Όσα πρέπει να ξέρετε για τις Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου.Τι έγραψε στον Αρχηγό της ΕΟΚΑ οΓρίβα Διγενή, ο Τάσσος Παπαδόπουλος

ΦΩΤΟ ΤΑΣΣΟΣ
Του Νίκου Παπαναστασίου
ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ για την Ιστορία, είναι όσα ο νεαρός τότε δικηγόρος Τάσσος Παπαδόπουλος, που βρισκόταν στο Λονδίνο τις μέρες της υπογραφής των περί Κύπρου Συμφωνιών, τον Φεβρουάριο 1959, περιέλαβε σε επιστολή του προς τον Αρχηγό της ΕΟΚΑ Γεώργιο Γρίβα Διγενή. Η επιστολή, με ημερομηνία 26.2.59 («Απομνημονεύματα» Διγενή σελ. 381-82), είναι αποκαλυπτική της στάσης που τήρησαν στις συζητήσεις που προηγήθηκαν της υπογραφής πολλοί Κύπριοι «αντιπρόσωποι», μεταξύ των οποίων και ο Γλαύκος Κληρίδης.
ΑΡΧΙΚΑ, ο Τ. Παπαδόπουλος αναφέρεται στις συσκέψεις που έγιναν μεταξύ των «αντιπροσώπων» πριν την υπογραφή και λέγει:
«Κατά την πρώτην σύσκεψιν, ήρχισαν ορισμένοι εκ των παλαιοκομματικών, στιλ Δέρβη, Χρυσαφίνη κ.λπ., να ομιλούν μασημένα, τείνοντες να υποστηρίξουν την υπογραφήν του σχεδίου. Ευθύς ως εξέθεσα τας απόψεις μου και ηκολούθησαν οι τρεις άλλοι, τους οποίους ως μέλη επηρέαζα, ανέκρουσαν όλοι πρύμναν και ήρχισαν να αποδεικνύωνται φανατικοί πολέμιοι του σχεδίου. Ούτω το σχέδιον κατεψηφίσθη παμψηφεί. Μετά ταύτα όμως ήρχισεν ο αηδής πόλεμος των παρασκηνίων, περί του οποίου θα σας αναφέρω κατωτέρω εν εκτάσει, δια να γνωρίζετε τι είδους άνθρωποι είναι ωρισμένοι «πατριώτες».
«Απότομος μεταστροφή γνωμών»
»Μετά τρεις ημέρας, ήτοι την Πέμπτη το βράδυ, εγένετο η τελική συνεδρίασις. Κατ’ αυτήν εψήφισαν και ωμίλησαν υπέρ του σχεδίου όλοι πλην του Τάσου Παπαδόπουλου, Γλαύκου Χρίστη (μέλος ΔΑΝΕ), Βάσου Λυσσαρίδη και των 5 κομμουνιστών. Ούτω το σχέδιον ενεκρίθη δια 27 υπέρ 8 εναντίον. Εντύπωσιν προεκάλεσε μεταξύ μας αυτή η απότομος μεταστροφή των γνωμών. Εξηκρίβωσα αργότερον, ότι τούτο ωφείλετο εις το αίσχος της παρασκηνιακής δράσεως. Δηλαδή μετά την πρώτην ημέραν η Ελληνική Πρεσβεία ήρχισε καλούσα δια διαφόρων οργάνων της διάφορα άτομα της αποστολής, με προεξάρχοντα τον κ. Δέρβην και τον κ. Αιμιλιανίδην, τους οποίους και έπεισαν να δημιουργήσουν σφήνα μεταξύ της αποστολής. Ούτω και εγένετο. Οι κύριοι αυτοί ήρχισαν ευθύς αμέσως το πλευροκόπημα των διαφόρων αντιπροσώπων και τους διεβίβαζον δήθεν προσωπικά μηνύματα του Καραμανλή και Αβέρωφ και τους διαβεβαίωναν πόσον και οι δύο πολιτικοί ηγέτες τους εθαύμαζαν. Κολακευθέντες πολλοί από αυτούς, ήρχισαν να εκφράζουν αμφιβολίας περί της ορθότητος της απορρίψεως του σχεδίου.
»Την Τετάρτην 18ην, συνεκλήθη εις την Πρεσβείαν σύσκεψις και γεύμα των παρασυρθέντων (διότι έτσι τους αποκαλώ εγώ), εις την οποίαν παρέστησαν οι Αιμιλιανίδης, Δέρβης, Χρυσαφίνης, Κώστα Ιωάννου εξ Αμμοχώστου, περιέργως δε και προς μεγάλην μου απογοήτευσιν και ο Γλαύκος Κληρίδης. Μετά την επιστροφήν των εγνώσθησαν τα εξής: Κύριον θέμα της συνομιλίας ήτο μία ανήθικος επίθεσις κατά του Μακαρίου, ότι δήθεν ο Μακάριος είχεν εξ αρχής αποδεχθεί το σχέδιον και ότι, εν περιπτώσει καταψηφίσεως του σχεδίου, θα εξετίθετο η Ελληνική Κυβέρνησις και θα εξέθετε και αυτή με την σειράν της τον Μακάριον εις τα όμματα του Ελληνικού Λαού.
«Ύβρισα τον Γλαύκον Κληρίδην»
»Δεν μ’ ενδιαφέρει προς το παρόν η αλήθεια ή όχι του ισχυρισμού ούτε και έχει
σημασία. Εκείνο που θεωρώ αισχρόν είναι η στάσις των κυρίων αυτών, οίτινες με τοιαύτην υπουλίαν υπέσκαψαν το κύρος του Εθνάρχου. Μάλιστα, βολιδοσκοπήσας εναλλάξ τους κυρίους αυτούς και διαβάλλων τον ένα κατά του άλλου, κατώρθωσα να τους προκαλέσω να μου αποκαλύψουν πλήρως τι διημείφθη και ιδιαιτέρως. Ούτω επληροφορήθην, ότι εις τον κ. Χρυσαφίνην υπεσχέθη ο Αβέρωφ το Υπουργείον Δικαιοσύνης, εις τον Αιμιλιανίδην ότι πρόκειται να τον περιλάβουν εις την συντακτικήν επιτροπήν, ήτις θα καταρτίση το σύνταγμα της Κύπρου, τον Γλαύκον Κληρίδην εκολαύκευσαν δηλώσαντες ότι τον θεωρούν δυναμικόν ηγέτην και «μακάρι και η Ελλάς να διέθετε τοιούτους άνδρας» (ταύτα μου απεκάλυψε με αυταρέσκειαν ο ίδιος ο Γλαύκος Κληρίδης και τον ύβρισα), τον Δέρβην ότι είναι ο μόνος ώριμος πολιτικός ηγέτης της Κύπρου κ.λπ.
»Με πραγματικήν θλίψιν πράγματι γράφω τα ανωτέρω και τα όσα είδα έχουν διασαλεύσει την εμπιστοσύνην μου εις την ακεραιότητα του χαρακτήρος των ανθρώπων. Η φιλαρχία, η κολακεία, η μικρότης παραμένουν, δυστυχώς, η κακοδαιμονία της φυλής μας. Ήλπιζα ότι η Κυπριακή επανάστασις και το παράδειγμα του Αρχηγού μας είχον πετύχει την διαφοροποίησιν των συνειδήσεων και την εξυγίανσιν των ηθών και ότι είχομεν κατορθώσει να δημιουργήσωμεν ανθρώπους με ανώτερες αρχές και αδαμάντινους χαρακτήρας. »Και δια μεν τους παλαιούς «εθνοπατέρες» ουδόλως εξεπλάγην, αλλά ότι ήτο δυνατόν και ο Γλαύκος Κληρίδης να περιπέση εις το ίδιον επίπεδον, απετέλει δι’ εμέ οδυνηράν απογοήτευσιν. Από της ιδικής των πλευράς, οι κύριοι αυτοί απεκάλυψαν εις τας Ελληνικάς αρχάς πάντα όσα συνέβησαν εις τα συνεδριάσεις μας, παρά την δοθείσαν υπόσχεσιν ότι ουδέν θα απεκάλυπτον. Μάλιστα, ανέφερον ονομαστί και ποίοι ήσαν οι προτρέψαντες εις την απόρριψιν, αναφέροντες ως πρώτον υπεύθυνον εμέ. Κατόπιν τούτου με εκάλεσε να με ιδή ο πρώην πρόξενος κος Βλάχος, αλλά δεν εδέχθην.
«Ουδενός τας γνώμας εξεπροσώπουν»
»Είχε δημιουργηθή εις μερικούς η εντύπωσις ότι εξεπροσώπουν τας απόψεις της Οργανώσεως και ούτω απέφευγον να ομιλήσουν ενώπιόν μου. Ηναγκάσθην να καταστήσω δημοσίως σαφώς, ανεγράφη δε και εις τα πρακτικά, ότι ουδενός τας γνώμας εξεπροσώπουν και ότι ωμίλουν μόνον δια τον εαυτόν μου, διότι πράγματι ούτως είχε το ζήτημα. Ως επακόλουθον εις την συγκέντρωσιν επεκράτησαν οι ως άνω κύριοι, οίτινες μάλιστα εδήλωσαν προς την πρεσβείαν ότι αυτοί δεν συνεφώνουν μετά του Μακαρίου εις την απόρριψιν του σχεδίου. Το πόσον φθοροποιόν το τοιούτον ήτο, εμφαίνεται εκ του γεγονότος ότι ο Αβέρωφ είχε το θράσος να καλέση την αντιπροσωπίαν εν τη απουσία του Μακαριωτάτου, δια να πη ότι εάν απερρίπτετο το σχέδιον δεν επρόκειτο η Ελλάς να μας υποστηρίξη πλέον εις οιανδήποτε μορφήν αγώνος μας, ότι θα κατήγγελλε τον Εθνάρχην εις τον Ελληνικόν λαόν και ότι είχεν ενδείξεις ότι ο Ελληνικός και Κυπριακός Λαός θα εδικαίωναν την Κυβέρνησιν. Είπε και το εξής χαρακτηριστικόν:
  • «Το αίμα της Κύπρου επί των χειρών σας. Ως Ελληνική Κυβέρνησις σας δηλώ ότι αυτό αποτελεί το άκρον άωτον των προσπαθειών μας. Ως εδώ και μη παρέκει».
»Η θλίψις που κατέλαβε τας καρδίας μας, εμέ τουλάχιστον, επί τω ακούσματι τοιούτων λόγων, δεν περιγράφεται. Δεν συνεκρατήθην και του απήντησα:
  • «Εσείς, εξοχώτατε, ως Κυβέρνησις πιθανόν να αναγκασθήτε να μας εγκαταλείψετε, αλλά δεν πιστεύω ότι ο Ελληνικός λαός θα μας εγκαταλείψη».
«Μόνος εν μέσω εχθρικού περιβάλλοντος»
»Κατόπιν των ανωτέρω εγένετο η τελική μας συνεδρίασις, την οποίαν ανέφερα εις την αρχήν και κατά την οποίαν το σχέδιον ενεκρίθη δια 27 ψήφων. Δεν ισχυρίζομαι ότι η δια ψήφων απόφασίς μας ήτο ο αποφασιστικός παράγων εις την υπό του Μακαρίου λήψιν αποφάσεως. Ούτε και πιστεύω ότι ο Μακάριος επεζήτησε να διαμοιρασθή τας ευθύνας, ή να επιρρίψη ταύτας επί άλλων ώμων. Όμως πιστεύω ακραδάντως ότι, εάν η Ελληνική Κυβέρνησις δεν είχε τας εκ των παρασκηνίων διαβεβαιώσεις των φερομένων ως «εκπροσώπων του Λαού» περί αντιθέσεώς των προς τον Μακάριον, ουδέποτε θα είχε το θράσος να εξασκήση τόσην πίεσιν επί του Μακαρίου. Παραμένει δε γεγονός ότι ο Μακάριος πολύ επηρεάσθη από την πίεσιν, μάλλον το τελεσίγραφον της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Τούτο εμφαίνεται εκ της δηλώσεώς του προς ημάς την εσπέραν της Πέμπτης (την προτεραίαν της υπογραφής) όταν, με βουρκωμένους οφθαλμούς, μας εξέθεσε τα της συνεδρίας και ετελείωσε:
  • «Και ούτω ησθάνθην μόνος μου εν μέσω καθαρώς εχθρικού περιβάλλοντος, κατηγορούμενος από τους πάντας ως αδιάλλακτος, με προεξέχουσαν την Ελληνικής αντιπροσωπίαν. Τα δε κτυπήματα της Ελληνικής αντιπροσωπίας ήσαν και τα πλέον οδυνηρά, διότι προήρχοντο εκ φίλου». (Μου θυμίζει το κτύπημα του Βρούτου κατά του Καίσαρος)………………………………………………………………………………………………………………………………………
»Προτού φύγω είχα πολύωρον συνομιλίαν μετά του Μακαρίου. Δεν πρέπει ποσώς να θλίβεσθε δια την στάσιν του Εθνάρχου. »ΣΗΜ. Όσα γράφω κατωτέρω αποτελούν την εντύπωσιν, την οποίαν έλαβα από την συνομιλίαν και αποτελούν αποστήθισιν των όσων ήθελε να σας διαβιβάσω. Φυσικά, δεν μου είπε ρητώς «διαβίβασέ τα», αλλά αντελήφθην ότι αυτό ήθελε. Συγκεκριμένως αντελήφθην, ότι ο Εθνάρχης κατεθορυβήθη εξαιρετικώς από την ψυχράν υποδοχήν μετά της οποίας εγένετο αποδεκτή παρά του λαού η συμφωνία. Αντελήφθην ότι με προέπεμψε προ αυτού, δια να προσπαθήσω να επηρεάσω γνώμας. Φυσικά τούτο δεν είναι αρμοδιότης μου άνευ εντολής σας, αλλά απλώς αναφέρω ποίαν εντύπωσιν μου έδωσε. Μου είπε συγκεκριμένως:
  • «Γνωρίζω πως αισθάνεσαι δια την συμφωνίαν και γνωρίζω τι είπες εις τας συνεδριάσεις. Εάν λοιπόν νομίζεις, ότι αυτά που λέγω αντιτίθενται εις την συνείδησιν και τας πεποιθήσεις σου, μην κάνης τίποτε».
»Δεν προσπαθεί να επιρρίψη ευθύνες επί των ώμων οιουδήποτε, ούτε και να διαμοιρασθή τας ευθύνας, μεθ’ οιουδήποτε……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….
Επιζητούσε χαιρετισμό επιδοκιμασίας
»Μου εδηλώθη ότι ευθύς άμα τη επιστροφή του, θα επιδιώξη συνάντησιν μετά Αρχηγού και θα τον παρακαλέση να συντάξωσι ομού μίαν προκήρυξιν προς τον Λαόν. Αντελήφθην ότι έχουν γίνει μετά του Φουτ ωρισμέναι κρούσεις επί του θέματος. Τούτο συνεπέρανα εκ της δηλώσεως του Εθνάρχου ότι έκαμε απαίτησιν προς τον Φουτ περί δημοσίας εμφανίσεως του Αρχηγού, ο δε Φουτ απάντησε ότι ουδεμία ένστασιν θα είχεν, αλλά ο Φουτ προσέθεσε:
  • «Εάν γίνη δημοσία συνάντησίς σας, όλη η Κύπρος θα είναι εκεί και πώς θα περιορίσωμεν τα πλήθη;»
»Ο Εθνάρχης θα ήθελε πολύ κατά την ημέραν της αφίξεώς του να συμπέση κάποια ένδειξις εκ μέρους της Οργανώσεως, ότι επιδοκιμάζει το έργον του. Δεν επιθυμεί φυσικώς άμεσον και ρητήν επιδοκιμασίαν, αλλά ελπίζει τουλάχιστον εις μίαν έμμεσον επικύρωσιν π.χ. χαιρετισμόν προς τον Εθνάρχην εκ μέρους του Αρχηγού ή ίσως φυλλάδιον της ΠΕΚΑ, δια της οποίας να χαιρετίζεται η άφιξις του Εθνάρχου ως νίκη των όπλων, με υπαινιγμόν ότι η ΕΟΚΑ δεν είναι πολιτική Οργάνωσις και ότι έχει απόλυτον πίστιν προς τον πολιτικόν ηγέτην του Λαού μας. »Εάν ενδιαφέρεσθε δια την προσωπικήν μου γνώμην, πιστεύω ότι ένας προσωπικός χαιρετισμός του Διγενή προς τον Εθνάρχην, χαιρετίζοντος την άφιξίν του, θα ήτο άριστος συνδυασμός των δύο προσωπικοτήτων και θα υπεβοήθει υπερμέτρως εις την αναπτέρωσιν του ηθικού του λαού, εις την συνένωσίν του. Θα εξαπελύετο ακράτητος ο ενθουσιασμός του Λαού προς τον Διγενή και τον Εθνάρχην. »Ο Εθνάρχης επέμενε ιδιαιτέρως, ότι κατά την υποδοχήν του πρέπει να δοθή δια συνθημάτων ή άλλως πως μεγαλυτέρα σημασία εις την προβολήν της ΕΟΚΑ. Είδα διαταγήν περί συμμετοχής του Λαού εις την υποδοχήν. Κατόπιν τούτου, θα θεωρήσω τον εαυτόν μου ως εξουσιοδοτημένον να αναρτήσω πολλά πανώ και άλλα συνθήματα εκθειάζοντα τον ΔΙΓΕΝΗ και υπέρ της ΕΟΚΑ, αποφεύγων να υποδηλώ όμως την στάσιν της ΕΟΚΑ έναντι των συμφωνιών. »Θα σας αποστείλω ανάλυσιν του Συντάγματος, άρθρον προς άρθρον.
»Αναφέρω τα ανωτέρω εν γενικαίς γραμμαίς. »Ανακεφαλαιώνων, πρέπει να αναφέρω ότι η μάχη του Συντάγματος θα έπρεπε να δοθή εις Ζυρίχην και ουχί εις το Λονδίνον. Τότε ήτο ήδη πολύ αργά και αι χείρες του Μακαρίου ήσαν ήδη δεμέναι. »Πολλοί επηρεάσθησαν από την δήλωσιν του Αβέρωφ, ότι ο Εθνάρχης είχεν εγκρίνει την συμφωνίαν της Ζυρίχης.Όμως, ας πούμε ότι πράγματι έτσι εγένοντο. (Ο Εθνάρχης το ηρνήθη). Μήπως αυτό και μόνον εδέσμευε τον Εθνάρχην και του απηγόρευε να αλλάξη απόφασιν; Πολύ στενοκέφαλος και μικρόψυχος ισχυρισμός. Η πολιτική δεν είναι «ρηγάκι» και, άπαξ και είπεν ένας κάτι, πρέπει να του αρνηθή κανείς το δικαίωμα να αλλάξει γνώμην, εάν αργότερον αντελήφθη ότι επρόκειτο περί λάθους και μάλιστα όταν πάντοτε έλεγεν ότι την τελευταίαν λέξιν θα είχεν ο Λαός; Τ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ».
Ο Καραμανλής πέτυχε διάσπαση των «αντιπροσώπων»
ΑΠΟ την επιστολή Παπαδόπουλου προς Διγενή βγαίνουν, μεταξύ άλλων, καθαρά τα εξής:
  1. Η Κυβέρνηση Καραμανλή προσπάθησε και πέτυχε να διασπάσει την κυπριακή αντιπροσωπία. Στα πλαίσια της προσπάθειας αυτής, μοίρασε και υποσχέσεις για θέσεις στην υπό ίδρυση Κυπριακή Δημοκρατία.
  2. Η Κυβέρνηση Καραμανλή είχε ζητήσει να μάθει, και το πέτυχε, ποιοι τοποθετούνταν εναντίον των Συμφωνιών, με πρώτο τον Τάσσο.
  3. Ο Τ. Παπαδόπουλος αναγκάστηκε να δηλώσει δημόσια ότι δεν εκπροσωπούσε την ΕΟΚΑ και ότι μιλούσε μόνο για τον εαυτό του.
  4. Ο Μακάριος θορυβήθηκε από την ψυχρή υποδοχή που έτυχαν από τον κυπριακό λαό οι Συμφωνίες και είχε ζητήσει από το Τάσσο να «επηρεάσει γνώμες.
  5. Ο Μακάριος επεδίωκε όπως συνταχθεί μαζί με τον Διγενή, διακήρυξη προς τον κυπριακό λαό. Και όχι μόνον αυτό. Ήθελε να εκδοθεί και φυλλάδιο από την ΕΟΚΑ, με το οποίο θα χαιρετιζόταν η επάνοδός του στην Κύπρο. Ο Τάσσος συνηγορούσε σε χαιρετισμό εκ μέρους της ΕΟΚΑ.
  6. 6. Ο Τάσσος είδε διαταγή για συμμετοχή του λαού στην υποδοχή του Μακαρίου. Την είδε στο Λονδίνο, που πρέπει να είχε σχέση με αυτό ο Μακάριος και ποτέ ο Διγενής.
  7. Ο Μακάριος, σύμφωνα με τον Τάσσο, αρνήθηκε ότι ενέκρινε τις Συμφωνίες. Όμως, τους μήνες του 1959 που ακολούθησαν την υπογραφή των Συμφωνιών, προέβη σε πλείστες δηλώσεις, παραδεχόμενος ότι όχι μόνο τις ενέκρινε, αλλά ότι υπήρξε και ο «αρχιτέκτονάς» τους.
  8. Σε δυο σημεία της επιστολής Τ. Παπαδόπουλου, ο Διγενής φρόντισε να απαλείψει κάποια πράγματα. Τι είναι αυτά, θα πρέπει να αποκαλυφθούν. Δυστυχώς, το Αρχείο Διγενή για τον αγώνα του 1955-59 που μεταφέρθηκε στην Αθήνα μετά το 1959,, είναι άγνωστο πού βρίσκεται
Διγενής: «Ούτε υπεδείχθη, ούτε έλαβε παρ’ εμού έγκρισιν»
Ο Τ. Παπαδόπουλος είχε ηγετική θέση στην Πολιτική Επιτροπή Κυπριακού Αγώνος (ΠΕΚΑ), που ήταν η πολιτική πτέρυγα της ΕΟΚΑ και, ως εκ τούτου, είχε συχνή επαφή δι’ αλληλογραφίας με τον Διγενή κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα. Όμως, η παρουσία του στο Λονδίνου δεν είχε καμιά σχέση με τη θέση του στην Οργάνωση. Δεν την εκπροσωπούσε, αφού ο Διγενής ούτε τον υπέδειξε, ούτε του είχε ανέθεσε ποτέ τέτοιο ρόλο. Αντίθετα, όπως αναφέρει στα «Απομνημονεύματά» του ο Αρχηγός της ΕΟΚΑ, ο Τ.Π. είχε διοριστεί από άλλους, εννοώντας προφανώς την πλευρά του Μακαρίου.
ΣΥΜΦΩΝΑ με τον Διγενή, ο Παπαδόπουλος την ημέρα της αναχώρησής του για τη βρετανική πρωτεύουσα, του είχε στείλει σημείωμα και του είχε ζητήσει την έγκριση «εάν έπρεπε να αναχωρήσει ή ου δια Λονδίνον, καίτοι ήτο βέβαιον ότι δεν ήτο δυνατόν να λάβω εγκαίρως το σημείωμα και να απαντήσω, εφ’ όσον ανεχώρει την μεσημβρίαν της ιδίας ημέρας. Ο Τ. Παπαδόπουλος, προσθέτει ο Αρχηγός της ΕΟΚΑ, χωρίς να λάβει εκ μέρους μου οιανδήποτε απάντησίν, ανεχώρησεν εις Λονδίνον. Την συμμετοχήν τούτου εις την κυπριακήν αντιπροσωπίαν ηθέλησαν να εκμεταλλευθούν οι Ελληνικοί κυβερνητικοί κύκλοι, διατυμπανίσαντες ότι η ΕΟΚΑ εξεπροσωπήθη εις Λονδίνον και, κατ’ ακολουθίαν ενέκρινε, δήθεν, αύτη τας Συμφωνίας, ενώ τοιούτον τι δεν συνεβαινε, όπως εν τη επιστολή του κ. Τ. Παπαδόπουλου αναφέρεται. Οι ταύτα όμως υποστηρίζοντες και διαδίδοντες, ασφαλώς λησμονούν ότι πραγματική και έγκυρος εκπροσώπησις τινός υπό ετέρου νοείται, όταν ο εκπροσωπούμενος είναι ενημερωμένος επί του προς συζήτησιν θέματος και εκλέγει ο ίδιος τον εκπρόσωπόν του, δίδει δε εις τούτον προφορικάς ή γραπτάς οδηγίας, ως και σχετικήν εξουσιοδότησιν. Εις την προκειμένην όμως περίπτωσιν, ουδέν των ανωτέρω συνέβαινε. Ο Τάσος Παπαδόπουλος, ούτε υπεδείχθη υπ’ εμού, αλλ’ ούτε, μολονότι διορισθείς υπό άλλων, έλαβε παρ’ εμού έγκρισιν ή οιασδήποτε οδηγίας δια τας Συμφωνίας, ων το κείμενον ηγνόουν!»
Η ΚΑΤΑΛΗΞΗ του Διγενή ότι αγνοούσε τις Συμφωνίες, ενέχει μεγάλη ιστορική σημασία. Και, ασφαλώς, οι επερχόμενες γενιές θα πληροφορούνται με έκπληξη, ότι οι Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου υπογράφτηκαν ερήμην του κυπριακού λαού, περιλαμβανομένου και του Αρχηγού του αγώνα!
https://nikospa.wordpress.com

Σχόλια