Πριν από έξι περίπου αιώνες, στα χρόνια της Φραγκοκρατίας στον τόπο μας, ο ηγούμενος και οι Βενεδικτίνοι μοναχοί του φραγκικού μοναστηριού, που είχε ιδρυθεί στον ιστορικό αυτό χώρο της Λευκωσίας, κατασκεύασαν τον υπόγειο καμαροσκεπή θάλαμο, στον οποίο βρισκόμαστε σήμερα για να τους χρησιμεύει, όπως λένε οι μεσαιωνολόγοι, ως στέρνα ή ως οιναποθήκη.
Προς το τέλος της Φραγκοκρατίας, ο χώρος του μοναστηριού περιήλθε στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου, της οποίας ο Αρχιεπίσκοπος εγκαταστάθηκε αργότερα, το 1720 στο γειτονικό κτίριο, που σήμερα είναι γνωστό ως «Παλιό Αρχιεπισκοπικό Μέγαρο». (επί Σιλβέστρου).
Στις αρχές του δέκατου έκτου αιώνα πάνω από αυτό το υπόγειο βρισκόταν μόνο ο κήπος με την οικία του Ιεροσολυμίτη μοναχού Ιωαννίκιου. Κάτω από τον κήπο η υπόγεια αίθουσα,. Μέσα στη δουλεία της Τουρκοκρατίας, συνέχιζε μια μυστική ζωή, επικοινωνώντας με σήραγγες, κατά τις έντονες προφορικές μαρτυρίες, από τη μια με την Αρχιεπισκοπή και αρχοντικό του Κορνέσιου κι από την άλλη με τις κρυφές εξόδους των τειχών της Πύλης Αμμοχώστου.
Το 1808, κάτω από την επίδραση του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, ο μοναχός Ιωαννίκιος,, σύμφωνα με το Πρακτικόν της 17ης Ιανουαρίου στον Κώδικα της Αρχιεπισκοπής, δώρισε την οικία του για τη δημιουργία σχολείου. «εις μνημόσυνον αιώνιον και σωτηρίαν αυτού και των γονέων του».
«Πασών τεχνών και επιτηδευμάτων ευκταιότερον εις κτήσιν και τιμιώτερον ή των γραμμάτων μάθησις», αναφέρεται στην αρχή του Πρακτικού. «... Διό και ο προφήτης Δαβίδ ημίν εντέλλεται, δράξασθε παιδείας, μήποτε οργισθή Κύριος. Τούτου χάριν καγώ ο εν Ιεροσολύμους ελάχιστος Ιωαννίκιος, κατ’ εμαυτόν αναλογιζόμενος οίου αγαθού η πατρίς εστέρηται, καί εξ αγάπης προς ωφέλειαν των ομογενών ορθοδόξων παίδων κινούμενος, ανεκαίνισα την εμήν οικίαν ...εις το είναι και ονομάζεσθαι ταύτην... Σχολείον κοινόν των Ελληνικών μαθημάτων...»
΄Ετσι άρχισε να διδάσκεται ο ελληνικός λόγος στους υπόδουλους νέους της Κύπρου πάνω από αυτό το υπόγειο, του οποίου την ύπαρξη, ασφαλώς δεν γνώριζαν. Τέσσερα χρόνια αργότερα, την πρωτοχρονιά του 1812, ο νέος Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός, διαπιστώνοντας ότι ακόμη η Κύπρος «έπασχε μέγα αυχμόν – μεγάλη στέρηση – παιδείας και έλλειψιν ελληνικών μαθημάτων, τα οποία είναι το μόνον μέσον όπου στολίζουσι τον ανθρώπινον νουν», ίδρυσε στον ίδιο χώρο την «Ελληνικήν Σχολήν», που επρόκειτο, το 1893, να ανελιχθεί στο Παγκύπριο Γυμνάσιο.
Είχαν ήδη αρχίσει να φυσούν οι «κρυφοί ανέμοι» του Αγώνα του ΄Εθνους για την Ελευθερία του. Οι άνεμοι αυτοί έφερναν στην Κύπρο διαπρεπή μέλη της Φιλικής Εταιρείας και άλλους αγωνιστές για επαφές με τοπικούς παράγοντες και ιδιαίτερα με τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό.
Σε μια τέτοια επίσκεψη, όπως αναφέρει στα «Απομνημονεύματα των κατά το 1821 εν τη νήσω Κύπρω τραγικών σκηνών» ο Γεώργιος Κηπιάδης, ο ανώτερος κλήρος και πολλοί προύχοντες του νησιού «εμυήθησαν τα της Φιλικής Εταιρείας υπό μελών αυτής επί τούτο εις Κύπρον κατελθόντων. Ους ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός φοβηθείς να ξενίση εν τη Αρχιεπισκοπή μήποτε λάβωσι περί αυτών υπονοίας, εξένισεν εν τινι δωματίω της παρακειμένης Ελληνικής σχολής».
Από τότε το υπόγειο αυτό, γνωστό πια ως «Κρύπτη των Φιλικών» αποτελεί εθνικό μνημείο και τον ιερότερο χώρο του Παγκυπρίου Γυμνασίου.
Στις 9 Ιουλίου 1954, επέτειο του απαγχονισμού του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού και της μεγάλης Σφαγής του Κυπριακού Ελληνισμού, ο Ελληνικός Πνευματικός ΄Ομιλος Κύπρου εντοίχισε στον δυτικό τοίχο της Κρύπτης αναμνηστική πλάκα της παρασχεθείσης φιλοξενίας στους Φιλικούς, την οποία αποκάλυψε ο τότε Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ο Γ΄, έπειτα από ομιλία του Γυμνασιάρχη του Παγκυπρίου Γυμνασίου Κωνσταντίνου Σπυριδάκι και στην παρουσία πολλών, μεταξύ των οποίων και ο τότε ΄Ελληνας Πρόξενος στην Κύπρο.
Αργότερα, πάνω από την πλάκα, τοποθετήθηκε εικόνα του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού, έργο του ζωγράφου Ανδρέα Χρυσοχού, μπροστά στην οποία ανάβει καντήλι, σύμβολο της ευγνωμοσύνης του Σχολείου προς τον Εθνομάρτυρα ιδρυτή του.
Η πάροδος όμως του Χρόνου έφθειρε συνεχώς την Κρύπτη, της οποίας η διάβρωση είχε φθάσει τον τελευταίο καιρό σε τέτοιο σημείο, ώστε καθημερινά να καταρρέουν στο δάπεδο πολλά χώματα, μικρές και μεγάλες πέτρες, έτσι που η καθολική κατάρρευση του θαλάμου να μην είναι μακριά.
Η στερέωση των τοιχωμάτων της Κρύπτης προσέκρουε σε διπλή δυσκολία: στην εξεύρεση των πόρων και στην εξασφάλιση τεχνίτη για την εκτέλεση του έργου. Από τους τελευταίους όλοι ήταν απρόθυμοι να αναλάβουν μια πολύ κοπιώδη και προ πάντων δυσυπολόγιστης δαπάνης εργασία. Ευτυχώς εμφανίσθηκε στην κατάλληλη στιγμή ο έμπειρος από ανάλογες εργασίες σε κτίρια της περιοχής, και με παλιούς δεσμούς με το Σχολείο, μάστορας Κώστας Δημητρίου, ο οποίος ανέλαβε το έργο.
Τη δαπάνη έδειξε προθυμία να καταβάλει η Εφορεία Ελληνικών εκπαιδευτηρίων Λευκωσίας, της οποίας και τα μέλη και το υπαλληλικό προσωπικό, από την πρώτη στιγμή, αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν θετικά, και κυρίως έγκαιρα, όλες τις προσπάθειες αναβάθμισης του Σχολείου με την ευκαιρία της Εκατονταετηρίδας του.
Από την ώρα που εγκρίθηκε η δαπάνη, ο αρχιμάστορας Κώστας Δημητρίου, παρά τα 78 χρόνια του, άρχισε με ενθουσιασμό εφήβου και με μεράκι αρχαίου τεχνίτη, το έργο της συντήρησης της Κρύπτης, εργαζόμενος εβδομάδες για να στερεώσει μία από τις πέτρες, να συμπληρώσει τα χαμένα κομμάτια και να της δώσει την τωρινή της εμφάνιση, απολαμβάνοντας κάθε στιγμή πρώτος, το αποτέλεσμα της εργασίας του, όπως κάθε αληθινός καλλιτέχνης.
Την επισκευή αυτή της Κρύπτης, στα πλαίσια της Εκατονταετηρίδας, θα θυμίζει από σήμερα η υπό αποκάλυψη αναμνηστική πλάκα με την επιγραφή της, η οποία τιμά και τη γενναιοδωρία της Εφορείας και το ζήλο του τεχνίτη, δικαιώνοντας άλλη μία φορά τη διατύπωση του μεγάλου αρχαίου ιστορικού «πλούτω τε έργο μάλλον καιρώ χρώμεθα» - τους οικονομικούς πόρους τους έχουμε περισσότερο ως πηγή δημιουργίας έργων.
Εκφράζω τις ευχαριστίες μου, όπως και εκείνες των συναδέλφων μου και των μαθητών του Παγκυπρίου Γυμνασίου, προς την Εφορεία Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Λευκωσίας και, ιδιαίτερα, προς τον Πρόεδρο της κ. Σώζο Χουλιώτη γιατί κατέστησαν δυνατή την πραγματοποίηση αυτού του έργου.
Παράλληλα διατυπώνω την ελπίδα ότι με την οικονομική και τεχνική αρωγή άλλων παραγόντων θα καταστεί δυνατή και η αποκάλυψη της υπόγειας διόδου από το δωμάτιο αυτό προς την Αρχιεπισκοπή, ως μία επι πλέον βεβαίωση του ιστορικού γεγονότος, που συνδέει την Κύπρο με τους ευρύτερους αγώνες του Ελληνικού Έθνους.
Τελειώνοντας εύχομαι να είναι τέτοια η εθνική πορεία της πατρίδας μας, ώστε και ύστερα από εκατό χρόνια Έλληνες κάτοικοι στην Κύπρο, Έλληνες όχι μόνο στο όνομα αλλά και στο φρόνημα και στα αισθήματα, να επισκέπτονται τον σεβάσμιο αυτό χώρο για να τιμούν την εθνική και εκπαιδευτική παράδοση του τόπου μας.
http://lyk-pagkyprion-lef.schools.ac.cy/
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου