Γράφει ο Τίτος Κολώτας
Μέσα από δημοσιεύματα του «Παρατηρητή» του Πάνου Φασουλιώτη
Το δεύτερο μέρος από μια σειρά δημοσιεύματα που ο Πάνος Φασουλιώτης δημοσίευσε σε συνέχειες στην εφημερίδα του, Παρατηρητής από τις 26 Νοεμβρίου μέχρι τις 10 Δεκεμβρίου 1959 υπό τον τίτλο «Λεμεσιανά αφηγήματα-παληά κτίρια με ιστορία» ξετυλίγεται η ιστορία αυτού του δρόμου αλλά και άλλες σημαντικές πληροφορίες για τη Λεμεσό.
Το δεύτερο μέρος από μια σειρά δημοσιεύματα που ο Πάνος Φασουλιώτης δημοσίευσε σε συνέχειες στην εφημερίδα του, Παρατηρητής από τις 26 Νοεμβρίου μέχρι τις 10 Δεκεμβρίου 1959 υπό τον τίτλο «Λεμεσιανά αφηγήματα-παληά κτίρια με ιστορία» ξετυλίγεται η ιστορία αυτού του δρόμου αλλά και άλλες σημαντικές πληροφορίες για τη Λεμεσό.
Θα τα δούμε λοιπόν κι εμείς σε συνέχειες, διατηρώντας το ύφος γραφής και την ορθογραφία τους και θα σχολιάζουμε εκεί και όπου χρειάζεται:
Η σημερινή οδός Δημήτρη Μητρόπουλου, παλιότερα «οδός Αγοράς», είναι από τις αρχαιότερες οδούς της Λεμεσού, γνωστή παλιότερα και ως «ο δρόμος με τις καμάρες» που κατέληγε στην «Πλατεία της Κουνναπιάς». Η ιστορία της χάνεται στα βάθη των αιώνων φθάνοντας μέχρι τον μεσαίωνα. Ο δρόμος αυτός με την τόσο βαριά ιστορία και σημασία για την πόλη επιλέγηκε πρόσφατα να φιλοξενήσει μιας αμφιβόλου αξίας και σοβαρότητας «τουριστική ατραξιόν, τον… «δρόμο της δόξας»
Μέρος δεύτερο
«ΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΠΟΥ ΣΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΑΖΕ ΤΕΣ ΑΓΟΡΕΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Οι Μέρικοι λοιπόν με το μικρό, γραφικό και σκιερό δασύλλιο και το καφενεδάκι, ήταν το πιο κεντρικό, εξ αιτίας των εκεί κυβερνητικών Γραφείων και Διοικητηρίου, μέρος, τής πρωινής ιδίως ζωής της Λεμεσού, μιας πόλεως που κατά μήκος επεκτεινόταν από την Αρναουτογειτονιά και Γέφυραν Τεσσάρων Φαναριών, προς Δυσμάς κ' έφθανε προς Ανατολάς ως την Φραγκοκκλησιά, μ' επίκεντρο την Αγιάναπα. Τα πέραν τής Εκκλησιάς των Καθολικών σπίτια ήταν αραιά. Κτίστηκε αργότερα το σπίτι τού Αγαθοκλή Φραγκούδη, σημερινό Μαντοβάνη και ο στίβος τού ΓΣΟ. Ο Δημόσιος Κήπος
ήταν, προτού τον μεταβάλη ο Σώζος σε ωραίουγιεινό πνεύμονα, ένας μαζόκαμπος, ιδιοκτησία θαρρώ του Πισκοπιανού μ. Χρυσοστομίδη και πάππου του συμπολίτου μας Δημοτικού Συμβούλου κ. Ηρακλή Μιχαηλίδη. Στο κέντρο τού απέραντου αυτού κάμπου και εκεί ακριβώς πούναι τα φοινικόδενδρα και οι σημερινές θαυμάσιες τεχνητές λιμνίτσες, που τες ομορφαίνουν, με την παρουσία τους, κύκνοι και πάπιες υπήρχε ένα εκτεταμένο έλος, εστία κουνουπιών και πηγή ελωδών πυρετών.
Προς βορράν, επεκτεινόταν ως το Κομισαριάτο, όπου υπήρχαν οι πρώτες με την κατοχή παρράκες πούταν στρατονισμένες, πριν κτισθούν οι καταυλισμοί Πολεμιδίων, οι δύο και πέραν χιλιάδες Αγγλικού και, Ινδικού στρατού. Σήμερα είναι στην σειρά ομοιόμορφα σπιτάκια ιδιοκτησία, της Κας Κρυσταλλίας Π. Παυλίδη. Παρακάτω, κοντά στην Τζιαμούδαν πούναι ο πευκόφυτος Κήπος τού Αλλάχ, υπήρχαν και αραιά φτωχόσπιτα. Πιο πέρα, γύρω στη σημερινή Πλατεία Ηρώων, ήταν ο Τουρκομαχαλλάς των καλούμενων Kεσόγληδων. Προς βορράν η περβόλα τού Βοντιτσιάνου, όπου είναι σήμερα ο Εθνικολαϊκός Σύλλογος, το θερινό Ριάλτο και που έφθανε ως την οδό Γλάδστωνος όπου βρίσκεται το θερινό Κινηματοθέατρο «Αλάμπρα». Υπήρχαν και μερικά σπιτάκια κοντά στην μικρή εκκλησιά τής Χρυσοροϊατίσσης, με συνέχεια το περβόλι τού Παπουή.
Ας επανέλθουμε όμως στην περιγραφή τής περιφερείας των Μέρικων τού παραλιακού αυτού κέντρου με την μεγάλη πρωινή κίνηση. Πέρα από το εν λόγω κέντρον και βορεινά των Κυβερνητ. Γραφείων, ήταν οι καμάρες με τες επί Τουρκοκρατίας στρατιωτικές εκεί αποθήκες και την βάσι ενός κανονιού που η Τουρκική Κυβέρνησι το έστησε για άμυνα τής πόλεως από πειρατικές επιθέσεις. Τον καιρό τής Ελληνικής επανάστασης του 1821 όπως και εις άλλην προ ολίγου καιρού, αφήγησι μου έγραψα, ένα εξοπλισμένο ελληνικό μπρίκι που τυχαία περνούσε από την παραλία μας, με μια δυό κανονιές το κατάστρεψε σκοτώνοντας μαζί και ένα μαύρο φημισμένο τούρκο κανονιέρη.
Στην θέσι πούναι σήμερα η Β΄ Δημοτική Αγορά ήταν η πλατεία τής Κουνναπιάς. Το όνομα αυτό το πήρε από ένα θεώρατο δένδρο- κουνναπιά- που υψωνόταν στο κέντρο τής πλατείας και που κάτω στην παχειά του σκιά και τα γύρω πεζοδρομία βρίσκονταν τραπεζάκια λαϊκών καφενείων. Εκεί, πούναι σήμερα σιδεράδικα, άρχιζε το περιτοίχισμα τής μεγάλης Δημοτικής αγοράς.
Υπήρχε και δευτέρα πολύ μικρότερη. Αυτή βρισκόταν στην οδό Αγίου Ανδρέου. Εκεί πούναι τώρα το μπακάλικο Μιχαηλίδη (Μεσανοήτη) ήταν η μια είσοδος της και η άλλη στην οδό Ουώλτερ Σένταλ, σημερινό κατάστημα Καλογήρου. Ο μέσα χώροςήταν πρατήρια λαχανοπωλών και φρουτοπωλών, ως και κρεοπωλών.
Το μεγάλο παντοπωλείο, πούταν εις έκτασι τριπλάσιο τού μικρού, είχε επίσης δυό εισόδους. Μιαν προς την πλατεία Κουνναπιάς, πούταν και η κεντρική, και μιαν άλλη προς την οδό Βικτωρίας πούναι σήμερα κομοδρομιά. Σε μια μεριά, προς την νότια πλευρά της πλατείας υπάρχει ένα, με Τούρκο ιδιοκτήτη, καφενείο και απάνωθέ του ένα ημιερειπωμένο μικρό ανωγάκι. Ολόκληρο το άνω και κάτω μέρος, με τον συνεχόμενο ως την καμάρα χώρο, χρησιμοποιείτο τα πρώτα χρόνια της Βρετ. Κατοχής, ως καταυλισμός ενός Σκωτικού Συντάγματος. Στην άνω βορεινήν
πλευρά τού ανωγειού και κοντά σ΄ ένα μπαλκονάκι, σωζόνταν ως τελευταία εγχάρακτες εις σκωτικήν, οι λέξεις: «GUIDHIN RICH». Τες έγραψε κάποιος στρατιώτης και σημαίνουν «God Save the Queen». «Ό Θεός Σώζοι τη Βασίλισσα».
Η μεγάλη αυτή Δημοτική Αγορά εξυπηρετούσε τους κατοίκους των δύο τρίτων και πέραν τής πόλεως, η δε μικρή τους περί την συνοικίαν Αγίας Τριάδος, Συναχώρι και Παμπούλα, όπως έως τώρα είναι με το όνομα αυτό γνωστή η βορειοανατολική αυτή μεριά τής Λεμεσού. Στην Παμπούλα, σ’ ένα μέρος της οδού Γλάδστωνος βρέθηκαν πριν 8 χρόνια από εκσκαφή αυλακιού που είχε κάμει το Δημαρχείο για τοποθέτησι υδροσωλήνων, ειδωλολατρικής περιόδου τάφοι με ανθρώπινους σκελετούς και χριστιανικής επίσης περιόδου, που σημαίνει ότι η αρχαία πόλις της Λεμεσού άρχιζε, όπως κ' ένα παλαιό χρονικό αναφέρει, από την οδό Γλάδστωνος και επεκτεινόταν προς βορράν ως το σημερινό προάστειο Μέσα Γειτονιά, που την παληά εποχή η τοποθεσία αυτή αποτελούσε συνοικία της Λεμεσού. Γι’ αυτό παρέμεινε και το όνομα Μέσα Γειτονιά.
Η συνοικία του Αγίου Νικολάου δημιουργήθηκε κατά τα τελευταία χρόνια. Εκεί ήταν το Νεκροταφείο της πόλεως, που ανηγέρθη επί Τουρκοκρατίας και ανήκε εις την ενορία Αγ. Νάπας, όπως το κατοπινό, επί Αγγλικής Κατοχής, δημιουργηθέν τής Αγ. Ζώνης, ανήκε στην ενορία Καθολικής.
Συνοικία Αγίου Νικολάου δεν υπήρχε. Μονάχα στον δρόμο αριστερά πριν φθάσουμε στο Νεκροταφείο βρισκόταν ένα σπήλαιο με μικρό πλάι στην είσοδο του τενεκεδένιό σπιτάκι, πούταν η κατοικία μιας φτωχής συμπαθούς γυναικός.
Η τότε Λεμεσός με 7 έως 8 χιλ. κατοίκους είχε δυό Δημοτικές αγορές και δυό νεκροταφεία και η σημερινή με 40 έως 45 χιλιάδες μιάν αγοράν, ένα μικρό ομοίωμα αγοράς εις το μέρος τής πλατείας και ένα νεκροταφείο, Οι Αγιονικολήτες και Σιναχωρήτες αναγκάζονται καθημερινά να διανύουν απόστασι τριών και πέραν μιλίων για να προμηθευθούν τα ψώνια των και τέσσερα μίλια οι Αγιανναπήτες για να κηδεύσουν τους νεκρούς των.
http://www.foni-lemesos.com/
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου