Η Εξέγερση του Οκτώβρη 1931 και ο Νικόδημος Μυλωνάς

Τον Οκτώβρη του 1931 εκδηλώθηκε η πρώτη παγκύπρια μαζική εκδήλωση κατά των Άγγλων. Στα “Οκτωβριανά” όπως έμειναν γνωστά στην ιστορία, ένας εκ των πρωταγωνιστών ήταν ο Μητροπολίτης Κιτίου Νικόδημος Μυλωνάς [1918-1937]. Η εξέγερση ήταν αυθόρμητη, όχι μόνο κατά των καταπιεστικών μέτρων των Άγγλων [φορολογίες, τελωνιακοί δασμοί σε είδη πρώτης ανάγκης κ.ά], αλλά και για την άρνησή τους να συζητήσουν το αίτημα των Κυπρίων για αυτοδιάθεση-ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Η δυσαρέσκεια κατά της αγγλικής πολιτικής εκδηλώθηκε στην αρχή με την παραίτηση του Ν. Μυλωνά από το Νομοθετικό Συμβούλιο και τη δημοσίευση στον τύπο επαναστατικής προκήρυξής του στις 18 Οκτωβρίου, που σηματοδοτούσε την έναρξη της ανυπακοής των Κυπρίων κατά της αποικιακής αρχής. Την ίδια μέρα ιδρύθηκε από κύκλους του Μητροπολίτη Κερύνειας Μακαρίου, η ΕΡΕΚ [Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση Κύπρου], που διακήρυξε “την μετά φανατισμού επιδίωξιν της μετά του Ελληνικού πολιτειακού συνόλου ενώσεως της Κύπρου”. Πολλοί ιστορικοί πιστεύουν, ότι ο μετριοπαθής έως τότε Ν. Μυλωνάς, εξαναγκάστηκε στη δημοσίευση της προκήρυξής του, επιχειρώντας με τον τρόπο αυτό, να προλάβει τυχόν πρωτοβουλία των ακραίων οπαδών του Μητροπολίτη Κερύνειας Μακαρίου.
Στο βήμα ο Ν. Μυλωνάς στο ιστορικό συλλαλητήριο, στο Σταυροδρόμι, συνοικίας της Λάρνακας.
Την ίδια μέρα ο Ν. Μυλωνάς μαζί με το Λαρνακέα πολιτευτή Μ. Νικολαΐδη, χαιρέτησαν μεγάλη συγκέντρωση που έγινε στο Σταυροδρόμι, στο οίκημα της Εθνικής Οργάνωσης Νεολαίας Λάρνακας, όπου διακήρυξαν με διαπύριους λόγους τον πόθο των Κυπρίων για εθνική ολοκλήρωση. Η συγκέντρωση κατέληξε στη Μητρόπολη. Δύο μέρες μετά, στις 20 Οκτωβρίου, ο Ν. Μυλωνάς μίλησε στο ΓΣΟ σε ογκώδες συλλαλητήριο, εκφράζοντας τα ίδια εθνικά αιτήματα. Την ίδια μέρα παραιτούνταν και οι υπόλοιποι Έλληνες βουλευτές από το Νομοθετικό σώμα.

Το πυρπολημένο αγγλικό κυβερνείο. Εδώ βρίσκεται σήμερα το Προεδρικό Μέγαρο
Την εξέγερση στη Λάρνακα και Λεμεσό ακολούθησε η Λευκωσία, όπου οργισμένοι διαδηλωτές, ξεκινώντας από την εκκλησία της Φανερωμένης, κατευθύνθηκαν προς το κυβερνείο του Sir Ronald Storrs, το οποίον κατέλαβαν και έκαψαν το βράδυ της 21η Οκτωβρίου. Εδώ κτυπήθηκε από σφαίρα ο δεκαοχτάχρονος Ονούφριος Κληρίδης. Την επομένη της πυρπόλησης, ο διοικητής Λάρνακας Surridge έθεσε σε συναγερμό την αστυνομική δύναμη της πόλης. Ο λαός συγκεντρώθηκε στον Άγιο Λάζαρο, ενώ ο αγγλικός στρατός απειλούσε να ανοίξει πυρ σε περίπτωση που οι διαδηλωτές επιτεθούν και καταστρέψουν κυβερνητικές περιουσίες. Παρ’ όλα αυτά οι διαδηλωτές συγκρούστηκαν με τους ένοπλους βρετανούς, λιθοβολώντας άγρια τα αυτοκίνητα του Άγγλου διοικητή και της αστυνομίας. Στη Λεμεσό ο εξεγερμένος λαός εμπόδισε την προμήθεια από τη δημοτική αγορά των αγγλικών στρατευμάτων της Λευκωσίας, ενώ ακολούθως πυρπόλησε την κατοικία του διοικητή της πόλης.
Το πρωΐ της 23ης Οκτωβρίου, ξεψυχούσε ο πρώτος νεκρός της εξέγερσης ο τραυματίας Ονούφριος Κληρίδης. Η κηδεία του έγινε το απόγευμα της ίδιας μέρας, παρισταμένου του Αρχιεπισκόπου Κυρίλλου και πλήθος κόσμου, που συγκρούστηκε ξανά με τους Άγγλους. Την ίδια μέρα, κατέπλευσε στη Λεμεσό το βρετανικό πλοίο Shropshire, από το οποίο αποβιβάστηκε ναυτικό άγημα, το οποίο τοποθετήθηκε έξω από τη Μητρόπολη Λεμεσού. Νωρίς το πρωΐ της επομένης, οι Άγγλοι  εισέβαλαν αιφνιδιαστικά στο κτήριο και συνέλαβαν τον Ν. Μυλωνά. Με το μήνυμα της σύλληψης να μεταδίδεται αστραπιαία σε ολόκληρη την πόλη, ο λαός ξεχύθηκε στους δρόμους ζητώντας να αφεθεί ο ελεύθερος ο μητροπολίτης του. Από τη σύγκρουση που ακολούθησε, έπεφτε ο δεύτερος νεκρός, ενώ πολλοί άλλοι τραυματίστηκαν. H εξέγερση στις πόλεις και την ύπαιθρο κράτησε μέχρι τις πρώτες μέρες του Νιόβρη, οπόταν οι  Άγγλοι κατάφεραν να επιβάλουν την τάξη.
Το αποτέλεσμα της εξέγερσης ήταν οδυνηρό για το λαό. Εκτός από τους 18 νεκρούς και τους πολλούς τραυματίες, ένας μεγάλος αριθμός Ε/κ γύρω στους 1.800, σύρθηκαν στις φυλακές για πολλούς μήνες. Οι ηγέτες της εξέγερσης εξορίστηκαν στο εξωτερικό και σε απομονωμένα χωριά της Κύπρου. Μαζί με τον Ν. Μυλωνά, εξορίστηκε ο Κυρηνείας Μακάριος, δύο ηγέτες της αρστεράς, ο Χαράλαμπος Βατυλιώτης [Βατής] και ο Κώστας Χριστοδουλίδης [Σκελέας] κ.ά. Ο Νικόδημος Μυλωνάς οδηγήθηκε στο Γιβραλτάρ απ΄όπου μετέβη στο Λονδίνο και ακολούθως στο Παρίσι. Το 1934 πήγε στα Ιεροσόλυμα όπου πέθανε το 1937, πικραμένος για τη σκλαβωμένη πατρίδα του.
Η τότε Ελληνική Κυβέρνηση και ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος, θεώρησαν την αυθόρμητη αυτή εξέγερση, ως “ένα μεγάλο λάθος”.
Η περίοδος από το 1933 έως το 1939, ονομάστηκε Παλμεροκρατία, από το όνομα του νέου Άγγλου κυβερνήτη Sir Herbert Palmer που έλαβε σκληρά μέτρα ως αντίποινα στη λαϊκή εξέγερση. Μέτρα, που αφορούσαν όλους τους τομείς της ζωής του Κυπριακού λαού [σκληρή φορολογία, χηρεία επισκοπικών εδρών, προσπάθεια αφελληνισμού με την απαγόρευση της ελληνικής σημαίας, του εθνικού ύμνου, της ελληνικής παιδείας, κ.λπ].
Η Παλμεροκρατία έληξε με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αφού Ελλάδα και Αγγλία βρέθηκαν στο ίδιο στρατόπεδο.
Πηγές: 1. Ιερομ. Σωφρόνιος Γ. Μιχαηλίδης, Ιστορία της κατά Κίτιον Εκκλησίας, σσ.386-399, Λάρνακα 1992. 2. ‘Αντρος Παυλίδης, Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια [Μ.Κ.Ε], τόμ., 7, σσ.149-150, τόμ.,10, σσ.334-341, τόμ.,11, σ.51, εκδόσεις Φιλόκυπρος, Λευκωσία 1898.

Σχόλια