Όσα πρέπει να ξέρετε για τις Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου. Διγενής: «Έχω την συνείδησίν μου ήσυχον, ότι έπραξα το καθήκον μου»
Του Νίκου Παπαναστασίου
Η ενημέρωση που έτυχε ο Αρχηγός της ΕΟΚΑ από το βοηθό του Αντώνη Γεωργιάδη για τα όσα του είπε ο Μακάριος, τον στενοχώρησαν πολύ. Ειδικά το ότι ο Αρχιεπίσκοπος «δεν είχε χρόνο να τον ειδοποιήσει» για τα όσα διαδραματίζονταν στο Λονδίνο πριν από την υπογραφή των Συμφωνιών! Ο Διγενής όμως έπρεπε να πάρει απόφαση για το τι θα γινόταν και μάλιστα αμέσως. Οι Συμφωνίες είχαν υπογραφεί, ο Μακάριος επέστρεψε, οι διευθετήσεις για τους φυλακισμένους και καταζητούμενους αγωνιστές έγιναν, με μόνην εκκρεμότητα 17 καταζητούμενους, και το μέγα ερώτημα που πρόβαλλε μπροστά στον Αρχηγό της ΕΟΚΑ ήταν: Αποδοχή της νέας κατάστασης ή συνέχιση του αγώνα;
ΑΛΛΕΠΑΛΛΗΛΕΣ σκέψεις και συνειρμοί περνούσαν συνέχεια από το μυαλό του Αρχηγού, που τον έκαναν ακόμα και να δακρύζει. Έπρεπε όμως να πάρει απόφαση. Από αυτόν εξαρτιόνταν τα πάντα. Βασάνισε πρώτα τη σκέψη του, το ενδεχόμενο συνέχισης του αγώνα. Στην περίπτωση αυτή, έκρινε πως θα ήταν ανάγκη να συνεχίσει τον αγώνα εναντίον των Άγγλων και των Τούρκων και αισθανόταν ότι μπορούσε να τον συνεχίσει για πολύν καιρό ακόμα. Τα ηρωικά κατορθώματα των αγωνιστών, οι θυσίες και τα καταπιεστικά μέτρα των Αγγλοτούρκων σε βάρος των Ελλήνων και η δύναμη εγκαρτέρησης και προσφοράς που επεδείκνυε ο λαός, ειδικά μετά τον ανθρωπομάζωμα του καλοκαιριού του 1958, ήταν μεγάλο ατού για τον Διγενή. Ανέμενε επίσης μεγάλο φορτίο όπλων από την Ελλάδα, που σήμαινε ότι η ισχύς πυρός της ΕΟΚΑ θα ενισχυόταν κατακόρυφα.
ΠΟΙΑ στάση όμως θα τηρούσαν ο Μακάριος και η Ελληνική Κυβέρνηση αν συνέχιζε τον αγώνα; Ασφαλώς εχθρική απέναντί του, απέναντι στον αγώνα, διότι αυτοί ήσαν οι πρωταγωνιστές της Ζυρίχης. Άρα γεννιόταν θέμα εσωτερικής διάσπασης και εμφύλιου σπαραγμού, κι αυτό ήταν το μεγάλο μειονέκτημα συνέχισης του αγώνα. Γνώρισε πολύ καλά άλλωστε ο Γρίβας Διγενής τι σήμαινε εμφύλιος πόλεμος και πόσα κακά αυτός μπορούσε να δημιουργήσει.
«ΟΧΙ», είπε τότε μέσα του. «Εμφύλιος ποτέ, γιατί θα κινδυνέψουμε να χάσουμε κι αυτά που έχουμε». Άρα, η απόφασή του ήταν άμεση κατάπαυση του αγώνα. Η υπογραφή των Συμφωνιών ήταν ήδη τετελεσμένο γεγονός και η αναπόφευκτη συνέπεια αυτού, ήταν ο τερματισμός του αγώνα.
Μηνύματα για «φούρνους ποξαμάτια» στον Διγενή
Κι ενώ ο Διγενής κατέληγε με πόνο ψυχής στην απόφασή του για κατάπαυση του αγώνα, στης Ελλάδα ετοίμαζαν τιμές και δόξες γι’ αυτόν, με εμφανή πρόθεση πρώτο να τον δελεάσουν να εγκαταλείψει την Κύπρο και, δεύτερο, να δεχτεί τις Συμφωνίες της Ζυρίχης. Του έγραφε, λοιπόν, σε επιστολή του ημ. 1.3.1959 ο Πρόξενος της Ελλάδας στην Κύπρο Αριστοτέλης Φρυδάς, εκ μέρους του ΥΠΕΞ Ευάγγελου Αβέρωφ:
«Ως προς τα ηθικάς αμοιβάς, ο κ. υπουργός λέγει ότι είναι αδύνατον να απορρίψετε ταύτας, διότι είναι γενική επιθυμία, εις την συμμετέχουν οι Α.Α.Μ.Μ. οι Βασιλείς, ο κ. Πρόεδρος της Κυβερνήσεως, η Β. Κυβέρνησις και ολόκληρος ο ελληνικός λαός, με μόνην ίσως εξαίρεσιν την αριστεράν. Εκτός των άλλων, ο κ. υπουργός νομίζει ότι δεν θα δυνηθήτε να απορρίψετε την ανάκλησιν Ημών εις την ενεργόν υπηρεσίαν, την προαγωγήν εις τον βαθμόν του Αντιστρατήγου και την απονομήν Μεγαλόσταυρου. Ο κ. υπουργός εξακολουθεί την προσπάθειάν του όπως έλθη ενταύθα, ίνα σας συνοδεύση κατά την αναχώρησίν σας και των συνεργατών σας. Φρονεί ότι, εφ’ όσον τα γεγονότα θα εξελιχθούν ραγδαίως και εξασφαλίζονται όροι αξιοπρεπείς τόσον εις Υμάς όσον και δια τους συνεργάτας σας, θα ήτο καλόν να λάβητε την απόφασίν σας το ταχύτερον δυνατόν. Θεωρεί, ότι η παράτασις της εν Κύπρω παραμονής σας δύναται να σας εκθέση εις ατυχή επεισόδια με έξαλλους Τούρκους ή Βρετανούς.
Τέλος, ο κ. υπουργός παρακαλεί να Σας μεταδώσω, ότι με μεγάλην συγκίνησιν σκέπτεται την στιγμήν της συναντήσεώς του μεθ’ Υμών.»
ΕΣΤΑΖΕ, δηλαδή, μέλι το στόμα του Αβέρωφ ενώ απευθυνόταν προς τον Διγενή. Κύριο νόημα όμως όλων όσων του ανέφερε δεν ήταν τίποτε άλλο, παρά να εγκαταλείψει το ταχύτερο στην Κύπρο και να βρεθεί στην Ελλάδα. (Κάτι παρόμοιο που χρησιμοποίησε και η Χούντα τον Νιόβρη του 1967, για να ξεγελάσει τον Διγενή να φύγει από το νησί και να βρεθεί στην Αθήνα).
«Διατάσσω κατάπαυσιν του αγώνος»
Ο ΔΙΓΕΝΗΣ απάντησε στον Φρυδά αμέσως, τονίζοντας ότι: Για τους 17 καταζητούμενους, από τους οποίους οι 10 ήσαν τομεάρχες, επέμενε να μην εκτοπιστούν. Για τις ηθικές αμοιβές προς τον ίδιο, επαναλάμβανε πως δεν επιθυμούσε καμιά. Τελικά, ο Κυβερνήτης Φουτ αποδέχτηκε την επιμονή του Διγενή για τους καταζητούμενους, οπότε ο Αρχηγός της ΕΟΚΑ εξέδωσε και κυκλοφόρησε στις 9.3.59 την ιστορική του προκήρυξη για κατάπαυση του αγώνα. Επρόκειτο για ένα εξαιρετικό κείμενο, συγκινητικό και με πολλά νοήματα, με τίτλο «ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΚΥΠΡΙΑΚΟΝ ΛΑΟΝ». Το παραθέτουμε ολόκληρο:
«Όταν την 1ην Απριλίου 1955 ύψωσα την σημαίαν του επαναστατικού απελευθερωτικού κινήματος, έταξα ως σκοπόν την απελευθέρωσιν της Κύπρου κσι εζητησα την υποστήριξιν του ελληνικού κυπριακού λαού και την συμπαράστασιν ολοκλήρου του Έθνους, αίτινες και μου παρεσχέθησαν πήρως κατά τον τετραετή σκληρόν αγώνα μας. Ήδη, κατόπιν της μεταξύ των Κυβερνήσεων Ελλάδος και Τουρκίας συμφωνίας της Ζυρίχης, η οποία επεκυρώθη εν Λονδίνω και υπό του Εθνάρχου Μακαρίου και των υπό τούτου ορισθέντων ως αντιπροσώπων του κυπριακού λαού, είμαι υποχρεωμένος
ΝΑ ΔΙΑΤΑΞΩ ΚΑΤΑΠΑΥΣΙΝ ΤΟΥ ΑΓΩΝΟΣ.
»ΕΚΕΙΝΟΣ, ο οποίος δεν θα εδέχετο την συμφωνίαν και θα συνέχιζε τον αγώνα, θα ΕΔΙΧΑΖΕ όχι μόνον τον κυπριακόν λαόν, αλλά πιθανώς και ολόκληρον το Έθνος, τα δε αποτελέσματα του εθνικού διχασμού θα ήσαν απείρως καταστρεπτικότερα από τα τοιαύτα, τα οποία τινές νομίζουν ότι θα επιφέρη η δοθείσα λύσις «συμβιβασμού», η οποία ασφαλώς δεν ικανοποιεί τους πόθους μας. Το κατ’ εμέ, είναι προτιμοτέρα η λύσις αυτή, έστω και εάν δεν είναι εκείνη που ανεμέναμεν και η οποία θα ικανοποίη τους πόθους μας, παρά ο εθνικός διχασμός γιατί σ’ έναν τέτοιον διχασμό ΘΑ ΤΑ ΧΑΣΩΜΕΝ ΟΛΑ.
»ΑΝΤΙ του πολεμικού παιάνος θα σημάνω σήμερον ΟΜΟΝΟΙΑΝ, ΕΝΟΤΗΤΑ, ΑΓΑΠΗΝ, ίνα επί των ερειπίων και της τέφρας της απαστραπτούσης από δόξαν και εθνικόν μεγαλείον κυπριακής εποποιίας, ανοικοδομήσετε το νέον οικοδόμημα της νεαράς Δημοκρατίας. Εις τους πρωτεργάτας αυτής εναπόκειται ήδη να την οδηγήσουν εις την οδόν της ευημερίας και της προόδου. Όσον αφορά εμέ, αποφασισμένος να μην αναμιχθώ εις την πολιτικήν και την δημόσιαν ζωήν, τόσον εν Κύπρω όσο και εν Ελλάδι, θα παρακολουθώ με αγωνίαν εκ του μακρόθεν τα βήματα της πολυβασανισμένης και αιματοβρέκτου Πατρίδος μου και θα συμμερίζωμαι μαζίν σας την χαράν και τον πόνον σας, και εις την οποίαν, παρά τας προσπαθείας μου, η πολιτική δεν κατόρθωσε να δώση εις το ακέραιον εκείνο που επεθύμουν, ΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΚΑΙ ΑΔΕΣΜΕΥΤΟΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ ΤΗΣ. Η Κύπρος είναι πολύ μικρά εις έκτασιν, δια να επιτελέσω μόνος έργον μεγαλύτερον εναντίον μιάς πανισχύρου αυτοκρατορίας.
»Έχω την συνείδησίν μου ήσυχον, ότι έπραξα το καθήκον μου. Έργον της πολιτικής ήτο να εκμεταλλευθή τους επικούς αγώνας του κυπριακού λαού. Και αύτη τους εξεμεταλλεύθη όπως ηδυνήθη ή όπως ενόμισε καλύτερον
ΝΥΝ ΟΦΕΙΛΟΜΕΝ ΝΑ ΠΕΙΘΑΡΧΗΣΩΜΕΝ
«»ΣΥΣΠΕΙΡΩΘΕΙΤΕ ΟΛΟΙ ΗΝΩΜΕΝΟΙ πέριξ του ΕΘΝΑΡΧΟΥ, ο οποίος αποτελεί σήμερον σύμβολον ΕΝΟΤΗΤΟΣ και ΙΣΧΥΟΣ και βοηθήσατε τούτον εις το δύσκολον έργον του. Αυτή είναι η επιθυμία μου, προς την οποίαν καλώ πάντας να συμμορφωθούν.
ΕΟΚΑ Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΔΙΓΕΝΗΣ»
ΝΑ σημειωθεί ότι, κάποια από τα σημεία της προκήρυξης είχαν αφαιρεθεί και δεν δημοσιοποιήθηκαν στο φυλλάδιο που κυκλοφόρησε την επομένη, μετά από παράκληση του Μακαρίου προς τον Αρχηγό. Κι αυτό, κατά την άποψη του Αρχιεπισκόπου, «για να μη μειωθή η πίστις του λαού προς εκείνο το οποίο είναι πλέον τετελεσμένο γεγονός και προς το οποίον πρέπει να αφοσιωθεί με ενθουσιασμόν και αγάπην».
ΕΙΝΑΙ φανερό από την προκήρυξη του, ότι ο Αρχηγός της ΕΟΚΑ, παρά τις πολλές πικρίες και την αγανάκτηση που τον διακατείχε λόγω της υπογραφής των Συμφωνιών, ήρθη εις το ύψος των περιστάσεων και, ως πραγματικός εθνικός ηγέτης, κήρυξε όχι μόνον ενότητα, αλλά και συσπείρωση του λαού γύρω από τον Μακάριο. Κάτι, για το οποίο σίγουρα στη συνέχεια θα μετάνιωσε πικρά, όπως συνέβη και προηγουμένως με τον συνεχώς επαναλαμβανόμενο χαρακτηρισμό του Μακαρίου κατά τη διάρκεια του αγώνα της ΕΟΚΑ, ως του «ενός και μόνου».
«Χρυσά λιβανιστήρια στους πεσόντες»
Ο ΑΡΧΗΓΟΣ της ΕΟΚΑ απευθύνθηκε με προκήρυξή του και προς τα μέλη και στελέχη της Οργάνωσης, τους οποίος κάλεσε να πειθαρχήσουν στη διαταγή του για κατάπαυση του αγώνα, χωρίς το παραμικρό ρήγμα αλλά με αρραγές μέτωπο και σιδηρά πειθαρχία. Ο Διγενής ανέλυσε τη μετά τις Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου διαμορφούμενη κατάσταση, αναλαμβάνοντας ο ίδιος πλήρη ευθύνη, «μη επιθυμών να μεταβιβάσω ταύτην εις τους ώμους των υφισταμένων μου». Διαβεβαίωνε ακόμα όλους, ότι θα τους περιέβαλλε με την αγάπη και τη στοργή του και ότι θα χαιρόταν να τους συναντούσε οπουδήποτε και οποτεδήποτε, διότι δεν μπορούσε να λησμονήσει ποτέ «τους συνεργάτας της ΝΙΚΗΣ μας και τους συνεργάτας μου εις στιγμάς κινδύνων και αγώνων». Και κατέληγε:
«»Αυτήν τη στιγμήν αναλογίζομαι εκείνους που μας λείπουν και οι οποίοι πέσανε κάτω από το αγιασμένο φλάμπουρο της κυπριακής απελευθερωτικής εξεγέρσεως και προσβλέπω την ευλογημένην εκείνην ώραν για να κρεμάσω χρυσά λιβανιστήρια και αμάραντα στέφανα στο αθάνατο μαυσωλείο τους».
ΔΕΝ αξιώθηκε όμως τέτοιας τιμής ο Διγενής, διότι όλα έγιναν πίσω από τη ράχη του με μοχθηρό και συνωμοτικό τρόπο. Σαν να επρόκειτο για εγκληματία και όχι για ηγέτη μαχόμενου για την ελευθερία λαού, για άνθρωπο που οι αγώνες και η στρατιωτική του μαεστρία έτυχαν παγκόσμιας αναγνώρισης και αυτών των αντιπάλων του Βρετανών περιλαμβανομένων.
«Πιάστε τον!»
ΤΗΝ ίδια μέρα, Δευτέρα 9 Μαρτίου 1959 απόγευμα, ο Διγενής είχε πολύωρη συνάντηση με τον Μακάριο στο Μετόχι του Κύκκου. Μέσα σε βαριά ατμόσφαιρα, κατά την οποία ο Αρχιεπίσκοπος είπε πως αναγκάστηκε να υπογράψει τις Συμφωνίες πιεσθείς και τον Διγενή να χύνει δάκρυα απόγνωσης για την δεινή τελική κατάληξη. Ήταν μια συνάντηση με πολλή ένταση, αλλά τα δεδομένα ήσαν τέτοια, που όσα και να λέγονταν, δεν θα πρόσθεταν ούτε και θα αφαιρούσαν οτιδήποτε. Ο Μακάριος, μάλιστα, προσπάθησε κάποια στιγμή να στρέψει και τη συζήτηση αλλού, αναφέροντας την απειλή του Βρετανού Πρωθυπουργού Χάροντ Μακμίλαν, στο Λονδίνο πριν από την υπογραφή των Συμφωνιών, ως εκβιασμό προς την ελληνική πλευρά. Μίλησε για σύλληψη του Διγενή, «που ήταν κάτω από μια γούρνα και μια καταπακτή», ισχυρισμό που διασκέδασε ο Έλληνας ΥΠΕΞ Αβέρωφ, που είπε στον Μακμίλαν «πιάστε τον!». Ο Διγενής και ο Αντώνης Γεωργιάδης που το συνόδευε στη συνάντηση με τον Μακάριο γέλασαν με αυτά, αφού γνώριζαν την αλήθεια, που ήταν ότι ο Αρχηγός της ΕΟΚΑ δεν ήταν την ημέρα εκείνη στο κρησφύγετό του στη Λεμεσό, αλλά στη Λευκωσία.
- Η αλήθεια είναι ότι, έγινε πράγματι προσπάθεια ανεύρεσης του κρησφυγέτου του Διγενή και εξόντωσής του, σε περίπτωση που θα αντιτασσόταν στις Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου. Όχι από τους Άγγλους. Περί αυτού, όμως, στη συνέχεια.
ΣΤΙΣ 13 Μαρτίου, ο Διγενής απέλυσε δυο επιστολές προς τους μαχητές της ΕΟΚΑ και τη νεολαία της Οργάνωσης. Και προς τις δυο πλευρές επανάλαβε την έκκλησή του για αρραγή ενότητα και συμπαράταξη με τον Μακάριο. Εξήρε την αγωνιστικότητα και των δύο και τους κάλεσε να συνεχίσουν με την ίδια ορμή και ζήλο τον αγώνα στον ειρηνικό στίβο. Ένα στίβο, που κάθε άλλο από ειρηνικός αποδείχτηκε.
Μια συγκινητική συνάντηση
ΤΙΣ μέρες εκείνες, ο Διγενής θέλησε να επικοινωνήσει έστω και για λίγο με τον κυπριακό λαό και, προπαντός, να προσκυνήσει τους τάφους όσων έπεσαν υπό την ηγεσία του στην ΕΟΚΑ. Οι Άγγλοι δεν το επέτρεψαν, οπότε αποφάσισε να συναντηθεί, έστω και μυστικά, με τους τομεάρχες και άλλους στενούς συνεργάτες του. Αυτό έγινε στις 15 Μαρτίου, μέσα σε πολύ συγκινητική ατμόσφαιραστο σπίτι Γαβριηλίδη, στη Λευκωσία. (Στο χώρο που
15 Μαρτίου 1959: Ο Διγενής συναντά τους τομεάρχες και στενούς συνεργάτες του στον τετραετή απελευθερωτικό αγώνα 1955-59.
μετά ήταν το κτήριο της Λαϊκής Τράπεζας, στη Λεωφόρο Μακαρίου). Κατά τη συνάντηση αυτή, ο μεν Διγενής έσφιγγε για πρώτη φορά το χέρι σε συμπολεμιστές του, ενώ οι παριστάμενοι, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, έβλεπαν για πρώτη φορά τον Αρχηγό τους και με δάκρυα στα μάτια τού φιλούσαν το χέρι.
«Η στιγμή της συναντήσεως με τους αμέσως συνεργάτας μου», έγραψε ο Διγενής, «υπήρξε τη αληθεία εξόχως συγκινητική. Ουδέποτε θα την λησμονήσω…Τινάς τούτων έβλεπα δια πρώτην φοράν και όμως ούτοι επειθάρχουν εις εμέ και επετέλεσαν ηρωικάς πράξεις υπό την ηγεσίαν μου. Εκείνοι ανέμενον να ίδουν τον Αρχηγόν των, ο οποίος τους καθωδήγει, τους ενέπνεε και παρέμεινε πάντα κοντά των στοργικός, εμψυχωτής, άκαμπτος, ακατάβλητος. Εγώ δε τους αμέσους συνεργάτας μου, επί των οποίων κυρίως εστήριξα την εφαρμογήν των σχεδίων μου και οι οποίοι έδειξαν σπάνια προσόντα πειθαρχίας, αυτοθυσίας και εργατικότητας και άνευ των οποίων δεν ήτο δυνατόν να επιτελεσθή έργον τόσον μεγάλον.
«»ΟΤΑΝ εισήλθον εις την αίθουσαν, όπου ούτοι ανέμενον, και αντίκρυσα μορφάς αι οποίαι εξωτερίκευον την υπερηφάνειάν των δια το έργον των, την ικανοποίησίν των διότι ηγωνίσθησαν δια την ελευθερίαν της πατρίδος των, σώματα ταλαιπωρημένα από τας κακουχίας και τους κινδύνους, δεν ηδυνήθην να συγκρατηθώ. Δια πρώτην φοράν εις την ζωήν μου συνεκινήθην τόσον βαθιά, διότι μπροστά μου, σαν οπτασία, επέρασαν τα γεγονότα τεσσάρων ετών ηρωικού επικού αγώνος, με πρωτεργάτες εκείνους που έβλεπα εκείνην την στιγμήν και οι οποίοι έφερον στην μνήμην μου και εκείνους οι οποίοι μας άφησαν για πάντα. Και εδάκρυσα…»
Ο ΔΙΓΕΝΗΣ παρέμεινε πολλή ώρα με τα παλικάρια του και, φεύγοντας, τους φίλησε όλους και όλες, συστήνοντας για μια ακόμα φορά, ομόνοια και αγάπη μεταξύ τους . «Όταν τους εγκατέλειπα», τόνισε στα «Απομνημονεύματά» του ο Αρχηγός της ΕΟΚΑ, «διερωτήθην εάν οι γενναίοι ούτοι μαχηταί θα εύρισκον τον κατάλληλον ηγέτην να τους καθοδηγήση εις την ειρηνικήν πάλην.»
ΔΥΣΤΥΧΩΣ, δεν τον βρήκαν. Αυτό που αντίθετα βρήκαν, ήταν μια εγωιστική, εμφυλιοπολεμική συμπεριφορά , η οποία διέσπασε σε τέτοιο βαθμό τους αγωνιστές, ώστε κάποιοι να σηκώσουν ακόμα και όπλα εναντίον πρώην συναγωνιστών τους!..
https://nikospa.wordpress.com
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου