ΒΙΒΛΙΟ : ΣΑΒΒΑΣ ΠΑΥΛΟΥ : Σεφέρης και Κύπρος

Την σχέση του Γ.Σεφέρη με την Κύπρο εξετάζει ο Σάββας Παύλου στο έργο του «Σεφέρης και Κύπρος » (Κύπρος 2005, σελ. 533). Πρόκειται για την διδακτορική διατριβή του συγγραφέα , που υποβλήθηκε και εγκρίθηκε το 1995 στο Πανεπιστήμιο Κύπρου .Εκδόθηκε το 2000, και το 2005. Παρά τον χρόνο της συγγραφής του ,πρόκειται για ένα έργο που εξακολουθεί να μας αφορά , καθώς συνεχίζει να μας ενδιαφέρει το έργο του Σεφέρη , η σχέση του με την Κύπρο και βέβαια η ίδια η Κύπρος.
Προκαταρκτικά μπορούμε να πούμε ότι ο Σάββας Παύλου εξάντλησε όλο το υλικό που είχε δημοσιευθεί στο διάστημα που έγραφε το έργο .Από τότε λίγα στοιχεία έχουν προστεθεί με σημαντικότερη την αλληλογραφία Σεφέρη- Κατσίμπαλη («Αλληλογραφία Σεφέρη - Κατσίμπαλη»,Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ , 2009, Τόμος Α’, Τόμος Β’) και την απόρρητη υπηρεσιακή επιστολή Σεφέρη στον Αβέρωφ.
Ο Σεφέρης είχε πολλαπλή σχέση με την Κύπρο. Πρώτα- πρώτα είχε καλούς νεανικούς φίλους από τον Κύπρο όπως ο Ευάγγελος Λουίζος και ο Διαμαντής οι οποίοι τον φιλοξένησαν όταν αυτός την επισκέφτηκε. Δεύτερον η συλλογή του «Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ’» , όπως αναφέρει στον υπότιτλο «Στον Κόσμο της Κύπρου , Μνήμη και Αγάπη ,-… Κύπρον , ού μ’ εθέσπισεν» είναι αφιερωμένη στην Κύπρο. Ως πρέσβης της Ελλάδος στο Λονδίνο συμμετείχε στο τελευταίο στάδιο των διαπραγματεύσεων , που κατέληξαν στην συμφωνία Ζυρίχης, ενώ παρασκηνιακά υποστήριζε τον αγώνα της ΕΟΚΑ. Ως προς αυτό η επιστολή – υπόμνημα του Σεφέρη προς τον Αβέρωφ , όπου διατυπώνει τις αντιρρήσεις του για την συμφωνία της Ζυρίχης , είναι ένα ντοκουμέντο που ήρθε σχετικά πρόσφατα στην δημοσιότητα και ξεδιαλύνει πολλά ερωτήματα που υπήρχαν στο

παρελθόν. 
Στις επιστολές του Σεφέρη προς Κατσίμπαλη επιβεβαιώνεται η βαθιά σχέση του Σεφέρη με την Κύπρο .Ιδιαίτερα διαφωτιστικές είναι οι επιστολές :
-329 (Βηρυτός 15.12.53 ) στην οποία γράφει ότι βρήκε μεγάλη αγάπη από τον κόσμο της Κύπρου , ότι «η Κύπρος είναι ένα μεγάλο κομμάτι Ελλάδα » και ότι « για να κερδίσουμε την Κύπρο χρειάζεται αγώνας και θυσίες »΄
- 332 (Βηρυτός 26.12.53 ) όπου γράφει « Θα με χάσεις , θα με φάει η Κύπρο»
- 362 (Βhamdoun, 2.7.55) όπου επισημαίνει ότι την Κύπρο θα πρέπει να την αισθανθούν οι Έλληνες ως μια δική τους υπόθεση και « να καταλάβουμε πόσο βαραίνει στην καθημερινή ζωή μας , την ανθρωπιά μας θα ΄ λεγα , και να καταλάβουμε ακόμα πως δε θα μπορέσουμε να πάρουμε την Κύπρο παρά όταν ανεβάσουμε τη στάθμη του πολιτισμού μας », ενώ προσθέτει ακόμη «τον Μακάριο κάθε φορά που θα τον συναντήσω τον εκτιμώ περισσότερο.»
Ο Σάββας Παύλου από την πλευρά του τονίζει « ότι από όλους τους λογοτέχνες ο Σεφέρης είναι εκείνος που διατήρησε συνεχή και βαθύ δεσμό με την Κύπρο , ειδικά κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής του » (σελ.31).Φυσικά για να οδηγηθεί σε αυτό το συμπέρασμα θα βαδίσει πολύ δρόμο.
Θα ξεκινήσει κατ’ αρχήν τονίζοντας την μικρασιάτικη ρίζα του ποιητή , που τον φορτίζει με εμπειρίες , νοσταλγία και την αίσθηση του ξεριζώματος. Επίσης κάποιες αρνητικές κριτικές από την αθηναϊκή κριτική , που αρχικά αντιμετώπιζε το λιγότερο ως αίνιγμα ή ως γραφικότητα την νεότερη ποίηση τον ώθησε να έρθει πιο κοντά προς τα χρονικά και τοπικά όρια – άκρα του ελληνισμού. Έτσι η εμπειρία της Κύπρου δεν ήταν μόνο διέξοδος , αλλά και κατά κάποιο τρόπο σωτηρία για τον ποιητή.
Στο β’ μέρος του έργου του ο Σ.Παύλου αναφέρεται πιο συγκεκριμένα στην σχέση του Σεφέρη με την Κύπρο. Για αυτό χρησιμοποιεί όλα τα σχετικά δημοσιεύματα της εποχής καθώς και την αλληλογραφία Σεφέρη , τα έργα του ίδιου του Σεφέρη – ιδιαίτερα τα ημερολόγια του. Ξεχωριστή θέση κατέχει ο Κύπριος στοχαστής Ε.Λουίζος- φίλος του ποιητή από τα φοιτητικά τους χρόνια και εκ των χρηματοδοτών των «Νέων Γραμμάτων» .Πέραν της γνωστής «κυπριακής » συλλογής ο Σεφέρης θα ξεκινήσει ένα μυθιστόρημα με τον τίτλο «Βαρνάβας Καλοστέφανος», που διαδραματίζεται στην Κύπρο , που όμως δεν θα καταφέρει να ολοκληρώσει.
Ενδιαφέρον είναι ότι καθώς ο Σ.Παύλου περιγράφει την πνευματική ατμόσφαιρα της δεκαετίας του ΄ 50 στην Κύπρο , διαπιστώνει ότι οι συγγραφείς απέφευγαν να γράφουν με τους κυπριακούς ιδιωματισμούς , διότι και τότε η αποικιοκρατία προσπαθούσε να κατασκευάσει μια κυπριακή συνείδηση η οποία θα αντιτίθεται στην ελληνική .Ο Παύλου τονίζει «Μέσα απ ‘ όλα αυτά , ο Σεφέρης βλέπει συνεχείς επιδράσεις , εισαγωγές νέων στοιχείων και δεδομένων , πολιορκία και κατακτήσεις του νησιού από τις γειτονικές , κυρίως χώρες αλλά ταυτοχρόνως πιστοποιεί ότι οι ελληνικοί συνεκτικοί δεσμοί του νησιού παραμένουν αρραγείς »(σελ.205).
Ενδιαφέρον επίσης είναι ότι η « κυπριακή συλλογή» του Σεφέρη δεν κέρδισε εύκολα την αναγνώριση. Πρώτα αυτοί που περίμεναν ένα επικό πατριωτικό ποίημα απογοητεύτηκαν. Ένας μέρος της διανόησης της Αθήνας ( όπως ο Δικταίος ,ο Μαλάνος , ο Δάλλας , ο Μ.Λαμπρίδης , ο Τ.Λειβαδίτης , ο Ν.Παππάς ) όπως έγραφε ο Γ.Σαββίδης σε επιστολή του προς τον ποιητή ήταν αρνητική .Όμως οι δύο Κύπριοι φίλοι ο Διαμαντής και ο Λουϊζος αλλά και ο Σ.Βασιλείου, ο Ρ.Ρούφος , ο Ν.Βαλαωρίτης ήσαν εξ αρχής θερμοί και ενθουσιώδεις στις κρίσεις τους. Ο Σ.Παύλου αναφέρει και καταγράφει με λεπτομέρεια όλα τα σχετικά κριτικά σημειώματα.
Ένα πολύ σημαντικό ιστορικό στοιχείο που διαβάζουμε είναι ότι ενώ ο Σεφέρης είναι στέλεχος του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών συναντάται με τον Α.Αζίνα επικεφαλής του παράνομου τομέα της ΕΟΚΑ στην Αθήνα με τον οποίο μεταφέρει απόψεις και πληροφορίες στον Μακάριο και στον Γρίβα. Επίσης καταγράφεται η διαφορά απόψεων και ήθους με τον Άγγελο Βλάχο , πρέσβη της Ελλάδας τότε στην Κύπρο (οπαδού της πολιτικής Ε.Αβέρωφ στο κυπριακό), ο οποίος αντιτιθόταν βαθύτατα στον κυπριακό αγώνα και γενικά σε κάθε πράξη που έφερε σε διάσταση της Ελλάδα με την Αγγλία όπως και την Ελλάδα με την Τουρκία .Ο λόγος ήταν ότι οι νατοϊκές δεσμεύσεις θα έπρεπε να προηγούνταν των ελληνικών συμφερόντων. Ο Σ.Παύλου περιγράφει με λεπτομέρεια την πολιτική ατμόσφαιρα ,την εποχή που υπογράφηκε η συνθήκη της Ζυρίχης και τις αντιδράσεις που προκάλεσε , όπως και τις επικρίσεις που δέχθηκε ο Σεφέρης. Προφανώς μετά την δημοσίευση του υπομνήματος του Σεφέρη στον Αβέρωφ όλες οι αιτιάσεις πέφτουν στο κενό. Είναι εντυπωσιακό ότι ένα μέρος της γενιάς του ’30 , που είχε πνευματικούς δεσμούς με την Αγγλία και δημοσίευε έργα της στην «Αγγλοελληνική Επιθεώρηση » , μετά την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ δεν διστάζει να πάρει την σωστή απόφαση και έρχεται μάλιστα σε σύγκρουση με επιστήθιους φίλους της όπως ο Λ.Ντάρελ.
Ο Σ.Παύλου αναφέρεται επίσης στον ενθουσιασμό με τον οποίο υποδέχτηκαν την απονομή του βραβείου Νόμπελ στον Γ.Σεφέρη οι πνευματικοί άνθρωποι της Κύπρου αλλά και ο ίδιος ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος.
Το έργο του Σ.Παύλου «Σεφέρης και Κύπρος » είναι προϊόν της αγάπης του προς τον Σεφέρη και τον γενέθλιο τόπο του. Αλλά δεν θα ήταν αυτά αρκετά για να προκαλεί το ενδιαφέρον μας αν δεν είχε δημιουργηθεί με υποδειγματική επιστημονική μεθοδικότητα , που χρησιμοποίησε με πλήρη και αξιολογικά ουδέτερο τρόπο κάθε πηγή και κάθε σχετικό στοιχείο. Ενδεικτικό είναι ότι διαβάζοντας την , πληροφορούμεθα με επάρκεια τα επιχειρήματα - και τις απόψεις όσων –όπως του Θ.Γκόρπα -στάθηκαν με επικριτικό τρόπο απέναντι στον Σεφέρη. Χωρίς καμία διάθεση υπερβολής είναι ένα έργο που θα πρέπει αναγκαστικά να μελετηθεί για όποιον ενδιαφέρεται να γνωρίσει σε βάθος την εξέλιξη του νεότερου ελληνισμού.


ΡΗΞΗ Τ78 

ΕΚΔΟΣΗ : ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
ΣΕΙΡΑ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΩΝ ΔΙΑΤΡΙΒΩΝ 2

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ : Δρ. Σπύρου Δημητρίου

Σχόλια