδαν. Τα έγγραφα τα πήρε ο Μαρκίδης και, τελικά, κατέληξαν στον Διγενή. Εκτίμηση του Μαρκίδη, ήταν ότι οι Άγγλοι επί σκοπού άφησαν εκεί τον φάκελο, ώστε να περιέλθει στα χέρια του Αρχηγού της ΕΟΚΑ, ο οποίος θα αντιδρούσε με βεβιασμένες κινήσεις και θα εκτίθετο σε κινδύνους.
ΕΞ’ ΑΛΛΟΥ, η εκτίμηση του Αρχηγού της ΕΟΚΑ, ήταν ότι τα έγγραφα ήσαν χαλκευμένα και ότι επρόκειτο περί σκευωρίας σε βάρος του. Ως εκ τούτου, συνέστησε πρόσθετα προστατευτικά μέτρα στον Α. Κυριακίδη και στη γυναίκα του Νίκη, οι οποίοι διακινούσαν την αλληλογραφία του. Παράλληλα, τους συνέστησε να παρακολουθούν τους χαλκείς των εγγράφων, όπως και έπραξαν. Ο Διγενής είχε συγκρίνει το περιεχόμενο των πλαστών εγγράφων με δικές του πληροφορίες και ήταν πέρα για πέρα σίγουρος ότι επρόκειτο περί σκευωρίας, η οποία απέβλεπε στην ανακάλυψη του κρησφυγέτου του.
«Να απαχθεί και να εκτελεσθεί ο Άνθιμος!»
ΕΝΑ τρίτο γεγονός, το οποίο πληροφορήθηκε ο Διγενής μετά την επιστροφή του στην Αθήνα, το οποίο τον έκανε να το συνδέσει με οργανωθείσα συνωμοσία σε βάρος του, με κέντρο την Αθήνα και μρ πράκτορες εκτελέσεως στη Λευκωσία, ήταν το ακόλουθο. Του το κατάγγειλε ενυπόγραφα ο τομεάρχης Καρπασίας Φώτης Παπαφώτης. Σύμφωνα με αυτόν:
ΠΑΠΑΦΩΤΗΣ και Παύλος Παυλάκης, τομεάρχης Αμμοχώστου, είχαν προσκαλέσει στο σπίτι του αγωνιστή Χρυσόστομου Ανδρέου στον Άγιο Γεώργιο Σπαθαρικού, τον εφημέριο Φανερωμένης πατέρα Φώτιο Καλογήρου, στέλεχος της ΕΟΚΑ, για εξομολόγηση. Ο ιερέας συνοδευόταν από τον τομεάρχη Λευκωσίας Π. Γιωρκάτζη. Και οι δύο αυτοί, τους είχαν αναφέρει πως ο επιστρέψας στην Κύπρο Μακάριος επιζητούσε να συναντηθεί με τον Αρχηγό της ΕΟΚΑ, αλλά αυτός αρνιόταν. Η άρνηση αυτή αποδιδόταν στη στάση του διάκου Κυριακίδη, ο οποίος φερόταν να μην θέλει με τίποτε συνάντηση μεταξύ Μακαρίου και Διγενή. Κατά τον Παπαφώτη, για αντιμετώπιση της αρνητικής αυτής στάσης του Κυριακίδη, έγινε ανταλλαγή απόψεων και προτάθηκαν λύσεις. Μεταξύ των άλλων, προτάθηκε από τον Γιωρκάτζη εισήγηση όπως «ο Άνθιμος απαχθεί και εκτελεσθεί με πιστόλι!». Ο πατήρ Φώτιος αντιτάχθηκε σ’ αυτό και τόνισε ότι κάτι τέτοιο θα εξερέθιζε τον Διγενή και θα επέμενε περισσότερο να μην συναντηθεί με τον Μακάριο. Κατά τον Παπαφώτη, η άποψη του πατέρα Φώτιου, ήταν «να σκοτωθεί ο Άνθιμος με αυτοκίνητο το οποίο θα τον παρέσυρε», εισήγηση για την οποία αργότερα ο Π. Παυλάκης εξέφρασε έκπληξη λόγω του ιερατικού σχήματος του Φώτιου.
«ΕΠΙ τη βάσει των ανωτέρω», επισημαίνει καταληκτικά στα «Απομνημονεύματά» του ο Διγενής, «το Έθνος και η Ιστορία θα κρίνουν τους πάντας κατά τα έργα και τας προθέσεις των».
https://nikospa.wordpress.com

Σχόλια