Όσα πρέπει να ξέρετε για τις Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου. «Ο Καραμανλής, ο Αβέρωφ, ο Μακάριος και τα μαύρα νέφη στον ορίζοντα

Του Νίκου Παπαναστασίου
Η ΜΕΓΑΛΗ χαρά που αισθάνθηκε, στις 11 Φεβρουαρίου 1959, ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας Κωνσταντίνος Καραμανλής, επιστρέφοντας στην Αθήνα μετά από τη συνομολόγηση συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας για το Κυπριακό στη Ζυρίχη, δεν ήταν μόνο δική του. Έμπλεος χαράς ήταν και ο Πρωθυπουργός της Τουρκίας Αντνάν Μεντερές, ο οποίος, με δήλωσή του, εξήρε «το πνεύμα αμοιβαίας κατανοήσεως και ειλικρινείας που χαρακτήρισε τη διεξαγωγή των συνομιλιών» και εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι «η ευτυχής αυτή συμφωνία ικανοποίησε και καθησύχασε ταυτοχρόνως την οικογένειαν των κρατών του ΝΑΤΟ, τα οποία εθλίβοντο και ανησύχουν λόγω των μεταξύ μας διαφωνιών».
Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ, το πρώτο που έκαμε επανερχόμενος στην ελληνική πρωτεύουσα, ήταν να ενημερώσει τον εκεί ευρισκόμενο Αρχιεπίσκοπο Μακάριο («Κωνσταντίνος Καραμανλής Αρχείο Γεγονότα & Κείμενα, τόμος 3 σελ. 397). Ως αποτέλεσμα της ενημέρωσης αυτής, ο Μακάριος προέβη σε δήλωση, με ευχαριστίες προς τον Καραμανλή «δια το αποτέλεσμα των εν Ζυρίχη ελληνοτουρκικών συνομιλιών». (Λεπτομέρειες για τα διαδραματισθέντα στη Ζυρίχη , το παρασκήνιο που προηγήθηκε και τα όσα επακολούθησαν στην Αθήνα, θα τα δούμε στη συνέχεια).
Αναφορές στο Διγενή, αλλά χωρίς ο ίδιος να ερωτηθεί!
ΑΦΟΥ, λοιπόν, Ελλάδα και Τουρκία «τα βρήκαν» για το Κυπριακό στην Ελβετία, το μόνο που απέμενε γι’ αυτές – και τη Βρετανία, βέβαια, που δρούσε στο παρασκήνιο κάθε λεπτό – ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας Ευάγγελος Αβέρωφ  πήγε στο Λονδίνο, για να ετοιμάσει τον τελικό γύρο των διαπραγματεύσεων και το πέσιμο των υπογραφών.  Η διάσκεψη, πενταμερής τώρα, ορίστηκε ν’ αρχίσει στις 17 Φεβρουαρίου ’59 στο «Λάνγκαστερ Χάουζ», με τη συμμετοχή της Ελλάδας, Τουρκίας και Βρετανίας και των Ελλήνων και Τούρκων της Κύπρου.
Ο ΑΒΕΡΩΦ είχε εντατικές διαβουλεύσεις με Βρετανούς και Τούρκους επίσημους, κατά τις οποίες όχι μόνο έγιναν συζητήσεις για το νέο καθεστώς της Κύπρου, αλλά και για θέματα αμνηστίας των καταζητουμένων, φυλακισμένων και κρατουμένων αγωνιστών της ΕΟΚΑ. Έγιναν επίσης πλείστες όσες αναφορές στον Αρχηγό του απελευθερωτικού αγώνα,
ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΚΑΙ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ
                  Μακάριος και Καραμανλής. Είχσν συμφωνήσει σε όλα για τη Ζυρίχη
Γεώργιο Γρίβα Διγενή. Χωρίς καν να ερωτηθεί κανένας από αυτούς! Ο Αβέρωφ, μάλιστα, σε απόρρητο χειρόγραφο ενημερωτικό του σημείωμά του προς τον Καραμανλή (Αρχείο Καραμανλή, τόμος 3), θεωρεί σίγουρο ότι «ο Διγενής θα εγκρίνη την συμφωνίαν» και ότι, «κατόπιν αυτού θα επιτύχωμεν να χαραχθή δι’ αυτόν η δέουσα τακτική»!
ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ, όπως είδαμε πριν, ο Μακάριος παρά τη δήλωσή του με
ευχαριστίες προς την Ελληνική Κυβέρνηση για ό,τι έγινε στη Ζυρίχη, υπαναχώρησε, με αποτέλεσμα να τον καλέσει ο Καραμανλής και, στην παρουσία και άλλων μεταξύ των οποίων και ο ηγούμενος Κύκκου Χρυσόστομος, πνευματικός πατέρας του Μακαρίου, ζήτησε από τον Αρχιεπίσκοπο να απαντήσει ευθέως αν θα πάει στο Λονδίνο και θα υπογράψει. Η θετική απάντηση Μακαρίου ήρθε την επομένη, 14 Φεβρουαρίου, με την προσθήκη ότι στην αγγλική πρωτεύουσα «θα συνοδεύεται υπό Κυπρίων δημάρχων και άλλων παραγόντων, τους οποίους απλώς θα συμβουλευθή, αλλά ότι η απόφασίς του είναι ειλημμένη ότι θα εμμείνη εις τα συμφωνηθέντα εν Ζυρίχη».
ΟΙ «προϋποθέσεις» των Βρετανών στην Κύπρο
Η ΔΙΑΣΚΕΨΗ στο «Λάνκαστερ Χάουζ» άρχισε στις 17.2.59 το πρωί, υπό την προεδρία του Βρετανού ΥΠΕΞ Σέλτζγουιν Λόιντ, ο οποίος ήταν ξεκάθαρος στο τι ζητούσε η χώρα του στην Κύπρο. Συγκεκριμένα, αναφέρθηκε στις «προϋποθέσεις», που ήταν, βασικά, η διατήρηση υπό την κυριαρχία της των Βάσεων Δεκέλειας και Ακρωτηρίου και η διασφάλιση της προστασίας των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων των διαφόρων κοινοτήτων στη νήσο και η συνεργασία της Αγγλίας στην κοινή άμυνα της Κύπρου στα πλαίσια της Συνθήκης Συμμαχίας. Από την πλευρά του, ο Αβέρωφ ανέλυσε τις Συμφωνίες «και απέδωσε ιδιαίτερη σημασία στην τελική συγκατάνευση και των ιδίων των Κυπρίων-ιδιαίτερα του Εθνάρχη Μακαρίου». (Αρχείο Καραμανλή, τόμος 3, σελ. 402). Ο Τούρκος ΥΠΕΞ Φατίν Ρουστού Ζορλού, εξήρε τη σημασία της συμφωνίας της Ζυρίχης «ως παράγοντα διασφαλίσεως της ειρήνης και της ευημερίας στην Κύπρο. Ο Μακάριος ανέφερε ότι «θα διατυπώσει στην επόμενη συνεδρίαση ορισμένας επιμέρους επιφυλάξεις του».
Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ έφτασε στο Λονδίνο το απόγευμα της 17ης Φεβρουαρίου. Ο Μακάριος και 35 «παράγοντες» από την Κύπρο είχαν φτάσει την προηγουμένη, ενώ ο Τούρκος Πρωθυπουργός Μεντερές υπήρξε θύμα αεροπορικού ατυχήματος και, αντί στην αίθουσα της διασκέψεως, βρέθηκε σε κλινική της αγγλικής πρωτεύουσας. Το ίδιο βράδυ, ο Καραμανλής είχε συνάντηση με τον Μακάριο διότι, κατά τον Αβέρωφ (απόρρητο σημείωμα προς Καραμανλή-βλέπε Ε. Αβέρωφ-Τοσίτσας «Ιστορία χαμένων ευκαιριών, Αθήνα 1982) ο Έλληνας Πρωθυπουργός «ήκουσε ότι υπήρχον δυσχέρειαι ως προς την αποδοχήν υπ’ αυτού του εν Ζυρίχη και Λονδίνω διακανονισμού του Κυπριακού». Η συνάντηση έγινε μέσα σε ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα και τερματίστηκε άδοξα μετά την οργίλη αποχώρηση του Καραμανλή. Να τι ανέφερε σχετικά στο σημείωμά του, ο Αβέρωφ:
«Ο Μακάριος είχε τηρηθεί εξ αρχής ανελλιπώς ενήμερος»
«Ο κ. πρόεδρος (ο Καραμανλής) εξέφρασε την έκπληξίν του, διότι οι Κύπριοι δεν φαίνονται να έχουν συναίσθησιν της ιστορικής ευκαιρίας, ήτις παρέχεται όπως, δεχόμενοι  την προσφερομένην εις αυτούς ανεξαρτησίαν, την αξιοποιήσουν προς ο συμφέρον του τόπου των. Ανέπτυξε τα πλεονεκτήματα της συμφωνίας, ήτις επετεύχθη κατόπιν σκληρών αγώνων και διαπραγματεύσεων, αίτινες εξήντλησαν παν περιθώριον περαιτέρω συζητήσεως. Ανεξαρτήτως όμως της αξίας της λύσεως, εξέφρασε την έκπληξιν του δια την σημειουμένην την τελευταίαν στιγμήν υπαναχώρησιν και υπέμνησεν εις τον Μακαριώτατον ότι ούτος είχε τηρηθή εξ αρχής και ανελλιπώς ενήμερος της σταδιακής εξελίξεως των διαπραγματεύσεων, αι οποίαι επροχώρησαν με την πλήρη συμφωνίαν του. Ιδιαιτέρως ανεφέρθη ες την σύσκεψιν, ην είχε μετ’ αυτού, παρισταμένου και του μητροπολίτου Κιτίου Ανθίμου, τρεις ημέρας προ της αναχωρήσεώς του εις Ζυρίχην, κατά την οποίαν και πάλιν ο Μακαριώτατος συνεφώνησεν.
»Εις το σημείον αυτό, ο Άγιος Κιτίου επεβεβαίωσε τα υπό του κ. Προέδρου λεχθέντα, ο δε Μακαριώτατος επίσης τα παρεδέχθη. Τότε, ο κ. πρόεδρος παρετήρησεν ότι είναι θέμα τιμιότητος να δηλώση απεριφράστως (ο Μακάριος) ότι πράγματι συνεφώνησε μέχρι τέλους, αλλά τώρα ηναγκάσθη να αλλάξη γνώμην. Προσέθηκεν ότι, από της απόψεως αυτής, η (Ελληνική) Κυβέρνησις είναι απολύτως εν τάξει. Τότε ο κ. πρόεδρος ετόνισεν, ότι δεν είναι δυνατόν η Κυβέρνησις να εκθέση την τιμή και το γόητρον της Ελλάδος ευπαναχωρούσα και αυτή και ότι, κατά συνέπειαν, θα εμμείνη εις τα συμφωνηθέντα.»
Μαρτυρία Νίκου Κρανιδιώτη
ΜΑΡΤΥΡΙΑ για τη δραματική αυτή συνάντηση Καραμανλή-Μακαρίου παρέχει στο βιβλίο του «Δύσκολα χρόνια, Κύπρος 1950-60», Αθήνα 1981, σελ. 370» και ο Νίκος Κρανιδιώτης. Αναφέρει σχετικά:
«Τότε ο Καραμανλής, επισημαίνοντας τις συνέπειες που θα είχε η ματαίωση της Διάσκεψης, είπε σε ύφος έντονο: «Ανεξάρτητα του τι θα κάνετε, Μακαριώτατε, για να μην αφήσω έκθετη σε γελοιοποίηση την Ελλάδα, εγώ θα μετάσχω της Διασκέψεως. Αλλά, στο σημείο αυτό τερματίζω την κυπριακή πολιτική της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Αν θέλετε σεις να συνεχίσετε τον αγώνα, θα πρέπει να αναζητήσετε αλλού συμπαράσταση». Και, προφανώς οργισμένος, αποχώρησε από τη σύσκεψη και πήγε στο ξενοδοχείο του.»
Συνάντηση Αβέρωφ  με τους Κυπρίους «αντιπροσώπους»
ΠΛΗΡΗΣ η διάσταση θέσεων, λοιπόν, μεταξύ Ελληνικής Κυβέρνησης και Μακαρίου, αβέβαιη η εξέλιξη της Διασκέψεως και μαύρα πυκνά σύννεφα μαζεύονταν ολοένα πάνω από το «Λάνγκαστερ Χάουζ». Η ελλαδική πλευρά, όμως, δεν ήθελε με τίποτε να υπάρξει ναυάγιο. Έτσι, μετά τον Καραμανλή, τη σκυτάλη «προς Κυπρίους μεριά» πήρε ο Αβέρωφ. Φρόντισε να συναντηθεί αμέσως με τους Κυπρίους «αντιπροσώπους» στην Πρεσβεία της Ελλάδας, στην παρουσία και του Μακαρίου. Όπως γράφει ο ίδιος, ανέλυσε το περιεχόμενο των Συμφωνιών «αναγνωρίζοντας πως επρόκειτο για έναν συμβιβασμό – τον μόνο δυνατό – και τόνισα τους φοβερούς κινδύνους, που θα προέκυπταν από τη ματαίωσή του την τελευταία στιγμή. Τέλειωσα λέγοντας πως από εδώ και πέρα, το αίμα που θα χυνόταν στην Κύπρο θα βάραινε εκείνους και όχι εμάς».
Και ο Αβέρωφ συνεχίζει:
«Σε κανένα σημείο της ομιλίας μου δεν προσπάθησα να ενισχύσω τη θέση μας, λέγοντας ή αφήνοντας να φανεί ότι για όλα, πριν προχωρήσουμε, είχαμε τη σύμφωνη γνώμη του Μακαρίου. Εκτός από τον Άνθιμο και, κατά πολύ, τον ηγούμενο Κύκκου και το Δήμαρχο Δέρβη, κανένας από τους εκεί παρόντες δεν το γνώριζε. Ο Αρχιεπίσκοπος δεν μίλησε. Όπως και λίγοι άλλοι. Πολλοί όμως μίλησαν. Και τότε υποψιάστηκα και είχα καταλάβει τι περίπου συνέβαινε. Λίγο αργότερα, και ιδίως την επομένη, πείσθηκα πως σωστά είχα καταλάβει.
«»Δεν ξέρω τι φρονούσε καθένας από τους εκεί παρόντες. Όλοι όμως όσοι μίλησαν, είπαν πως οι Συμφωνίες έπρεπε να υπογραφούν. Αλλά, ενώ για τα κείμενα του Λονδίνου δεν διατύπωσαν καμιά αντίρρηση, για τα κείμενα της Ζυρίχης σχεδόν καθένας είχε μια δική του αντίρρηση. Κάτω από τις συνθήκες αυτές, ο Αρχιεπίσκοπος έβλεπε τον εαυτό του πολύ εκτεθειμένο. Ο Διγενής σιωπούσε πάντα. (ΣΗΜ: Μα τι θα έλεγε, αφού, όπως θα δούμε πιο κάτω, εκρατείτο στο σκοτάδι). Σοβαροί και χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι των Κυπρίων του έλεγαν (του Μακαρίου) να υπογράψει, αλλά το άθροισμα των αντιρρήσεων που διατύπωσαν ήταν μεγάλο και οι χωριστές αυτές αντιρρήσεις αφορούσαν βασικά άρθρα των Συμφωνιών, άρθρα που ο ίδιος είχε εγκρίνει ή και επιβάλει. Κινδύνευε ν’ αντιμετωπίσει μια πολύπλευρη αντίθεση. Και το χειρότερο, κινδύνευε να την αντιμετωπίσει χωρίς να μπορεί να στηριχτεί στο  Διγενή και την ΕΟΚΑ, που τότε ήταν οι θρύλοι της Κύπρου, χωρίς καν να ξέρει αν και ο Διγενής δε θα διαφωνούσε δημόσια μαζί του.
«Ο Μακάριος ήταν αποφασισμένος να υπογράψει»
»Και τότε και αργότερα, αναφέρει ο Αβέρωφ, πολλοί έθεσαν το ερώτημα αν ο Μακάριος ήταν αποφασισμένος να υπογράψει τις Συμφωνίες και ότι κάμφθηκε  κάτω από το βάρος φοβερών πιέσεων. Ή προσωπική μου γνώμη, ήταν πως σε καμιά στάση του λόγου του, στην Αθήνα ή στο Λονδίνο, δεν είχε πάρει τέτοια απόφαση. Αντίθετα, με την τετράγωνη λογική και τη βαρύτερη εντιμότητα που είχε, ήταν αποφασισμένος να υπογράψει. Χίλια σημάδια δείχνουν πως είχε πλήρη συνείδηση των δεδομένων του προβλήματος και της τραγικής μοίρας που περίμενε την Κύπρο του. Ήξερε επίσης, ότι δημιουργούσε μεγάλο πολιτικό ζήτημα και ότι δεν ήταν έντιμο να αφήσει στα μισά του δρόμου την Ελληνική Κυβέρνηση, που τόσο τον είχε βοηθήσει και που δεν θα είχε προχωρήσει χωρίς την απόλυτη σύμφωνη γνώμη του, που προκύπτει, όπως είδαμε, και από βέβαια κείμενα. Και ήξερε επίσης πως, από την ώρα που θα αναγκαζόμαστε να αποκαλύψουμε το ρόλο που είχε παίξει στην προετοιμασία των Συμφωνιών, οι ευθύνες, από τη μη υπογραφή τους, όχι μόνο δεν έσβηναν αλλά γίνονταν πιο μεγάλες, γίνονταν αβάσταχτες από ηθική και πολιτική πλευρά.
»Οι «άκαμπτες» αντιρρήσεις του, νομίζω πως εξηγούνται ως εξής: Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ήταν – και το ήξερε και το καμάρωνε – ένας ικανός και σκληρός διαπραγματευτής. Πίστευε ‘ότι μπορούσε πάντα να επιτύχει σχεδόν ό,τι περίπου ήθελε. Όταν λοιπόν κατάλαβε στο Λονδίνο ότι μπορούσε να κατηγορηθεί πως είχε κάμει δυσάρεστες υποχωρήσεις, αποφάσισε να δοκιμάσει να κερδίσει το χαμένο έδαφος. Με την εμφάνιση απόλυτης ακαμψίας, θα προκαλούσε τέτοιο πολιτικό τράνταγμα, ιδίως για τις Κυβερνήσεις Ελλάδας και Μεγάλης Βρετανίας, ώστε ήταν πιθανό να επιτύχει τουλάχιστον τη βελτίωση μερικών σημείων.
Η «ριζική λύση», που πρόβλεψε ο Καραμανλής
«»Μετά τη συγκέντρωση της Πρεσβείας δεν πιθανολογούσαμε πια εμμονή του Μακαρίου στην άρνησή του. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ο Κ. Καραμανλής είχε προβλέψει μια ριζική λύση: Σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Παναγιώτη Κανελλόπουλο, είχε ζητήσει να γράψουν οι εφημερίδες πως, αν ναυαγούσε η Διάσκεψη, η Κυβέρνηση ήταν αποφασισμένη να κάμει αμέσως εκλογές, με μοναδικό ερώτημα το Κυπριακό. Θα εκθέταμε λεπτομερώς τα γεγονότα, θα δημοσιεύαμε τα κείμενα και θα ρωτούσαμε το λαό αν ήθελε αυτά να καθορίζουν την κυπριακή πολιτική της Ελλάδας, ή αν προτιμούσε να συνεχίσει τον ενωτικό αγώνα άλλη Κυβέρνηση.»
https://nikospa.wordpress.com

Σχόλια