ΑΝΔΡΕΑΣ Ι. ΒΟΣΚΟΣ
Ομότ. καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Οι οικιστικοί μύθοι ανάγουν την ίδρυση των κύριων βασιλείων της Κύπρου στους αμέσως μετά τον Τρωικό πόλεμο χρόνους από Ομηρικούς ήρωες. Ανάμεσά τους ο Αχαιός Κηφεύς και ο Λάκων Πράξανδρος, πολεμιστές κι αυτοί στην Τροία κατά τον αλεξανδρινό ποιητή Λυκόφρονα, ιδρύουν την Κερύνεια και τη Λάπηθο. Λακώνων κτίσμα και Πραξάνδρου
είναι κατά τον γεωγράφο Στράβωνα (και άλλους) η πό-λη Λάπαθος (αλλού και Λάπεθος), πιο γνωστή ήδη στην αρχαιότητα ως Λάπηθος (και Λάπιθος), και η μαρτυρίατου συνεπικουρείται από την προφορική τοπική παράδοση και από τη γειτνίαση με την Κερύνεια, η οποία, κατά την τοπική παράδοση, κτίστηκε από τον Κηφέα και τους Αχαιούς συντρόφους του και ονομάστηκε έτσι από την ομώνυμη Αχαϊκή πόλη. Ο Λυκόφρων αναφέρει ότι ο Κηφεύς είναι απ’ Ωλένου Δύμης τε και Βουραίοισιν ηγεμών στρατού (: από τις πόλεις Ώλενο, Δύμη και Βούρα, που γειτνιάζουν με την Κερύνεια). Κατά τον Παυσανία: Δύμη μεν προς Ήλιδος πρώτη, μετά δε αυήν Ώλενος (…) και Τρίτεια (…) και Αίγιον και Κερύνεια και Βούραι (και η Βούρα και τα Βούρα στη συνέχεια), επὶ ταύταις δε Ελίκη και Αιγαί τε και Αίγειρα και Πελλήνη. (...) μετά δε Ελίκην (…) ήξεις εις πόλισμα Κερύνειαν
(…) υπέρ την λεωφόρον εν όρει, της οποίας το όνομα ήδυνάστης επιχώριος ή ο Κερυνίτης ποταμός πεποίηκεν.
Τη σχέση με την Κύπρο μαρτυρούν αδιάψευστα ανά τους αιώνες πάμπολλα πανάρχαια τοπωνύμια του νησιού, όπως οι Δύμες της επαρχίας Λεμεσού και πιθανώς η Τύμη της Πάφου, τα Βούρα στη Μεννόγεια της Λάρνακας, η Αιγιαλούσα και Γιαλούσα της Καρπασίας και πιθανώς η Γιαλιά της Πάφου (Αίγιον ως γνωστό είναι το όνομα της γνωστής Αχαϊκής πόλης, και η Αχαΐα ονομαζόταν παλιά κατά Αιγιαλός ή / και Αιγιάλεια, και Αιγαί είναι το όνομα πόλεως της αρχαίας Αιγιαλείας), τα τοπω-
νύμια Κράθος (στο Ριζοκάρπασο), Ελίκη και Ελίκες και Ελίκι, Τρίτος (στην αρχαία Κύπρο: ακρωτήριο Τρήτοι και πόλη Τρήτα κοντά στην Παλαίπαφο), Πελ(λ)άνα (η Κυπριακή Σαλαμίνα στους χρησμούς του Εύκλου, η Πελλάνα της Λακωνίας και η Πελλήνη της αρχαίας Αιγιαλίας), Αχαιών ακτή (πανάρχαιο τοπωνύμιο, μνημονευόμενο από αρχαίες και νεώτερες πηγές, και ολοζώντανο ως σήμερα που στενάζει τουρκοπατημένο, στη βόρεια ακτή της Καρπασίας, σημαίνοντας ακατάπαυστα ανά τους αιώνες την ακτή όπου αποβιβάστηκαν Αχαιοί άποικοι. Κοιτάζοντας κανείς την περιοχή της Κερύνειας και της Λαπήθου στον χάρτη της Κύπρου (μετο ακρωτήριο Κρόμμυον και τον κόλπο της Μόρφου
στα δυτικά τους) εύκολα φέρνει στον νου την αντίστοιχη περιοχή της Αχαΐας· κι όποιος είχε την τύχη να θαυμάσει από κοντά την –κατεχόμενη σήμερα– περιοχή της Κερύνειας, δεν δυσκολεύεται να διαπιστώσει ότι η όλη φύση εμφανίζει εκπληκτικὴ ομοιότητα με την αντίστοιχη περιοχή της Αχαΐας (δεν ήταν, φαίνεται, τυχαία η επιλογή της).
Δίπλα από την πόλη των Αχαιών του Κηφέα, την Κερύνειαν, οι Λάκωνες του Πραξάνδρου ιδρύουν κατάτην παράδοση την πόλη που είναι γνωστή ανά τους αιώνες με το όνομα Λάπαθος / Λάπεθος ‒ Λάπηθος / Λάπι-θος (θυμάται κανείς και τους Λαπίθας και τη μάχη τουςμε τους Κενταύρους, το Λαπίθαιον καλούμενον από ανδρός εγχωρίου Λαπίθου ... εν τῳ Ταϋγέτῳ (κατά τον Παυσανία), τον Λάπιθον που συνέπλευσε με τους Αργοναύτες (κατά τον Στράβωνα) και τη Θεσσαλική πόλη Λαπίθης (από Λαπίθου του Περίφαντος, κατά τον Στέφανο Βυζάντιο), το όρος Λαπίθης της Λακωνίας, κ.τ.τ.
Ο Πράξανδρος, κατά τον Αλεξανδρινὸ ποιητή, φτάνει στη γη της Αφροδίτης Λάκων’ όχλον άγων Θεράνης. Η Θεράπνα (Θεράπνη στην Ιωνική-Αττική), και στον πληθυντικὸ Θεράπναι, είναι πόλις ή τόπος της Σπάρτης. Πόλη Θεράπνα δεν μαρτυρείται στην Κύπρο,ούτε σώζεται στο νησί αυτό το τοπωνύμιο. Απὸ τον Στέφανο τον Βυζάντιο, όμως, μαζί με την εν Πελοποννήσω Λακεδαίμονα (: τη Σπάρτη), μνημονεύεται και ετέρα Λακεδαίμων Κύπρου μεσόγειος πόλις. Και η λατρεία του Απόλλωνος Αμυκλαίου ή Αμύκλου μαρτυρεί ασφαλή Λακωνική επίδραση, όπως και η λατρεία του ίδιουθεού ως Ελείτα και της Αφροδίτης ως Μορφούς οδηγεί–άμεσα ή έμμεσα– στη Λακωνία του Πραξάνδρου.
Ο Νόννος, ο Στέφανος Βυζάντιος και άλλοι μνημονεύουν το Πάνακρον, τα σημερινά Πάναγρα. / Κατά τον Στέφανο Βυζάντιο, Πηγαί παροικία Μεγαρέων. Οι οικήορες Πηγαίοι. έστι δε και πόλις εν Κυρηνείᾳ της Κύπρου. Και ο Παυσανίας μνημονεύει Πηγάς Πελοποννησιακάς, της Μεγαλοπολίτιδος. Στην Κυπριακή πόλιν ίσως αναφέρεται ο Ησύχιος στο λήμμα ειτισκαί, λέξη αβέβαιης ετυμολογίας, που μοιάζει να απηχεί παλαιό Ετεοκυπριακὸ τοπωνύμιο, με πιο πιθανή απόδοση του ερμηνεύματος ως Πηγαί, παρά τω Εύκλω (: στον Εύκλο,τον ονομαστό Κύπριο χρησμολόγο).
Ενδιαφέρουσα είναι η πιθανή συσχέτιση του χωριού Διώριος (Δκιώριος στην καθομιλουμένη Κυπριακή διάλεκτο) με το Ομηρικό Δώριον της περιοχής Πύλου,μολονότι τα ελλιπή και εν μέρει μη συμβατά δεδομένα επιβάλλουν αμφιβολίες: ο Παυσανίας, λ.χ., αναφερόμενος στη νίκη του Κόνωνος περί Κνίδον, προσθέτει: και όρος το Δώριον καλούμενον· στον Κλαύδιο Πτολεμαίο (για το Γαγγητικόν κόλπον) μνημονεύονται και Δωρίου ποταμού εκβολαί και ποταμός Δωρίας· στην Ιλιάδα, και δη στον Κατάλογον νεών (Β 622), λίγους στίχους μετά την αναφορά στο Δώριον, μεταξύ των αρχηγών μνημονεύεται και ο κρατερός Διώρης· η δε Ιστιαώτις, κατά τον Στράβωνα, εκαλείτο (...) πρότερον Δωρίς.
Για το Δ(κ)ιώριος της Κύπρου (που συνήθως γράφεταιμε -ο-, παρετυμολογούμενο από το «δύο όρη» και κατ’ άλλους από το «δύο ρηγάτα») δεν υπάρχουν αρχαίες μαρτυρίες· σε παλαιούς χάρτες εμφανίζεται ‒στο δυτικό άκρο της ευρύτερης περιοχής Μόρφου, άλλοτε στη Solia και άλλοτε στη Lapithia‒ ως Diorio και εκ παραφθοράς Diorigo, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις στην ίδια περίπου θέση αντ’ αυτού τοποθετείται πόλη Διωνία (Dionia), την οποία ο ιστορικὸς του 4ου αἰ. π.Χ. Θεόπομπος συγκαταλέγει ταις Κυπρίαις πόλεσι. Εύστοχα ο Κυρ. Χατζηιωάννου (ΕλεΚ σσ. 256-7 σ.λ. Δκιώρϊος) υποστηρίζει συγγένεια με τα ονόματα των ορεινών χωριών της επαρχίας Λεμεσού Δωρός (ο) και Δωρά (η, συνήθως με -ο-) και αναγωγή του Δ(κ)ιώριος στο Ομηρικό Δώριον (: Ομηρ.Δώριον > Κυπρ. Δώριον > Δώριος [«όπως ... το δέντρον > το δέντρος και πληθ. τα δέντρη»] >
Δκιώριος: ίσως, νομίζουμε, και κατ’ επίδραση του Διωνία, ή ακόμα και του Διώρης.
Η μακρά και λίαν επίπονη πορεία από τα παρακμάσαντα μεγάλα Μυκηναϊκά κέντρα της ανατολικής προς τη νοτιοδυτική ή τη βορειοδυτική Πελοπόννησο (την Αχαΐα ή τη Λακωνία - Μεσσηνία) προς το Αιγαίο (και δη την Κρήτη και τη Ρόδο) και προς την Κύπρο φαίνεται να ισχύει για τους εκ Πελοποννήσου Αχαιούς οικιστές της Κύπρου εν γένει.
Η Λάπηθος και η Κερύνεια (κυρίως η δεύτερη, καθώς ανήκε παλιά στο βασίλειο της Λαπήθου, και στη Λαπηθία) δεν ευτύχησαν να έχουν την προβολή άλλων Κυπριακών βασιλείων, και δη της Σαλαμίνας και της Πάφου. Πενιχρές σχετικά είναι οι επιγραφικές, νομισματικές και γραμματειακές μαρτυρίες, με πιο αξιοσημείωτη τη συλλαβική επιγραφή από την Πάφο, του 6ου αι. π.Χ.,
που μνημονεύει αφιέρωμα Πραξά(ν)δρω (η μόνη άλλη μνεία του ονόματος στις σωζόμενες πηγές απαντά στα αρχαία σχόλια στον δεύτερον Ολυμπιόνικον (Θήρωνι Ακραγαντίνω), στο λήμμα αδελφεόν εις τον Πράξανδρον αδελφόν του Θήρωνος όντα). Ενδιαφέρουσες είναι οι αναφορὲς του Διόδωρου Σικελιώτη στην εμπλοκή των δύο πόλεων στις διαμάχες των Διαδόχων του
Μεγάλου Αλεξάνδρου (αποσπασματικά): (19.58-59) Νικοκρέων μεν και των άλλων οι κράτιστοι βασιλείς προς Πτολεμαίον πεποίηνται συμμαχίαν, ο δε Κιτιεύς και Λαπίθιος, έτι δε Μαριεύς και Κερυνίτης την προς αυτόν φιλίαν συντέθεινται. / (19.62) οι περί Σέλευκον Κερυνίαν και Λάπιθον εξεπολιόρκησαν. / (19.79) Πτολεμαίος... Πράξιππον τον της Λαπηθίας βασιλέα και τον της Κε-
ρυνίας δυνάστην υποπτεύσας αλλοτρίως έχειν συνέλαβε (ο περί ου ο λόγος Πράξιππος Β΄, που εκθρονίστηκε [το 312] από τον Πτολεμαίο, είναι ο τελευταίος βασιλιάς της Λαπήθου / το πρώτο ήμισυ του 4ου αι. φαίνεται ότι βασίλευσε ο Πράξιππος Α΄).
Ομότ. καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Οι οικιστικοί μύθοι ανάγουν την ίδρυση των κύριων βασιλείων της Κύπρου στους αμέσως μετά τον Τρωικό πόλεμο χρόνους από Ομηρικούς ήρωες. Ανάμεσά τους ο Αχαιός Κηφεύς και ο Λάκων Πράξανδρος, πολεμιστές κι αυτοί στην Τροία κατά τον αλεξανδρινό ποιητή Λυκόφρονα, ιδρύουν την Κερύνεια και τη Λάπηθο. Λακώνων κτίσμα και Πραξάνδρου
είναι κατά τον γεωγράφο Στράβωνα (και άλλους) η πό-λη Λάπαθος (αλλού και Λάπεθος), πιο γνωστή ήδη στην αρχαιότητα ως Λάπηθος (και Λάπιθος), και η μαρτυρίατου συνεπικουρείται από την προφορική τοπική παράδοση και από τη γειτνίαση με την Κερύνεια, η οποία, κατά την τοπική παράδοση, κτίστηκε από τον Κηφέα και τους Αχαιούς συντρόφους του και ονομάστηκε έτσι από την ομώνυμη Αχαϊκή πόλη. Ο Λυκόφρων αναφέρει ότι ο Κηφεύς είναι απ’ Ωλένου Δύμης τε και Βουραίοισιν ηγεμών στρατού (: από τις πόλεις Ώλενο, Δύμη και Βούρα, που γειτνιάζουν με την Κερύνεια). Κατά τον Παυσανία: Δύμη μεν προς Ήλιδος πρώτη, μετά δε αυήν Ώλενος (…) και Τρίτεια (…) και Αίγιον και Κερύνεια και Βούραι (και η Βούρα και τα Βούρα στη συνέχεια), επὶ ταύταις δε Ελίκη και Αιγαί τε και Αίγειρα και Πελλήνη. (...) μετά δε Ελίκην (…) ήξεις εις πόλισμα Κερύνειαν
(…) υπέρ την λεωφόρον εν όρει, της οποίας το όνομα ήδυνάστης επιχώριος ή ο Κερυνίτης ποταμός πεποίηκεν.
Τη σχέση με την Κύπρο μαρτυρούν αδιάψευστα ανά τους αιώνες πάμπολλα πανάρχαια τοπωνύμια του νησιού, όπως οι Δύμες της επαρχίας Λεμεσού και πιθανώς η Τύμη της Πάφου, τα Βούρα στη Μεννόγεια της Λάρνακας, η Αιγιαλούσα και Γιαλούσα της Καρπασίας και πιθανώς η Γιαλιά της Πάφου (Αίγιον ως γνωστό είναι το όνομα της γνωστής Αχαϊκής πόλης, και η Αχαΐα ονομαζόταν παλιά κατά Αιγιαλός ή / και Αιγιάλεια, και Αιγαί είναι το όνομα πόλεως της αρχαίας Αιγιαλείας), τα τοπω-
νύμια Κράθος (στο Ριζοκάρπασο), Ελίκη και Ελίκες και Ελίκι, Τρίτος (στην αρχαία Κύπρο: ακρωτήριο Τρήτοι και πόλη Τρήτα κοντά στην Παλαίπαφο), Πελ(λ)άνα (η Κυπριακή Σαλαμίνα στους χρησμούς του Εύκλου, η Πελλάνα της Λακωνίας και η Πελλήνη της αρχαίας Αιγιαλίας), Αχαιών ακτή (πανάρχαιο τοπωνύμιο, μνημονευόμενο από αρχαίες και νεώτερες πηγές, και ολοζώντανο ως σήμερα που στενάζει τουρκοπατημένο, στη βόρεια ακτή της Καρπασίας, σημαίνοντας ακατάπαυστα ανά τους αιώνες την ακτή όπου αποβιβάστηκαν Αχαιοί άποικοι. Κοιτάζοντας κανείς την περιοχή της Κερύνειας και της Λαπήθου στον χάρτη της Κύπρου (μετο ακρωτήριο Κρόμμυον και τον κόλπο της Μόρφου
στα δυτικά τους) εύκολα φέρνει στον νου την αντίστοιχη περιοχή της Αχαΐας· κι όποιος είχε την τύχη να θαυμάσει από κοντά την –κατεχόμενη σήμερα– περιοχή της Κερύνειας, δεν δυσκολεύεται να διαπιστώσει ότι η όλη φύση εμφανίζει εκπληκτικὴ ομοιότητα με την αντίστοιχη περιοχή της Αχαΐας (δεν ήταν, φαίνεται, τυχαία η επιλογή της).
Δίπλα από την πόλη των Αχαιών του Κηφέα, την Κερύνειαν, οι Λάκωνες του Πραξάνδρου ιδρύουν κατάτην παράδοση την πόλη που είναι γνωστή ανά τους αιώνες με το όνομα Λάπαθος / Λάπεθος ‒ Λάπηθος / Λάπι-θος (θυμάται κανείς και τους Λαπίθας και τη μάχη τουςμε τους Κενταύρους, το Λαπίθαιον καλούμενον από ανδρός εγχωρίου Λαπίθου ... εν τῳ Ταϋγέτῳ (κατά τον Παυσανία), τον Λάπιθον που συνέπλευσε με τους Αργοναύτες (κατά τον Στράβωνα) και τη Θεσσαλική πόλη Λαπίθης (από Λαπίθου του Περίφαντος, κατά τον Στέφανο Βυζάντιο), το όρος Λαπίθης της Λακωνίας, κ.τ.τ.
Ο Πράξανδρος, κατά τον Αλεξανδρινὸ ποιητή, φτάνει στη γη της Αφροδίτης Λάκων’ όχλον άγων Θεράνης. Η Θεράπνα (Θεράπνη στην Ιωνική-Αττική), και στον πληθυντικὸ Θεράπναι, είναι πόλις ή τόπος της Σπάρτης. Πόλη Θεράπνα δεν μαρτυρείται στην Κύπρο,ούτε σώζεται στο νησί αυτό το τοπωνύμιο. Απὸ τον Στέφανο τον Βυζάντιο, όμως, μαζί με την εν Πελοποννήσω Λακεδαίμονα (: τη Σπάρτη), μνημονεύεται και ετέρα Λακεδαίμων Κύπρου μεσόγειος πόλις. Και η λατρεία του Απόλλωνος Αμυκλαίου ή Αμύκλου μαρτυρεί ασφαλή Λακωνική επίδραση, όπως και η λατρεία του ίδιουθεού ως Ελείτα και της Αφροδίτης ως Μορφούς οδηγεί–άμεσα ή έμμεσα– στη Λακωνία του Πραξάνδρου.
Ο Νόννος, ο Στέφανος Βυζάντιος και άλλοι μνημονεύουν το Πάνακρον, τα σημερινά Πάναγρα. / Κατά τον Στέφανο Βυζάντιο, Πηγαί παροικία Μεγαρέων. Οι οικήορες Πηγαίοι. έστι δε και πόλις εν Κυρηνείᾳ της Κύπρου. Και ο Παυσανίας μνημονεύει Πηγάς Πελοποννησιακάς, της Μεγαλοπολίτιδος. Στην Κυπριακή πόλιν ίσως αναφέρεται ο Ησύχιος στο λήμμα ειτισκαί, λέξη αβέβαιης ετυμολογίας, που μοιάζει να απηχεί παλαιό Ετεοκυπριακὸ τοπωνύμιο, με πιο πιθανή απόδοση του ερμηνεύματος ως Πηγαί, παρά τω Εύκλω (: στον Εύκλο,τον ονομαστό Κύπριο χρησμολόγο).
Ενδιαφέρουσα είναι η πιθανή συσχέτιση του χωριού Διώριος (Δκιώριος στην καθομιλουμένη Κυπριακή διάλεκτο) με το Ομηρικό Δώριον της περιοχής Πύλου,μολονότι τα ελλιπή και εν μέρει μη συμβατά δεδομένα επιβάλλουν αμφιβολίες: ο Παυσανίας, λ.χ., αναφερόμενος στη νίκη του Κόνωνος περί Κνίδον, προσθέτει: και όρος το Δώριον καλούμενον· στον Κλαύδιο Πτολεμαίο (για το Γαγγητικόν κόλπον) μνημονεύονται και Δωρίου ποταμού εκβολαί και ποταμός Δωρίας· στην Ιλιάδα, και δη στον Κατάλογον νεών (Β 622), λίγους στίχους μετά την αναφορά στο Δώριον, μεταξύ των αρχηγών μνημονεύεται και ο κρατερός Διώρης· η δε Ιστιαώτις, κατά τον Στράβωνα, εκαλείτο (...) πρότερον Δωρίς.
Για το Δ(κ)ιώριος της Κύπρου (που συνήθως γράφεταιμε -ο-, παρετυμολογούμενο από το «δύο όρη» και κατ’ άλλους από το «δύο ρηγάτα») δεν υπάρχουν αρχαίες μαρτυρίες· σε παλαιούς χάρτες εμφανίζεται ‒στο δυτικό άκρο της ευρύτερης περιοχής Μόρφου, άλλοτε στη Solia και άλλοτε στη Lapithia‒ ως Diorio και εκ παραφθοράς Diorigo, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις στην ίδια περίπου θέση αντ’ αυτού τοποθετείται πόλη Διωνία (Dionia), την οποία ο ιστορικὸς του 4ου αἰ. π.Χ. Θεόπομπος συγκαταλέγει ταις Κυπρίαις πόλεσι. Εύστοχα ο Κυρ. Χατζηιωάννου (ΕλεΚ σσ. 256-7 σ.λ. Δκιώρϊος) υποστηρίζει συγγένεια με τα ονόματα των ορεινών χωριών της επαρχίας Λεμεσού Δωρός (ο) και Δωρά (η, συνήθως με -ο-) και αναγωγή του Δ(κ)ιώριος στο Ομηρικό Δώριον (: Ομηρ.Δώριον > Κυπρ. Δώριον > Δώριος [«όπως ... το δέντρον > το δέντρος και πληθ. τα δέντρη»] >
Δκιώριος: ίσως, νομίζουμε, και κατ’ επίδραση του Διωνία, ή ακόμα και του Διώρης.
Η μακρά και λίαν επίπονη πορεία από τα παρακμάσαντα μεγάλα Μυκηναϊκά κέντρα της ανατολικής προς τη νοτιοδυτική ή τη βορειοδυτική Πελοπόννησο (την Αχαΐα ή τη Λακωνία - Μεσσηνία) προς το Αιγαίο (και δη την Κρήτη και τη Ρόδο) και προς την Κύπρο φαίνεται να ισχύει για τους εκ Πελοποννήσου Αχαιούς οικιστές της Κύπρου εν γένει.
Η Λάπηθος και η Κερύνεια (κυρίως η δεύτερη, καθώς ανήκε παλιά στο βασίλειο της Λαπήθου, και στη Λαπηθία) δεν ευτύχησαν να έχουν την προβολή άλλων Κυπριακών βασιλείων, και δη της Σαλαμίνας και της Πάφου. Πενιχρές σχετικά είναι οι επιγραφικές, νομισματικές και γραμματειακές μαρτυρίες, με πιο αξιοσημείωτη τη συλλαβική επιγραφή από την Πάφο, του 6ου αι. π.Χ.,
που μνημονεύει αφιέρωμα Πραξά(ν)δρω (η μόνη άλλη μνεία του ονόματος στις σωζόμενες πηγές απαντά στα αρχαία σχόλια στον δεύτερον Ολυμπιόνικον (Θήρωνι Ακραγαντίνω), στο λήμμα αδελφεόν εις τον Πράξανδρον αδελφόν του Θήρωνος όντα). Ενδιαφέρουσες είναι οι αναφορὲς του Διόδωρου Σικελιώτη στην εμπλοκή των δύο πόλεων στις διαμάχες των Διαδόχων του
Μεγάλου Αλεξάνδρου (αποσπασματικά): (19.58-59) Νικοκρέων μεν και των άλλων οι κράτιστοι βασιλείς προς Πτολεμαίον πεποίηνται συμμαχίαν, ο δε Κιτιεύς και Λαπίθιος, έτι δε Μαριεύς και Κερυνίτης την προς αυτόν φιλίαν συντέθεινται. / (19.62) οι περί Σέλευκον Κερυνίαν και Λάπιθον εξεπολιόρκησαν. / (19.79) Πτολεμαίος... Πράξιππον τον της Λαπηθίας βασιλέα και τον της Κε-
ρυνίας δυνάστην υποπτεύσας αλλοτρίως έχειν συνέλαβε (ο περί ου ο λόγος Πράξιππος Β΄, που εκθρονίστηκε [το 312] από τον Πτολεμαίο, είναι ο τελευταίος βασιλιάς της Λαπήθου / το πρώτο ήμισυ του 4ου αι. φαίνεται ότι βασίλευσε ο Πράξιππος Α΄).
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου