Εκατό χρόνια από την προσάρτηση της Κύπρου στη Βρετανία

Του Πέτρου Παπαπολυβίου

Συμπληρώθηκαν πρόσφατα εκατό χρόνια από την προσάρτηση της Κύπρου στη Βρετανία, στις 5 Νοεμβρίου 1914 (23 Οκτωβρίου στο παλαιό ημερολόγιο), όταν το σχετικό βασιλικό «Διάταγμα εν Συμβουλίω» και η προκήρυξη του Μεγάλου Αρμοστή τοιχοκολλήθηκαν σε κεντρικές τοποθεσίες των κυπριακών πόλεων.
Η προσάρτηση ήταν αναμενόμενη, ύστερα από τη συστράτευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη Γερμανία στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, εναντίον της Βρετανίας. Ακολούθησε η καταγγελία όλων των διμερών συνθηκών μεταξύ των δύο χωρών. Ανάμεσά τους, και της «Κυπριακής Συνθήκης» του Ιουνίου 1878. Η προσάρτηση της Κύπρου «εις τας επικρατείας της Α. Μεγαλειότητος» έγινε με το πρόσχημα «ίνα πρέπουσα γένηται πρόνοια διά την διακυβέρνησιν και προστασίαν αυτής».
Οι αντιδράσεις στην Κύπρο ήταν ενθουσιώδεις: Ο Αρχιεπίσκοπος Κύριλλος και οι εννιά Έλληνες βουλευτές παρέδωσαν στον Αρμοστή υπόμνημα προς το Υπουργείο Αποικιών (8 Νοεμβρίου 1914), όπου  διατρανωνόταν η θέληση για παλλαϊκή κυπριακή συμπαράσταση στις δυνάμεις της Αντάντ και εκφράζονταν τα αισθήματα χαράς «διά την τελειωτικήν απαλλαγήν της πατρίδος ημών από της τουρκικής κυριαρχίας». Η προσάρτηση  χαρακτηρίστηκε ως «ο ύστατος και προσωρινός
σταθμός ο άγων προς ταχείαν και οριστικήν αποκατάστασιν της πατρίδος ημών, τουτέστιν προς την ένωσιν αυτής μετά του ελευθέρου ελληνικού Βασιλείου εις ο δικαιωματικώς ανήκει».
Τις αισιόδοξες αυτές εκτιμήσεις συμμερίσθηκε η πλειοψηφία της κοινής γνώμης, αλλά και η ελληνική κυβέρνηση, όπως έδειξαν δηλώσεις του πρωθυπουργού Ελευθ. Βενιζέλου και ανάλογη αρθογραφία στον Τύπο, στην Κύπρο και στην Αθήνα. Η προσάρτηση κατέρριπτε το κυριότερο, μέχρι τότε,  προσχηματικό επιχείρημα του Υπουργείου Αποικιών εναντίον της ένωσης, δηλαδή την τουρκική «ιδιοκτησία» της Κύπρου, και η ελληνική πλευρά προσέβλεπε πλέον στη σύντομη διευθέτηση του ζητήματος. Στο γενικό κλίμα ευφορίας που επικράτησε, ακόμη και οι εκπρόσωποι των Τούρκων του νησιού έσπευσαν να δηλώσουν τη χαρά τους για τη νέα καθεστωτική πραγματικότητα, εκφράζοντας και αυτοί τη νομιμοφροσύνη τους στον Άγγλο Βασιλιά.
Ακούστηκαν, πάντως, στις κυπριακές εφημερίδες και μεμονωμένες αλλά έντονες φωνές απογοήτευσης και απαισιοδοξίας για τις εξελίξεις. Κυριότερη φωνή αντιλογίας η συνηθισμένη: ο Νικόλαος Καταλάνος, ο Πελοποννήσιος ηγέτης του ενωτικού κινήματος στην Κύπρο και φανατικός βασιλόφρων στον επερχόμενο εθνικό διχασμό, ο οποίος υποστήριξε ότι η προσάρτηση της Κύπρου στο αγγλικό στέμμα καθιστούσε αδύνατη την Ένωση, εξ αιτίας της αποικιακής πολιτικής.
Πέρα από τις προβλέψεις για το πολιτικό μέλλον, το πρωινό της 5ηςΝοεμβρίου 1914 στη Λευκωσία ήταν, οπωσδήποτε, διαφορετικό από τα προηγούμενα. Γράφει, τοπική εφημερίδα: «Κουτ μόρνιγγ, κουτ πάη ήτο ο την πρωίαν της Παρασκευής ανταλλασσόμενος χαιρετισμός με γλυκόπικρον μειδίαμα μεταξύ των της αγοράς και από των υψηλών καθισμάτων των αμαξών.» Το επώδυνο κόστος της μεταπολίτευσης κλήθηκε να πληρώσει πρώτος ένας ανώνυμος χωρικός συμπατριώτης μας, ο οποίος ύστερα από μια γενναία κρασοκατάνυξη είχε την ατυχή έμπνευση να εκδηλώσει τον ενθουσιασμό του μπροστά από τον αστυνομικό σταθμό της Λευκωσίας κραυγάζοντας «Ζήτω η Αγγλία, κάτω η Τουρκία». Λόγω της …επιμονής του και του ισχύοντος στρατιωτικού νόμου (εξαιτίας του πολέμου), συνελήφθη και οδηγήθηκε στο Στρατοδικείο το οποίο του επέβαλε εξάμηνη φυλάκιση. Όπως σχολίαζε χαιρέκακα με έντονα γράμματα ο Καταλάνος στην εφημερίδα του: «Καλά να πάθη»…
Δημοσιεύθηκε στην εφημ. “Ο Φιλελεύθερος”, στις 6 Δεκεμβρίου 2014

http://papapolyviou.com/

Σχόλια