Ένα νέο ιστορικό μυθιστόρημα για την Κύπρο

Κυκλοφόρησε πριν μερικές βδομάδες το μυθιστόρημα του Γιώργου Παπαδόπουλου – Κυπραίου «Το δαχτυλίδι» (Αθήνα: Διόπτρα 2013). Το μυθιστόρημα είναι το πρώτο του συγγραφέα, που γεννήθηκε στην Ακρούντα της Λεμεσού το 1941 και ζει στην Αθήνα από το 1974. Εργάστηκε ως ηλεκτρονικός (στην Κύπρο και στο Τορόντο του Καναδά) και ως δικηγόρος στην Αθήνα, όπου από το 1985 ίδρυσε τον εκδοτικό οίκο «Διόπτρα».
Το μυθιστόρημα αναπαριστά την ιστορία μιας κυπριακής οικογένειας από την εποχή της ελληνικής επανάστασης του 1821 μέχρι και τα πρώτα χρόνια μετά τον αγώνα της ΕΟΚΑ. Κεντρικός χώρος η περιοχή της Λεμεσού, της πόλης αλλά και των γύρω χωριών της. Η πρώτη εικόνα περιγράφει την αναχώρηση δύο νέων Κυπρίων από τον «όρμο της Αγιάς» τον Αύγουστο του 1821 για την Ελλάδα για να πάρουν μέρος στην επανάσταση. Εφτά χρόνια αργότερα ο ένας από τους δυο θα γυρίσει στην πατρίδα του, όπως είχε υποσχεθεί στην αρραβωνιαστικιά και θα κάνει οικογένεια. Ο εγγονός του θα πολεμήσει στην επανάσταση της Κρήτης το 1897 από όπου θα γυρίσει βαριά τραυματίας και θα πεθάνει στην Κύπρο. Από το μυθιστόρημα παρελαύνουν προσωπικότητες της κυπριακής ιστορίας όπως ο μητροπολίτης Κιτίου Κυπριανός Οικονομίδης, ο Δήμαρχος Λεμεσού, Χριστόδουλος Σώζος, ο μητροπολίτης Κιτίου Νικόδημος Μυλωνάς και ο Κυρηνείας Μακάριος Μυριανθεύς, ο αρχηγός της ΕΟΚΑ, Γεώργιος Γρίβας – Διγενής κ.ά.
Είναι ένα βιβλίο που διαβάζεται ευχάριστα, με το οποίο ο αναγνώστης παρακολουθεί την ιστορία του νησιού μας μέσα από την ιστορία μιας οικογένειας που έχει ως πατροπαράδοτη αρχή την αγάπη για την Ελλάδα. Ένα μικρό παράδειγμα της γραφής και του ύφους αποτελεί το απόσπασμα που ακολουθεί, για την υποδοχή των Βρετανών στη Λεμεσό το καλοκαίρι του 1878. Τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα δεν διαδραματίστηκαν βέβαια όπως περιγράφονται στο μυθιστόρημα, αλλά πρόκειται για μια από τις πιο ζωντανές περιγραφές του βιβλίου (σελ. 83).

«Στην αποβάθρα είχαν ήδη παραταχθεί Άγγλοι στρατιώτες που γίνονταν όλο και περισσότεροι, καθώς η μια βάρκα κατέφθανε μετά την άλλη. Σε λιγότερο από μισή ώρα, το άγημα έφτασε στο φρούριο, με επικεφαλής τον ταγματάρχη Σήγκαλ. Ντυμένοι από πάνω ως κάτω στο χακί, με περίεργες κάσκες στα κεφάλια που έφταναν πίσω ως τη βάση του λαιμού, προκάλεσαν μεγάλη εντύπωση στους βρακοφόρους Έλληνες, που ζητωκραύγαζαν ασταμάτητα υπέρ της Βασίλισσας Βικτωρίας, της Ελλάδας και της Ένωσης, εξοργίζοντας τους Τούρκους στρατιώτες.
Υπό τους ήχους της αγγλικής στρατιωτικής μπάντας και παρουσία του Σαμί Πασά, ο Τούρκος διοικητής της Λεμεσού υπέστειλε την οθωμανική σημαία και στη θέση της ο συνταγματάρχης Γουόρρεν, στον οποίο αργότερα ανατέθηκε η διοίκηση της πόλης, ύψωσε την αγγλική.
Εκείνη τη στιγμή, ο Τοουλής, ο εγγονός του μπάρμπα-Χριστόδουλου και πατέρας του Αντωνή, ξετύλιξε την ελληνική σημαία από το κοντάρι της, τη σήκωσε ψηλά κι εκείνη άρχισε να κυματίζει περήφανα, σαν να ήθελε να ανταγωνιστεί τη σημαία του νέου κατακτητή που κυμάτιζε για πρώτη φορά στο φρούριο. Στη θωριά της, οι Έλληνες που είχαν πλημμυρίσει τους δρόμους ενθουσιάστηκαν και οι κραυγές «ΕΛΛΑΣ-ΚΥΠΡΟΣ-ΕΝΩΣΙΣ» έφτασαν στα ουράνια.
Οι Τούρκοι στρατιώτες άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα και να χτυπούν όποιον βρισκόταν μπροστά τους. Στο πανδαιμόνιο που δημιουργήθηκε, πολλοί αποχώρησαν φοβισμένοι. Κάποιοι άλλοι θέλησαν να επιτεθούν στους στρατιώτες, τα επεισόδια όμως δεν πήραν έκταση, χάρη στην προσπάθεια των ανθρώπων που είχαν συμφωνήσει από πριν πως οι Έλληνες δεν έπρεπε να αντιδράσουν σε περίπτωση τουρκικής πρόκλησης.»
http://papapolyviou.wordpress.com

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ : ΣΠΥΡΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Σχόλια