Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΘΝΙΚΗ ΚΡΙΣΙΣ Η ΕΛΛΑΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΣΥΜΜΑΧΩΝ ΚΑΙ Ο ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ - ΑΙ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΙ ΚΑΙ Η ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΗ - Η ΟΛΕΘΡΙΑ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΙΣ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΜΟΓΕΝΩΝ εν έτει 1917(Δ΄ΜΕΡΟΣ)
Υπό του ΓΕΩΡΓΙΟΥ Σ. ΦΡΑΓΚΟΥΔΗ
Δικηγόρου, Δημοσιολόγου, Προέδρου του "Πατριωτικού Συνδέσμου των Κυπρίων"
Η Βουλγαρία, λοιπόν, θα συνετάσσετο μεθ' ημών. Θα συνετρίβετο αμέσως η Τουρκία πριν ή προφθάσουν οι Γερμανοί να κατέλθουν, θα εσώζετο η Σερβία και τότε όλα τα Κράτη του Αίμου θα επετίθεντο εναντίον της Αυστρίας. Και καθ' ην στιγμήν οι Ρώσσοι ήσαν νικηταί, θα συνέβαινεν εν Αυστρία εκείνο το οποίον συμβαίνει σήμερον".
Αλλ' η πολιτική αύτη του Βενιζέλου πιθανόν να ωφέλει τα αγγλικά και τα παγκόσμια συμφέροντα, αλλ' εις την Ελλάδα η συμμετοχή ετίθετο υπό όρους οδυνηρούς· διότι αν η Βουλγαρία επήγαινε με την Αντάντ -και η Αγγλία ειργάζετο να συνδυάση τα ελληνικά προς τα βουλγαρικά συμφέροντα- θα εξήρχετο βεβαίως εις τον πόλεμον αποζημιουμένη εις βάρος του Ελληνισμού. Και ερωτάται: "ήτο συμφέρον δια τον Ελληνισμόν να ίδη τους Βουλγάρους, εγκαθισταμένους εις την Προποντίδα, διότι θα έπαιρναν και την Τουρκικήν Θράκην, και εισβάλλοντας πρώτους εις την Κωνσταντινούπολιν; Ποίος γνωρίζει εάν οι Άγγλοι δεν θα προετίμων να γίνη η Κωνσταντινούπολις Βουλγαρική ή Ρωσσική. Αλλ' η Ελλάς εκαλείτο να κάμη και μίαν άλλην φοβερωτέραν θυσίαν χάριν της Βουλγαρικής συμπράξεως, εκαλείτο να παραδώση εις την Βουλγαρίαν την Αν. Μακεδονίαν και ο Βενιζέλος εμελέτα το ενδεχόμενον τούτο.
Και ερωτάται: "ήτο συμφέρον του Έθνους δια να προσαρτήση τον Ελληνισμόν της Μικράς Ασίας να χάση δια παντός την Θράκην και να φέρη τους Βουλγάρους εις τον Βόσπορον και τον Στρυμόνα;" Είμεθα δε βέβαιοι ότι οι Βούλγαροι χωρίς ν' ακούσουν ούτε τους Άγγλους, ούτε τους Κινέζους, ενώ ημείς θα απησχολούμεθα εις κινδυνώδη εν Μ. Ασία εκστρατείαν, αυτοί διαβαίνοντες τον Στρυμόνα, θα έφθανον εις Θεσσαλονίκην. Επειδή δε νομίζομεν, ότι εάν πέση η Τουρκία ο εκείΕλληνισμός θα εξασφαλισθή φυλετικώς, θα επροτιμούσαμεν λύσιν, η οποία θα μας έδιδε προ παντός την Θράκην και δεν θα μας αφήρει ούτε σπιθαμήν της Μακεδονίας. Ιδού δια ποίους λόγους νομίζομεν σήμερον ότι η πολιτική του Βενιζέλου έσπευδε πολύ και τούτο διότι ο Βενιζέλος ουδέποτε εσκέφθη την Θράκην. Η πολιτική του έπρεπε τουναντίον να τείνη εις το πώς να ευρεθώμεν αντιμέτωποι των Βουλγάρων, όπως αποσπάσωμεν την Θράκην και περιορίσωμεν την τερατώδη αυτήν φυλήν εις την φωλεάν της, μακράν του Αιγαίου. Δεν υπήρχε καλυτέρα ευκαιρία. Έπρεπεν, όμως, προς τούτο να κοιτάξωμεν πρώτον ποίαν οδόν θα ελάμβανον οι Βούλγαροι. Ήτο δε φανερόν απ' αρχής, ότι οι Βούλγαροι θα συνετάσσοντο με την Γερμανίαν. Ίσως όμως οι Βούλγαροι θα έμενον ήσυχοι, εφ' όσον η Ελλάς δεν εδήλου ποίαν πολιτικήν θα ηκολούθει. Εν τοιαύτη περιπτώσει θα εμένομεν και οι δύο ουδέτεροι. Θα εκάμνομεν δε ημείς την καλυτέραν στιγμήν πόλεμον εθνικόν κατά της Βουλγαρίας, προς απελευθέρωσιν της Θράκης. Αλλ' είτε διότι ο Κωνσταντίνος εβεβαίωσε τους Βουλγάρους, ότι ουδέποτε θα επετίθετο εναντίον των, είτε διότι οι Βούλγαροι θα επήγαιναν πάντως με τους Γερμανούς, εις την Ελλάδα παρουσιάσθη η καλυτέρα ευκαιρία να κτυπήση την Βουλγαρίαν, όταν αύτη εκήρυξε τον πόλεμον κατά της Σερβίας. Οι δύο κληρονομικοί εχθροί μας, Βούλγαροι και Τούρκοι, ευρίσκοντο εναντίον της Αντάντ, προς την οποίαν μας έφερον εξ' άλλου τα συμφέροντα και οι ιστορικοί δεσμοί.
Δικηγόρου, Δημοσιολόγου, Προέδρου του "Πατριωτικού Συνδέσμου των Κυπρίων"
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΡΗΞΙΝ
ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Ας ίδωμεν τώρα τα συμβάντα από του μεγάλου Ευρωπαϊκού πολέμου και πώς ο Βενιζέλος διεχειρίσθη κατά το διάστημα τούτο τα εθνικά ζητήματα.
Υπό διεθνή έποψιν η Ελλάς το 1914 απετέλει μίαν Δύναμιν εν τη Ανατολή, όσον ουδέποτε άλλοτε από της υπάρξεώς της. Ο Βενιζέλος απέλαυε μεγάλης υπολήψεως εν Ευρώπη, ο Κωνσταντίνος εθεωρείτο ως ο μεγαλύτερος στρατηγός της εποχής, αμφότεροι δε λατρευόμενοι από το Πανελλήνιον απετέλουν μεγάλην εθνικήν δύναμιν δια το μέλλον. Το Κράτος είχε διπλασιασθή, ο στρατός ήτο ένδοξος, η Ελληνική διπλωματία ηκούετο εν Ευρώπη. Κάποια πνοή αναγεννήσεως έπνεεν επί το Έθνος. Δυστυχώς, τα πράγματα απέδειξαν ότι ναι μεν ο Ελληνικός λαός δεν είχε χάσει τας πολεμικάς του αρετάς, αλλ' ότι υπήρχε κάτι σάπιον εις τον Εθνικόν οργανισμόν, ότι το Κομματικόν και Πατριωτικόν συμφέρον ετίθετο πάντοτε ανώτερον του Εθνικού, ότι ο Κομματισμός είχε διαφθείρει τας ψυχάς μας, ότι και εις την Πόλιν να επηγαίναμεν, θα εγυρίζαμεν οπίσω και ότι σωτηρία δεν υπάρχει, εφόσον δεν ανακαινίζεται εν γένει ο εθνικός μας βίος.
Εξ όσων δε επάθομεν αποδεικνύεται ότι τα Έθνη, τα οποία αναθέτουν την τύχην των εις έναν άνθρωπον, πότε μεν τον Βενιζέλον, πότε δε τον Κωνσταντίνον, τον οποίον ακολουθούν τυφλώς, δεν ημπορούν παρά να περιπίπτουν από συμφοράς εις συμφοράν και από κρίσεως εις κρίσιν. Την Βουλγαρίαν ουδέποτε διώκησεν ένας άνθρωπος, αλλ' όλοι από του Βασιλέως μέχρι του μικροτέρου χωρικού μίαν έχουν πολιτική, πώς αντί πάσης θυσίας να γίνη η Βουλγαρία μεγάλη.
Την Γερμανίαν δεν την παρέσυρεν εις τον πόλεμον ο Κάιζερ, αλλ' ήτο η θέλησις ολοκλήρου του Γερμανικού Έθνους, όπως επιχειρήση τον πόλεμον τούτον δια να καταρρίψη την Αγγλίαν και την Ρωσσίαν, αι οποίαι ημπόδιζον την εξάπλωσίν της.
Εδώ ο κόσμος σκέπτεται: "Ο Βενιζέλος λέγει ότι δεν πρέπει να θέλωμεν την Θράκην, άρα δεν πρέπει".
Ο Λόϋδ Τζωρτζ είναι τίποτε εν Αγγλία απέναντι της Κοινής Γνώμης.
Ο Κλεμανσώ ανήλθεν εις ύψιστον σημείον δόξης και δυνάμεως, διότι αντεπροσώπευσε κατά τον πόλεμον την ακατάβλητον θέλησιν του Γαλλικού λαού, όπως επανακτήση την Αλσατίαν και Λωρραίνην και νικήση.
Αν και η Ελλάς είχεν ανάγκην ησυχίας κατόπιν των δύο πολέμων, εν τούτοις ο Ευρωπαϊκός πόλεμος επήρχετο εγκαίρως, όπως δοθή εις τον Ελληνισμόν ευκαιρία ν' απολυτρώση τον εν Τουρκία Ελληνισμόν και σώση την Θράκην. Ήτο δι' ημάς ευκαιρία να εξέλθωμεν της αφορήτου θέσεως, εις την οποίαν είχον φέρει την Ελλάδα οι Τούρκοι με τας εν Τουρκία καταδιώξεις.
Εάν, βεβαίως, ο πόλεμος ούτος έμενε μακράν του Αίμου και περιωρίζετο μέχρι της Σερβίας δεν θα υπήρχεν ίσως λόγος να λάβωμεν και ημείς τα όπλα, αν και ήτο φανερόν ότι εάν ενίκων οι Αυστρογερμανοί και η Αυστρία κατελάμβανε την Σερβίαν, οι Αυστριακοί θα κατήρχοντο μέχρι Θεσσαλονίκης. Ήτο, λοιπόν, φανερόν ότι ο πόλεμος πάντως μας ενδιέφερεν αρχήθεν.
Ήτο δε ακόμη φανερόν ότι ήτο αδύνατον να τον αποφύγωμεν, διότι ήτο αδύνατον η Τουρκία και Βουλγαρία να μη περιπλεχθούν εις τον πόλεμον δια χιλίους λόγους. Το ζήτημα ήτο με ποίον συνδυασμόν θα επήγαινεν η Ελλάς, όταν θα επήρχετο η κατάλληλος στιγμή και ποία θα ήτο η καταλληλοτέρα στιγμή, όπως εξέλθωμεν της ουδετερότητος.
Δεν υπήρχεν αμφιβολία ότι η Ελλάς δεν ήτο δυνατόν να συνταχθή εναντίον της Γαλλίας και της Αγγλίας, πρώτο διότι το πνεύμα αυτού του πολέμου ήτο αδύνατον να προσαρμοσθή προς τα Ελληνικά συμφέροντα. Ο πόλεμος αυτός υπήρξε προ παντός σύγκρουσις συμφερόντων της Αγγλίας και Γερμανίας αφ' ενός, της Γερμανίας και της Ρωσσίας αφ' ετέρου. Η Γερμανία ήθελε να καταρρίψη την Αγγλικήν κοσμοκρατορίαν, ήτις ημπόδιζεν την ανάπτυξίν της, και να συντρίψη την Ρωσσίαν πριν διοργανωθή περισσότερον. Οι Γερμανοί δια να επιτύχουν τους σκοπούς των συνεμάχησαν με όλα εκείνα τα Κράτη, τα φύσει και θέσει εχθρά του Ελληνισμού, τους Αυστριακούς, τους Τούρκους, τους Βουλγάρους. Εάν επεκράτουν όλοι αυτοί, ο Ελληνισμός θα εσαρώνετο μίαν ημέραν δια παντός. Βεβαίως, και ο αντίθετος συνδυασμός περιείχε στοιχεία εχθρά προς τον Ελληνισμόν, αλλ' υπήρχεν η εγγύησις της Γαλλίας και Αγγλίας ότι τα Ελληνικά συμφέροντα θα επροστατεύοντο όσον το δυνατόν. Άλλως τε αφού ήμεθα υποχρεωμένοι να πολεμήσωμεν έπρεπε να συνταχθώμεν με το στρατόπεδον, εις το οποίον υπήρχον οι ολιγώτεροι κίνδυνοι.
Μεταξύ της κοσμοκρατορίας της Αγγλίας και της απειλουμένης Γερμανικής κατακτήσεως, ο Ελληνισμός δεν ηδύνατο να ενδοιάση ουδ' επί στιγμήν. Η Γερμανική κοσμοκρατορία επήρχετο ως νέα Ρωμαϊκή κατάκτησις, σύρουσα όπισθέν της την στρατοκρατίαν, την απολυταρχίαν, την δουλείαν. Εζήτει δε να αντικαταστήση την Αγγλικήν κοσμοκρατορίαν, την οποίαν εξήσκει η Αγγλία εις όλα τα μέρη του κόσμου κατά τρόπον θαυμάσιον. Οι Άγγλοι καταλαμβάνουν ιδία τους αγρίους και ημιβαρβάρους λαούς δια να παρασκευάσουν την ελευθερίαν και αναγέννησίν των. Το φιλελεύθερον πνεύμα της διοικήσεώς των προκαλεί θαυμασμόν. Ουδεμία πίεσις, ουδεμία αυθαιρεσία, ουδεμία ιδέα προσηλυτισμού, υποδουλώσεως των λαών, τυραννίας. Δια τον Ελληνισμόν η Αγγλική κοσμοκρατορία ανοίγει στάδιον δράσεως εμπορικής, υπό την Αγγλικήν δε Διοίκησιν ανθούν παντού αι Ελληνικαί αποικίαι. Είθε ολόκληρος ο Ελληνισμός να ετίθετο αρχήθεν υπό την Αγγλικήν διακυβέρνησιν δια να διδαχθή να κυβερνάται και να προοδεύη.
Παρά την Αγγλίαν ίστατο η Γαλλία, της οποίας ο πατροπαράδοτος φιλελληνισμός υπήρξε και πάλιν η σανίς της σωτηρίας. Εφόβιζε πολλούς το γεγονός ότι η Ρωσία ηδύνατο να βλάψη τον Ελληνισμόν, αλλ' η Ρωσία θα επήρχετο μίαν ημέραν κατά της Κωνσταντινουπόλεως και άνευ των Αγγλογάλλων. Ίσα-ίσα δε τώρα με τους Αγγλογάλλους υπήρχεν ελπίς ότι η Ρωσία θα ανεχαιτίζετο και ότι η Κωνσταντινούπολις θα καθίστατο πόλις διεθνής.
Κατά την κρίσιμον μάλιστα στιγμήν, η Αγγλία μας εφώναξε να σπεύσωμεν μαζί της εις Κωνσταντινούπολιν, όπως προλάβωμεν την Ρωσικήν κατάκτησιν.
Οι Σέρβοι και οι Ιταλοί δεν ήσαν εχθροί του Ελληνισμού τοιούτοι, ώστε να φέρωσιν εις κίνδυνον την ύπαρξίν μας, όπως οι Βούλγαροι και Τούρκοι.
Οι Κωνσταντινικοί θέλουν να ειπούν ότι ο φόβος της Ρωσίας ημπόδιζε τον Κωνσταντίνον να συμμαχήση με την Αντάντ.
Αλλά αυτά απεδείχθησαν "κουραφέξαλα", διότι απεδείχθη ότι ο Κωνσταντίνος κατ' ουδένα λόγον θα εξήρχετο της ουδετερότητος, όπως κτυπήση την Γερμανίαν. Το δε λεγόμενον ότι η Ελλάς έπρεπε να μείνη μέχρι τέλους ουδετέρα είναι άξιον της διανοητικότητος εκείνων, οίτινες παρέδωσαν την Ανατ. Μακεδονίαν εις την μάχαιραν των Βουλγάρων.
Πώς ήταν δυνατόν η Ελλάς να μείνη ουδετέρα με τους Βουλγάρους και Τούρκους θριαμβεύοντας εις τα πρόθυρά της; Εάν μεν ενίκα η Γερμανία θα μας εσάρωναν μέχρι Αθηνών. Εάν δε ενίκα η Αντάντ ποία θα ήτο η θέσις μας με τους Σέρβους, τους Ιταλούς, τους Ρώσους, ετοίμους ν' αρπάσουν την ελληνικήν κληρονομίαν;
Υπό διεθνή έποψιν η Ελλάς το 1914 απετέλει μίαν Δύναμιν εν τη Ανατολή, όσον ουδέποτε άλλοτε από της υπάρξεώς της. Ο Βενιζέλος απέλαυε μεγάλης υπολήψεως εν Ευρώπη, ο Κωνσταντίνος εθεωρείτο ως ο μεγαλύτερος στρατηγός της εποχής, αμφότεροι δε λατρευόμενοι από το Πανελλήνιον απετέλουν μεγάλην εθνικήν δύναμιν δια το μέλλον. Το Κράτος είχε διπλασιασθή, ο στρατός ήτο ένδοξος, η Ελληνική διπλωματία ηκούετο εν Ευρώπη. Κάποια πνοή αναγεννήσεως έπνεεν επί το Έθνος. Δυστυχώς, τα πράγματα απέδειξαν ότι ναι μεν ο Ελληνικός λαός δεν είχε χάσει τας πολεμικάς του αρετάς, αλλ' ότι υπήρχε κάτι σάπιον εις τον Εθνικόν οργανισμόν, ότι το Κομματικόν και Πατριωτικόν συμφέρον ετίθετο πάντοτε ανώτερον του Εθνικού, ότι ο Κομματισμός είχε διαφθείρει τας ψυχάς μας, ότι και εις την Πόλιν να επηγαίναμεν, θα εγυρίζαμεν οπίσω και ότι σωτηρία δεν υπάρχει, εφόσον δεν ανακαινίζεται εν γένει ο εθνικός μας βίος.
Εξ όσων δε επάθομεν αποδεικνύεται ότι τα Έθνη, τα οποία αναθέτουν την τύχην των εις έναν άνθρωπον, πότε μεν τον Βενιζέλον, πότε δε τον Κωνσταντίνον, τον οποίον ακολουθούν τυφλώς, δεν ημπορούν παρά να περιπίπτουν από συμφοράς εις συμφοράν και από κρίσεως εις κρίσιν. Την Βουλγαρίαν ουδέποτε διώκησεν ένας άνθρωπος, αλλ' όλοι από του Βασιλέως μέχρι του μικροτέρου χωρικού μίαν έχουν πολιτική, πώς αντί πάσης θυσίας να γίνη η Βουλγαρία μεγάλη.
Την Γερμανίαν δεν την παρέσυρεν εις τον πόλεμον ο Κάιζερ, αλλ' ήτο η θέλησις ολοκλήρου του Γερμανικού Έθνους, όπως επιχειρήση τον πόλεμον τούτον δια να καταρρίψη την Αγγλίαν και την Ρωσσίαν, αι οποίαι ημπόδιζον την εξάπλωσίν της.
Εδώ ο κόσμος σκέπτεται: "Ο Βενιζέλος λέγει ότι δεν πρέπει να θέλωμεν την Θράκην, άρα δεν πρέπει".
Ο Λόϋδ Τζωρτζ είναι τίποτε εν Αγγλία απέναντι της Κοινής Γνώμης.
Ο Κλεμανσώ ανήλθεν εις ύψιστον σημείον δόξης και δυνάμεως, διότι αντεπροσώπευσε κατά τον πόλεμον την ακατάβλητον θέλησιν του Γαλλικού λαού, όπως επανακτήση την Αλσατίαν και Λωρραίνην και νικήση.
Αν και η Ελλάς είχεν ανάγκην ησυχίας κατόπιν των δύο πολέμων, εν τούτοις ο Ευρωπαϊκός πόλεμος επήρχετο εγκαίρως, όπως δοθή εις τον Ελληνισμόν ευκαιρία ν' απολυτρώση τον εν Τουρκία Ελληνισμόν και σώση την Θράκην. Ήτο δι' ημάς ευκαιρία να εξέλθωμεν της αφορήτου θέσεως, εις την οποίαν είχον φέρει την Ελλάδα οι Τούρκοι με τας εν Τουρκία καταδιώξεις.
Εάν, βεβαίως, ο πόλεμος ούτος έμενε μακράν του Αίμου και περιωρίζετο μέχρι της Σερβίας δεν θα υπήρχεν ίσως λόγος να λάβωμεν και ημείς τα όπλα, αν και ήτο φανερόν ότι εάν ενίκων οι Αυστρογερμανοί και η Αυστρία κατελάμβανε την Σερβίαν, οι Αυστριακοί θα κατήρχοντο μέχρι Θεσσαλονίκης. Ήτο, λοιπόν, φανερόν ότι ο πόλεμος πάντως μας ενδιέφερεν αρχήθεν.
Ήτο δε ακόμη φανερόν ότι ήτο αδύνατον να τον αποφύγωμεν, διότι ήτο αδύνατον η Τουρκία και Βουλγαρία να μη περιπλεχθούν εις τον πόλεμον δια χιλίους λόγους. Το ζήτημα ήτο με ποίον συνδυασμόν θα επήγαινεν η Ελλάς, όταν θα επήρχετο η κατάλληλος στιγμή και ποία θα ήτο η καταλληλοτέρα στιγμή, όπως εξέλθωμεν της ουδετερότητος.
Δεν υπήρχεν αμφιβολία ότι η Ελλάς δεν ήτο δυνατόν να συνταχθή εναντίον της Γαλλίας και της Αγγλίας, πρώτο διότι το πνεύμα αυτού του πολέμου ήτο αδύνατον να προσαρμοσθή προς τα Ελληνικά συμφέροντα. Ο πόλεμος αυτός υπήρξε προ παντός σύγκρουσις συμφερόντων της Αγγλίας και Γερμανίας αφ' ενός, της Γερμανίας και της Ρωσσίας αφ' ετέρου. Η Γερμανία ήθελε να καταρρίψη την Αγγλικήν κοσμοκρατορίαν, ήτις ημπόδιζεν την ανάπτυξίν της, και να συντρίψη την Ρωσσίαν πριν διοργανωθή περισσότερον. Οι Γερμανοί δια να επιτύχουν τους σκοπούς των συνεμάχησαν με όλα εκείνα τα Κράτη, τα φύσει και θέσει εχθρά του Ελληνισμού, τους Αυστριακούς, τους Τούρκους, τους Βουλγάρους. Εάν επεκράτουν όλοι αυτοί, ο Ελληνισμός θα εσαρώνετο μίαν ημέραν δια παντός. Βεβαίως, και ο αντίθετος συνδυασμός περιείχε στοιχεία εχθρά προς τον Ελληνισμόν, αλλ' υπήρχεν η εγγύησις της Γαλλίας και Αγγλίας ότι τα Ελληνικά συμφέροντα θα επροστατεύοντο όσον το δυνατόν. Άλλως τε αφού ήμεθα υποχρεωμένοι να πολεμήσωμεν έπρεπε να συνταχθώμεν με το στρατόπεδον, εις το οποίον υπήρχον οι ολιγώτεροι κίνδυνοι.
Μεταξύ της κοσμοκρατορίας της Αγγλίας και της απειλουμένης Γερμανικής κατακτήσεως, ο Ελληνισμός δεν ηδύνατο να ενδοιάση ουδ' επί στιγμήν. Η Γερμανική κοσμοκρατορία επήρχετο ως νέα Ρωμαϊκή κατάκτησις, σύρουσα όπισθέν της την στρατοκρατίαν, την απολυταρχίαν, την δουλείαν. Εζήτει δε να αντικαταστήση την Αγγλικήν κοσμοκρατορίαν, την οποίαν εξήσκει η Αγγλία εις όλα τα μέρη του κόσμου κατά τρόπον θαυμάσιον. Οι Άγγλοι καταλαμβάνουν ιδία τους αγρίους και ημιβαρβάρους λαούς δια να παρασκευάσουν την ελευθερίαν και αναγέννησίν των. Το φιλελεύθερον πνεύμα της διοικήσεώς των προκαλεί θαυμασμόν. Ουδεμία πίεσις, ουδεμία αυθαιρεσία, ουδεμία ιδέα προσηλυτισμού, υποδουλώσεως των λαών, τυραννίας. Δια τον Ελληνισμόν η Αγγλική κοσμοκρατορία ανοίγει στάδιον δράσεως εμπορικής, υπό την Αγγλικήν δε Διοίκησιν ανθούν παντού αι Ελληνικαί αποικίαι. Είθε ολόκληρος ο Ελληνισμός να ετίθετο αρχήθεν υπό την Αγγλικήν διακυβέρνησιν δια να διδαχθή να κυβερνάται και να προοδεύη.
Παρά την Αγγλίαν ίστατο η Γαλλία, της οποίας ο πατροπαράδοτος φιλελληνισμός υπήρξε και πάλιν η σανίς της σωτηρίας. Εφόβιζε πολλούς το γεγονός ότι η Ρωσία ηδύνατο να βλάψη τον Ελληνισμόν, αλλ' η Ρωσία θα επήρχετο μίαν ημέραν κατά της Κωνσταντινουπόλεως και άνευ των Αγγλογάλλων. Ίσα-ίσα δε τώρα με τους Αγγλογάλλους υπήρχεν ελπίς ότι η Ρωσία θα ανεχαιτίζετο και ότι η Κωνσταντινούπολις θα καθίστατο πόλις διεθνής.
Κατά την κρίσιμον μάλιστα στιγμήν, η Αγγλία μας εφώναξε να σπεύσωμεν μαζί της εις Κωνσταντινούπολιν, όπως προλάβωμεν την Ρωσικήν κατάκτησιν.
Οι Σέρβοι και οι Ιταλοί δεν ήσαν εχθροί του Ελληνισμού τοιούτοι, ώστε να φέρωσιν εις κίνδυνον την ύπαρξίν μας, όπως οι Βούλγαροι και Τούρκοι.
Οι Κωνσταντινικοί θέλουν να ειπούν ότι ο φόβος της Ρωσίας ημπόδιζε τον Κωνσταντίνον να συμμαχήση με την Αντάντ.
Αλλά αυτά απεδείχθησαν "κουραφέξαλα", διότι απεδείχθη ότι ο Κωνσταντίνος κατ' ουδένα λόγον θα εξήρχετο της ουδετερότητος, όπως κτυπήση την Γερμανίαν. Το δε λεγόμενον ότι η Ελλάς έπρεπε να μείνη μέχρι τέλους ουδετέρα είναι άξιον της διανοητικότητος εκείνων, οίτινες παρέδωσαν την Ανατ. Μακεδονίαν εις την μάχαιραν των Βουλγάρων.
Πώς ήταν δυνατόν η Ελλάς να μείνη ουδετέρα με τους Βουλγάρους και Τούρκους θριαμβεύοντας εις τα πρόθυρά της; Εάν μεν ενίκα η Γερμανία θα μας εσάρωναν μέχρι Αθηνών. Εάν δε ενίκα η Αντάντ ποία θα ήτο η θέσις μας με τους Σέρβους, τους Ιταλούς, τους Ρώσους, ετοίμους ν' αρπάσουν την ελληνικήν κληρονομίαν;
ΠΟΤΕ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΕΞΕΛΘΗ Η ΕΛΛΑΣ
Το ζήτημα ήτο ποίαν στιγμήν θα εξήρχετο η Ελλάς. Προς τούτο έπρεπεν αρχήθεν να παρακολουθήσωμεν προ παντός, τι θα έκαμνεν η Τουρκία και η Βουλγαρία. Εάν η Τουρκία συνετάσσετο με την Αντάντ, δεν γνωρίζομεν ποία θα ήτο η θέσις του Ελληνισμού. Ήτο ευτύχημα ότι οι Νεότουρκοι ήσαν ήδη προκαταβολικώς υπέρ της Γερμανίας και άμα η Τουρκία έλαβε μέρος εις τον πόλεμον, ήτο πλέον φανερόν, ότι κατ' ουδένα λόγον η Ελλάς ηδύνατο να μείνη ουδετέρα. Πολύ δε ολιγότερον όταν με τους Γερμανούς συνετάχθησαν και οι Βούλγαροι. Και αν εμένομεν εν τη ουδετερότητι θα ήμεθα υποχρεωμένοι εφ' όσον διήρκει ο πόλεμος, να ευρισκώμεθα εν γενική επιστρατεύσει επί τέσσαρα έτη; Ποίος θα μας έδιδε χρήματα και πολεμοφόδια και τροφάς δια να κρατώμεν τοιαύτην επιστράτευσιν, χωρίς να δηλώσωμεν σαφώς αν θα επηγαίναμεν με την μίαν ή με την άλλην μερίδα;
Γνωρίζομεν δε ότι μία τοιαύτη επιστράτευσις θα ήτο καταστρεπτικωτέρα και του χειροτέρου πολέμου. Αναγκαστικώς, λοιπόν, και μοιραίως έπρεπε να πολεμήσωμεν, και το πρώτον ζήτημα ετίθετο, εάν έπρεπε να κτυπήσωμεν την Τουρκίαν αμέσως, ή να περιμένωμεν να ίδωμεν οποίαν στάσιν θα ετήρει η Βουλγαρία. Ήτο, δηλαδή, η ιδέα του Βενιζέλου να λάβωμεν μέρος εις την κατά της Τουρκίας εκστρατείαν πριν η Βουλγαρία κηρύξη τον πόλεμον, ορθή ή όχι;
Εάν ο Βενιζέλος έκαμνε θρακικήν πολιτικήν, εάν ενόμιζεν, ότι προ παντός κατά τον πόλεμον τούτον, έπρεπε να επανακτήσωμεν την Θράκην, αλλέως θα επολιτεύετο. Δι' ημάς, οι οποίοι φρονούμεν ότι η Θράκη έπρεπε ν' αποτελέση την βάσιν της Ελληνικής πολιτικής, οι οποίοι δεν τρέφομεν τας περί Βαλκανικής Ομοσπονδίας ουτοπίας, οι οποίοι νομίζοντες ότι η Ελλάς δεν πρέπει να χάση την Θράκην, όχι μόνον διότι δεν πρέπει να χαθή μία χώρα ακραιφνώς Ελληνική, αλλά και διότι οι Βούλγαροι δεν πρέπει να κατέλθουν εις το Αιγαίον και να κόψουν την δια ξηράς συνέχειαν του Ελληνισμού προς την Κωνσταντινούπολιν και την Μικράν Ασίαν, βεβαίως ήτο λάθος κολοσσιαίον η σπουδή του Βενιζέλου να θέλη να ακολουθήση τους Άγγλους εις την κατά των Δαρδανελλίων εκστρατείαν. Η Αγγλία το 1914 ευρίσκετο εις μεγάλην δυσκολίαν, διότι δεν είχεν ακόμη στρατόν και ηπειλούντο δια της Τουρκίας η Αίγυπτος και αι Ινδίαι. Κατήρχοντο δε και οι Ρώσοι, όχι ολιγότερον εχθροί εν τη συμμαχία.
Η Αγγλία, λοιπόν, προέτεινεν εις την Ελλάδα να λάβη μέρος εις την εκστρατείαν εκείνην, με την υπόσχεσιν ότι θα ελάμβανε σπουδαίον μέρος της Μ. Ασίας, ικανοποιούν τους ελληνικούς πόθους. Ήμεθα εξ εκείνων, οι οποίοι εφρόνουν με τον Βενιζέλον, ότι εάν η Ελλάς εξήρχετο τότε εις τον πόλεμον, διαφορετικαί θα ήσαν αι τύχαι του Ευρωπαϊκού πολέμου, και υπεστηρίξαμεν μετά μεγάλου ενθουσιασμού την τοιαύτην πολιτικήν του Προέδρου της Κυβερνήσεως, αποβλέποντες εις την υψηλήν ιδεολογίαν, την οποίαν ήθελε να υπηρετήση ο Βενιζέλος. Αλλ' αν καλοεξετάσωμεν το ζήτημα η σπουδή εκείνη ήτο πεπλανημένη. Διότι είναι βέβαιον ότι την Ελλάδα θα ηκολούθει εις τον πόλεμον και η Βουλγαρία, ήτις ήτο φανερόν ότι θα επήγαινε και αυτή με την Αντάντ(30), διότι η Βουλγαρία εφοβείτο να αντιμετωπίση την Ελλάδα εις μονομαχίαν ελληνοβουλγαρικήν,
καθ' ην στιγμήν μάλιστα η Σερβία ήτο ανέπαφος και η Ρουμανία ήτο βέβαιον, ότι θα επενέβαινε.Γνωρίζομεν δε ότι μία τοιαύτη επιστράτευσις θα ήτο καταστρεπτικωτέρα και του χειροτέρου πολέμου. Αναγκαστικώς, λοιπόν, και μοιραίως έπρεπε να πολεμήσωμεν, και το πρώτον ζήτημα ετίθετο, εάν έπρεπε να κτυπήσωμεν την Τουρκίαν αμέσως, ή να περιμένωμεν να ίδωμεν οποίαν στάσιν θα ετήρει η Βουλγαρία. Ήτο, δηλαδή, η ιδέα του Βενιζέλου να λάβωμεν μέρος εις την κατά της Τουρκίας εκστρατείαν πριν η Βουλγαρία κηρύξη τον πόλεμον, ορθή ή όχι;
Εάν ο Βενιζέλος έκαμνε θρακικήν πολιτικήν, εάν ενόμιζεν, ότι προ παντός κατά τον πόλεμον τούτον, έπρεπε να επανακτήσωμεν την Θράκην, αλλέως θα επολιτεύετο. Δι' ημάς, οι οποίοι φρονούμεν ότι η Θράκη έπρεπε ν' αποτελέση την βάσιν της Ελληνικής πολιτικής, οι οποίοι δεν τρέφομεν τας περί Βαλκανικής Ομοσπονδίας ουτοπίας, οι οποίοι νομίζοντες ότι η Ελλάς δεν πρέπει να χάση την Θράκην, όχι μόνον διότι δεν πρέπει να χαθή μία χώρα ακραιφνώς Ελληνική, αλλά και διότι οι Βούλγαροι δεν πρέπει να κατέλθουν εις το Αιγαίον και να κόψουν την δια ξηράς συνέχειαν του Ελληνισμού προς την Κωνσταντινούπολιν και την Μικράν Ασίαν, βεβαίως ήτο λάθος κολοσσιαίον η σπουδή του Βενιζέλου να θέλη να ακολουθήση τους Άγγλους εις την κατά των Δαρδανελλίων εκστρατείαν. Η Αγγλία το 1914 ευρίσκετο εις μεγάλην δυσκολίαν, διότι δεν είχεν ακόμη στρατόν και ηπειλούντο δια της Τουρκίας η Αίγυπτος και αι Ινδίαι. Κατήρχοντο δε και οι Ρώσοι, όχι ολιγότερον εχθροί εν τη συμμαχία.
Η Αγγλία, λοιπόν, προέτεινεν εις την Ελλάδα να λάβη μέρος εις την εκστρατείαν εκείνην, με την υπόσχεσιν ότι θα ελάμβανε σπουδαίον μέρος της Μ. Ασίας, ικανοποιούν τους ελληνικούς πόθους. Ήμεθα εξ εκείνων, οι οποίοι εφρόνουν με τον Βενιζέλον, ότι εάν η Ελλάς εξήρχετο τότε εις τον πόλεμον, διαφορετικαί θα ήσαν αι τύχαι του Ευρωπαϊκού πολέμου, και υπεστηρίξαμεν μετά μεγάλου ενθουσιασμού την τοιαύτην πολιτικήν του Προέδρου της Κυβερνήσεως, αποβλέποντες εις την υψηλήν ιδεολογίαν, την οποίαν ήθελε να υπηρετήση ο Βενιζέλος. Αλλ' αν καλοεξετάσωμεν το ζήτημα η σπουδή εκείνη ήτο πεπλανημένη. Διότι είναι βέβαιον ότι την Ελλάδα θα ηκολούθει εις τον πόλεμον και η Βουλγαρία, ήτις ήτο φανερόν ότι θα επήγαινε και αυτή με την Αντάντ(30), διότι η Βουλγαρία εφοβείτο να αντιμετωπίση την Ελλάδα εις μονομαχίαν ελληνοβουλγαρικήν,
Η Βουλγαρία, λοιπόν, θα συνετάσσετο μεθ' ημών. Θα συνετρίβετο αμέσως η Τουρκία πριν ή προφθάσουν οι Γερμανοί να κατέλθουν, θα εσώζετο η Σερβία και τότε όλα τα Κράτη του Αίμου θα επετίθεντο εναντίον της Αυστρίας. Και καθ' ην στιγμήν οι Ρώσσοι ήσαν νικηταί, θα συνέβαινεν εν Αυστρία εκείνο το οποίον συμβαίνει σήμερον".
Αλλ' η πολιτική αύτη του Βενιζέλου πιθανόν να ωφέλει τα αγγλικά και τα παγκόσμια συμφέροντα, αλλ' εις την Ελλάδα η συμμετοχή ετίθετο υπό όρους οδυνηρούς· διότι αν η Βουλγαρία επήγαινε με την Αντάντ -και η Αγγλία ειργάζετο να συνδυάση τα ελληνικά προς τα βουλγαρικά συμφέροντα- θα εξήρχετο βεβαίως εις τον πόλεμον αποζημιουμένη εις βάρος του Ελληνισμού. Και ερωτάται: "ήτο συμφέρον δια τον Ελληνισμόν να ίδη τους Βουλγάρους, εγκαθισταμένους εις την Προποντίδα, διότι θα έπαιρναν και την Τουρκικήν Θράκην, και εισβάλλοντας πρώτους εις την Κωνσταντινούπολιν; Ποίος γνωρίζει εάν οι Άγγλοι δεν θα προετίμων να γίνη η Κωνσταντινούπολις Βουλγαρική ή Ρωσσική. Αλλ' η Ελλάς εκαλείτο να κάμη και μίαν άλλην φοβερωτέραν θυσίαν χάριν της Βουλγαρικής συμπράξεως, εκαλείτο να παραδώση εις την Βουλγαρίαν την Αν. Μακεδονίαν και ο Βενιζέλος εμελέτα το ενδεχόμενον τούτο.
Και ερωτάται: "ήτο συμφέρον του Έθνους δια να προσαρτήση τον Ελληνισμόν της Μικράς Ασίας να χάση δια παντός την Θράκην και να φέρη τους Βουλγάρους εις τον Βόσπορον και τον Στρυμόνα;" Είμεθα δε βέβαιοι ότι οι Βούλγαροι χωρίς ν' ακούσουν ούτε τους Άγγλους, ούτε τους Κινέζους, ενώ ημείς θα απησχολούμεθα εις κινδυνώδη εν Μ. Ασία εκστρατείαν, αυτοί διαβαίνοντες τον Στρυμόνα, θα έφθανον εις Θεσσαλονίκην. Επειδή δε νομίζομεν, ότι εάν πέση η Τουρκία ο εκείΕλληνισμός θα εξασφαλισθή φυλετικώς, θα επροτιμούσαμεν λύσιν, η οποία θα μας έδιδε προ παντός την Θράκην και δεν θα μας αφήρει ούτε σπιθαμήν της Μακεδονίας. Ιδού δια ποίους λόγους νομίζομεν σήμερον ότι η πολιτική του Βενιζέλου έσπευδε πολύ και τούτο διότι ο Βενιζέλος ουδέποτε εσκέφθη την Θράκην. Η πολιτική του έπρεπε τουναντίον να τείνη εις το πώς να ευρεθώμεν αντιμέτωποι των Βουλγάρων, όπως αποσπάσωμεν την Θράκην και περιορίσωμεν την τερατώδη αυτήν φυλήν εις την φωλεάν της, μακράν του Αιγαίου. Δεν υπήρχε καλυτέρα ευκαιρία. Έπρεπεν, όμως, προς τούτο να κοιτάξωμεν πρώτον ποίαν οδόν θα ελάμβανον οι Βούλγαροι. Ήτο δε φανερόν απ' αρχής, ότι οι Βούλγαροι θα συνετάσσοντο με την Γερμανίαν. Ίσως όμως οι Βούλγαροι θα έμενον ήσυχοι, εφ' όσον η Ελλάς δεν εδήλου ποίαν πολιτικήν θα ηκολούθει. Εν τοιαύτη περιπτώσει θα εμένομεν και οι δύο ουδέτεροι. Θα εκάμνομεν δε ημείς την καλυτέραν στιγμήν πόλεμον εθνικόν κατά της Βουλγαρίας, προς απελευθέρωσιν της Θράκης. Αλλ' είτε διότι ο Κωνσταντίνος εβεβαίωσε τους Βουλγάρους, ότι ουδέποτε θα επετίθετο εναντίον των, είτε διότι οι Βούλγαροι θα επήγαιναν πάντως με τους Γερμανούς, εις την Ελλάδα παρουσιάσθη η καλυτέρα ευκαιρία να κτυπήση την Βουλγαρίαν, όταν αύτη εκήρυξε τον πόλεμον κατά της Σερβίας. Οι δύο κληρονομικοί εχθροί μας, Βούλγαροι και Τούρκοι, ευρίσκοντο εναντίον της Αντάντ, προς την οποίαν μας έφερον εξ' άλλου τα συμφέροντα και οι ιστορικοί δεσμοί.
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Ο Κωνσταντίνος, δυστυχώς, ηκολούθησε πολιτικήν η οποία επεσώρευσε καταστροφάς και παρ' ολίγον να στοιχίση την ύπαρξιν αυτού του Έθνους. Η πολιτική του ήτο τοιαύτη ώστε, δεν αφήκε την ελπίδα ότι η Ελλάς θα εξήρχετο όταν τα συμφέροντά της θα επέβαλλον το τοιούτον. Σήμερον έχομεν όλα τα πειστήρια ότι ηκολούθησε πολιτικήν, έχων υπ' όψει του ή να θριαμβεύση ή ν' απολεσθή μετά του Κάϊζερ. Εάν ο Κωνσταντίνος εφοβείτο πράγματι την νίκην της Γερμανίας και ήθελε να κρατήση την Ελλάδα μακράν των δεινών αδήλου πολέμου ηδύνατο να είπη εις τον Κάϊζερ.
"Είμαι υποχρεωμένος να ανεχθώ τον συμμαχικόν στρατόν εις το έδαφός μου, διότι πρώτον μεν έφθασαν και ήλθαν προσκληθέντες από την Κυβέρνησίν μου και διότι οι Σύμμαχοι ως εκ της θαλάσσης είναι κύριοι της Ελλάδος. Η Γερμανία να αρκεσθή εις το ότι δεν θα προσθέσω εις τους εχθρούς της 500.000 γενναίων μαχητών, οι οποίοι ηδύναντο να μεταβάλουν τα πράγματα εις τον Αίμον. Δεν είναι, λοιπόν, δυνατόν να παραδώσω εις τους Βουλγάρους ελληνικά εδάφη, διότι γνωρίζω τί είναι Βούλγαρος. Εάν οι Βούλγαροι θελήσουν να εισέλθουν εις την Μακεδονίαν, διότι είναι εκεί οι Γάλλοι, είμαι υποχρεωμένος να πολεμήσω".
Εάν τοιαύτην γλώσσαν ετήρει ο Κωνσταντίνος και εάν υποθέσωμεν ότι δεν παρέδωκεν ο ίδιος την Ανατ. Μακεδονίαν, οι Βούλγαροι δεν θα εκινούντο, διότι δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι η Ανατ. Μακεδονία κατελήφθη όχι δια στρατηγικούς λόγους, αλλά δια κατακτητικούς, χάριν δε της Ανατ. Μακεδονίας οι Γερμανοί δεν θα επέτρεπον ποτέ να αυξηθούν οι εχθροί των.
Αν και λοιπόν η ουδετερότης ήτο πάντως ασύμφορος εις τα ελληνικά συμφέροντα εν τούτοις ο Κωνσταντίνος τοιαύτην ήσκει επιρροήν, ώστε ούτε η επανάστασις της Θεσσαλονίκης θα εγίνετο, ούτε ο εθνικός σπαραγμός θα ηκολούθει. Εάν οΚωνσταντίνος δεν εγίνετο πράκτωρ της Γερμανίας εν Ελλάδι, ο Βενιζέλος θα ηδράνει μέχρι της στιγμής, κατά την οποίαν θα ήτο πλέον φανερόν ότι η Γερμανία θα ηττάτο και ότι η Ελλάς έπρεπε να πολεμήση, όπως επισπεύση τα πράγματα και όπως αποσπάση από τους Βουλγάρους την Θράκην.
Θα ήτο και αύτη μία πολιτική, η οποία θα ηδύνατο να επικριθή, αλλά θα διεφύλαττεν ακεραίας τας υλικάς και ηθικάς δυνάμεις του Έθνους.
Ίσως εάν δεν υπήρχεν ο Βενιζέλος, τα πράγματα να εβάδιζον όλως διόλου διαφορετικά. Αλλ' αφού ο Βενιζέλος υπήρχε, και ήτο ήδη ένας ένδοξος ηγέτης, δυνάμενος να σύρη όπισθέν του μέγα μέρος του Έθνους και είχε πολιτικήν ιδεολογίαν, ο Κωνσταντίνος δεν εδικαιολογείτο ακολουθών την αντίθετον όλως πολιτικήν. Άλλως τε ο Βενιζέλος έδειξεν ομολογουμένως αξιοθαύμαστον μετριοπάθειαν, μέχρι της στιγμής κατά την οποίαν η παράδοσις της Α. Μακεδονίας εφανέρωνεν, ότι ευρισκόμεθα προ τρομεράς εθνικής προδοσίας.
Η επανάστασις της Θεσσαλονίκης(31) δεν ήτο ιδέα μόνον του Βενιζέλου, αλλ' ιδέα όλων των αληθινών πατριωτών, τους οποίους δεν είχε δηλητηριάσει η Γερμανική προπαγάνδα, ή των οποίων δεν είχε σκοτίσει τον νούν το Κομματικόν μίσος κατά του Βενιζέλου.
"Είμαι υποχρεωμένος να ανεχθώ τον συμμαχικόν στρατόν εις το έδαφός μου, διότι πρώτον μεν έφθασαν και ήλθαν προσκληθέντες από την Κυβέρνησίν μου και διότι οι Σύμμαχοι ως εκ της θαλάσσης είναι κύριοι της Ελλάδος. Η Γερμανία να αρκεσθή εις το ότι δεν θα προσθέσω εις τους εχθρούς της 500.000 γενναίων μαχητών, οι οποίοι ηδύναντο να μεταβάλουν τα πράγματα εις τον Αίμον. Δεν είναι, λοιπόν, δυνατόν να παραδώσω εις τους Βουλγάρους ελληνικά εδάφη, διότι γνωρίζω τί είναι Βούλγαρος. Εάν οι Βούλγαροι θελήσουν να εισέλθουν εις την Μακεδονίαν, διότι είναι εκεί οι Γάλλοι, είμαι υποχρεωμένος να πολεμήσω".
Εάν τοιαύτην γλώσσαν ετήρει ο Κωνσταντίνος και εάν υποθέσωμεν ότι δεν παρέδωκεν ο ίδιος την Ανατ. Μακεδονίαν, οι Βούλγαροι δεν θα εκινούντο, διότι δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι η Ανατ. Μακεδονία κατελήφθη όχι δια στρατηγικούς λόγους, αλλά δια κατακτητικούς, χάριν δε της Ανατ. Μακεδονίας οι Γερμανοί δεν θα επέτρεπον ποτέ να αυξηθούν οι εχθροί των.
Αν και λοιπόν η ουδετερότης ήτο πάντως ασύμφορος εις τα ελληνικά συμφέροντα εν τούτοις ο Κωνσταντίνος τοιαύτην ήσκει επιρροήν, ώστε ούτε η επανάστασις της Θεσσαλονίκης θα εγίνετο, ούτε ο εθνικός σπαραγμός θα ηκολούθει. Εάν οΚωνσταντίνος δεν εγίνετο πράκτωρ της Γερμανίας εν Ελλάδι, ο Βενιζέλος θα ηδράνει μέχρι της στιγμής, κατά την οποίαν θα ήτο πλέον φανερόν ότι η Γερμανία θα ηττάτο και ότι η Ελλάς έπρεπε να πολεμήση, όπως επισπεύση τα πράγματα και όπως αποσπάση από τους Βουλγάρους την Θράκην.
Θα ήτο και αύτη μία πολιτική, η οποία θα ηδύνατο να επικριθή, αλλά θα διεφύλαττεν ακεραίας τας υλικάς και ηθικάς δυνάμεις του Έθνους.
Ίσως εάν δεν υπήρχεν ο Βενιζέλος, τα πράγματα να εβάδιζον όλως διόλου διαφορετικά. Αλλ' αφού ο Βενιζέλος υπήρχε, και ήτο ήδη ένας ένδοξος ηγέτης, δυνάμενος να σύρη όπισθέν του μέγα μέρος του Έθνους και είχε πολιτικήν ιδεολογίαν, ο Κωνσταντίνος δεν εδικαιολογείτο ακολουθών την αντίθετον όλως πολιτικήν. Άλλως τε ο Βενιζέλος έδειξεν ομολογουμένως αξιοθαύμαστον μετριοπάθειαν, μέχρι της στιγμής κατά την οποίαν η παράδοσις της Α. Μακεδονίας εφανέρωνεν, ότι ευρισκόμεθα προ τρομεράς εθνικής προδοσίας.
Η επανάστασις της Θεσσαλονίκης(31) δεν ήτο ιδέα μόνον του Βενιζέλου, αλλ' ιδέα όλων των αληθινών πατριωτών, τους οποίους δεν είχε δηλητηριάσει η Γερμανική προπαγάνδα, ή των οποίων δεν είχε σκοτίσει τον νούν το Κομματικόν μίσος κατά του Βενιζέλου.
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Και μέχρι της στιγμής κατά την οποίαν ανεχώρησεν εις Θεσσαλονίκην, αλλά και αργότερον ακόμη ο Βενιζέλος αφήκε πάντοτε μέχρις αυτής της εκθρονίσεως, εις τον Κωνσταντίνον μίαν σανίδα σωτηρίας, εάν ήθελε να υποχωρήση. Ως αρχηγός Κόμματος ο Βενιζέλος υπήρξε ως πάντοτε απαράμιλλος, διότι κατώρθωσεν εκ του μηδενός να σχηματίση νέον Κράτος, να διοργανώση στρατόν, να εκθρονίση τον Κωνσταντίνον και να επανέλθη θριαμβευτής εις Αθήνας. Οι εχθροί του θα ειπούν ότι όλα ταύτα δεν τα οφείλει εις την ικανότητά του, αλλ' επεβλήθη υπό των ξένων εις τον Ελληνικόν λαόν.
Λέγουν, επίσης, οι αντίθετοι ότι ό,τι έκαμαν οι Σύμμαχοι το έκαμαν χάριν των συμφερόντων των και όχι χάριν της Ελλάδος.
Έστω. Αλλά πρέπει να δοξάζωμεν τον Θεόν ότι η Ελλάς εσώθη και ακόντων των Ελλήνων, διότι τα συμφέροντα της Ελλάδος συνέπιπτον ευτυχώς με τα συμφέροντα των Συμμάχων. Επί τέλους δε οι Σύμμαχοι, όπως ήλθον τα πράγματα, δεν είχον και πολλήν ανάγκην της Ελλάδος, εις το τέλος θα ενίκων και χωρίς αυτήν. Αλλ' ερωτώνται εκείνοι, οι οποίοι ηύχοντο να ιδούν τους Βουλγάρους εις τας Αθήνας και τους Γερμανούς εις το Παρίσι, τί θα εγινόμεθα εάν δεν υπήρχεν η Αγγλία και Γαλλία; Φαντασθήτε, εάν οι σύμμαχοι μάς εκήρυττον τον πόλεμον ως εχθρικώς διακειμένους προς την Αντάντ, ή μας άφηναν εις την τύχην μας δια να διαμελισθώμεν από τους Σέρβους, τους Ρώσους, τους Ιταλούς;
Ο Βενιζέλος εις την Θεσσαλονίκην έπραξε παν ό,τι ήτο δυνατόν όπως επανορθωθούν αι συνέπειαι της μεγάλης εθνικής συμφοράς, επανελθών δε εις Αθήνας έπραξε παν ό,τι ηδύνατο όπως παρασκευάση τον Ελληνικόν στρατόν, ίνα και η Ελλάς λάβη μέρος εις τον Παγκόσμιον πόλεμον, έστω και την τελευταίαν στιγμήν.
Λέγουν, επίσης, οι αντίθετοι ότι ό,τι έκαμαν οι Σύμμαχοι το έκαμαν χάριν των συμφερόντων των και όχι χάριν της Ελλάδος.
Έστω. Αλλά πρέπει να δοξάζωμεν τον Θεόν ότι η Ελλάς εσώθη και ακόντων των Ελλήνων, διότι τα συμφέροντα της Ελλάδος συνέπιπτον ευτυχώς με τα συμφέροντα των Συμμάχων. Επί τέλους δε οι Σύμμαχοι, όπως ήλθον τα πράγματα, δεν είχον και πολλήν ανάγκην της Ελλάδος, εις το τέλος θα ενίκων και χωρίς αυτήν. Αλλ' ερωτώνται εκείνοι, οι οποίοι ηύχοντο να ιδούν τους Βουλγάρους εις τας Αθήνας και τους Γερμανούς εις το Παρίσι, τί θα εγινόμεθα εάν δεν υπήρχεν η Αγγλία και Γαλλία; Φαντασθήτε, εάν οι σύμμαχοι μάς εκήρυττον τον πόλεμον ως εχθρικώς διακειμένους προς την Αντάντ, ή μας άφηναν εις την τύχην μας δια να διαμελισθώμεν από τους Σέρβους, τους Ρώσους, τους Ιταλούς;
Ο Βενιζέλος εις την Θεσσαλονίκην έπραξε παν ό,τι ήτο δυνατόν όπως επανορθωθούν αι συνέπειαι της μεγάλης εθνικής συμφοράς, επανελθών δε εις Αθήνας έπραξε παν ό,τι ηδύνατο όπως παρασκευάση τον Ελληνικόν στρατόν, ίνα και η Ελλάς λάβη μέρος εις τον Παγκόσμιον πόλεμον, έστω και την τελευταίαν στιγμήν.
Η ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΕΝ ΑΥΛΙΔΙ
Είμεθα όμως και πάλιν υποχρεωμένοι να επαναλάβωμεν το έργον του επικριτού, εξετάζοντες την έκτοτε πολιτικήν του Βενιζέλου.
Ο Βενιζέλος ήθελε να φαίνεται ότι η Ελλάς επρόκειτο να θυσιασθή μόνον και μόνον δια να επανακτήση την τιμήν της, και ότι έπρεπε να χύση το αίμα της μόνον και μόνον δια να εξιλεώση τους Συμμάχους και εξαγοράση τας αμαρτίας της. Ο τόνος, τον οποίον έδιδεν εις την πολιτικήν ταύτην ήτο υπερβολικός. Εντεύθεν εκήρυττε παντού και μέχρι προχθές εις το Λονδίνον, ότι "η Ελλάς ουδεμίαν έχει αξίωσιν και ας της δώσουν ό,τι θέλουν" και αν δεν μας δώσουν τίποτε, πάλιν καλά να είναι. Βεβαίως υφ' ους όρους ήλθεν ο Βενιζέλος εις την εξουσίαν και υπό τας συνθήκας, υπό τας οποίας επρόκειτο η Ελλάς να πολεμήση, δεν ηδύνατο αύτη να έχη μεγάλας αξιώσεις, ούτε δυνατήν την φωνήν, αλλ' από του σημείου τούτου μέχρι του να σύρεται η Ελλάς εις τον βωμόν, ως η "Ιφιγένεια εν Αυλίδι" υπήρχε μεγάλη απόστασις. Ο φανατισμός του Βενιζέλου περί την ιδέαν ταύτην και η περίφημος πολιτική του "τιμιότης" εδημιούργησαν πολιτικήν επιβλαβεστάτην εις τα εθνικά συμφέροντα. Διότι η τοιαύτη αντίληψις εξησθένει κάθε εθνικήν πολιτικήν και απέκλειε πάσαν διπλωματικήν ενέργειαν προς διεκδίκησιν των εθνικών δικαίων. Δυστυχώς δε αι περιστάσεις, υφ' ας εδημιουργήθη το καθεστώς, έδιδον εις τον Βενιζέλον την δύναμιν να απαγορεύη πάσαν αντίθετον σκέψιν. Όλοι οι Βενιζελικοί ενόμιζον ότι ήτο έγκλημα καθοσιώσεως κατά του ενδόξου αρχηγού να έχουν διαφορετικάς ιδέας από αυτόν ή τουλάχιστον να τας εκφράζουν. Οι περισσότεροι δε από αυτούς εκοίταζαν να προάγουν τα συμφέροντά τους υπό την αιγίδα του Κόμματος. Η Βουλή ήτο βωβή, διότι η μεν Βενιζελική πλειοψηφία εσιώπα, η δε Αντιπολίτευσις ευρίσκετο υπόδικος επί εσχάτη προδοσία. Ο Τύπος επίσης, ο μεν Κυβερνητικός εθεώρει ως προορισμόν του να υμνή τους Συμμάχους και την Κυβέρνησιν 24 ώρας το ημερονύκτιον, ο δε πρώην Γερμανόπληκτος Τύπος ευρίσκετο υπό την αυτήν κατηγορίαν με τους Βουλευτάς της Αντιπολιτεύσεως. Η λογοκρισία τέλος, υπό τας οδηγίας μιας πολιτικής θυμιαμάτων, κολακειών και δουλοπρεπείας, ημπόδιζε την έκφρασιν κάθε αντιθέτου ιδέας. Εις τους αλυτρώτους Έλληνας δεν επετράπη ούτε μία φωνή. Εις κανέναν Έλληνα δεν επετράπη να εκφέρη γνώμην διαφορετικήν των αντιλήψεων της Κυβερνήσεως. Ο Βενιζέλος έπρεπε να σκεφθή και δια τα παραμικρότερα πράγματα.
Υπήρξα εκ των επαναστατών της Θεσσαλονίκης, ο μόνος ίσως, ο οποίος διεφώνησε δημοσία προς την πολιτικήν της Κυβερνήσεως και ετόλμησε να ειπή την γνώμην του.
Και όμως ο Ελληνικός λαός έπρεπε να αφεθή ελεύθερος να εκδηλώση τας εθνικάς του βλέψεις και έπρεπεν οι ανεξάρτητοι άνδρες να αφεθούν ελεύθεροι να επικρίνουν και αυτή την Κυβέρνησιν και αυτούς τους Συμμάχους. Το συμφέρον του Έθνους απήτει να αρχίσωμεν να φωνάζωμεν, ότι εάν έπταισεν ο Ελληνικός λαός, έπταισε περισσότερον η Ευρώπη δια τα λάθη του Κωνσταντίνου. Μήπως δεν τον υπεστήριζαν μέχρι τελευταίας στιγμής, η Ρωσία, η Ιταλία και αυτή η Αγγλία; Ο εκ των κορυφαίων Υπουργών της Αγγλικής Κυβερνήσεως Ουΐνστων Τσώρτσιλ αγορεύων εις γεύμα δοθέν εν Λονδίνω προς εορτασμόν της πρώτης επετείου της ενώσεως των δύο Κρατών (14 Ιουνίου) έρριψεν όλην την ευθύνην των ατυχιών της Ελλάδος εις την διπλωματίαν των Συμμάχων...
Και πλείστοι άλλοι φίλοι της Ελλάδος έγραψαν και ωμίλησαν υπό τοιούτον πνεύμα.
Ο Πρόεδρος της εμπορικής επιτροπής της Αγγλικής Βουλής, ομιλών εις Συμπόσιον της Eμπορικής Συνδιασκέψεως (19 Ιουνίου '18) είπεν ότι "δεν είναι των Ελλήνων σφάλμα εάν δεν ευρέθησαν ευθύς εξ αρχής του πολέμου παρά το πλευρόν των Συμμάχων".
Αλλ' ο Βενιζέλος ήθελε να παίξη το πρόσωπον της μετανοούσης αμαρτωλής, η οποία κλαίει όλην την ημέραν δια να συγχωρηθούν αι αμαρτίαι της. Υπό τοιούτους όρους ήτο αδύνατον να γίνη σθεναρά εθνική πολιτική, καθ' ην στιγμήν εις όλα τα εμπόλεμα Έθνη διεξήγετο δεινός κοινοβουλευτικός και δημοσιογραφικός αγών, όχι μόνον εις το να υβρίζωνται οι εχθροί, αλλά και να κατακρίνωνται οι Σύμμαχοι και αι Κυβερνήσεις των. Καθ' ην στιγμήν έκαστον Έθνος επάλαιε δια τα ίδια συμφέροντα και τας ιδίας αντιλήψεις, καθ' ην στιγμήν έπιπτον τα Υπουργεία δια να έρχωνται ισχυρότεροι άνδρες, καθ' ην στιγμήν ο Χάρδεν ετόλμα να επικρίνη τον Κάϊζερ, καθ' ην ώραν οι Ευρωπαϊκοί λαοί συνήρχοντο εις εργατικά, σοσιαλιστικά, και άλλα συνέδρια, μόνον το Ελληνικόν Έθνος παρίστα το θέαμα δούλου λαού εκπροσωπουμένου μόνον από έναν άνθρωπον και συρομένου εις τον πόλεμον χωρίς σκέψιν και χωρίς φωνήν.
Ο Βενιζέλος ήθελε να φαίνεται ότι η Ελλάς επρόκειτο να θυσιασθή μόνον και μόνον δια να επανακτήση την τιμήν της, και ότι έπρεπε να χύση το αίμα της μόνον και μόνον δια να εξιλεώση τους Συμμάχους και εξαγοράση τας αμαρτίας της. Ο τόνος, τον οποίον έδιδεν εις την πολιτικήν ταύτην ήτο υπερβολικός. Εντεύθεν εκήρυττε παντού και μέχρι προχθές εις το Λονδίνον, ότι "η Ελλάς ουδεμίαν έχει αξίωσιν και ας της δώσουν ό,τι θέλουν" και αν δεν μας δώσουν τίποτε, πάλιν καλά να είναι. Βεβαίως υφ' ους όρους ήλθεν ο Βενιζέλος εις την εξουσίαν και υπό τας συνθήκας, υπό τας οποίας επρόκειτο η Ελλάς να πολεμήση, δεν ηδύνατο αύτη να έχη μεγάλας αξιώσεις, ούτε δυνατήν την φωνήν, αλλ' από του σημείου τούτου μέχρι του να σύρεται η Ελλάς εις τον βωμόν, ως η "Ιφιγένεια εν Αυλίδι" υπήρχε μεγάλη απόστασις. Ο φανατισμός του Βενιζέλου περί την ιδέαν ταύτην και η περίφημος πολιτική του "τιμιότης" εδημιούργησαν πολιτικήν επιβλαβεστάτην εις τα εθνικά συμφέροντα. Διότι η τοιαύτη αντίληψις εξησθένει κάθε εθνικήν πολιτικήν και απέκλειε πάσαν διπλωματικήν ενέργειαν προς διεκδίκησιν των εθνικών δικαίων. Δυστυχώς δε αι περιστάσεις, υφ' ας εδημιουργήθη το καθεστώς, έδιδον εις τον Βενιζέλον την δύναμιν να απαγορεύη πάσαν αντίθετον σκέψιν. Όλοι οι Βενιζελικοί ενόμιζον ότι ήτο έγκλημα καθοσιώσεως κατά του ενδόξου αρχηγού να έχουν διαφορετικάς ιδέας από αυτόν ή τουλάχιστον να τας εκφράζουν. Οι περισσότεροι δε από αυτούς εκοίταζαν να προάγουν τα συμφέροντά τους υπό την αιγίδα του Κόμματος. Η Βουλή ήτο βωβή, διότι η μεν Βενιζελική πλειοψηφία εσιώπα, η δε Αντιπολίτευσις ευρίσκετο υπόδικος επί εσχάτη προδοσία. Ο Τύπος επίσης, ο μεν Κυβερνητικός εθεώρει ως προορισμόν του να υμνή τους Συμμάχους και την Κυβέρνησιν 24 ώρας το ημερονύκτιον, ο δε πρώην Γερμανόπληκτος Τύπος ευρίσκετο υπό την αυτήν κατηγορίαν με τους Βουλευτάς της Αντιπολιτεύσεως. Η λογοκρισία τέλος, υπό τας οδηγίας μιας πολιτικής θυμιαμάτων, κολακειών και δουλοπρεπείας, ημπόδιζε την έκφρασιν κάθε αντιθέτου ιδέας. Εις τους αλυτρώτους Έλληνας δεν επετράπη ούτε μία φωνή. Εις κανέναν Έλληνα δεν επετράπη να εκφέρη γνώμην διαφορετικήν των αντιλήψεων της Κυβερνήσεως. Ο Βενιζέλος έπρεπε να σκεφθή και δια τα παραμικρότερα πράγματα.
Υπήρξα εκ των επαναστατών της Θεσσαλονίκης, ο μόνος ίσως, ο οποίος διεφώνησε δημοσία προς την πολιτικήν της Κυβερνήσεως και ετόλμησε να ειπή την γνώμην του.
Και όμως ο Ελληνικός λαός έπρεπε να αφεθή ελεύθερος να εκδηλώση τας εθνικάς του βλέψεις και έπρεπεν οι ανεξάρτητοι άνδρες να αφεθούν ελεύθεροι να επικρίνουν και αυτή την Κυβέρνησιν και αυτούς τους Συμμάχους. Το συμφέρον του Έθνους απήτει να αρχίσωμεν να φωνάζωμεν, ότι εάν έπταισεν ο Ελληνικός λαός, έπταισε περισσότερον η Ευρώπη δια τα λάθη του Κωνσταντίνου. Μήπως δεν τον υπεστήριζαν μέχρι τελευταίας στιγμής, η Ρωσία, η Ιταλία και αυτή η Αγγλία; Ο εκ των κορυφαίων Υπουργών της Αγγλικής Κυβερνήσεως Ουΐνστων Τσώρτσιλ αγορεύων εις γεύμα δοθέν εν Λονδίνω προς εορτασμόν της πρώτης επετείου της ενώσεως των δύο Κρατών (14 Ιουνίου) έρριψεν όλην την ευθύνην των ατυχιών της Ελλάδος εις την διπλωματίαν των Συμμάχων...
Και πλείστοι άλλοι φίλοι της Ελλάδος έγραψαν και ωμίλησαν υπό τοιούτον πνεύμα.
Ο Πρόεδρος της εμπορικής επιτροπής της Αγγλικής Βουλής, ομιλών εις Συμπόσιον της Eμπορικής Συνδιασκέψεως (19 Ιουνίου '18) είπεν ότι "δεν είναι των Ελλήνων σφάλμα εάν δεν ευρέθησαν ευθύς εξ αρχής του πολέμου παρά το πλευρόν των Συμμάχων".
Αλλ' ο Βενιζέλος ήθελε να παίξη το πρόσωπον της μετανοούσης αμαρτωλής, η οποία κλαίει όλην την ημέραν δια να συγχωρηθούν αι αμαρτίαι της. Υπό τοιούτους όρους ήτο αδύνατον να γίνη σθεναρά εθνική πολιτική, καθ' ην στιγμήν εις όλα τα εμπόλεμα Έθνη διεξήγετο δεινός κοινοβουλευτικός και δημοσιογραφικός αγών, όχι μόνον εις το να υβρίζωνται οι εχθροί, αλλά και να κατακρίνωνται οι Σύμμαχοι και αι Κυβερνήσεις των. Καθ' ην στιγμήν έκαστον Έθνος επάλαιε δια τα ίδια συμφέροντα και τας ιδίας αντιλήψεις, καθ' ην στιγμήν έπιπτον τα Υπουργεία δια να έρχωνται ισχυρότεροι άνδρες, καθ' ην στιγμήν ο Χάρδεν ετόλμα να επικρίνη τον Κάϊζερ, καθ' ην ώραν οι Ευρωπαϊκοί λαοί συνήρχοντο εις εργατικά, σοσιαλιστικά, και άλλα συνέδρια, μόνον το Ελληνικόν Έθνος παρίστα το θέαμα δούλου λαού εκπροσωπουμένου μόνον από έναν άνθρωπον και συρομένου εις τον πόλεμον χωρίς σκέψιν και χωρίς φωνήν.
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΠΟΥΡΓΑΤΟΡΙΟΥ (32)
Αλλ' εάν η Ελλάς έπρεπε να πολεμήση προ παντός έπρεπε να πολεμήση χάριν εαυτής και χάριν των τέκνων της.
Έτσι έπρεπε να πάρωμεν το πράγμα, απέναντι της Ευρώπης και να υψώσωμεν σιγά-σιγά την φωνήν μας δια να ακουσθή εις τα πέρατα του κόσμου. Μήπως οι Σύμμαχοι πολεμούν μόνον δια την Δικαιοσύνην και την ιδεολογίαν, μήπως καθένας δεν φροντίζει δια τα ίδια συμφέροντα και την ιδίαν σωτηρίαν, μήπως έχουν ιδεολογίαν οι Ιταλοί, οι οποίοι ζητούν να καταπνίξουν Ελληνικάς χώρας κατά τον αγριώτερον τρόπον; Αρκούν μόνον αι εν τη Συμμαχία ανηθικότητες της Ιταλίας, δια να μην ομιλώμεν περί εγκλημάτων της Ελλάδος.
Εάν ο Ελληνικός λαός διέπραξε σφάλματα, η ζημία ήτο προ παντός δική του. Το Ελληνικόν όμως Έθνος από 3.000 ετών προσέφερε το αίμα του υπέρ της ελευθερίας της ανθρωπότητος, μόνον δε και μόνον δια τούτο δια την μεγάλην αυτή και ένδοξον ιστορίαν, έπρεπεν η Χριστιανική Ευρώπη μίαν και μόνην να έχη φροντίδα πώς να απολυτρώση από τα βάσανα της δουλείας τον λαόν εκείνον, ο οποίος περισσότερον από κάθε άλλον εμαρτύρησεν από τους διαφόρους επιδρομείς και εθυσιάσθη δια την ελευθερίαν του κόσμου και τον πολιτισμόν.
Η πολιτική της Κυβερνήσεως υπήρξε πολιτικήν Πουργατορίου. Ο Βενιζέλος έκαμεν εθνικήν πολιτικήν υπό εχεμύθειαν.
Καθ' ην στιγμήν Βούλγαροι και Τούρκοι προβλέποντες την ήτταν, εχαλούσαν τον κόσμον με τας προπαγάνδας των, δια να έχουν υπερασπιστάς την ημέραν της μεταβολής και κατώρθωσαν να μη κηρύξη εναντίον των τον πόλεμον η Αμερική, καθ' ην στιγμήν οι Ιταλοί εκίνουν πάντα λίθον δια τα ίδια των συμφέροντα και εξεβίαζον τους Συμμάχους, ουδεμία ηκούετο Ελληνική φωνή. Μάς έδιδαν μόνον από παντού διαβεβαιώσεις ότι η "ακεραιότης της Ελλάδος" ήτο εξησφαλισμένη και ο Βενιζέλος έλεγε: "Βλέπετε τί κατώρθωσα". Ήθελε να εξαρτά τα υπόλοιπα από την γενναιοδωρίαν των Συμμάχων. Η σκέψις του δε είναι ότι δεν έπρεπεν ο Ελληνικός λαός να παραφουσκώνεται με μεγάλας ελπίδας. Και τούτο διότι, εάν μεν δεν πάρωμεν τίποτε να δύναται να λέγη: "Εγώ σας τα έλεγα ότι πρέπει να είμεθα ευχαριστημένοι ότι εσώσαμεν την τιμήν μας και την ακεραιότητα της Ελλάδος". Εάν δε πάρωμεν, κάτι, να δύναται να λέγη: "Βλέπετε τί εκατάφερα;" Όχι μόνον σας έσωσα, αλλά σας επήρα με την ικανότητά μου και κάτι". Αλλ' υπό τοιαύτας αντιλήψεις ήτο αδύνατον να γίνη εθνική πολιτική. Και ως εάν οι Σύμμαχοι ανταπεκρίνοντο προς τας ιδέας ταύτας, δεν εφαίνοντο ότι ήθελον την Ελλάδα να αποκτήση πολύν στρατόν. Ο Ελληνικός στρατός κακώς εφωδιάσθη και ενώ η Ελλάς ηδύνατο να έχη κατά την ώραν της επιθέσεως κατά της Βουλγαρίας διπλάσιον στρατόν, ο στρατός μας αφέθη τόσος όσος εχρειάζετο δια να επανακτηθή η Σερβία, την στιγμήν κατά την οποίαν η Βουλγαρία θα είχε συμφέρον να συνάψη χωριστήν ειρήνην.
Ας έλθωμεν εις τα καθέκαστα.
Έτσι έπρεπε να πάρωμεν το πράγμα, απέναντι της Ευρώπης και να υψώσωμεν σιγά-σιγά την φωνήν μας δια να ακουσθή εις τα πέρατα του κόσμου. Μήπως οι Σύμμαχοι πολεμούν μόνον δια την Δικαιοσύνην και την ιδεολογίαν, μήπως καθένας δεν φροντίζει δια τα ίδια συμφέροντα και την ιδίαν σωτηρίαν, μήπως έχουν ιδεολογίαν οι Ιταλοί, οι οποίοι ζητούν να καταπνίξουν Ελληνικάς χώρας κατά τον αγριώτερον τρόπον; Αρκούν μόνον αι εν τη Συμμαχία ανηθικότητες της Ιταλίας, δια να μην ομιλώμεν περί εγκλημάτων της Ελλάδος.
Εάν ο Ελληνικός λαός διέπραξε σφάλματα, η ζημία ήτο προ παντός δική του. Το Ελληνικόν όμως Έθνος από 3.000 ετών προσέφερε το αίμα του υπέρ της ελευθερίας της ανθρωπότητος, μόνον δε και μόνον δια τούτο δια την μεγάλην αυτή και ένδοξον ιστορίαν, έπρεπεν η Χριστιανική Ευρώπη μίαν και μόνην να έχη φροντίδα πώς να απολυτρώση από τα βάσανα της δουλείας τον λαόν εκείνον, ο οποίος περισσότερον από κάθε άλλον εμαρτύρησεν από τους διαφόρους επιδρομείς και εθυσιάσθη δια την ελευθερίαν του κόσμου και τον πολιτισμόν.
Η πολιτική της Κυβερνήσεως υπήρξε πολιτικήν Πουργατορίου. Ο Βενιζέλος έκαμεν εθνικήν πολιτικήν υπό εχεμύθειαν.
Καθ' ην στιγμήν Βούλγαροι και Τούρκοι προβλέποντες την ήτταν, εχαλούσαν τον κόσμον με τας προπαγάνδας των, δια να έχουν υπερασπιστάς την ημέραν της μεταβολής και κατώρθωσαν να μη κηρύξη εναντίον των τον πόλεμον η Αμερική, καθ' ην στιγμήν οι Ιταλοί εκίνουν πάντα λίθον δια τα ίδια των συμφέροντα και εξεβίαζον τους Συμμάχους, ουδεμία ηκούετο Ελληνική φωνή. Μάς έδιδαν μόνον από παντού διαβεβαιώσεις ότι η "ακεραιότης της Ελλάδος" ήτο εξησφαλισμένη και ο Βενιζέλος έλεγε: "Βλέπετε τί κατώρθωσα". Ήθελε να εξαρτά τα υπόλοιπα από την γενναιοδωρίαν των Συμμάχων. Η σκέψις του δε είναι ότι δεν έπρεπεν ο Ελληνικός λαός να παραφουσκώνεται με μεγάλας ελπίδας. Και τούτο διότι, εάν μεν δεν πάρωμεν τίποτε να δύναται να λέγη: "Εγώ σας τα έλεγα ότι πρέπει να είμεθα ευχαριστημένοι ότι εσώσαμεν την τιμήν μας και την ακεραιότητα της Ελλάδος". Εάν δε πάρωμεν, κάτι, να δύναται να λέγη: "Βλέπετε τί εκατάφερα;" Όχι μόνον σας έσωσα, αλλά σας επήρα με την ικανότητά μου και κάτι". Αλλ' υπό τοιαύτας αντιλήψεις ήτο αδύνατον να γίνη εθνική πολιτική. Και ως εάν οι Σύμμαχοι ανταπεκρίνοντο προς τας ιδέας ταύτας, δεν εφαίνοντο ότι ήθελον την Ελλάδα να αποκτήση πολύν στρατόν. Ο Ελληνικός στρατός κακώς εφωδιάσθη και ενώ η Ελλάς ηδύνατο να έχη κατά την ώραν της επιθέσεως κατά της Βουλγαρίας διπλάσιον στρατόν, ο στρατός μας αφέθη τόσος όσος εχρειάζετο δια να επανακτηθή η Σερβία, την στιγμήν κατά την οποίαν η Βουλγαρία θα είχε συμφέρον να συνάψη χωριστήν ειρήνην.
Ας έλθωμεν εις τα καθέκαστα.
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΑΛΥΤΡΩΤΩΝ
Άμα τη εγκαταστάσει του Βενιζέλου εν Αθήναις εσχηματίσθη η "Επιτροπεία των Αλυτρώτων" από Προέδρους διαφόρων Θρακικών και Μικρασιατικών Σωματείων και περί της οποίας εδηλώθη επισήμως ότι θα διετέλει υπό τας οδηγίας της Κυβερνήσεως.
Φαντασθήτε πατριωτικόν σύλλογον, ο οποίος επρόκειτο να είναι φανερά παράρτημα του Υπουργείου των Εξωτερικών, και ως τοιούτον δεν ήτο δυνατόν παρά να κάμη τίποτε, όπως κάμνουν οι περίφημοι Διπλωμάται της οδού Φιλελλήνων. Ένα φυλλάδιον εις ξένην γλώσσαν δεν κατορθώθη να εκδοθή, το οποίον να γνωρίση εις όλον τον κόσμον τα ιστορικά κακουργήματα των Βουλγάρων, τί είναι η Θράκη και διατί δεν πρέπει να είναι Βουλγαρική, τί είναι η Μ. Ασία, τί θέλει ο Ελληνισμός, ποίαι είναι αι δίκαιαι αξιώσεις του.
Φαντασθήτε πατριωτικόν σύλλογον, ο οποίος επρόκειτο να είναι φανερά παράρτημα του Υπουργείου των Εξωτερικών, και ως τοιούτον δεν ήτο δυνατόν παρά να κάμη τίποτε, όπως κάμνουν οι περίφημοι Διπλωμάται της οδού Φιλελλήνων. Ένα φυλλάδιον εις ξένην γλώσσαν δεν κατορθώθη να εκδοθή, το οποίον να γνωρίση εις όλον τον κόσμον τα ιστορικά κακουργήματα των Βουλγάρων, τί είναι η Θράκη και διατί δεν πρέπει να είναι Βουλγαρική, τί είναι η Μ. Ασία, τί θέλει ο Ελληνισμός, ποίαι είναι αι δίκαιαι αξιώσεις του.
ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΤΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ
Εις την Ευρώπην ουδεμία διωργανώθη προπαγάνδα, όπως εξουδετερώση τουλάχιστον την κολοσσιαίαν Βουλγαρικήν προπαγάνδαν, η οποία είναι διωργανωμένη από 40 ετών κατά τρόπον αξιοθαύμαστον, ώστε η Βουλγαρία να μένη ασφαλής και όταν ακόμη σφάζη Άγγλους. Όπως δημιουργήσουν μεγάλην Βουλγαρίαν, οι Βούλγαροι εξεμεταλλεύθησαν τα πάντα. Μερικαί χιλιάδες Βουλγάρων έγιναν Δυτικοί δια να έχουν τον Πάπαν μαζί των. Μερικές άλλες χιλιάδες έγιναν διαμαρτυρόμενοι δια να έχουν την Αμερικήν μαζί των. Δέκα Βούλγαροι Πρέσβεις έχουν Αμερικανίδας γυναίκας, λέγεται δε ότι η σύζυγος του εν ταις Ηνωμέναις Πολιτείαις Βουλγάρου Πρέσβεως Παναρέτωφ, είναι αδελφή ενός μεγάλου Αμερικανού. Εις το Λονδίνον υπάρχουν εφημερίδες αφωσιωμένες εις τον Βουλγαρικόν αγώνα. Τριάκοντα δε είναι τα εκδιδόμενα Βουλγαρικά περιοδικά. Η Ελληνική προπαγάνδα της Αγγλίας εκδίδει μόνον ένα περιοδικόν, Ελληνιστί και αυτό γραμμένον, το οποίον εκθειάζει την Κυβέρνησιν της Ελλάδος και διανέμεται δωρεάν εις το Αγρίνιον.
Το Υπουργείον των Εξωτερικών της Ελλάδος υπήρξεν ανέκαθεν "Εθνικόν Νεκροταφείον".
Αλλά και ο Βενιζέλος δεν θέλει Υπουργόν των Εξωτερικών, διότι θέλει να είναι μόνος του το α και το ω. Και καθ' ην στιγμήν θα έπρεπε να είναι εις το Υπουργείον των Εξωτερικών, ένας Έλλην μεγαλοϊδεάτης, όπως τον βοηθή και να τον αναπληρώνη, Υπουργός Εξωτερικών είναι ο Ν. Πολίτης(33), όστις ημπορεί να είναι καλός Καθηγητής και γραφειοκράτης, αλλά καμμίαν μέσα του δεν έχει ψυχήν. Άνθρωπος όστις έλεγεν εις τους σπουδαστάς όταν ήτο εις το Παρίσι, ότι η Μεγάλη Ιδέα είναι ουτοπία, όστις δεν κατήλθεν εις την Ελλάδα από πατριωτισμόν, αλλ' αφού εξησφαλίσθη δια διπλών συμβολαίων, και όστις αφού έγραψεν εις Αθήνας όλας τα νότας του Κωνσταντίνου, μετέβη εις Θεσσαλονίκην, αφού εξησφάλισε προκαταβολικώς το υπουργιλίκι.
Το Υπουργείον των Εξωτερικών της Ελλάδος υπήρξεν ανέκαθεν "Εθνικόν Νεκροταφείον".
Αλλά και ο Βενιζέλος δεν θέλει Υπουργόν των Εξωτερικών, διότι θέλει να είναι μόνος του το α και το ω. Και καθ' ην στιγμήν θα έπρεπε να είναι εις το Υπουργείον των Εξωτερικών, ένας Έλλην μεγαλοϊδεάτης, όπως τον βοηθή και να τον αναπληρώνη, Υπουργός Εξωτερικών είναι ο Ν. Πολίτης(33), όστις ημπορεί να είναι καλός Καθηγητής και γραφειοκράτης, αλλά καμμίαν μέσα του δεν έχει ψυχήν. Άνθρωπος όστις έλεγεν εις τους σπουδαστάς όταν ήτο εις το Παρίσι, ότι η Μεγάλη Ιδέα είναι ουτοπία, όστις δεν κατήλθεν εις την Ελλάδα από πατριωτισμόν, αλλ' αφού εξησφαλίσθη δια διπλών συμβολαίων, και όστις αφού έγραψεν εις Αθήνας όλας τα νότας του Κωνσταντίνου, μετέβη εις Θεσσαλονίκην, αφού εξησφάλισε προκαταβολικώς το υπουργιλίκι.
ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟΝ ΖΗΤΗΜΑ ΚΑΙ Η ΑΓΓΛΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Τον Ιανουάριον του 1917 είχον μεταβή μετά του Στρατηγού Λ. Λαπαθιώτη(34) εις Αίγυπτον ως απεσταλμένος της Προσωρινής Κυβερνήσεως της Θεσσαλονίκης. Επειδή δε η Αγγλική Κυβέρνησις ανθίστατο εις την Κύπρον μετάβασιν ημών, όπως στείλωμεν εθελοντάς εις τον στρατόν της Εθνικής Αμύνης εκ Κύπρου, μετέβην εκεί μόνος ως Κύπριος και ως ιδιώτης. Μου έκαμε τότε μεγάλην εντύπωσιν η στάσις της Αγγλίας εις το Κυπριακόν ζήτημα. Η Αγγλία, ως γνωστόν, είχε προσφέρει την Κύπρον εις την Ελλάδα υπό τον όρον να εξέλθη εις τον πόλεμον την εποχήν κατά την οποίαν ηπειλείτο η Σερβία υπό της Βουλγαρίας.
Έκτοτε η Κύπρος θεωρείται ως ανήκουσα εις την Ελλάδα, αφού ναι μεν η Ελλάς δεν επολέμησε τότε, επολέμησεν όμως κατόπιν. Τί ημπόδιζε, λοιπόν, τους Άγγλους να επιτρέψουν όπως η Κύπρος ενισχύση την Κυβέρνησιν της Θεσσαλονίκης, ήτις κυρίως εστηρίζετο εις την βοήθειαν του έξω Ελληνισμού; Τούτο προήρχετο εκ του ότι οι Άγγλοι εσκέπτοντο ως εξής: "Εάν μεν ο πόλεμος λήξη με το πρώτον καθεστώς, ουδείς λόγος υπάρχει να δώσωμεν την Κύπρον εις την Ελλάδα, εάν δε υπέρ της Αντάντ, επειδή πιθανόν να μη πάρη η Ελλάς τίποτε αλλού, ας φυλάξωμεν την Κύπρον να την δώσωμεν εις το τέλος, όπως χρυσώσωμεν το καταπότιον". Αι ιδέαι αυταί ενέπνεον και τους εν Κύπρω Άγγλους Διοικητάς, οι οποίοι με υπεδέχθησαν όχι με τόσην ευχαρίστησιν. Φαντασθήτε ότι μετέβαινον εις Κύπρον ως ένας εκ των επαναστατών της Θεσσαλονίκης, από μηνών ήδη δεν έκαμνα άλλο ειμή να φωνάζω και να γράφω υπέρ της Αντάντ και της Κυβερνήσεως του Βενιζέλου και όμως εν Κύπρω, χώρα Ελληνική και Βρεττανική κτήσει, εθεωρούμην δυσάρεστος.
Οι Άγγλοι Διοικηταί της Κύπρου, θεωρούντες τον Βενιζελισμόν οδηγούντα προς την ένωσιν, ήσαν όλοι Κωνσταντινικοί, ενθαρύνοντες ούτω τους εν Κύπρω Γερμανοπλήκτους ομογενείς, οίτινες ύβριζον εγγράφως και προφορικώς τον Βενιζέλον με τα αισχρότερα επίθετα, καθ' ην στιγμήν ο Βενιζέλος εν Λονδίνω επανηγυρίζετο ως ο μεγαλύτερος πολιτικός της Ευρώπης και ο καλύτερος φίλος της Αγγλίας!..
Απαραλλάκτως ύβριζον οι Ιταλοί την Κυβέρνησιν της Θεσσαλονίκης και τον Βενιζέλον. Μάτην διεμαρτυρήθην· επειδή δε από της αφίξεώς μου ο αγών είχεν οξυνθή μεταξύ των δύο μερίδων, η Αγγλική Διοίκησις απηγόρευσεν έκτοτε την εξαγωγήν των ελληνικών εφημερίδων της Κύπρου, δια να μη παραξενεύεται ο κόσμος βλέπων εις κυπριακά φύλλα να υβρίζεται ο Βενιζέλος ως ο αίσχιστος των προδοτών, και να εξυμνήται ο Κωνσταντίνος, ο προ ολίγου εξορισθείς υπό της Αγγλίας ως εχθρός της Βρεττανικής Αυτοκρατορίας.
Οι Άγγλοι ήσαν εις την Αίγυπτον Βενιζελικοί, εις την Κύπρον Κωνσταντινικοί. Οι ξένοι, βλέπετε, κάμνουν πολιτικήν σύμφωνον με τας περιστάσεις και όπως απαιτούν τα συμφέροντά των. Μόνον ημείς δεν νοιώθουμε από τέτοια πράγματα. Όταν τον Ιανουάριον τρέχοντος έτους (1917) ήλθα εις Αθήνας δια να αφοσιωθώ εις τα εθνικά ζητήματα, ενόμισα, ότι έπρεπε να ανακινήσω προ παντός το Κυπριακόν.
Γενική ιδέα και πεποίθησις της Κυβερνήσεως ήτο, ότι η Αγγλία θα έδιδε την Κύπρον ως εκ της αναγκαστικής φοράς των πραγμάτων. Και την ιδέαν ταύτην συνεμεριζόμην και εγώ, δι' ους λόγους εξήγησα ανωτέρω. Εν τούτοις ενόμιζα ότι το Κυπριακόν ζήτημα έπρεπε να ανακινηθή, διότι είχα την ιδέαν ότι η Αγγλία έπρεπε να μην περιμένη το τέλος του πολέμου δια να δώση την Κύπρον εις την Ελλάδα, αλλά να την προσφέρη προκαταβολικώς, όπως είχεν προτείνει τον Φεβρουάριον του 1915, δια διαφόρους σπουδαίους λόγους. Δια να υποστηριχθή παρά τω Ελληνικώ λαώ η Κυβέρνησις του Βενιζέλου, δια να αναγκασθή η Ιταλία να προβή εις δηλώσεις δια το ζήτημα της Δωδεκαννήσου, δια να ενισχυθή ο Ελληνικός στρατός δια μιας εκ Κύπρου Μεραρχίας τουλάχιστον, δια να ενθουσιασθή ο Ελληνισμός εις δυσκόλους στιγμάς δυσπιστίας και απογοητεύσεως. Και υπό το πνεύμα τούτο έκαμα Εισηγήσεις εις την Κυβέρνησιν, όπως ο Βενιζέλος θίξη το Κυπριακόν ζήτημα δοκιμαστικώς και δια να ιδή ποίας ελπίδας είχε δια την υποστήριξιν των Ελληνικών Δικαίων, αλλά καθ' ην στιγμήν ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως μεταβάς εις Λονδίνον, ενομίζετο από όλον τον κόσμον ότι θα επέστρεφε με την Κύπρον εις τα χέρια, εδήλου επισήμως, μόλις επιστρέψας εις τας Αθήνας, τον Δεκέμβριον του 1917, ότι εις ουδεμίαν είχεν έλθει συνομιλίαν επί του Κυπριακού ζητήματος· διότι ο Βενιζέλος εφρόνει ότι η Ελλάς όσον ολιγώτερα απήτει, τόσον περισσότερα θα ελάμβανε. Προσεπάθησα να υποκινήσω το Κυπριακόν ζήτημα, όπως το αντελαμβανόμην· επανίδρυσα προς τούτο τον "Πατριωτικόν Σύνδεσμον των Κυπρίων", όστις εξέδωκεν εν Ψήφισμα Ενώσεως, υπέβαλα δε παντού σχετικά υπομνήματα. Αμέσως το Υπουργείον των Εξωτερικών διέδιδεν ότι η Αγγλική Πρεσβεία δυσηρεστήθη εκ της δράσεώς μου και ότι δεν ήθελε να γίνεται ουδείς λόγος περί Κύπρου. Αλλ' εάν η Κύπρος ήτο τετελεσμένον γεγονός, ότι θα εγίνετο Ελληνική, ποίοι λόγοι υπηγόρευον την σιωπήν του Κυπριακού ζητήματος, υφ' ας μάλιστα συνθήκας εζήτησα να το ανακινήσω;
Έκτοτε η Κύπρος θεωρείται ως ανήκουσα εις την Ελλάδα, αφού ναι μεν η Ελλάς δεν επολέμησε τότε, επολέμησεν όμως κατόπιν. Τί ημπόδιζε, λοιπόν, τους Άγγλους να επιτρέψουν όπως η Κύπρος ενισχύση την Κυβέρνησιν της Θεσσαλονίκης, ήτις κυρίως εστηρίζετο εις την βοήθειαν του έξω Ελληνισμού; Τούτο προήρχετο εκ του ότι οι Άγγλοι εσκέπτοντο ως εξής: "Εάν μεν ο πόλεμος λήξη με το πρώτον καθεστώς, ουδείς λόγος υπάρχει να δώσωμεν την Κύπρον εις την Ελλάδα, εάν δε υπέρ της Αντάντ, επειδή πιθανόν να μη πάρη η Ελλάς τίποτε αλλού, ας φυλάξωμεν την Κύπρον να την δώσωμεν εις το τέλος, όπως χρυσώσωμεν το καταπότιον". Αι ιδέαι αυταί ενέπνεον και τους εν Κύπρω Άγγλους Διοικητάς, οι οποίοι με υπεδέχθησαν όχι με τόσην ευχαρίστησιν. Φαντασθήτε ότι μετέβαινον εις Κύπρον ως ένας εκ των επαναστατών της Θεσσαλονίκης, από μηνών ήδη δεν έκαμνα άλλο ειμή να φωνάζω και να γράφω υπέρ της Αντάντ και της Κυβερνήσεως του Βενιζέλου και όμως εν Κύπρω, χώρα Ελληνική και Βρεττανική κτήσει, εθεωρούμην δυσάρεστος.
Οι Άγγλοι Διοικηταί της Κύπρου, θεωρούντες τον Βενιζελισμόν οδηγούντα προς την ένωσιν, ήσαν όλοι Κωνσταντινικοί, ενθαρύνοντες ούτω τους εν Κύπρω Γερμανοπλήκτους ομογενείς, οίτινες ύβριζον εγγράφως και προφορικώς τον Βενιζέλον με τα αισχρότερα επίθετα, καθ' ην στιγμήν ο Βενιζέλος εν Λονδίνω επανηγυρίζετο ως ο μεγαλύτερος πολιτικός της Ευρώπης και ο καλύτερος φίλος της Αγγλίας!..
Απαραλλάκτως ύβριζον οι Ιταλοί την Κυβέρνησιν της Θεσσαλονίκης και τον Βενιζέλον. Μάτην διεμαρτυρήθην· επειδή δε από της αφίξεώς μου ο αγών είχεν οξυνθή μεταξύ των δύο μερίδων, η Αγγλική Διοίκησις απηγόρευσεν έκτοτε την εξαγωγήν των ελληνικών εφημερίδων της Κύπρου, δια να μη παραξενεύεται ο κόσμος βλέπων εις κυπριακά φύλλα να υβρίζεται ο Βενιζέλος ως ο αίσχιστος των προδοτών, και να εξυμνήται ο Κωνσταντίνος, ο προ ολίγου εξορισθείς υπό της Αγγλίας ως εχθρός της Βρεττανικής Αυτοκρατορίας.
Οι Άγγλοι ήσαν εις την Αίγυπτον Βενιζελικοί, εις την Κύπρον Κωνσταντινικοί. Οι ξένοι, βλέπετε, κάμνουν πολιτικήν σύμφωνον με τας περιστάσεις και όπως απαιτούν τα συμφέροντά των. Μόνον ημείς δεν νοιώθουμε από τέτοια πράγματα. Όταν τον Ιανουάριον τρέχοντος έτους (1917) ήλθα εις Αθήνας δια να αφοσιωθώ εις τα εθνικά ζητήματα, ενόμισα, ότι έπρεπε να ανακινήσω προ παντός το Κυπριακόν.
Γενική ιδέα και πεποίθησις της Κυβερνήσεως ήτο, ότι η Αγγλία θα έδιδε την Κύπρον ως εκ της αναγκαστικής φοράς των πραγμάτων. Και την ιδέαν ταύτην συνεμεριζόμην και εγώ, δι' ους λόγους εξήγησα ανωτέρω. Εν τούτοις ενόμιζα ότι το Κυπριακόν ζήτημα έπρεπε να ανακινηθή, διότι είχα την ιδέαν ότι η Αγγλία έπρεπε να μην περιμένη το τέλος του πολέμου δια να δώση την Κύπρον εις την Ελλάδα, αλλά να την προσφέρη προκαταβολικώς, όπως είχεν προτείνει τον Φεβρουάριον του 1915, δια διαφόρους σπουδαίους λόγους. Δια να υποστηριχθή παρά τω Ελληνικώ λαώ η Κυβέρνησις του Βενιζέλου, δια να αναγκασθή η Ιταλία να προβή εις δηλώσεις δια το ζήτημα της Δωδεκαννήσου, δια να ενισχυθή ο Ελληνικός στρατός δια μιας εκ Κύπρου Μεραρχίας τουλάχιστον, δια να ενθουσιασθή ο Ελληνισμός εις δυσκόλους στιγμάς δυσπιστίας και απογοητεύσεως. Και υπό το πνεύμα τούτο έκαμα Εισηγήσεις εις την Κυβέρνησιν, όπως ο Βενιζέλος θίξη το Κυπριακόν ζήτημα δοκιμαστικώς και δια να ιδή ποίας ελπίδας είχε δια την υποστήριξιν των Ελληνικών Δικαίων, αλλά καθ' ην στιγμήν ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως μεταβάς εις Λονδίνον, ενομίζετο από όλον τον κόσμον ότι θα επέστρεφε με την Κύπρον εις τα χέρια, εδήλου επισήμως, μόλις επιστρέψας εις τας Αθήνας, τον Δεκέμβριον του 1917, ότι εις ουδεμίαν είχεν έλθει συνομιλίαν επί του Κυπριακού ζητήματος· διότι ο Βενιζέλος εφρόνει ότι η Ελλάς όσον ολιγώτερα απήτει, τόσον περισσότερα θα ελάμβανε. Προσεπάθησα να υποκινήσω το Κυπριακόν ζήτημα, όπως το αντελαμβανόμην· επανίδρυσα προς τούτο τον "Πατριωτικόν Σύνδεσμον των Κυπρίων", όστις εξέδωκεν εν Ψήφισμα Ενώσεως, υπέβαλα δε παντού σχετικά υπομνήματα. Αμέσως το Υπουργείον των Εξωτερικών διέδιδεν ότι η Αγγλική Πρεσβεία δυσηρεστήθη εκ της δράσεώς μου και ότι δεν ήθελε να γίνεται ουδείς λόγος περί Κύπρου. Αλλ' εάν η Κύπρος ήτο τετελεσμένον γεγονός, ότι θα εγίνετο Ελληνική, ποίοι λόγοι υπηγόρευον την σιωπήν του Κυπριακού ζητήματος, υφ' ας μάλιστα συνθήκας εζήτησα να το ανακινήσω;
ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ ΚΑΙ ΗΠΕΙΡΟΣ
Συγχρόνως ενεθάρρυνα πολύ τους Δωδεκανησίους εις την ίδρυσιν του Συλλόγου των, διότι τους εύρον ενδοιάζοντας, ένεκα της αμειλίκτου σιωπής, την οποίαν επέβαλλεν η Κυβέρνησις εις ό,τι αφεώρα τας σχέσεις μας με τους Ιταλούς. Όσον αφορά την Ήπειρον είναι γνωσταί αι φοβεραί καταδιώξεις των Ιταλών και η φυλάκισις των Χειμαρριωτών. Εν τούτοις ο γνωστός πατριώτης και Βουλευτής Σπυρομήλιος(35), τον οποίον επλησίασα, μου είπεν, ότι δεν ήτο δυνατόν να κάμη τίποτε δια την Β. Ήπειρον, διότι η Κυβέρνησις αντετίθετο εις πάσαν ανακίνησιν του ζητήματος.
Εις τον ιδρυθέντα δε Σύλλογον των Δωδεκανησίων δεν επέτρεψεν η Κυβέρνησις ουδεμίαν υπέρ της πατρίδος των ενέργειαν· και η μόνη ενέργεια του Συλλόγου, όστις εμάζευσε περί το 1/2 εκατομμύριο δραχμών εξ εράνων, εφάνη ότι ήτο να διανείμη εις τας Αθήνας την φωτογραφίαν και έναν λόγον του μεγαλυτέρου μετά τον Βενιζέλον Έλληνος, του Ρέπουλη!
Πολλάκις εθαύμασα δια την πολιτικήν της Κυβερνήσεως εις όλα, ιδιαιτέρως δε εις την στάσιν της απέναντι της Ιταλίας εις το ζήτημα της Β. Ηπείρου και Δωδεκανήσων.
Οι Ιταλοί διέπραξαν εις τα μέρη ταύτα τρομερά πράγματα, ικανά να καταισχύνουν τον αγώνα των Συμμάχων. Ήσαν οι αδελφοί μας Ιταλοί, οι Ιταλοί οι οποίοι επέτυχον την ένωσίν των, εν ονόματι της αρχής των εθνικοτήτων, οι Ιταλοί, οι οποίοι επολέμουν παρά το πλευρόν της Αγγλίας, Γαλλίας και Αμερικής, δια τα υψηλά τάχα ιδεώδη της ελευθερίας των λαών και της Δικαιοσύνης! Οι Ιταλοί διέπραξαν εις τα μέρη ταύτα βιαιοπραγίας ανηκούστους και καταδιώξεις φοβεράς δια να πνίξουν τον Ελληνισμόν(36), ως θα έπραττον Τούρκοι και Βούλγαροι. Αλλ' οι Τούρκοι και Βούλγαροι ήσαν κληρονομικοί μας εχθροί, αγωνιζόμενοι άγριον φυλετικόν αγώνα και πολεμούντες εις το στρατόπεδον των εχθρών της Αντάντ.
Πώς δύναται όμως να δικαιολογηθούν οι Ιταλικές οικτρότητες;(37) Και δεν έπρεπε η Κυβέρνησις του Βενιζέλου να θέση αμέσως υπό την σκέψιν των άλλων Συμμάχων το ζήτημα των εν Β. Ηπείρω και Δωδεκανήσοις ιταλικών φρικαλεοτήτων; Τί εδικαιολόγει την πολιτικήν της Κυβερνήσεως να πνίξωμεν την φωνήν της συνειδήσεώς μας, διότι "τούτο απήτουν τα ύψιστα συμφέροντα της Ελλάδος;"
Ελέγετο ότι οι Ιταλοί εξεβίαζον διαρκώς την Αντάντ και ότι δεν ήθελον να αυξάνουν τους λόγους των προστριβών με τους Μακκιαβέλληδες, καθ' ην στιγμήν η Αντάντ ηγωνίζετο τον έσχατον αγώνα. Αλλ' όταν οι Ιταλοί μετά την φυγήν των εκείθεν του Πιάβε, ετέθησαν υπό την στρατιωτικήν κηδεμονίαν των Συμμάχων και όταν ακόμη εξησφαλίσθη η νίκη της Αντάντ, ποίος λόγος επέβαλλε να υφίσταται ο Ελληνισμός τας ιταλικάς βιαιότητας εν σιγή και αδιαμαρτύρητος; Και τί ηδύνατο ν' αντιτάξη η Ιταλία, εάν η Κυβέρνησις έφερεν επισήμως το ζήτημα των ιταλικών καταδιώξεων, ενώπιον των Κυβερνήσεων της Αγγλίας, Γαλλίας και Αμερικής;
Αλλ' εάν η Κυβέρνησις επισήμως δεν ήθελε να θίξη τα ζητήματα, διατί να μην αφήση τους Συλλόγους και τα άτομα να εργασθούν;
Ήτο ευκολωτάτη και θα έφερε τα ευτυχέστερα αποτελέσματα μία προπαγάνδα εν Παρισίοις και Λονδίνω, ένθα οι Ιταλικές ιταμότητες εμισούντο όπως και εν Αθήναις.
Αλλ' ο Βενιζέλος όχι μόνον ήθελε να καταπνίξη αντί πάσης θυσίας πάσαν συζήτησιν του ζητήματος, αλλ' επέβαλε και εις το Έθνος την ανήκουστον πολιτικήν της καθημερινής και ατελειώτου κολακείας προς την Ιταλίαν. Καθ' ην ώραν κατεδιώκοντο, εμαρτύρουν και εφυλακίζοντο οι Χειμαρριώται και οι Ρόδιοι δια μόνον τον λόγον ότι ήσαν Έλληνες, από τα τέκνα της "αδελφής Ιταλίας", το Υπουργείον των Εξωτερικών της Ελλάδος διωργάνωνε εν Αθήναις την Ιταλικήν προπαγάνδαν. Επί μήνας υφιστάμεθα το αίσχος να βλέπωμεν εν των μέσω ημών ακόμη τον κόμητα Μποσδάρι(38), όστις υπήρξεν ο μεγαλύτερος συνένοχος και υποστηρικτής του Κωνσταντίνου, με την ιδέαν ότι η πολιτική του Κωνσταντίνου ωδήγει εις εμφύλιον πόλεμον, όστις ωφέλει την Ιταλίαν.
Όταν δε, τέλος, ανεκλήθη ο Μποσδάρι, το Υπουργείον των Εξωτερικών διέτασσε τον Τύπον να γράφη καθημερινώς υπέρ της Ιταλίας και ότι ο νέος Πρέσβυς ήρχετο όπως εξομαλύνη τας μεταξύ των δύο εθνών διαφοράς. Έκτοτε εγράφετο καθημερινώς ότι η ιταλική Κυβέρνησις εδείκνυε σημεία νέων αντιλήψεων, όσον αφορά τας μετά της Ελλάδος σχέσεις. Αλλ' εάν αι νέαι αύται αντιλήψεις δεν ήσαν άλλο παρά υπεράσπισις των ιταλικών συμφερόντων, η Ιταλία είχεν εύκολον το μέσον να αποδείξη ότι ήλλαξε πολιτικήν, εάν έπαυε τις καταδιώξεις. Αλλ' οι Ιταλοί εξηκολούθουν τας καταδιώξεις, ενώ ημείς ηυξάνομεν τον τεχνητόν φιλιταλισμόν μας.
Την 14ην Ιουνίου ο Βενιζέλος ομιλών εις το Υπουργικόν Συμπόσιον, το δοθέν επί τη επετείω της εις Αθήνας καθόδου του, είπε, μεταξύ άλλων και τα εξής· "Η λειτουργία των ελληνικών Αρχών αποκατέστη αμείωτος εν Ηπείρω και η ειλικρινής συνεργασία ησφαλίσθη εις το μέρος τούτο μεταξύ δύο συμμάχων λαών, τους οποίους κοινά συμφέροντα οδηγούσιν εις στενωτέραν καθ' ημέραν προσέγγισιν". Η δήλωσις αύτη δεν αντεπεκρίνετο προς την αλήθειαν, διότι όχι μόνον ελληνικαί Αρχαί δεν είχον αποκατασταθή εις την Β. Ήπειρον, ήτις είναι και αύτη Ήπειρος, αφού δεν είναι Αλβανία αλλά Β. Ήπειρος, ήτις απετέλει αναπόσπαστον πλέον μέρος του Ελληνικού Κράτους, αλλά και εις την Ν. Ήπειρον έμειναν Ιταλοί και εξήσκουν λυσσωδώς το έργον της προπαγάνδας των.
Ο δε Υπουργός των Εξωτερικών Πολίτης, όστις ετέθη επί κεφαλής της ιταλικής προπαγάνδας, ομιλών ενθουσιωδώς εις την "Πατρίδα" (14 Ιουλίου) περί των νέων ιταλικών σχέσεων, είπεν απατηλώς, ότι "πλείστα ζητήματα υφιστάμενα μεταξύ των δύο χωρών, ελύθησαν ήδη αισίως".
Αλλ' ημείς δεν γνωρίζομεν αν υπήρχον άλλα ζητήματα μεταξύ των δύο χωρών τα οποία να ενδιαφέρουν το έθνος. Δεν γνωρίζομεν εάν ελύθησαν αισίως ζητήματα παρασήμων. Αλλ' εφ' όσον η Ιταλία εκράτει την Β. Ήπειρον και ετρομοκράτει τα Δωδεκάνησα, ουδέν ζήτημα μεταξύ των δύο εθνών είχε λυθή αισίως.
Μάτην προσεπάθησα να υπερισχύση η ιδέα, ότι μόνον μία εξέγερσις της Κοινής Γνώμης εν Ελλάδι ηδύνατο να προαγάγη την λύσιν του ζητήματος και ότι η πολλή δουλοπρέπεια έφερε το αντίθετον αποτέλεσμα.
Εις τον ιδρυθέντα δε Σύλλογον των Δωδεκανησίων δεν επέτρεψεν η Κυβέρνησις ουδεμίαν υπέρ της πατρίδος των ενέργειαν· και η μόνη ενέργεια του Συλλόγου, όστις εμάζευσε περί το 1/2 εκατομμύριο δραχμών εξ εράνων, εφάνη ότι ήτο να διανείμη εις τας Αθήνας την φωτογραφίαν και έναν λόγον του μεγαλυτέρου μετά τον Βενιζέλον Έλληνος, του Ρέπουλη!
Πολλάκις εθαύμασα δια την πολιτικήν της Κυβερνήσεως εις όλα, ιδιαιτέρως δε εις την στάσιν της απέναντι της Ιταλίας εις το ζήτημα της Β. Ηπείρου και Δωδεκανήσων.
Οι Ιταλοί διέπραξαν εις τα μέρη ταύτα τρομερά πράγματα, ικανά να καταισχύνουν τον αγώνα των Συμμάχων. Ήσαν οι αδελφοί μας Ιταλοί, οι Ιταλοί οι οποίοι επέτυχον την ένωσίν των, εν ονόματι της αρχής των εθνικοτήτων, οι Ιταλοί, οι οποίοι επολέμουν παρά το πλευρόν της Αγγλίας, Γαλλίας και Αμερικής, δια τα υψηλά τάχα ιδεώδη της ελευθερίας των λαών και της Δικαιοσύνης! Οι Ιταλοί διέπραξαν εις τα μέρη ταύτα βιαιοπραγίας ανηκούστους και καταδιώξεις φοβεράς δια να πνίξουν τον Ελληνισμόν(36), ως θα έπραττον Τούρκοι και Βούλγαροι. Αλλ' οι Τούρκοι και Βούλγαροι ήσαν κληρονομικοί μας εχθροί, αγωνιζόμενοι άγριον φυλετικόν αγώνα και πολεμούντες εις το στρατόπεδον των εχθρών της Αντάντ.
Πώς δύναται όμως να δικαιολογηθούν οι Ιταλικές οικτρότητες;(37) Και δεν έπρεπε η Κυβέρνησις του Βενιζέλου να θέση αμέσως υπό την σκέψιν των άλλων Συμμάχων το ζήτημα των εν Β. Ηπείρω και Δωδεκανήσοις ιταλικών φρικαλεοτήτων; Τί εδικαιολόγει την πολιτικήν της Κυβερνήσεως να πνίξωμεν την φωνήν της συνειδήσεώς μας, διότι "τούτο απήτουν τα ύψιστα συμφέροντα της Ελλάδος;"
Ελέγετο ότι οι Ιταλοί εξεβίαζον διαρκώς την Αντάντ και ότι δεν ήθελον να αυξάνουν τους λόγους των προστριβών με τους Μακκιαβέλληδες, καθ' ην στιγμήν η Αντάντ ηγωνίζετο τον έσχατον αγώνα. Αλλ' όταν οι Ιταλοί μετά την φυγήν των εκείθεν του Πιάβε, ετέθησαν υπό την στρατιωτικήν κηδεμονίαν των Συμμάχων και όταν ακόμη εξησφαλίσθη η νίκη της Αντάντ, ποίος λόγος επέβαλλε να υφίσταται ο Ελληνισμός τας ιταλικάς βιαιότητας εν σιγή και αδιαμαρτύρητος; Και τί ηδύνατο ν' αντιτάξη η Ιταλία, εάν η Κυβέρνησις έφερεν επισήμως το ζήτημα των ιταλικών καταδιώξεων, ενώπιον των Κυβερνήσεων της Αγγλίας, Γαλλίας και Αμερικής;
Αλλ' εάν η Κυβέρνησις επισήμως δεν ήθελε να θίξη τα ζητήματα, διατί να μην αφήση τους Συλλόγους και τα άτομα να εργασθούν;
Ήτο ευκολωτάτη και θα έφερε τα ευτυχέστερα αποτελέσματα μία προπαγάνδα εν Παρισίοις και Λονδίνω, ένθα οι Ιταλικές ιταμότητες εμισούντο όπως και εν Αθήναις.
Αλλ' ο Βενιζέλος όχι μόνον ήθελε να καταπνίξη αντί πάσης θυσίας πάσαν συζήτησιν του ζητήματος, αλλ' επέβαλε και εις το Έθνος την ανήκουστον πολιτικήν της καθημερινής και ατελειώτου κολακείας προς την Ιταλίαν. Καθ' ην ώραν κατεδιώκοντο, εμαρτύρουν και εφυλακίζοντο οι Χειμαρριώται και οι Ρόδιοι δια μόνον τον λόγον ότι ήσαν Έλληνες, από τα τέκνα της "αδελφής Ιταλίας", το Υπουργείον των Εξωτερικών της Ελλάδος διωργάνωνε εν Αθήναις την Ιταλικήν προπαγάνδαν. Επί μήνας υφιστάμεθα το αίσχος να βλέπωμεν εν των μέσω ημών ακόμη τον κόμητα Μποσδάρι(38), όστις υπήρξεν ο μεγαλύτερος συνένοχος και υποστηρικτής του Κωνσταντίνου, με την ιδέαν ότι η πολιτική του Κωνσταντίνου ωδήγει εις εμφύλιον πόλεμον, όστις ωφέλει την Ιταλίαν.
Όταν δε, τέλος, ανεκλήθη ο Μποσδάρι, το Υπουργείον των Εξωτερικών διέτασσε τον Τύπον να γράφη καθημερινώς υπέρ της Ιταλίας και ότι ο νέος Πρέσβυς ήρχετο όπως εξομαλύνη τας μεταξύ των δύο εθνών διαφοράς. Έκτοτε εγράφετο καθημερινώς ότι η ιταλική Κυβέρνησις εδείκνυε σημεία νέων αντιλήψεων, όσον αφορά τας μετά της Ελλάδος σχέσεις. Αλλ' εάν αι νέαι αύται αντιλήψεις δεν ήσαν άλλο παρά υπεράσπισις των ιταλικών συμφερόντων, η Ιταλία είχεν εύκολον το μέσον να αποδείξη ότι ήλλαξε πολιτικήν, εάν έπαυε τις καταδιώξεις. Αλλ' οι Ιταλοί εξηκολούθουν τας καταδιώξεις, ενώ ημείς ηυξάνομεν τον τεχνητόν φιλιταλισμόν μας.
Την 14ην Ιουνίου ο Βενιζέλος ομιλών εις το Υπουργικόν Συμπόσιον, το δοθέν επί τη επετείω της εις Αθήνας καθόδου του, είπε, μεταξύ άλλων και τα εξής· "Η λειτουργία των ελληνικών Αρχών αποκατέστη αμείωτος εν Ηπείρω και η ειλικρινής συνεργασία ησφαλίσθη εις το μέρος τούτο μεταξύ δύο συμμάχων λαών, τους οποίους κοινά συμφέροντα οδηγούσιν εις στενωτέραν καθ' ημέραν προσέγγισιν". Η δήλωσις αύτη δεν αντεπεκρίνετο προς την αλήθειαν, διότι όχι μόνον ελληνικαί Αρχαί δεν είχον αποκατασταθή εις την Β. Ήπειρον, ήτις είναι και αύτη Ήπειρος, αφού δεν είναι Αλβανία αλλά Β. Ήπειρος, ήτις απετέλει αναπόσπαστον πλέον μέρος του Ελληνικού Κράτους, αλλά και εις την Ν. Ήπειρον έμειναν Ιταλοί και εξήσκουν λυσσωδώς το έργον της προπαγάνδας των.
Ο δε Υπουργός των Εξωτερικών Πολίτης, όστις ετέθη επί κεφαλής της ιταλικής προπαγάνδας, ομιλών ενθουσιωδώς εις την "Πατρίδα" (14 Ιουλίου) περί των νέων ιταλικών σχέσεων, είπεν απατηλώς, ότι "πλείστα ζητήματα υφιστάμενα μεταξύ των δύο χωρών, ελύθησαν ήδη αισίως".
Αλλ' ημείς δεν γνωρίζομεν αν υπήρχον άλλα ζητήματα μεταξύ των δύο χωρών τα οποία να ενδιαφέρουν το έθνος. Δεν γνωρίζομεν εάν ελύθησαν αισίως ζητήματα παρασήμων. Αλλ' εφ' όσον η Ιταλία εκράτει την Β. Ήπειρον και ετρομοκράτει τα Δωδεκάνησα, ουδέν ζήτημα μεταξύ των δύο εθνών είχε λυθή αισίως.
Μάτην προσεπάθησα να υπερισχύση η ιδέα, ότι μόνον μία εξέγερσις της Κοινής Γνώμης εν Ελλάδι ηδύνατο να προαγάγη την λύσιν του ζητήματος και ότι η πολλή δουλοπρέπεια έφερε το αντίθετον αποτέλεσμα.
ΤΟ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΝ
Το Αγιορείτικον ζήτημα έμενε, μαζί με τα άλλα, εκκρεμές, ενώ ηδύνατο να λυθή κατά τον ευκολώτερον τρόπον. Μετά την διάλυσιν της Ρωσσικής Αυτοκρατορίας και μετά τας αλλεπαλλήλους δηλώσεις των Ρωσσικών Κυβερνήσεων, ότι ο Ρωσσικός λαός δεν είχε πλέον κατακτητικάς βλέψεις, δεν ηδύνατο πλέον να υπάρξη Αγιορείτικον ζήτημα, διότι μόνον η Ρωσσία ειργάζετο δια την διεθνοποίησιν του Άθω. Είμεθα δε βέβαιοι, ότι εάν η Ελληνική Κυβέρνησις έσπευδε να διορίση έναν Έλληνα διοικητήν και να δηλώση εις την Αγγλίαν και Γαλλίαν, ότι κατόπιν των τελευταίων γεγονότων, το Άγιον Όρος δεν ηδύνατο παρά να αποτελή αναπόσπαστον μέρος της λοιπής Μακεδονίας, δεν θα υπήρχε πλέον Αγιορειτικόν ζήτημα. Αλλ' εις σημαίνον πρόσωπον, το οποίον υπέβαλε την ιδέαν εις τον Βενιζέλον, ούτος απήντησεν: "Εγώ δεν θεωρώ τας Συνθήκας κουρελόχαρτα!" Δηλαδή περιμένει να αναστηθή η Ρωσσία και να έλθη μίαν ωραίαν πρωΐαν ο Ντεμίντωφ(39) ως αντιπρόσωπος κάποιας Κυβερνήσεως του Όμσκ(40), δια να του ειπή ότι "εν ονόματι της Α. Σιβηριακής Μεγαλειότητος η Ρωσσία ανθίσταται εις την προσάρτησιν του Αγίου Όρους!". Ο Βενιζέλος, ως τίμιος πολιτικός, θα υποκληθή, και θ' αρχίσουν νέαι διαπραγματεύσεις. Ποσάκις δεν υπεδείχθη εις την Κυβέρνησιν ότι έπρεπε να επωφεληθώμεν των δύο κατά της Βουλγαρίας πολέμων, όπως καταλάβωμεν το εν Αγίω Όρει Βουλγαρικόν μοναστήριον, το οποίον υπήρξεν κέντρον Βουλγαρικής προπαγάνδας και Κομιτατζήδων. Ο Θεός φυλάξοι όμως, να θίξωμεν ημείς μίαν καν Βουλγαρικήν τρίχα! Και τί είμεθα ημείς οι άγριοι να κάνωμεν αντίποινα; οποία πράγματι αντίποινα, να διώξωμεν 100 υπό ράσσον Κομιτατζήδες, καθ' ην εποχήν οι Βούλγαροι έσφαξαν και ατίμασαν και διεσκόρπισαν ήμισυ εκατομμύριον Ελλήνων.
Κατά τον Ιούλιον μεταβάς εις Άγιον Όρος και μελετήσας το ζήτημα υφ' όλας αυτού τας μορφάς, υπέβαλον εις την Κυβέρνησιν Υπόμνημα "Περί της αμέσου λύσεως του Αγιορειτικού ζητήματος και περί αναδιοργανώσεως της Ιεράς Κοινότητος", ώστε να καταστή το Άγιον Όρος το Πνευματικόν Κέντρον της Ορθοδοξίας. Προσεφέρθην μάλιστα να συντελέσω εις την τοιαύτην οργάνωσιν. Υποθέτω ότι το υπόμνημα θα ερρίφθη, όπως συνήθως, εις χονδροδούλαπον, αντί δε Διοικητού η Κυβέρνησις έστειλεν ανεπισήμως εις τας Καρυάς ένα Νομικόν Σύμβουλον, δια να συμβουλευθή ίσως τους καλογήρους, πώς να τρώγουν καλύτερα τα εκατομμύρια της Ιεράς κτημοσύνης.
Κατά τον Ιούλιον μεταβάς εις Άγιον Όρος και μελετήσας το ζήτημα υφ' όλας αυτού τας μορφάς, υπέβαλον εις την Κυβέρνησιν Υπόμνημα "Περί της αμέσου λύσεως του Αγιορειτικού ζητήματος και περί αναδιοργανώσεως της Ιεράς Κοινότητος", ώστε να καταστή το Άγιον Όρος το Πνευματικόν Κέντρον της Ορθοδοξίας. Προσεφέρθην μάλιστα να συντελέσω εις την τοιαύτην οργάνωσιν. Υποθέτω ότι το υπόμνημα θα ερρίφθη, όπως συνήθως, εις χονδροδούλαπον, αντί δε Διοικητού η Κυβέρνησις έστειλεν ανεπισήμως εις τας Καρυάς ένα Νομικόν Σύμβουλον, δια να συμβουλευθή ίσως τους καλογήρους, πώς να τρώγουν καλύτερα τα εκατομμύρια της Ιεράς κτημοσύνης.
ΣΙΓΗ ΤΑΦΟΥ
Η Κυβέρνησις έθαψεν υπό σιγήν όλα τα εθνικά ζητήματα καθ' ην στιγμήν φοβερός αγών διεξήγετο εν Ευρώπη προς δημιουργίαν νέων κοινωνικών και εθνικών συνθηκών. Σοσιαλιστικά και εργατικά συνέδρια συνήρχοντο εις το Παρίσι, το Λονδίνον και αλλού, εις τα οποία τα ελληνικά συμφέροντα διόλου δεν αντεπροσωπεύθησαν. Έπρεπε δε να γράψη ο Τύπος δια να σταλούν την τελευταίαν στιγμήν δυο-τρεις σοσιαλιστές αντιπροσωπεύοντες το πλείστον τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης.
Είχομεν την ιδέαν ότι αφού η ενότης της Ελλάδος αποκατέστη και η επιστράτευσις έβαινεν ασφαλώς, ότι αφού τα μεγάλα ζητήματα ήρχισαν να συγκινούν τους λαούς συνερχομένους εις συνέδρια, ότι αφού η Αμερική ήρχισε να κηρύττη τις αρχές των εθνικοτήτων, ότι αφού η Γαλλία ήτο υπέρ ημών εις όλα εν γένει τα ζητήματα, ότι αφού εις τα περισσότερα ζητήματα, ηδυνάμεθα να υπολογίζωμεν εις την Αγγλικήν φιλίαν, ότι αφού ο Πανσλαυισμός της Ρωσσίας έφυγεν από το μέσον, ότι είχε φθάσει η στιγμή όπως ο Ελληνικός λαός αυθόρμητος και άνευ επεμβάσεως της Κυβερνήσεως φέρη προ των Συμμάχων λαών τα δικαιώματά του και επικοινωνήση μετ' αυτών ως ίσος προς ίσον. Εάν οι Διπλωμάται γνωρίζουν τας βλέψεις μας, ο πολύς κόσμος της Αμερικής και Ευρώπης δεν γνωρίζει τίποτε ούτε περί Θράκης, ούτε περί Ασίας.
Ήτο λοιπόν κατάλληλος η στιγμή όπως διοργανωθή εν Αθήναις μεγάλη λαϊκή και εθνική προπαγάνδα εις τας Συμμάχους χώρας της Ευρώπης και Αμερικής.
Η Κυβέρνησις έθαψεν υπό σιγήν όλα τα εθνικά ζητήματα καθ' ην στιγμήν φοβερός αγών διεξήγετο εν Ευρώπη προς δημιουργίαν νέων κοινωνικών και εθνικών συνθηκών. Σοσιαλιστικά και εργατικά συνέδρια συνήρχοντο εις το Παρίσι, το Λονδίνον και αλλού, εις τα οποία τα ελληνικά συμφέροντα διόλου δεν αντεπροσωπεύθησαν. Έπρεπε δε να γράψη ο Τύπος δια να σταλούν την τελευταίαν στιγμήν δυο-τρεις σοσιαλιστές αντιπροσωπεύοντες το πλείστον τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης.
Είχομεν την ιδέαν ότι αφού η ενότης της Ελλάδος αποκατέστη και η επιστράτευσις έβαινεν ασφαλώς, ότι αφού τα μεγάλα ζητήματα ήρχισαν να συγκινούν τους λαούς συνερχομένους εις συνέδρια, ότι αφού η Αμερική ήρχισε να κηρύττη τις αρχές των εθνικοτήτων, ότι αφού η Γαλλία ήτο υπέρ ημών εις όλα εν γένει τα ζητήματα, ότι αφού εις τα περισσότερα ζητήματα, ηδυνάμεθα να υπολογίζωμεν εις την Αγγλικήν φιλίαν, ότι αφού ο Πανσλαυισμός της Ρωσσίας έφυγεν από το μέσον, ότι είχε φθάσει η στιγμή όπως ο Ελληνικός λαός αυθόρμητος και άνευ επεμβάσεως της Κυβερνήσεως φέρη προ των Συμμάχων λαών τα δικαιώματά του και επικοινωνήση μετ' αυτών ως ίσος προς ίσον. Εάν οι Διπλωμάται γνωρίζουν τας βλέψεις μας, ο πολύς κόσμος της Αμερικής και Ευρώπης δεν γνωρίζει τίποτε ούτε περί Θράκης, ούτε περί Ασίας.
Ήτο λοιπόν κατάλληλος η στιγμή όπως διοργανωθή εν Αθήναις μεγάλη λαϊκή και εθνική προπαγάνδα εις τας Συμμάχους χώρας της Ευρώπης και Αμερικής.
Και είχομεν την ιδέαν ότι το ζήτημα της Κύπρου, των Δωδεκανήσων και της Β. Ηπείρου έπρεπε να λυθή εκ των πρώτων, δια να δείξουν οι Σύμμαχοι ότι πρώτοι αυτοί ανεγνώριζον εμπράκτως τα Δίκαια των εθνικοτήτων.
....τέλος Δ΄Μέρους
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου