Όσα πρέπει να ξέρετε για τις Συμφωνίες Ζυρίχης- – Λονδίνου .Θ.Δέρβης: «Τι έγινε στο Λονδίνο» – Πώς αντράπηκε το συντριπτικό «όχι»


ΛΑΝΓΚΑΣΤΕΡ ΧΑΟΥΖ

Του Νίκου Παπαναστασίου
Από τη διάσκεψη στο Λάνγκαστερ Χάουζ Λονδίνου, για την υπογραφή των περί Κύπρου Συμφωνιών. Η Κύπρος έγινε «ανεξάρτητη», αλλά ανεξάρτητη ποτέ δεν ήταν, ως σήμερα.
Ο ΓΙΑΤΡΟΣ Θεμιστοκλής Δέρβης, Δήμαρχος Λευκωσίας για δεκαετίες και πολιτευτής, ήταν από εκείνους που κάλεσε ο Μακάριος στο Λονδίνο πριν από την υπογραφή των Συμφωνιών για την Κύπρο, τον Φεβρουάριο του 1959. Η υπογραφή ακολούθησε τη μονογράφησή των Συμφωνιών στη Ζυρίχη από τους Πρωθυπουργούς της Ελλάδας και της Τουρκίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή και Αντνάν Μεντερές, όπως είδαμε πριν.
Ο Θ. ΔΕΡΒΗΣ, από πολύ νωρίς αρθρογράφησε για τα όσα κακά έλαβαν στο Λονδίνο και όχι μόνο. Αυτό, έγινε σε άρθρο του στην εβδομαδιαία τότε κυπριακή εφημερίδα «Εθνική», στις 9 Ιουνίου 1963, στο οποίο απαντούσε σε δημοσίευμα της αθηναϊκής εφημερίδας «Καθημερινή», στο οποίο γινόταν επίθεση εναντίον του για το θέμα του διαχωρισμού των Δήμων. Έγραφε σχετικά:
«Ο συντάκτης της «Καθημερινής» κ. Ρουσσέν την 12.2.59, δύο δηλαδή ημέρας προ της αναχωρήσεώς μας εις Λονδίνον δια να συναντήσωμεν τον Εθνάρχην, εζήτησε παρ’ εμού συνέντευξιν επί της συμφωνίας της Ζυρίχης. Εις την συνέντευξιν ταύτην, εδήλωσα ότι αδυνατώ να εκφράσω γνώμην εφ’ όσον δεν εγνώριζα τας λεπτομερείας, καίτοι η ήδη εκφρασθείσα δια του Τύπου ικανοποίησις του Αρχιεπισκόπου, προδικάζει αποδοχήν ταύτης υπό πάντων. Εξέφραζα όμως δισταγμόν δι’ ενίους όρους της συμφωνίας, όπως, π.χ., την εγκατάστασιν τουρκικού στρατού, το βέτο τουΤούρκου Αντιπροέδρου και το εκ 30% ποσοστόν της αντιπροσωπεύσεως των Τούρκων, και ωμίλησα ευθαρσώς δια παρωδίαν ανεξαρτησίας, ενώ κατ’ ουσίαν η ανεξαρτησία αύτη δεν σημαίνει άλλο τι παρά τριμερή κυριαρχίαν. Εξέφραζα επίσης τους φόβους ότι, εν περιπτώσει μη επιτεύξεως συμφωνίας, η Κύπρος θα αντιμετώπιζεν ίσως άμεσον διαμελισμόν  και ότι, εάν δεν επετυγχάνετο η συμφωνία, θα εκονιορτοποιούντο αι θυσίαι των Κυπρίων.
Και ο Δέρβης συνέχιζε ως εξής:
Οι Συμφωνίες έτυχαν παγεράς υποδοχής
»Εις την ιδίαν συνέντευξιν κατηγόρησα τας Ελληνικάς Κυβερνήσεις, αι οποίαι εχειρίσθησαν το Κυπριακόν ζήτημα. Ότι επέδειξαν έλλειψιν πολιτικής διορατικότητος, εν αντιθέσει προς την τουρκικήν διπλωματίαν, ήτις τελικώς και εθριάμβευσε. Συγχρόνως, ανέφερα πολλά άλλα και διάφορα, προς επίρρωσιν της γνώμης μου ταύτης, αλλ’ η «Καθημερινή», προσδεδεμένη εις το άρμα της Κυβερνήσεως, τα παρεσιώπησεν. Είναι φανερόν εκ της συνεντεύξεως ταύτης, ότι δεν εγνωρίζαμεν τας λεπτομερείας της Συνθήκης και, προ παντός, ό,τι αφεώρα το ζήτημα του τρόπου διαχωρισμού των Δήμων.
»Η Ελληνική Κυβέρνησις, ως είναι φανερόν, άμα τη αναγγελία της συναφθείσης συμφωνίας, ανέμενεν εναγωνίως να λάβη συγχαρητήρια τηλεγραφήματα εκ μέρους των Δημάρχων, ίνα ενισχυθή αύτη ενώπιον του ελληνικού λαού, όστις προσεδόκα ότι και ο κυπριακός λαός θα εξέφραζε την ευγνωμοσύνην του προς την Κυβέρνησιν Καραμανλή, δια τον επιτευχθέντα διπλωματικόν άθλον. Και όταν ηρνήθημεν να πράξωμεν τούτο, ο Εθναρχεύων Μητροπολίτης Κιτίου Άνθιμος
ανεχώρησεν εσπευσμένως εις Αθήνας, δια να κατατοπίση και τον Εθνάρχην και την Ελληνικήν Κυβέρνησιν περι της παγεράς υποδοχής την οποίας έτυχεν η αναγγελία της Συμφωνίας της Ζυρίχης.
»Η θερμοκρασία των αισθημάτων του κυπριακού λαού ωμοίαζε με το κλίμα της Σιβηρίας κατά την δριμυτέραν εποχήν του έτους. Ακατατόπιστοι τελείως ημείς εδώ, εν αντιθέσει προς τους Τούρκους, οι οποίοι επηγαινοέρχοντο εις την Άγκυραν, παρεμείναμεν βωβά πρόσωπα επί της σκηνής του παιζομένου κυπριακού δράματος. Επιστεύσαμεν ότι ο Εθνάρχης, συμφώνως προς την υπόσχεσιν την οποίαν έδωσεν επισήμως, όταν διεξήγοντο αι διαπραγματεύσεις προτού τελικώς συναινέση εις την αποδοχήν ή απόρριψιν της Συμφωνίας, θα ηρώτα σχετικώς τον κυπριακόν λαόν. Ημείς, λοιπόν, πάντες ανεμέναμεν ότι ο Εθνάρχης θα μας εκάλει εις τας Αθήνας, ως έπραξε και κατά τον παρελθόντα Ιούνιον του 1958, όπως τον κατατοπίσωμεν επί της καταστάσεως, πράγμα το οποίον αγνοούμεν δια ποίον λόγον ο Αρχιεπίσκοπος δεν έπραξε, ενώ, αντιθέτως, είδομεν να δημοσιεύεται εις τον αθηναϊκόν Τύπον η ικανοποίησίς του δια το επιτευχθέν γεγονός της Συμφωνίας. Επομένως, και η παρουσία μας εις Αθήνας, πολλώ δε μάλλον και εις το Λονδίνον, θα ήτο τελείως περιττή, εφ’ όσον, μάλιστα, επανειλημμένως ο κυπριακός λαός εθεώρει τον Εθνάρχην ως τον μόνον δικαιούμενον να ομιλή εκ μέρους του, να διαπραγματεύεται μόνος του και, τελικώς, να αποφασίζη μόνος του.
»Όταν, λοιπόν, την 14ην Φεβρουαρίου 1959, κατά την 12ην μεσημβρινήν, ελάβομεν πρόσκλησιν εκ μέρους του Γραφείου Εθναρχίας Αθηνών, όπως αναχωρήσωμεν επειγόντως εις Λονδίνον, δεν εγνωρίζαμεν τι αληθώς συνέβαινεν. Εάν ο Εθνάρχης εδέχθη αγογγύστως τα της Συνθήκης και υπό ποίους όρους έπραξε τούτο, δεν θα ηδυνάμεθα ημείς να έχωμεν κανένα λόγον επεμβάσεως ή ματαιώσεως ταύτης, εφ’ όσον η Ελληνική Κυβέρνησις και ο Εθνάρχης Μακάριος ήσαν δεσμευμένοι έναντι της Τουρκίας και της Αγγλίας. Ούτε είχεν ανάγκην ο Εθνάρχης, με το πελώριον κύρος το οποίον διέθετε, να καλέση ημάς τους ταπεινούς δια να τον ενισχύσωμεν. Επομένως, κάτι άλλο συνέβαινε, το οποίον ο Εθνάρχης ηθέλησε να μας ανακοινώση, όχι βεβαίως δια να μας καταστήση συνυπευθύνους του – άπαγε βλασφημίας – αλλά πιθανόν δια να πεισθή και η Ελληνική Κυβέρνησις περί των αισθημάτων του κυπριακού λαού δια την επιτευχθείσαν Συμφωνίαν. Άλλην εξήγησιν δεν ημπορώ να διανοηθώ.
Οι 25 από τους 27 απέρριψαν τις Συμφωνίες
»Εφθάσαμεν εις Λονδίνον τη νύχτα της 16ης Φεβρουαρίου 1959, συνεχίζει ο Δέρβης, είδομεν τον Εθνάρχην, τον εχαιρετήσαμεν και μας υπέδειξεν όπως συνεδριάσωμεν την επομένην εις το ξενοδοχείον όπου διαμένομεν. Ο Εθνάρχης, αφού κατά τρόπον δημοκρατικόν, μας εξέθεσε τα της επιτευχθείσης Συμφωνίας της Ζυρίχης, εζήτησεν όπως έκαστος εξ’ ημών εκφέρει τελείως ελευθέρως την γνώμην του, χωρίς να επηρεασθή το παράπαν εκ του γεγονότος της επιτευχθείσης συμφωνίας. Ωμίλησαν άπαντες οι εκ Κύπρου προσελθόντες, κάπου 27 τον αριθμόν, εκ των οποίων οι 25 απέρριψαν την συμφωνίαν, εις είπεν ότι θα κάμει ό,τι θέλει ο Μακαριώτατος, έτερος δε εξέφρασε διφορουμένην γνώμην, δίκην ήξεις αφίξεις. Το αποτέλεσμα της συνεδρίας είμαι βέβαιος ότι εχαροποίησε τον Εθνάρχην, διότι έδιδεν όπλα εις χείρας του, όπως την τελευταίαν στιγμήν ανατρέψη, όσον ηδύνατο, μερικά εκ των άρθρων της Συνθήκης ταύτης. Ο Μακαριώτατος, εις το τέλος των συνεδρίας, ανέφερεν ότι ότι αι γνώμαι μας βεβαίως είχον μόνον συμβουλευτικόν χαρακτήρα και ότι ο ίδιος, ως μόνος εκπρόσωπος του κυπριακού λαού, ήτο ελεύθερος να αποφασίση επί του πρακτέου. Και ο Μακαριώτατος, ως θα αποδειχθή κατωτέρω, είχε δίκαιον να αντισταθή εις μερικά άρθρα της αμαρτωλής αυτής Συνθήκης, τα οποία ήσαν εις βάρος του ελληνικού κυπριακού λαού και των οποίων η περαιτέρω μελέτη τον έπεισεν ότι έχρηζεν αναθεωρήσεως και ανασκευής.
«»Η καταδικαστική απόφασις  των μελών της κυπριακής αντιπροσωπίας εξέπληξε τους ελληνικούς και αγγλικούς κύκλους, οι οποίοι εις το τέλος εφοβήθησαν κατάρρευσιν του όλου οικοδομήματος. Ούτω, την επομένην ημέραν, Τρίτην 17ην Φεβρουαρίου 1959, ο πολυμήχανος Κυβερνήτης Φουτ εζήτησε να έχη μίαν συνέντευξιν με τους εκ Κύπρου προσελθόντας, εις τας 6.00 μ.μ., δια να συζητήση το ζήτημα τούτο μεθ’ ημών. Η Αυτού Μακαριότης ανέθεσεν εις εμέ να ομιλήσω εκ μέρους των παρισταμένων εις τον Κυβερνήτην, όπερ και εγένετο. Κατά την συνάντησιν αντηλλάγησαν φραστικοί διαξιφισμοί μεταξύ εμού και του Κυβερνήτου δια να δεχθώμεν την Συμφωνίαν, διότι «αύτη ουδέποτε θα επανέλθη». Του απήντησα ότι τούτο όζει το «ουδέποτε» του Χόπκινσον, τον οποίον κατεξηυτέλισε την βρετανικήν αυτοκρατορίαν, ήτις είδεν εαυτήν να κατατροπώνεται από έναν και μόνον άνθρωπον, τον Διγενήν.
Προειδοποιήσεις και απειλές Καραμανλή
»Την στιγμήν ακριβώς εκείνην, έλαβον, μέσω του κ. Πασχάλη Πασχαλίδη, επείγουσαν πρόσκλησιν όπως μεταβώ εις την Ελληνικήν Πρεσβείαν, διότι με ανέμενεν εκεί ο εσπευσμένως εξ Αθηνών αφιχθείς Έλλην Πρωθυπουργός κ. Καραμανλής. Εις την Πρεσβείαν όπου μετέβην, συνήντησα, πλην του κ. Καραμανλή, τον Υπουργόν των Εξωτερικών κ. Αβέρωφ, τον Εθνάρχην, τον Μητροπολίτην Κιτίου, τον Ηγούμενον Κύκκου Χρυσόστομον, τον κ. Γεώργιον Χρυσαφίνην, τον διπλωματικόν σύμβουλον της Αυτού Μακαριότητος κ. Ζήνωνα Ρωσσίδην και τον Έλληνα πρέσβην κ. Σεφεριάδην.
»Ο Πρωθυπουργός κ. Καραμανλής, όστις βεβαίως εγνώριζεν ήδη την στάσιν των Κυπρίων – ας πούμεν – αντιπροσώπων, εις ύφος οργίλον ήρξατο αναπτύσσων τα της επελθούσης Συμφωνίας, διαισθανθείς δε ότι ο Εθνάρχης δεν ήτο διατεθειμένος να την αποδεχθή εν τω συνόλω της, άλλα, τουναντίον, να προσπαθήση όπως, έστω και την τελευταίαν στιγμήν, σώση ό,τι ηδύνατο να περισωθή, είπε περίπου τα εξής:
«Η Ελλάς, Μακαριώτατε, δεν έρχεται εις το Λονδίνον δια να μασκαρευθή. Θα επαναλάβω εκείνο, το οποίον είπεν ο Ελευθέριος Βενιζέλος όταν του εζητήθη να αθετήση την συμφωνίαν μετά της Γιουγκοσλαβίας, κατά τον Α΄ Παγκόσμιον Πόλεμον. Ότι, δηλαδή, η Ελλάς είναι πολύ μικρόν κράτος δια να διαπράξη μίαν τοιαύτην ατιμίαν. Η Ελλάς είναι αποφασισμένη, είτε το θέλουν οι Κύπριοι είτε όχι, να σεβασθή την υπογραφήν της. Από τούδε, η Ελλάς ουδεμίαν βοήθειαν είναι διατεθειμένη να δώση εις τον κυπριακόν αγώνα, (εννοών ούτος βεβαίως διπλωματικήν τοιαύτην). Από τούδε και εις το εξής, εάν δεν συμφωνήσετε, θα προχωρήσωμεν χωριστά και ο Θεός βοηθός. Εξάλλου, Μακαριώτατε, συνηνέσατε εις τας Αθήνας δια την Συμφωνίαν, επί της οποίας ετηρείσθε ενήμερος. Αποτελεί, άλλωστε, κοσμοϊστορικόν γεγονός, ότι από 2000 ετών, δια πρώτην φοράν η μαρτυρική Κύπρος καθίσταται αυτόνομον και ανεξάρτητον κράτος».
»Ο κ. Αβέρωφ ωμίλησεν εν συνεχεία υπό το αυτό πνεύμα. Ο Μακαριώτατος, ατάραχος, έμεινεν αμετάπειστος, λέγων ότι και την τελευταίαν στιγμήν είχε καθήκον έναντι του κυπριακού λαού να αναθεωρήση πλείστα όσα άρθρα της αμαρτωλής αυτής Συμφωνίας, υποστηρίζων ότι θα έπραττε τούτο κατά την συνεδρίαν των Υπ. Εξωτερικών, έστω και με κίνδυνον μειώσεως του προσωπικού του γοήτρου.
Αβέρωφ: «Η Ελλάδα θα εγκαταλείψει την Κύπρον στην τύχην της»
»Την πρωίαν της Τετάρτης 18ης Φεβρουαρίου 1959, όταν η Ελληνική Κυβέρνησις αντελήφθη το αμετάπειστον του Αρχιεπισκόπου, ο Υπουργός των Εξωτερικών κ. Αβέρωφ προσεκάλεσε τους Κυπρίους αντιπροσώπους εις την Ελληνικήν Πρεσβείαν, δια να εξηγήση και εις αυτούς την γνώμην της Ελληνικής Κυβερνήσεως, επαναλαβών, εν τέλει, και αυτός όσα προηγουμένως είπεν ο κ. Καραμανλής και προσθέσας ότι «άνευ της διπλωματικής συμπαραστάσεως της Ελληνικής Κυβερνήσεως η κατάστασις θα χειροτερεύση εν Κύπρω και ότι ημείς – οι αντιπρόσωποι δηλαδή – θα έχωμεν το κρίμα δια τας εν των μέλλοντι θυσίας των τέκνων ημών και τας καταστροφάς». Ο ίδιος ετόνισε τελικώς, ότι «η Ελλάς θα θελήση να σεβασθή την υπογραφήν της, εγκαταλείπουσα την Κύπρον εις την τύχην της».
Μετά την ως άνω ομιλίαν του Αβέρωφ, πληροφορηθέντος ότι η Αγγλία ευχαρίστως θα έβλεπε την Συμφωνίαν να αποτυγχάνη, συνεδριάσαμεν δύο ώρας πριν ή ο Εθνάρχης προσέλθη ενώπιον των Υπουργών των Εξωτερικών, δια να αναπτύξη την γνώμην του και να ζητήση τρποποποιήσεις και αναθεωρήσεις των διαφόρων άρθρων, τα οποία και άδικα ήσαν και ανεφάρμοστα.
»Εις την συνεδρίαν αυτήν, έχοντες υπ’ όψιν οποίοι μεγάλοι κίνδυνοι επικρέμμαντο επί των κεφαλών μας, αφήσαμεν τον Αρχιεπίσκοπον να χειρισθή εν λευκώ το όλον ζήτημα, πάντως, όμως, τον συνεβουλεύσαμεν να δεχθή την Συμφωνίαν και αν ακόμη δεν ελάμβανεν όσα εζήτει. Πλην των αριστερών Δημάρχων, των αντιπροσώπων των αριστερών Συντεχνιών και εφημερίδων, ως επίσης και του κ. Τάσου Παπαδόπουλου, συνεβουλεύσαμεν τον Μακαριώτατον να αποδεχθή την Συμφωνίαν.
«Σφάγιον θύμα εις τας ορέξεις του τουρκικού πληθυσμού»
»Οι λόγοι, οι οποίοι επηρέασαν εμέ τουλάχιστον, ώστε να συνεβουλεύσω αποδοχήν της Συμφωνίας, δεν ήσαν τόσον ο επαπειλούμενος δήθεν διαμελισμός της νήσου και η εφαρμογή του Σχεδίου Μακμίλαν, αλλά το σκότιον σχέδιον της Αγγλικής Κυβερνήσεως περί εγκαταστάσεως των αγγλικών εν τη νήσω οικογενειών εις Ακρωτήρι και Δεκέλειαν, δια να επαναλάβη εκείνο το οποίον έπραξεν εις Παλαιστίνην. Να μας αφήση, δηλαδή, ως σφάγιον θύμα εις τας ορέξεις του τουρκικού πληθυσμού, όστις ήτο πλήρως εξωπλισμένος, και των Τούρκων επικουρικών. Εις άλλος λόγος, ήτο και πληροφορίαι μου ότι Τούρκοι αντάρται ητοιμάζοντο να εισβάλουν εις την Κύπρον, καθώς και ότι οι Άγγλοι εν Κύπρω στρατιώται ήρχισαν να ερημώνουν την ύπαιθρον και να καταστρέφουν ελληνικάς περιουσίας. Το ότι τοιαύτα σχέδια είχε κατά νουν η Αγγλική Κυβέρνησις, μου το ωμολόγησεν ο ίδιος ο Κυβερνήτης Φουτ, μίαν ημέραν προ της αναχωρήσεώς μας εις τας Αθήνας τον Ιούνιον του 1958, ειπών εις εμέ ότι η Αγγλία θα απηύδη και θα εγκατέλειπε την νήσον εις την τύχην της.
Είναι γεγονός αξιοθρήνητον, ότι η επιπολαίως κι εν σπουδή συνταχθείσα συμφωνία της Ζυρίχης απετέλει έγγραφον, το οποίον και πρωτοετείς ακόμη φοιτηταί της Νομικής θα το έκαμναν πολύ καλύτερα, ως μας ωμολόγησαν διάφοροι συνταγματολόγοι της Ευρώπης. Είναι επίσης γεγονός, ότι οι Τούρκοι προσήλθον προμελετημένοι και είχον εντάξη εις την Συμφωνίαν ό,τι τους συνέφερεν από το Σχέδιον Μακμίλαν, ενώ οι ιδικοί μας ήλθον απαράσκευοι, ως πάντοτε, και αμελέτητοι. Έτσι, η τουρκική διπλωματία εθαυματούργησεν, όχι πλέον με τα αμερικανικά δολάρια, αλλά με την μεγαλυτέραν διπλωματικήν ευστροφίαν και δεξιοτεχνίαν.
Χωριστά Δημαρχεία, ή…«ο τετραγωνισμός του κύκλου»
»Κατόπιν όλων τούτων, έχει το θράσος η «Καθημερινή» να διατείνεται ότι «τόσον ο Μακάριος όσον και ο Δήμαρχος Λευκωσίας κ. Δέρβης, είχαν συμφωνήση με τον γεωργαφικόν διαχωρισμόν, άλλως η Ελλάς δεν θα την εδέχετο». Καλέ άντες! Η Ελληνική Κυβέρνησις ήτο διατεθειμένη να δεχθή οιανδήποτε λύσιν, την οποίαν ήθελον οι καουμπόηδες της Ουάσινγκτον. Πάντως, οι Τούρκοι εφάνησαν πολύ εξυπνότεροι, καρποθέντες εκατοντάδας εκατομμυρίων δολαρίων, ενώ η Ελλάς ούτε ψυχία δεν εζήτησεν.
»Απαντών εις τον ισχυρισμόν της «Καθημερινής», ότι «ο Δήμαρχος Λευκωσίας προβαίνει εις καθημερινάς διαμαρτυρίας κατά του γεωγραφικού διαχωρισμού», λέγω και επαναλαμβάνω ότι, πραγματικώς, η Συμφωνία της Ζυρίχης διαλαμβάνει γεωργαφικόν διαχωρισμόν, αλλ’ αύτη προνοεί συγχρόνως ότι οι Τούρκοι έχουν το δικαίωμα να δημιουργήσουν τα ιδικά των Δημαρχεία, αλλά δεν προνοεί να γίνη τούτο εις βάρος των Ελλήνων. Δηλαδή, εκεί όπου υπάρχει αμιγής τουρκικός πληθυσμός, ως π.χ. εν Λευκωσία, εις τα Δικαστήρια, την Αστυνομίαν και τας πλατείας Ατατούρκ και Ινονού, καθώς και εις τα μέρη όπου υπάρχουν τα χαμάμια των, δικαιούνται πραγματικώς εις χωριστά Δημαρχεία. Αλλά, δεν έχουν το δικαίωμα εις τα Δημαρχεία αυτά να συμπεριλάβουν ούτε έναν Έλληνα».
»Εφ’ όσον, λοιπόν, η διάταξις αύτη και πρακτικώς και θεωρητικώς είναι ανεφάρμοστος και άλυτος, ως ο τετραγωνισμός του κύκλου, δεν είναι οι Έλληνες οι οποίοι θα κάμουν και άλλας υποχωρήσεις, δια να γίνη το κέφι των εφέντηδων. Εις αυτούς ανήκει να σπάσουν την κολόκαν τους δια να εύρουν λύσιν, πράγμα δια το οποίον φοβούμαι και αυτός ο Άινσταϊν, εάν ζούσε, θα έλεγε «πάσον».
ΣΧΟΛΙΟ: Ο μ. Δέρβης λέει, μεταξύ άλλων, πως δεν τον ανησυχούσε τόσο «ο επαπειλούμενος διαμελισμός της Κύπρου», αλλά το ότι οι Άγγλοι στην Κύπρο θα περιορίζονταν μετά τις Συμφωνίες στη Δεκέλεια και το Ακρωτήρι και θα άφηναν τους Έλληνες έκθετους στις ορέξεις των καλά εξοπλισμένων Τούρκων. Και όντως, την περίοδο εκείνη, σε κανενός το μυαλό δεν πήγαινε η υποβολή των 13 σημείων για αναθεώρηση του Κυπριακού Συντάγματος από τον Μακάριο (ούτε το Σύνταγμα δεν είχε καταρτιστεί ακόμη τότε), ούτε η τουρκική ανταρσία του 1963-64 και η εισβολή του 1974, που ακολούθησαν.
Εκ των υστέρων βλέποντας τα πράγματα, ο Δέρβης, όπως και ο κάθε άλλος Έλληνας Κύπριος, Μαρωνίτης, Αρμένιος και Λατίνος, δικαιολογημένα είχαν βαθιά  στο μυαλό τους την ώρα εκείνη, το όργιο αίματος που εξαπέλυσαν σε όλη την Κύπρο οι Τούρκοι στα μέσα του 1958, με κορυφαίο έγκλημα τη σφαγή οκτώ Ελλήνων κατοίκων του Κοντεμένου από αιμοδιψείς Τουρκοκύπριους υπό την προστασία των Άγγλων.
Τη σκέψη του Δέρβη, ήταν επίσης φυσικό να επηρεάσουν και οι πληροφορίες. – τις οποίες μάλιστα του επιβεβαίωσε και ο τελευταίος Κυβερνήτης Φουτ – ότι Τούρκοι αντάρτες ήσαν έτοιμοι να εισβάλουν στην Κύπρο, ενώ Άγγλοι στρατιώτες άρχισαν να ερημώνουν την ύπαιθρο και να καταστρέφουν ελληνικές περιουσίες.
https://nikospa.wordpress.com/

Σχόλια