Σημαντική ήταν η προσφορά της Αστυνομίας στην αντιμετώπιση των τουρκικών επιθέσεων το 1963-64, μέχρι τη δημιουργία της Εθνικής Φρουράς. Εδώ, ένοπλοι αστυνομικοί στην είσοδο του σταθμού Πύλης Πάφου, τα Χριστούγεννα 1963.
Πώς οργανώθηκε η αντίσταση στις διχοτομικές επιδιώξεις των Τούρκων
ΜΕΡΕΣ Χριστουγέννων 2014 και η μνήμη μας στρέφεται 51 χρόνια πίσω, στις ίδιες ακριβώς μέρες του 1963. Στο έπος της Ομορφίτας, που γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην πρόσφατη Ιστορία του τόπου μας, όταν λίγοι μόνο εθελοντές αγωνιστές, με κυνηγετικά και όπλα του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, αλλά με την καρδιά και τη ψυχή του διαχρονικού Έλληνα μαχητή της ελευθερίας, μπόρεσαν και ξερίζωσαν την τρομοκρατία των Τούρκων και τους έτρεψαν σε άτακτη φυγή. Κατανίκησαν τους Τουρκοκύπριους τρομοκράτες και τους εισαγόμενους από την Τουρκία γιουρούκηδες, οι οποίοι προετοιμάζονταν στρατιωτικά πολύ πριν από τη λήξη του αγώνα της ΕΟΚΑ, για να πετύχουν τη διχοτόμηση της Κύπρου, με βάση τα σχέδια του Τουρκικού Γενικού Επιτελείου.
Με πόνο ψυχής αναλογίζομαι τα γεγονότα της εποχής εκείνης και με συγκίνηση αναδιφώ στοιχεία από το αρχείο μου, με δεδομένη τη σημερινή κατοχή της Ομορφίτας από τους Αττίλες. Όμως, ανεξάρτητα από το πικρό αυτό γεγονός και τα συναισθήματά μου, η αντίσταση των Ελλήνων μαχητών στην Ομορφίτα και η ηρωική τους προσπάθεια να αναμετρηθούν με τους υπερέχοντες σε θέσεις, όπλα και αριθμό τρομοκράτες και, τελικά, να τους εκδιώξουν από τα μαρτυρικό προάστιο, υπερνίκησαν κάθε άλλη σκέψη μου και προχώρησα στη συγγραφή του παρόντος χρονικού.
Ένα πρέπει να έχουν υπ’ όψη τους οι αναγνώστες:
Αν η προσπάθεια των εθελοντών αγωνιστών-μαχητών δεν κατέληγε σε επιτυχία στην Ομορφίτα, θα ακολουθούσε σφαγή των Ελλήνων του προαστίου. Ήσαν ένας έναντι πέντε Τούρκων κατοίκων, με τους τρομοκράτες, μάλιστα, να είναι ενισχυμένοι, με έμψυχο και άψυχο υλικό, και από άλλες περιοχές, περιλαμβανομένων και στρατιωτών της ΤΟΥΡΔΥΚ – της τουρκικής στρατιωτικής δύναμης, η οποία στάθμευε στην Κύπρο, με απόσπασμα 650 ανδρών από το 1960, με βάση τις Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου.
Προτού, όμως, προχωρήσω στην εξιστόρηση των λεπτομερειών του Έπους της Ομορφίτας, με βάση αυθεντικές μαρτυρίες πρωταγωνιστών, θα πάμε πίσω, για να δούμε το κλίμα των ετών 1960-63, τις προετοιμασίες των Τούρκων και την οργάνωση της αντίστασης που θα προβαλλόταν σε περίπτωση τουρκικής
ανταρσίας. Μια οργάνωση που, δυστυχώς, δεν ήταν η πρέπουσα ούτε στρατιωτικά, ούτε πολιτικά.
Η οργάνωση των εθελοντών πολεμιστών
Η αποκάλυψη της μεταφοράς όπλων από την Τουρκία για εξοπλισμό των Τουρκοκυπρίων, με το πλοιάριο «Ντενίζ» τον Οκτώβρη του 1959, ενώ τη διακυβέρνηση της Κύπρου είχαν ακόμη οι Βρετανοί, αλλά και πολλές άλλες μυστικές αποστολές όπλων και μαχίμων τα χρόνια που ακολούθησαν, δεν άφηναν την παραμικρή αμφιβολία στον κάθε Έλληνα της Κύπρου. Το θεωρούσαν περισσότερο από βέβαιο, ότι μια μέρα οι Τούρκοι θα κινούνταν στρατιωτικά για να πετύχουν τη διχοτόμηση, με βάση τα σχέδια της ηγεσίας τους, στην Άγκυρα.
Άρχισε τότε διακριτικά η στρατιωτική προετοιμασία των Ελλήνων της Κύπρου σε όλες τις Επαρχίες, αφού η τότε Κυβέρνηση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου δεν ήθελα να γνωσθεί οτιδήποτε, το οποίο θα εκλαμβανόταν στο εξωτερικό – ακόμα και στην Ελλάδα – ως κίνηση για εξόντωση των Τουρκοκυπρίων συνεταίρων στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Ένα από τα βασικά κίνητρα δημιουργίας άμυνας των Ελλήνων ήταν και η διαπίστωση ότι, κάθε εξάμηνο που γινόταν αντικατάσταση μέρους της ΤΟΥΡΔΥΚ, Τουρκοκύπριοι, με στολές Τούρκων στρατιωτών, πήγαιναν στην Τουρκία ως μέλη της Δύναμης και ισάριθμοι στρατιώτες έμεναν στην Κύπρο. Με τον τρόπο αυτό, πολλοί στρατιώτες της ΤΟΥΡΔΥΚ παρέμεναν στην Κύπρο, όπου εκπαίδευαν και ενίσχυαν τουρκοκυπριακές ένοπλες ομάδες ανά το παγκύπριο.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό προς τις πληροφορίες που υπήρχαν από διάφορες πλευρές, περιλαμβανομένων και Τουρκοκυπρίων πληρωμένων πληροφοριοδοτών του τότε Υπουργού Εσωτερικών Πολύκαρπου Γιωρκάτζη, έπειθε πέραν πάσης αμφιβολίας για τες τουρκικές προθέσεις.
Προετοιμασίες με τον «Ακρίτα», από το 1961
Η πρώτη κίνηση για τη στρατιωτική οργάνωση των Ελλήνων Κυπρίων έγινε το 1961, με βάση την αφήγηση προς τον γράφοντα του Κώστα Κοφτερού, αγωνιστή της ΕΟΚΑ και ενός των πρώτων εθελοντών αγωνιστών της περιόδου 1960-74. Έγινε αρχικά η επιλογή των υπευθύνων κάθε περιοχής από αγωνιστές της ΕΟΚΑ, γνωστούς για την παλικαριά, τη δράση και τις εμπειρίες τους.
«Στη δική μας περιοχή», ανέφερε ο Κοφτερός, «που ήταν η Ακρόπολη και οι Άγιοι Ομολογητές Λευκωσίας, υπεύθυνος ήταν ο μ. Τάκης Κυριακίδης. Τις ομάδες Ακρόπολης οργάνωσε ο μ. Παπά Νικόλας, ιερέας στην παλιά εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Με κάλεσε από τους πρώτους και δημιουργήθηκε μια δεκαμελής ομάδα. Αρχικά κάναμε συγκεντρώσεις στο οίκημα του Θ.Ο.Ι. Ακρόπολης και μετά αρχίσαμε εκπαίδευση στα όπλα λίγοι λίγοι, για ευνόητους λόγους. Γινόταν συστηματική προσπάθεια για τήρηση πλήρους μυστικότητας. Η εκπαίδευση, που γινόταν αρχικά σε σπίτια, αφορούσε λύση και αρμολόγηση όπλων, τυφεκίων, αυτομάτων και πιστολιών. Οι πρώτοι που εκπαιδεύονταν, στη συνέχεια εκπαίδευαν τα μέλη της υπόλοιπης ομάδας, ο καθένας τη δική του».
Η εργασία αυτή αποτελούσε δραστηριότητα της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων (ΕΟΚ), επί κεφαλής της οποίας ήταν ο Π. Γιωρκάτζης, με το ψευδώνυμο «Ακρίτας». Η Οργάνωση εργαζόταν κατά το πρότυπο της ΕΟΚΑ και εξέδιδε κατά καιρούς φυλλάδια, με την υπογραφή «ΕΟΚ – ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΑΚΡΙΤΑΣ». Η ίδρυσή της έγινε εν γνώσει του Προέδρου Μακαρίου, ο οποίος, όμως, ήταν αντίθετος στον εξοπλισμό των διαφόρων ομάδων διότι, όπως έλεγε πως:
- « Οποιοσδήποτε εξοπλισμός μας είναι επικίνδυνος, γιατί θα εκληφθεί από τους Τούρκους ως απειλή για την εξόντωσή τους».
Η εκπαίδευση αργότερα επεκτάθηκε σε θέματα ατομικής τακτικής και γινόταν σε Γυμνάσιο της Λευκωσίας από Ελλαδίτες αξιωματικούς. Μετείχαν όλοι οι ομαδάρχες της ΕΟΚ παγκύπρια, εκτός της Πάφου. Αυτό συνεχίστηκε σχεδόν μέχρι τα τέλη του 1962, οπότε άρχισε η πρακτική εκπαίδευση σε χώρους εκτός Λευκωσίας, χωρίς όπλα, όπως και νυκτερινές πορείες.
Η συγκρότηση επεκτάθηκε μετά σε δημιουργία διμοιριών και λόχων και η εκπαίδευση γινόταν πια με όπλα. Ο Κοφτερός ανήκε στον λόχο του Χαράλαμπου Λόττα, ανθυπολοχαγού του Κυπριακού Στρατού τότε. Διοικητής του τάγματος ο λοχαγός Τάσος Μάρκου, αγνοούμενος της τουρκικής εισβολής του 1974.
Αρχές του 1963, οι στρατιωτικές προετοιμασίες πήραν πιο ουσιαστική μορφή, ενώ, προς το τέλος Μαρτίου, υπό άκρα μυστικότητα, είχε σταλεί στην Ελλάδα μια ομάδα από 12 άτομα, από διάφορες περιοχές, για ειδική εκπαίδευση. Η εκπαίδευση έγινε σε στρατόπεδο έξω από το Χαϊδάρι και διάρκεσε τρεις μήνες.
Μετά το καλοκαίρι του ’63 άρχισαν να λαμβάνονται μέτρα επαγρύπνησης, με άδειες, νυκτερινή υπηρεσία κ.λπ. Οι πληροφορίες για επικείμενη ενέργεια των Τούρκων είχαν ενταθεί και οι ομάδες είχαν εξοπλιστεί με τυφέκια και αυτόματα, εκτός από τα κυνηγετικά που κατείχαν πολλοί.
Το επόμενο διάστημα γινόταν εκπαίδευση και στο χώρο του Πανεπιστημίου Κύπρου – τότε Διδασκαλικό Κολλέγιο – όπου, εκτός της θεωρίας και πρακτικής, γινόταν και προβολή ταινιών στρατιωτικού περιεχομένου, για συνειδητοποίηση εκ μέρους των εκπαιδευομένων του πολεμικού κλίματος και των πραγματικών συνθηκών μάχης.
Αποστολή όπλων από την Ελλάδα
Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες προετοιμασίας, οι εθελοντές αγωνιστές έζησαν την υποβολή των 13 σημείων για τροποποίηση του Συντάγματος από τον Πρόεδρο Μακάριο, την απόρριψή τους από την τουρκική πλευρά και την έκρηξη βόμβας στο άγαλμα του ήρωα Μάρκου Δράκου, κοντά στην Πύλη Πάφου. Αυτά το πρώτο 15νθήμερο του Δεκέμβρη, ενώ οι πληροφορίες μιλούσαν για κτύπημα από μέρους των Τούρκων τα Χριστούγεννα.
Την ίδια περίοδο είχε φτάσει από την Ελλάδα και μια αποστολή όπλων, που ήσαν τυφέκια Μ1. Στα όπλα αυτά, τα στελέχη κα μέλη της ΕΟΚ πήγαιναν κάθε βράδυ και εκπαιδεύονταν στην Παιδαγωγική Ακαδημία. Ορισμένοι, μάλιστα, έκαμαν και βολές. Τα Μ1 αντικατέστησαν τα κυνηγετικά στις ομάδες , οι οποίες διέθεταν πλέον από τέσσερα η κάθε μια.
Τα μέλη των ομάδων έμεναν πλέον στους χώρους συγκέντρωσης τα βράδια και το πρωί πήγαιναν στις δουλειές τους, αλλά είχαν συνεχή επαφή μεταξύ τους. Γίνονταν επίσης εικονικοί συναγερμοί, ώστε να υπάρχει ο ψηλότερος δυνατός βαθμός ετοιμότητας.
Ένοπλη σύγκρουση στην Οδό Ερμού
Αυτή ήταν η κατάσταση με τις προετοιμασίες των εθελοντών αγωνιστών του 1963-64, μέχρι το βράδυ της Παρασκευής 20 προς 21 Δεκεμβρίου 1963, όταν έγινε το αιματηρό εκείνο επεισόδιο, μεταξύ αστυνομικής περιπόλου και Τούρκων, στην Οδό Ερμού, που χώριζε τότε την ελληνική συνοικία της Λευκωσίας από την τουρκική και στην οποία το 1958 έγιναν πρωτοφανούς έκτασης λεηλασίες κα εμπρησμοί ελληνικών περιουσιών από Τούρκους εξτρεμιστές.
Ήταν περασμένα τα μεσάνυχτα, όταν πενταμελής περίπολος Ελλήνων αστυνομικών, υπό τον λοχία Αργύρη Θεοφάνους, που περιπολούσε στην Ερμού, αντελήφθη ύποπτο αυτοκίνητο. Το σταμάτησε και ζήτησε να το ελέγξει, όμως οι επιβαίνοντες σ’ αυτό δύο Τούρκοι και μια Τουρκάλα αρνήθηκαν. Οι αστυνομικοί ανέσυραν τότε τα πιστόλια τους, οπότε οι Τούρκοι πήραν όπλα, με πρόθεση να κτυπήσουν τους αστυνομικούς.
Η Τουρκάλα που ήταν στο αυτοκίνητο, η γνωστή ιερόδουλη της Λευκωσίας Τζεμαλιέ, μέσα στη σύγχυση που δημιουργήθηκε, βρήκε την ευκαιρία και έτρεξε δίπλα στην τουρκική συνοικία και οδήγησε, σε χρόνο ρεκόρ, στον τόπο του επεισοδίου, εκατοντάδες έξαλλους Τουρκαλλάδες. Περικύκλωσαν με απειλητικές διαθέσεις τους Έλληνες αστυνομικούς, οι οποίοι, προ του κινδύνου δολοφονίας τους, ζήτησαν βοήθεια.
Ατυχώς, η βοήθεια ήταν τρεις Τούρκοι, ένας αξιωματικός και δυο αστυνομικοί! Στην περιοχή προσέτρεξε και ο τότε αστυνομικός διευθυντής Λευκωσίας Μιχαλάκης Παντελίδης, την ώρα ακριβώς που η Τζεμαλιέ κτυπούσε στο κεφάλι τον Θεοφάνους με το…τακούνι του παπουτσιού της και ένα τούρκικο αυτόματο ξερνούσε φωτιά και θάνατο, με στόχο τους Έλληνες αστυνομικούς και τον Παντελίδη. Όλοι ανέσυραν τότε τα πιστόλια τους και στην ανταλλαγή πυροβολισμών που ακολούθησε, σκοτώθηκε τόσο η Τζεμαλιέ, όσο και ένας Τούρκος από εκείνους που βρίσκονταν στο ύποπτο αυτοκίνητο.
Τελικά, όλοι οι Έλληνες αστυνομικοί μπόρεσαν και πήγαν ασφαλείς στον παρακείμενο αστυνομικό σταθμό της Πύλης Πάφου.
Προώθηση σχεδίων για τη διχοτόμηση
Το γεγονός αυτό άναψε τη θρυαλλίδα για την ένοπλη εξέγερση των Τουρκοκυπρίων σε όλη την Κύπρο και την εκδηλωθείσα αμέσως αντίσταση των Ελλήνων. Ιστορικά, πρόκειται για το γεγονός που απετέλεσε τον βίαιο τερματισμό των ειρηνικών σχέσεων μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων Κυπρίων και το διαχωρισμό της Λευκωσίας μέσω της «Πράσινης Γραμμής», όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Πανέτοιμοι όπως ήσαν οι Τούρκοι, άρχισαν από την ίδια μέρα να πυροβολούν και να σκοτώνουν αδιακρίτως Έλληνες σε πόλεις και χωριά, θέτοντας σε πλήρη ενέργεια το σχέδιό τους για διαμελισμό της Κύπρου. Ταυτόχρονα, όλοι οι Τούρκοι δημόσιοι υπάλληλοι, αστυνομικοί, ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό, έσπευσαν να εγκαταλείψουν τις εργασίες τους και να καταφύγουν σε περιοχές που ελέγχονταν από τους τρομοκράτες. Τις επόμενες επίσης μέρες, Τούρκοι εξτρεμιστές ανάγκασαν χιλιάδες ομόφυλούς τους να μετακινηθούν στις περιοχές αυτές, αφήνοντάς πίσω τους σπίτια, χωράφια και ζώα.
(Όσοι θέλουν να ενημερωθούν για το σύνολο των τουρκικών εγκλημάτων κατά των Ελλήνων, αλλά και εναντίον Τουρκοκυπρίων, από το 1956, δεν έχουν παρά να διαβάσουν το βιβλίο της Φανούλας Αργυρού «Αιματηρή αλήθεια», που εξέδωσε το 2009 η Κίνηση για Ελευθερία και Δικαιοσύνη στην Κύπρο).
Βρετανικές ραδιουργίες
Υπό το φως της κρίσιμης κατάστασης στην Κύπρο, η υπό τον Πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου Κυβέρνηση της Ελλάδας σύστησε τότε ψυχραιμία και αποφυγή επέκτασης των συγκρούσεων, όμως και οι Τούρκοι και οι Άγγλοι – οι υποτιθέμενοι «εγγυητές» της ανεξαρτησίας της Κύπρου, με βάση τις Συμφωνίες του 1960 – τέθηκαν σε πλήρη κινητοποίηση και δεν ήθελαν τίποτε άλλο, παρά την προώθηση των κατά της Κύπρου καταστροφικών μεθοδεύσεών τους.
Η Τουρκία έσπευσε να στείλει πολεμικά αεροπλάνα να πετάξουν προκλητικά πάνω από τη Λευκωσία, ενώ άρχισε και τις απειλές για εισβολή στην Κύπρο. Από πλευράς τους, οι Άγγλοι κινήθηκαν προς δυο κατευθύνσεις, που βοηθούσαν τα μέγιστα στην προώθηση των τουρκικών διχοτομικών σχεδίων: Πρώτο, ζήτησαν και πέτυχαν να παρεμβληθούν στρατιωτικά μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων αντιμαχομένων στη Λευκωσία, που οδήγησε στη χάραξη της «Πράσινης Γραμμής» και, δεύτερο, ετοίμασαν την πενταμερή διάσκεψη, που άρχισε στο Λονδίνο στις 15.1.1964 στο Λονδίνο, «για συζήτηση της μελλοντικής διακυβέρνησης της Κύπρου».
Να σημειωθεί, ότι οι Άγγλοι βρίσκονταν πίσω και από την υποβολή των 13 σημείων για αλλαγή του Συντάγματος από τον Μακάριο, όπως και οι υποκινητές των τουρκικών ωμοτήτων εναντίον των Ελλήνων και των Αρμενίων στη Λευκωσία, το 1956 και 1958. Μέγα τους «κατόρθωμα» τότε, η διαχωριστική γραμμή «Μέισον Ντίξον», στη Λευκωσία, το 1958, η οποία απετέλεσε τον προπομπό της «Πράσινης» Γραμμής» το 1963 και της «γραμμής Αττίλα» το 1974.
Σατανικός, στην κυριολεξία, ήταν – και παραμένει – ο ρόλος των Άγγλων στο Κυπριακό και αθεράπευτο το μίσος των κατά των Ελλήνων της Κύπρου. Αρκεί να επισημανθεί ότι, ενώ είχαν εξωθήσει τον Μακάριο για αλλαγές στο Σύνταγμα, για την καλύτερη, υποτίθεται, λειτουργία του, παράλληλα ήσαν και συνεννοημένοι με τους Τούρκους να απορρίψουν τις προτάσεις Μακαρίου, για ν’ ακολουθήσουν εχθροπραξίες και να διευκολυνθούν τα διχοτομικά σχέδια!
(Αρχείο Νίκου Παπαναστασίου-απόσπασμα)
nikospa.wordpress.com
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου