ΤΟ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΚΗΦΕΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΡΑΞΑΝΔΡΟΥ (ΜΕΡΟΣ Β΄)

ΑΝΔΡΕΑΣ Ι. ΒΟΣΚΟΣ
Ομότ. καθηγητής
του Πανεπιστημίου Αθηνών

Λίαν αξιοσημείωτη είναι η επιγραφή του 3ου αι. π.Χ από τον Λάρνακα της Λαπήθου, κατά την οποία ο αρχιερεύς Πραξίδημος και οι ιερείς του Ποσειδώνος του Ναρνακίου τιμούν τον ευεργέτη Νουμήνιον Νουμηνίου και τους απογόνους του με ατέλειαν των γερών. Το όνομα Πραξίδημος απαντά και σε μίαν άλλη επιγραφή από τον Λάρνακα της Λαπήθου της –ή περίπου της– ί-διας εποχής (OGIS 17): Αθηνά | Σωτείρα Νίκη | και βασιλέως | Πτολεμαίου | Πραξίδημος Σεσμάος | τον βω[μόν]
ανέθ[η]κεν | αγα[θ]η τύχη. Τα δε δεδομένα καθιστούν εύλογη –κι ίσως σχεδόν βέβαιη– την υπόθεση ότι ο Πραξίδημος των δύο επιγραφών είναι ένα και το αυτό πρόσωπο. Να σημειωθεί ότι το όνομα, όπως και το Πράξιππος των δύο γνωστών βασιλέων της Λαπήθου, φαίνεται να υποδηλώνει στενή σχέση με το όνομα του μυθικού οικιστή της Λαπήθου Πράξανδρος· και η υπόθεση να έχουμε στη ΛΑΠΗΘΟ μιαν περίπτωση ανάλογη μ’ αυτή των Κινυραδών της Πάφου (βασιλέων και ιερέων
ης Αφροδίτης) προβάλλει ελκυστική. Αλλά και το όνομα Νουμήνιος απαντά επίσης σε άλλες επιγραφές, ανάμεσα στις
οποίες και μία από την περιοχή της Λαπήθου της ίδιας ή περίπου της ίδιας εποχής. Τα ποικίλα δε δεδομένα δίνουν την εικόνα μιας περιφανούς οικογένειας (ανάλογης με εκείνη του Σιμάλου Τιμάρχου του Σαλαμινίου που τιμά ο πολύς Στόλος Θέωνος Αθηναίος στήνοντας άγαλμά του στη Δήλο με αφιερωματικό επίγραμμα του Αντισθένη του Πάφιου, τα δε πολλά και λα-
μπρά παρακλάδια της οικογένειάς του απλώνονται στην Αθήνα, στη Δήλο και στην Κάτω Ιταλία, με πάμπολλες σχετικές επιγραφές). Η επιγραφή (σε μετάφραση):Νουμήνιος Νουμηνίου. Επειδή ο Νουμήνιος Νουμηνίου, ευεργέτης όντας της πόλεως, συνεχώς έδειχνε κάθε φροντίδα και για τον αρχιερέα και για τους ιερείς και με λόγια και με έργα, φάνηκε καλό στον Πραξίδημο τον αρχιερέα και στους ιερείς του Ποσειδώνα του Ναρνάκιου να δώσουν στον Νουμήνιο και τους απογόνους του σ’ ό,τι θυσιάζουν απαλλαγή από τα δώρα στους ιερείς σ’όλα ανεξαιρέτως τα χρόνια. Με το καλό!
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι ένα αναθηματικό επίγραμμα από την Κερύνεια, του τέλους του 4ου ή των
αρχών του 3ου αι. π.Χ., αποτελούμενο από έναν δακτυλικόν εξάμετρο και επτά πεντάμετρους στίχους, χαραγμένο σε κιτρινωπόν ασβεστόλιθο, ακρωτηριασμένο δυστυχώς στην αρχή του πρώτου στίχου, ώστε να αγνοείται το –τρισύλλαβο ή δισύλλαβο– όνομα του –πιθανώς διακεκριμένου– αφιερωτή, που στήνει βωμόν στους θεούς με οδηγίες του Απόλλωνα, πιθανώς του Κερυνήτου Απόλλωνος, που μνημονεύεται επίσης σε επιγραφή της Πάφου, του 14 μ.Χ. (τον ημέτερον Κε[ρ]υ-
νήτην Απόλλω), ίσως δε και σε επιγραφή του 225/4 από το Καφίζιν ([Κερυ]νήτης ?]. Αξίζει να προσέξει κανείς τη διαλογική μορφή του επιγράμματος, με τον διάλογο αφιερωτή – Απόλλωνα να θυμίζει (από κάποιαν άποψη) τον διάλογο Αινεία – Αφροδίτης στον μεγάλο Ομηρικό ύμνο Εις Αφροδίτην, με την εμφαινόμενη σχετική οικειότητα θεού και ανθρώπου. (Σε μετάφραση:)
Αυτόν εδώ (ο τάδε) αφιέρωσα, αυτόν που ο Απόλλων
έχει πει,
στο φως φέρνοντας του ήλιου ετούτη του θεού τη
ρήση:
«Στόλισε τούτων των θεών βωμόν αφού ιδρύσεις,
γιατί πείθεις τη μεγάλη ετούτη χάρη αν κάμεις».
Σ’ αυτά ανταποκρινόμενος,
για σε δώρο αυτό εγώ έστησα αφού είπα:
«Εμφάνισες την αρετή και των θεών τη δύναμη.»
– « Αλλ’ είθε αυτό εδώ για σε να κείται πάντα για
καλό·
της ίδιας της ψυχής σου εικόνα αυτό εδώ
απόθεσες.»
Αξιόλογο, ως δείγμα υψηλής ποιητικής τέχνης, είναι ένα λιτό επιτύμβιο επίγραμμα χρονολογούμενο στα τέλη του 2ου ή στις αρχές του 3ου αι. μ.Χ., αποτελούμενο από δύο ελεγειακά δίστιχα, χαραγμένα σε ακατέργα στη ορθογώνια κιτρινωπή πλάκα από πωρόλιθο σε οκτώ σειρές, ενώ μία ένατη σειρά δίνει σε πεζό λόγο το κείμενο αποστροφής προς τον νεκρό Χάρμο. Η πλάκα βρέθηκε τον χειμώνα του 1955/56 εντειχισμένη στο Βυζαντινό τμήμα των τειχών του Φρουρίου της Κερύνειας, όπου και εναποτέθηκε σε μιαν αποθήκη, όπως έγραφε το 1961 οMitford·(σήμερα η Κερύνεια είναι κατεχόμενη
κι η αποθήκη πιθανώς συλημένη, άδεια). Το μέτρο του είναι άψογο (με μόνη αδυναμία την τομή μετά το δε στον στ. 4), η γλώσσα ποιητική, με τύπους της αρχαϊκής Αρκαδοκυπριακής διαλέκτου, κατά μεγάλο μέρος τυπική, τα δε νοήματα απλά, με εξαίρεση τον προβληματικό, δυσανάγνωστο και δύστικτο στ. 4.
Εννέ’εγώ ζήσας λυκαβάντων ήματα μούνων,
ήλθον υποχθονίους αέλιον προλιπών,
εν δάκρυσιν γενέταν κ[αι μ]ατέρα και στοναχαίσιν
λείψας· ούνομα δε ψιλόν ερεί τις έφυν.
<α>ια[ί], Χάρμε χρηστέ, χαίρε.
Εννιά χρονών ημέρες μόνο σαν έζησα εγώ
ήλθα στον Κάτω κόσμο πρόωρα αφήνοντας τον ήλιο,
μέσα στα δάκρυα πατέρα μάνα και μέσ’ στους
στεναγμούς
αφήνοντας· και το όνομα γυμνό θα λέει ποιος ήμουν.
Ωιμέ, Χάρμε χρηστέ, χαίρε.
[«και το όνομα γυμνό θα λέει ποιος ήμουν»: Χάρμος,
ολόχαρος, και χάρμα οφθαλμών, και χρηστός.]

Σχόλια