Άννας Νεοφύτου, Φιλόλογου
Δήμος Κερύνειας
τεύχος 12, Ιούλιος 2009
τεύχος 13, Ιανουάριος 2010
τεύχος 14, Ιούλιος 2010
Δήμος Κερύνειας
τεύχος 12, Ιούλιος 2009
τεύχος 13, Ιανουάριος 2010
τεύχος 14, Ιούλιος 2010
Στα δραματικά γεγονότα του 1931 είχε και η μικρή πόλη της Κερύνειας «το μερτικόν της». Στο τέλος της δεκαετίας του 1920 ολόκληρος ο κυπριακός λαός δοκιμάζεται από την πείνα, τη φτώχεια, την εξαθλίωση, τα χρέη. Την κατάσταση αυτή επιδεινώνει η καταπίεση της αποικιακής διακυβέρνησης, η διάψευση των ελπίδων των Κυπρίων για την απελευθέρωση της Κύπρου.
Ο μητροπολίτης Μακάριος Μυριανθεύς
Η ζωή στην Κερύνεια άλλαξε, όταν το 1917 ανήλθε στο μητροπολιτικό θρόνο ο Μακάριος Μυριανθεύς, που πολέμησε το 1912-13 στους Βαλκανικούς πολέμους και πήρε την ελληνική ιθαγένεια.
Ο Μακάριος Μυριανθεύς στο Μέτωπο στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13 |
Σημαντικότατα γεγονότα συνδέθηκαν με την προσωπικότητα του μητροπολίτη Κερύνειας Μακαρίου.
α) Η μεταφορά της έδρας της μητροπολιτικής περιφέρειας Κυρηνείας από τη Μύρτου στην πόλη της Κερύνειας. Το 1922 έγιναν τα εγκαίνια του νέου μητροπολιτικού μεγάρου στην Κερύνεια, στο χώρο πίσω από το Σεβέρειο, σ' ένα ύψωμα, που δέσποζε της περιοχής. Τα σπίτια ήταν ελάχιστα, αντίθετα υπήρχαν πολλά περιβόλια με πορτοκαλιές, συκιές και αμπέλια. Ανατολικά ένας δρόμος στενός ανηφόριζε προς τη μητρόπολη διαγράφοντας κύκλο γύρω από το Σεβέρειο. Δυτικά ο δρόμος ήταν πιο ομαλός και η μητρόπολη συνδεόταν άμεσα με την οδό Λαυρεντίου, που οδηγούσε προς την οδό Ελλάδος, τον κεντρικό εμπορικό δρόμο της Κερύνειας. Σ' αυτό το σημείο, όπως θα δούμε, έγιναν οι συγκρούσεις με τους Άγγλους τη νύχτα της 25ης Οκτωβρίου 1931.
β) Ο μητροπολίτης πρωτοστάτησε στην ίδρυση σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης σ' όλη τη μητροπολιτική περιφέρεια της Κερύνειας. Σ' αυτή την περίοδο γίνεται η ίδρυση των Γυμνασίων Κερύνειας, Λαπήθου, Μόρφου, Σολέας.
Το 1924 προστέθηκαν και στο Σχολαρχείο της Κερύνειας οι τάξεις τρίτη και τετάρτη και προέκυψε το Ημιγυμνάσιο της Κερύνειας. Το ενδιαφέρον του Μακαρίου Μυριανθέως για την παιδεία ήταν άγρυπνο. Μαρτυρίες συγχρόνων αναφέρουν ότι θυμούνται το Μακάριο να παρακολουθεί τακτικά τα μαθήματα στο Σεβέρειο Δημοτικό Σχολείο, που ήταν κτισμένο στα νοτιοανατολικά της Μητρόπολης.
«Ο δεσπότης είσεν να επισκέπτεται τακτικά τους πολίτες του. Στο σπίτιν μας είσεν να' ρτει δκυο φορές τον χρόνον.Τζαι οι πολίτες είσεν να τον επισκεφτούν στην μητρόπολιν.Τακτικά είσεν να 'ρτει στο σκολείον μας, να παρακολουθήσει τα μαθήματα, μιαν ημέραν την μιαν τάξην την άλλην ημέραν την άλλην τάξην. Ούλη μέρα έκαμνεν περίπατον πας στο δώμαν της μητρόπολης, τζι επαρακολούθαν τα κοπελλούδκια που παίζασιν.»
γ) Η αγάπη του για την Ελλάδα εκφράστηκε και με τον έρανο που διοργάνωσε το 1928 στα 130 χωριά της μητροπολιτικής του περιφέρειας. Μετά τη θεία λειτουργία στο φλογερό κήρυγμά του καλούσε το λαό να συνεισφέρει στον έρανο ό,τι μπορεί, σε χρήμα ή σε είδος για την Ελλάδα. Μετά το πρόγευμα περιερχόταν το χωριό από σπίτι σε σπίτι για τον έρανο. Κι ο κόσμος έδινε απλόχερα, σιτάρι, κρασί, λάδι, χρήματα κ.ά. Με αυτό τον τρόπο μαζεύτηκαν κάπου 2000 λίρες, ένα υπέρογκο για την εποχή ποσό. Τα πρόσφερε στην Ελληνική Κυβέρνηση και αγοράστηκε ένα αεροπλάνο για την ελληνική πολεμική αεροπορία, το «Κυρήνεια».
Η ίδρυση της ΕΡΕΚ
Παράλληλα στην Κερύνεια, τύχη αγαθή, είχαν συγκεντρωθεί μια πλειάδα εκπαιδευτικών της Δημοτικής και της Μέσης εκπαίδευσης πραγματικοί δάσκαλοι του Γένους. Ο Γεώργιος Καραγιάννης, διευθυντής της Σεβερείου Αστικής Σχολής, ο δάσκαλος Λοΐζος Καραγιάννης, ο Ευθύβουλος Ανθούλης διδάσκαλος επίσης στο Σεβέρειο από τη Λάπηθο, ο Θεόκλητος Σοφοκλέους διευθυντής του Ημιγυμνασίου Κερύνειας, ο Μιχαήλ Κωνσταντινίδης, καθηγητής των Αγγλικών, ο Γεώργιος Ζαμπάς, καθηγητής των Μαθηματικών, και η σύζυγός του Πολυξένη Ζαμπά, Γυμνάστρια.
Οι εκπαιδευτικοί, οι δικηγόροι και άλλοι κάτω από την καθοδήγηση του Μακάριου οργανώθηκαν σε ένα δίκτυο, που απλώθηκε σε όλη τη μητροπολιτική περιφέρεια της Κερύνειας. Είχαν την υποχρέωση τις Κυριακές να πηγαίνουν διαδοχικά στα χωριά και να μιλούν στον κόσμο για την Ελλάδα και την Ένωση.
Και η Αγγλοκρατία είχε στημένα τα δίκτυά της παντού. Οι αστυνομικοί είχαν εμπιστευτική διαταγή να παρακολουθούν και να καταγράφουν τις κινήσεις, τα λόγια, τα έργα του δεσπότη, των ιερέων, των δασκάλων, των καθηγητών και άλλων. Κατέγραφαν τι έλεγαν στους μαθητές, τι έλεγαν στο καφενείο. Φαίνεται από τις λεπτομερείς αναφορές των Αγγλων ότι είχαν τους ανθρώπους τους παντού. Αν κάποιοι αστυνομικοί δεν έκαμναν το καθήκον τους, όπως το απαιτούσαν οι Άγγλοι, τους περίμενε η τιμωρία, η δυσμενής μετάθεση, όπως αναφέρει πληροφορητής από τον Άγιο Επίκτητο: επειδή τον κατάγγειλαν ότι δεν έκαμνε το καθήκον του, τον έκαμαν μετάθεση στον Πύργο Τυλληρίας.
«Ήμουν αστυνομικός, αλλά ο λαός μού είχεν εμπιστοσύνην τζαι μάλιστα ο Μακάριος ο Β', όταν έρκετουν τζι εκατηγορούσεν την αποικιοκρατίαν για την κακήν μεταχείρισιν του κυπριακού λαού. Είχαμεν εμττιστευτικήν διαταγήν να παρακολουθούμεν και να γράφουμεν τι λέγουν οι καθηγητές και ο μητροπολίτης της Κερύνειας, διότι η περιοχή που ήμουν εγώ, του Μόρφου, ήταν περιοχή της μητροπόλεως της Κερύνειας. Θυμούμαι ο Σωκράτης Γεωργιάδης ήταν ο πρώτος δημοδιδάσκαλος που επαύθη, διότι ενεργούσε εναντίον της κυβέρνησης και διορίσθη στο Γυμνάσιον, το νούμερόν του ήταν έναν, ενώ του Κουμπαρίδη ήταν οκτώ. Γράφαμεν τι έλεγαν στους μαθητές και τι εκφράζοντο στα καφενεία».
Τα γεγονότα του Οκτώβρη του 1931 στην Κερύνεια
Οκτώβρης του 1931 και τα γεγονότα καλπάζουν. Παραιτείται από το Νομοθετικό Συμβούλιο ο μητροπολίτης Κιτίου, Νικόδημος Μυλωνάς. Στη Λευκωσία στις 21 Οκτωβρίου ο λαός ξεσηκώνεται, σπεύδει στο κυβερνείο να επιδώσει ψήφισμα, ο Κυβερνήτης δεν τους δέχεται. Ακολουθεί ο εμπρησμός του Κυβερνείου αλλά και ο θάνατος του δεκαοκτάχρονου Ονούφριου Κληρίδη. Στις 23 Οκτωβρίου υπογράφεται το διάταγμα εξορίας του Κιτίου Νικόδημου.
Οι ειδήσεις τότε κυκλοφορούσαν με την ταχύτητα χελώνας. Ο μητροπολίτης της Κερύνειας βρισκόταν σε περιοδεία στην επαρχία και συγκεκριμένα στον Άγιο Αμβρόσιο. Επιστρέφει εσπευσμένα στην Κερύνεια.
«Ησυχία και Τάξις στην Κερύνεια»: Αυτό το μήνυμα αποστέλλει ο Άγγλος Διοικητής της Κερύνειας προς τον Αποικιακό Γραμματέα στη Λευκωσία. Στο παρασκήνιο κινούνται οι δυνάμεις του σκότους, λαμβάνονται προληπτικά μέτρα, δραστηριοποιούνται οι πράκτορές τους, καταγράφονται οι κινήσεις των πολιτών της Κερύνειας.
22.10.31. Οι Άγγλοι λαμβάνουν προληπτικά μέτρα ασφαλείας, εντολή, οι αστυνομικοί και στρατιώτες να παραμείνουν στη θέση τους μέχρι νεωτέρας ειδοποιήσεως.
23.10.31. Κάποιοι Κερυνειώτες πηγαίνουν στη Λευκωσία να παρακολουθήσουν την κηδεία του Ονούφριου Κληρίδη. Ο διοικητής ζητά ναυτική ή στρατιωτική προστασία για τους 54 Ευρωπαίους που κατοικούν στην Κερύνεια.
Σάββατο 24.10.31. Καλούνται Έλληνες πολίτες με επιρροή και τους εφιστάται η προσοχή στην υποχρέωσή τους να διατηρηθεί ο νόμος και η τάξη στην πόλη. Ο Μακάριος επιστρέφει από την περιοδεία του γύρω στις 3 μ.μ. Αμέσως ειδοποιούνται τα χωριά της επαρχίας να έρθουν να συμμετάσχουν στην εκδήλωση που θα γινόταν την επομένη, 25.10.1931 (στο μνημόσυνο του Ονούφριου Κληρίδη).
Δωρόθεος Καρολίδης |
24.10.31. Ώρα 9 μ.μ. Τηλεγράφημα προς το Διοικητή Κερύνειας από τον Αποικιακό Γραμματέα: «Παρακαλώ να με πληροφορήσεις κατά πόσον ο Επίσκοπος Κυρηνείας είναι στην Κερύνεια και αν προτίθεται να φύγει».
24.10.31. Γύρω στις 12 τα μεσάνυχτα τηλεγραφική απάντηση του Διοικητή Κερύνειας: «Ο Επίσκοπος προτίθεται να μεταβεί στη Λευκωσία, αύριο το πρωί της Κυριακής».
25.10.31. Ώρα 02 πρωινή. Τηλεγραφική απάντηση του Αποικιακού Γραμματέα προς το Διοικητή: «Ο μητροπολίτης θα ανακοπεί στην είσοδο της Λευκωσίας και θα σταλεί πίσω στην Κερύνεια σήμερα».
Πραγματικά, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των πληροφορητών, ο Μακάριος συσκέπτεται στη μητρόπολη με τους συνεργάτες του και αποφασίζει να μεταβεί στη Λευκωσία το πρωί της Κυριακής μαζί με τον Πολύκαρπο Ιωαννίδη, Γραμματέα της Μητρόπολης Κερύνειας...
Ο Μακάριος ο Β' ήταν στον Άγιο Αμβρόσιο. Έμαθε τα γεγονότα την Παρασκευή.Το Σάββατο συνεδρίασε τι θα κάμει. Την Κυριακή θα πήγαινε στη Λευκωσία με τον Πολύκαρπο. Η αστυνομία τον ανέκοψε, θέλησε να τον συλλάβει. Έξυπνος, τους ζήτησε το ένταλμα συλλήψεως. Εστράφη πίσω στην Κερύνεια.
«Το πρώτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου ο μητροπολίτης περιόδευε τα χωριά και κατατόπιζε τον Κυπριακό λαό για το εθνικό θέμα της Κύπρου. Η Αγγλική κυβέρνηση παρακολουθούσε με προσοχήν όλες τες ενέργειες του μητροπολίτου. Την 24ην Οκτωβρίου ο μητροπολίτης ευρίσκετο εις Άγιον Αμβρόσιον. Και επληροφορήθη τα διάφορα γεγονότα με απεσταλμένον, ο οποίος έφθασεν ειδικώς εις τον Άγιον Αμβρόσιον και τον κατετόπισεν. Επέστρεψεν εις Κυρήνειαν και την επομένην Κυριακήν το πρωί, εταξίδευσεν προς Λευκωσίαν, δια να παραστεί εις συνεδρίαν της Εθναρχίας, του εθναρχικού συμβουλίου. Εις την είσοδον της Λευκωσίας ανεκόπη υπό Άγγλων στρατιωτών. Και εγύρισεν εις την Κυρήνειαν».
Οι Άγγλοι καταγράφουν τις κινήσεις του Μακαρίου βήμα με βήμα, όπως φαίνεται και στην εμπιστευτική έκθεση του Διοικητή της Κερύνειας προς τον Αποικιακό Γραμματέα, για όσα συνέβησαν την 25η Οκτωβρίου στην Κερύνεια.
Ο δεσπότης ξεκίνησε στις 6.50 π.μ. για τη Λευκωσία και επέστρεψε στις 8.30 π.μ. στην Κερύνεια.
Τηλεγράφημα στις 8 το πρωί ανακοινώνει: «Ησυχία και τάξη στην Κερύνεια».
Στις 8.15 π.μ. ο υπεύθυνος του τηλεγραφείου ανακοινώνει ότι κόπηκαν τα σύρματα των τηλεπικοινωνιών. Η τηλεφωνική και τηλεγραφική γραμμή νεκρώθηκε.
Οι προφορικές μαρτυρίες των ανθρώπων, που έζησαν από πολύ κοντά τα γεγονότα, επιβεβαιώνουν την ακρίβεια των βρετανικών πληροφοριών. Ο Μακάριος και ο Πολύκαρπος Ιωαννίδη ς καθ' οδόν προς την Κερύνεια σταματούν λίγο μετά το στρίψιμο για τον Άγ. Ιλαρίωνα Εκεί, με εντολή του Μακαρίου, ο Πολύκαρπος βρίσκει τρόπο και αποκόπτει τα σύρματα της Αρχής Τηλεπικοινωνιών. Ο αστάθμητος αυτός παράγοντας θα φέρει κάποια αναστάτωση στα σχέδια των κατοχικών δυνάμεων για την αντιμετώπιση των εξελίξεων. Έστω για πολύ λίγο έπονται των γεγονότων. Εστράφη πίσω στην Κερύνεια. Εκεί στο Πογάζι έκοψαν τα σύρματα των τηλεφώνων ο Πολύκαρπος, για να μην έχουν επαφή με την Κερύνεια οι Άγγλοι.
«Ο Μακάριος και ο Πολύκαρπος μεταβαίνουν εις Λευκωσίαν, για να λάβουν μέρος στη συνεδρία της Εθναρχίας μετά τη σύλληψη του Κιτίου Νικοδήμου. Οι Άγγλοι και οι Τούρκοι αστυνομικοί τον ανακόπτουν στην είσοδο της Λευκωσίας. Τους υποχρεώνουν να επιστρέψουν. Καθ' οδόν προς την Κερύνεια, λίγο μετά από το δρόμο προς τον Άγιο Ιλαρίωνα, ο Μακάριος διατάσσει τον Πολύκαρπο Ιωαννίδη να κόψει τα τηλεφωνικά σύρματα, που ενώνουν την Κερύνεια με τη Λευκωσία. Ούτω και εγένετο. Ο Πολύκαρπος βρίσκει τρόπο και κόβει τα σύρματα».
Ο Αποικιακός Γραμματέας ενημερώθηκε για τη δολιοφθορά από έναν ιππέα που απέστειλε ο Διοικητής της Κερύνειας. Την αποκατάσταση της τηλεφωνικής γραμμής πέτυχε στις 2.30 μ.μ. ο ιππέας Αρίφ Σαλίχ, που αποστάληκε από το πρωί να βρει το σημείο της βλάβης και να ενώσει τα σύρματα, πράγμα που πέτυχε.
Στην εκκλησία του Αρχαγγέλου Μιχαήλ
Πρώτοι καταθέτουν τη μαρτυρία τους οι κάτοικοι της Κερύνειας.
Κυριακή πρωί. Δέκα λεπτά πριν τελειώσει η λειτουργία στον Αρχάγγελο, μπήκε μέσα ο Δεσπότης. Ανυπόμονος. Βάλλει μιαν ομιλία ενθουσιώδη, πύρινη. «Όχι, η γιορτή της Σημαίας θα γιορταστεί στο διοικητήριο». Μπαίνουμε επικεφαλής με τους μαθητές, ο κόσμος χιλιάδες, μπροστά ο δεσπότης, ο δήμαρχος, οι καθηγητές.
Κυριακή... επρόκειτο να γιορτάσουμε τη γιορτή της Σημαίας. Επήγαμε από το Γυμνάσιο γραμμή στην εκκλησία του Αρχαγγέλου, από το λιμάνι. Στη μέση της λειτουργίας μπήκε ο Κυρηνείας, ο Μακάριος, χλωμός, φαινόταν μουτρωμένος, και εβγήκε να κηρύξει. Το κίνημα τον βρήκε το Μακάριο σε περιοδεία, δεν ήταν στην Κερύνεια ούτε στη Λευκωσία. Κι έτσι έγινε το κίνημα χωρίς να λάβει μέρος. Εξεκίνησε να πάει στη Λευκωσία να αναμιχθεί, γιατί ήταν μεγάλος πατριώτης ο Μακάριος. Μας είπε ότι δεν του επέτρεψαν να μπει στη Λευκωσία. «Σήμερα είναι η γιορτή της σημαίας, θα πάμε να τη στήσουμε εκεί που πρέπει». Τέλειωσε η λειτουργία, ξεκινήσαμε, εμείς με τους μαθητές, είχαμε και σημαία του σχολείου.
Στην είσοδον της πόλης (Λευκωσίας) ήταν Άγγλοι στρατιώτες. Ο επί καθήκοντι αξιωματικός τον έδιωξεν πίσω, ήταν Κυριακή πρωί. Ήρθεν εξοργισμένος και μανιακός πίσω και μας επρόλαβεν στην εκκλησίαν του Αρχαγγέλου. Διέκοψεν την λειτουργίαν, έβγαλεν έναν πατριωτικόν λόγον. Όταν μπήκε μέσα έξαλλος με τα ράσα του ν' ανεμίζουν, κι εκείνον του καλυμαυχιού του να πηγαίννει από την μια μεριά του ώμου του στην άλλην, μας είπεν: "Πήγα εκεί και δεν μου επέτρεψαν οι Άγγλοι, να πάμεν να επαναστατήσουμεν, να κάμουμεν διαδήλωσην". Όλος ο κόσμος με τον Μακάριον μπροστά, σε διαδήλωσην επροχωρήσαμεν από τον Αρχάγγελον, κατεβήκαμεν τα σκαλιά, επήραμεν τον δρόμον της δημοτικής αγοράς (κατόπιν οδό Ελευθερίας) και πήγαμεν προς το διοικητήριο. (Σάββας Καπετανόπουλος)
Οι μικροί μαθητές του Γυμνασίου της Κερύνειας θυμούνται έντονα την ορμητική είσοδο του Δεσπότη στην εκκλησία, την παλμώδη ομιλία του, το προσκλητήριο προς το λαό του, που τον ακολουθεί πιστά.
Ήμουν μαθητής πρώτης Γυμνασίου. Μας έπαιρναν οι δάσκαλοι υποχρεωτικώς στην εκκλησίαν. Στο τέλος της λειτουργίας ήρθε ο δεσπότης θυμωμένος, βγήκε στον άμβωνα, άρχισε να λέει για τους Άγγλους. Οι Άγγλοι τον σταμάτησαν έξω από την Λευκωσίαν, εκεί που είναι το ψυγείον του Παπαδόπουλλου και τον έστρεψαν πίσω. Κάλεσε το λαό να τον ακολουθήσει παρέλαση στο διοικητήριο. (Κώστας Συμεού)
Ήμουν μαθητής του σχολείου, ήρθεν ο δεσπότης, «όλοι στην εκκλησίαν, όλοι στην εκκλησίαν». Βκαίννει ο Μακάριος στα σκαλιά στον Αρκάντζελον. «Αν δεν κρεμμασθώμεν, αν δεν φυλακισθώμεν εμείς οι δεσποτάδες, δεν θα ελευθερωθεί ποτέ η Κύπρος». (Κώστας Κατσελλής)
Ο δεσπότης μας της Κερύνειας ξεκίνησεν νά 'ρτει στη Λευκωσίαν τζαι τον εμπόδισαν οι Εγγλέζοι να μπει στη Λευκωσίαν, τζι εστράφην εις την Κερύνειαν, τζι εξεκίνησεν με τον δκιάκον του τζι επήαιννεν εις τον Αρχάγγελον να κηρύξει. Στον δρόμο που περνούσεν έλεεν: «όλοι στην εκκλησίαν, όλοι στην εκκλησίαν». Επήαμεν στην εκκλησίαν. Έβαλεν λόγον, σε μια στιγμήν είπεν να πάμεν να στήσουμεν την σημαίαν πάνω στο διοικητήριο. (Γρηγόρης Ελισσαίου)
Τα Οκτωβριανά τα έζησα, όταν ήμουν πρώτην τάξη του Γυμνασίου. Ήταν Κυριακή, ο συνηθισμένος εκκλησιασμός της Κυριακής, οπότε, όταν ευρίσκετο προς το τέλος η λειτουργία, μπαίνει μέσα, εισβάλλει θα έλεγα, ο μητροπολίτης Μακάριος, και άρχισε συγκινημένος για την μεταχείρισιν που έτυχεν, και μετά από την σύντομην εκείνην αλλά παλμώδη ομιλίαν του είπεν: «όλοι προς το διοικητήριον!». Τον ακολουθήσαμεν. (Λέανδρος Ζαχαριάδης)
Ήταν και οι άνθρωποι από πολλά χωριά της επαρχίας της Κερύνειας, που με προθυμία ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του Δεσπότη με όπλα αυτοσχέδια για να τον προστατέψουν. Είναι φανερή η γέφυρα επικοινωνίας που υπήρχε ανάμεσα στο Μακάριο και το ποίμνιό του.
Εκάλεσέ μας ο Δεσπότης στην Κερύνεια τζι επήαμεν τζει. Ήρτεν ειδοποίηση (στην Καλορκάν) να πάμεν, να κλάψουμεν για τη μάνα μας, τζι έτσι ιστορίες. Επήαμεν τζει πάνω πον τα δικαστήρια. Πρώτα έβαλέν μας εις την εκκλησίαν, έβαλέ μας έναν λόον.. που τζειαμαί ελουρκάσαμεν ίσια πας στα δικαστήρια. (Χριστόδουλος Πέτρου, Καλογραία)
Εξυπνήσαμεν (στο Διόριος) μιαν ημέραν το πρωίν, θωρείς τον κόσμον ανακατωμένον, εσηκωστήκαν κάμποσοι χωρκανοί μας, άλλοι έπιασαν βέρκες, άλλοι επιάχαν αναδρήτζες που τα Πάνακρα πολλοί. Είχαμεν έναν δάσκαλον, ήταν ο δάσκαλος ο Σαββατάς, ήταν που τη Λάπηθον, τζείνος τους επαρακίνησεν, να πάμεν στην Τζερύνειαν, επιάσαν τους, εκάμαν 2, 3 μήνες φυλακή. (Ελένη Μιχαήλ, Διόριος)
Ήρτεν έναν χαπάριν στο χωρκόν (Χάρτζια) να πάμεν την Κυριακήν εις την Τζερύνειαν, για να κάμουμεν διαδήλωσην. Το χωρκόν μας εν είσεν αυτοκίνητον. Επήαμεν 17 άτομα, 14 άτομα εκατεβήκαμεν τζι επεριμέναμεν λεωφορείον να περάσει, εκόψαμεν βέρκες. Επήαν στο διοικητήριον, εκατεβάσαν την αγγλικήν σημαία. Εμείναμεν ως το δείλις. (Σάββας Μουρμούρης, Χάρτζια)
Στο Διοικητήριο
Το Διοικητήριο |
Κάποια παιδιά της πρώτης τάξης του Γυμνασίου σπεύδουν να βοηθήσουν να κατεβεί η αγγλική σημαία. Ανάμεσά τους βρίσκονται ο Λέανδρος Ζαχαριάδης και άλλοι μικροί μαθητές. Ο κυβερνήτης Στορς, στην αναφορά του προς τη Βουλή των Κοινοτήτων για τα γεγονότα, αναφέρει ότι «αγόρια κατέβασαν και ξέσχισαν τη σημαία». Η λέξη boys ταιριάζει με την ηλικία των μικρών μαθητών. Η αγγλική σημαία, σύμβολο της τυραννίας, πέρασε στα χέρια των διαδηλωτών, καταξεσχίστηκε σε δεκάδες μικρά κομμάτια, αναφέρει αυτόπτης μάρτυρας. Κομμάτια της μεταφέρθηκαν μέχρι την Καλογραία. Και ο Δημήτρης Γαλακτίου βοηθά να κατεβεί η σημαία. Τη σκηνή αυτή αναφέρει και ο αστυνόμος της Κερύνειας.
Ο Σάββας Χατζηλαμπής ανέβηκε σε παρακείμενο τοιχάκι και έδεσε την ελληνική σημαία που κρατούσε με τον ιστό της πάνω στον ιστό του διοικητηρίου, στερεώνοντάς την με το σχοινί που είχε αποκοπεί από τη θέση του.
— Αυτό αναφέρει ο Κυβερνήτης Stors στην έκθεσή του προς τη Βουλή των Κοινοτήτων.
— Αυτό αναφέρεται και στη δικογραφία της υπόθεσης στο φάκελο του Κρατικού Αρχείου με αριθμό 1309 «ο Σάββας Χατζηλαμπής ύψωσε την ελληνική σημαία.»
Είναι και οι αυτόπτες μάρτυρες, πρωταγωνιστές των γεγονότων που καταθέτουν την άποψη αυτή (Ευθύβουλος Ανθούλης, Λέανδρος Ζαχαριάδης, Αυγή Καρολίδου-Δημητριάδου, Ζαχαρίας Μυλωνάς κ.ά.)
Εκείνη τη στιγμή έφτασε εσπευσμένα και ο διοικητής Ντένις, ανέβηκε στον εξώστη του διοικητηρίου και διάβασε προς το πλήθος αγγλιστί το στρατιωτικό νόμο που είχε επιβληθεί. Ο μητροπολίτης με βροντώδη φωνή απαιτεί να διαβαστεί ο νόμος «Ελληνικά, Ελληνικά και όχι Εγγλέζικα». Τότε ο Ντένις αναθέτει στο Γραμματέα του διοικητηρίου να διαβάσει Ελληνικά τους νόμους που ίσχυαν. Ο αστυνόμος Κώστας Δημητριάδης κάλεσε το πλήθος να διαλυθεί και να επιστρέψει εις τα ίδια.
Οι διαδηλωτές όμως συμμορφώνονται με την προτροπή του μητροπολίτη και επιστρέφουν με παρέλαση στη Μητρόπολη. Οι Άγγλοι στη συνέχεια κατεβάζουν την ελληνική σημαία και αναρτούν πάλι την αγγλική. Η ελληνική σημαία που υψώθηκε στο διοικητήριο της Κερύνειας βρίσκεται σήμερα συντηρημένη στο Μουσείο Αγώνος στη Λευκωσία.
Εκεί εν τω μεταξύ, πλησίον του διοικητηρίου, που είναι το τουρκικό δημοτικό σχολείο, ήταν συγκεντρωμένη αστυνομική δύναμις υπό τον αστυνόμον Κώσταν Δημητριάδην. Η παρέλασις επροχώρησεν, χωρίς να λάβει υπ' όψιν την αστυνομίαν, και εισήλθαν εις τον περίβολον του διοικητηρίου. Ο μητροπολίτης μαζί με τους παρελαύνοντας με τον κόσμον, ο οποίος ήτο αμέτρητος, έδωκε διαταγήν εις τον σημαιοφόρον Σάββαν Χατζηλαμπή, να υψώσει την ελληνικήν σημαίαν επί του αγγλικού ιστού. Διάφοροι από το πλήθος εζήτησαν να καταβιβάσουν την αγγλικήν σημαίαν. Κατεβίβασαν την αγγλικήν σημαίαν, ο δε αστυνομικός φύλακας εζήτησε να πυροβολήσει το πλήθος και την στιγμήν εκείνην ο σημαιοφόρος ανέβηκεν επί του τοιχώματος, δια να ανυψώσει την ελληνικήν σημαίαν εις τον αγγλικόν ιστόν, όπου ευρίσκετο η αγγλική σημαία. Ο αστυνομικός φύλακας εζήτησεν να πυροβολήσει τον σημαιοφόρον, και ο μητροπολίτης του είπεν. «Εμέναν να πυροβολήσεις και όχι εκεί.» Την ώραν εκείνην ο Δωρόθεος Καρολίδης ευρίσκετο πλησίον του αστυνομικού φύλακα και τον ημπόδιζεν από του να πυροβολήσει. Την ώραν αυτήν ο Άγγλος διοικητής Ντένις εκήρυττεν τον στρατιωτικόν νόμον εις την αγγλικήν. Ο μητροπολίτης εφώναζεν: «Δεν καταλαβαίνουμεν αγγλικά, να τον μεταφράσετε εις τα ελληνικά». Και τον μετέφρασεν στα ελληνικά ο Μεμμέτ - Μπέης, ανώτερος υπάλληλος του διοικητηρίου Κυρηνείας. Μετά την ανύψωσιν της ελληνικής σημαίας, εις τον αγγλικόν ιστόν, την οποίαν προσέδεσα στερεά με το ίδιο σχοινίν που ήταν αλυσωμένη η αγγλική σημαία, εζήτησεν ο μητροπολίτης να γυρίσουν πίσω, δι' άλλης σημαίας, ευρίσκετο εις τον χώρον εκείνον και μια άλλη σημαία, η οποία έφτασεν αργότερα. Η παρέλασις κατέληξεν εις την μητρόπολιν Κυρηνείας, όπου εν τω μεταξύ κατέφθαναν πλήθη λαού και υπέβαλλαν τα σέβη τους εις τον μητροπολίτην. Εις την Κυρήνειαν κατέφθαναν από όλα τα χωριά της επαρχίας Κυρηνείας, και από το διαμέρισμα Μόρφου και από το διαμέρισμα Σολέας, Μαραθάσης. Αυτό συνέχισεν μέχρι αργά το βράδυ της Κυριακής.Την ώραν εκείνην κατέφθαναν και πλήθος κόσμου από τα διάφορα κοντινά χωριά. Άγγλοι στρατιώται και αστυνομικοί ημπόδιζαν τον κόσμον να προσέλθει στην μητρόπολιν. (Σάββας Χατζηλαμπής)
Μπαίνουμε επικεφαλής με τους μαθητές, ο κόσμος χιλιάδες, μπροστά ο δεσπότης, ο δήμαρχος, οι σχολικοί έφοροι, οι καθηγητές. Εκεί στην είσοδο είχε καμιά δωδεκαριά αστυνομικούς με τα όπλα. Ο Δεσπότης μπαίνει μέσα, έσπρωξε τους αστυνομικούς και τους λέει: «Θα περάσουμε. Μην πυροβολείτε... Αν θέλεις να πυροβολήσεις» , λέει του διοικητού, «εμένα να πυροβολήσεις, εγώ είμαι ο υπεύθυνος όλης αυτής της καταστάσεως». Χιλιάδες ο κόσμος. Εκεί στο προαύλιο ήταν η ελληνική σημαία. Ο φίλος μου ο Σάββας αναρριχήθηκε και κατέβασε τη σημαία την εγγλέζικη τζι έβαλε την ελληνική σημαία. Αφού εμίλησεν ο Κυρηνείας, επήεν ο καθένας σπίτιν του. (Ευθύβουλος Ανθούλης)
Τέλειωσεν η λειτουργία, ξεκινήσαμε εμείς με τους μαθητές... είχαμε και σημαία του σχολείου... ανέβηκε ένας νέος, κατέβασε την αγγλική σημαία, την έριξε κάτω, την ξέσχισαν, πήραν από ένα κομμάτι.. Άκουσα το διοικητή να φωνάζει fire. Γυρίζουμε πάνω και βλέπουμε στο μπαλκόνι του διοικητηρίου το διοικητή με κάμποσους ζαπτιέδες, έτοιμους να πυροβολήσουν. Επεκράτησε ησυχία και μας εδιάβασε ο διοικητής εις τα εγγλέζικα τη διάταξη του στρατιωτικού νόμου, να είναι εις γνώση μας, για να μας δικάσουν έπειτα επί τη βάσει του στρατιωτικού νόμου, να μην πούμε ότι δεν πρόλαβε να δημοσιευτεί. Μάθαμε το πρωί ότι μεσάνυχτα πήγαν στρατιώτες, επήραν το μητροπολίτη, τον εκτυπήσαν, τον έπιασαν με το ζόριν και τον επήραν μαζί τους στη Λευκωσία, και από κει τον εξόρισαν. (Γεώργιος Ζαμπάς)
Ο κόσμος όλος που είχε μαζευτεί, έφυγεν από το διοικητήριο, σε παρέλαση κανονική, και πήγε και κατέληξεν στο κτήριον της Μητροπόλεως. Εκεί, όλην την ημέραν από το πρωίν μέχρι το βράδυν, επηγαίνναν πολίτες να επισκεφτούν τον μητροπολίτην. Εν τω μεταξύ επληροφορήθηκαν τα γεγονότα και από τα περίχωρα μακρινά, όπως Καραβάν, Λάπηθον, και ακόμα πιο μακρινά χωριά, και από την Μύρτου, και από την άλλην μεριάν, μέχρι τον Άγιον Αμβρόσιον, όποιοι είχαν μέσο, και το βράδυ είχε γίνει μια μεγάλη συγκέντρωση στον περίβολον της μητροπόλεως. (Σάββας Καπετανόπουλος)
Δεν λείπει από τον απλό άνθρωπο και η κριτική σκέψη για τα γεγονότα:
Τέλος εκατεβάσαν τη σημαία. Ο ένας εξαπόλυσέν την που πάνω τζι εκατεβάσαν την τζι εσσίσαν την, ενώ (δ)εν έπρεπε να την ισσίσουν. Έπρεπε να την διπλώσουν τζαι να την παραδώσουν. (Γιάννης Μιχαήλ- Καρκάνιας)
Στην Πλατεία της Μητρόπολης
Το πλήθος του κόσμου, που συνέχισε να καταφθάνει στη μητρόπολη από τα κοντινά και πιο μακρινά χωριά, για να συμπαρασταθούν στο Δεσπότη, δεν κατάφεραν να εμποδίσουν τη σύλληψή του.
Μετά ο Άγγλος Διοικητής κάλεσε όλους τους ιθύνοντες πολίτες Έλληνες και Τούρκους και τους προειδοποίησε να ασκήσουν την επιρροή τους, για να αποτραπούν περαιτέρω έκτροπα, διαφορετικά θα έχουν όλη την ευθύνη για την αποτυχία τους.
Η επικοινωνία του Διοικητή της Κερύνειας με τον Αποικιακό Γραμματέα στη Λευκωσία γινόταν μέσω απεσταλμένων. Δυο Άγγλοι ενεχείρισαν στο Διοικητή διατάγματα επιβολής λογοκρισίας μαζί με αριθμό Κανονισμών περί Αμύνης της Κύπρου,36 που αμέσως τοιχοκολλήθηκαν σε περίοπτες θέσεις της πόλης. Τα διατάγματα αυτά έδιναν έκτακτες εξουσίες στον Κυβερνήτη, που έχει το δικαίωμα να εξορίζει, να διορίζει λογοκριτές κ.ά. Οποιοδήποτε όργανο της τάξης μπορούσε να συλλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο, και ελέγχονταν αυστηρά οι αναχωρήσεις και αφίξεις. Άλλοι πρόσθετοι κανονισμοί απαγόρευαν τη συνάθροιση πέραν των πέντε (5) ατόμων. Αναφέρει χαρακτηριστικά πληροφορητής από το Καζάφανι.
Το πρωί που πηγαίναμε στο σχολείο (Γυμνάσιο Κερύνειας) υπήρχε έλεγχος στο δρόμο από στρατιώτες και αστυνομικούς. Απαγορεύετο να βαδίζουμε πάνω από πέντε. (Λεόντιος Χατζηκώστας, Καζάφανι)
Στις 12.30 έφθασαν δύο τμήματα στρατού με επικεφαλής ένα λοχία, χρησιμοποιήθηκαν δε διά περιπολίαν και φρούρησιν της πόλεως προς βοήθειαν της αστυνομίας. (VII/ 67, Ρόναλντ Στορς)
Το πλήθος γύρω από τη Μητρόπολη αυξάνεται σε όγκο, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των Άγγλων ανερχόταν σε 1000 άτομα τα περισσότερα οπλισμένα με βαριά ξύλα και σίδερα.39 Σίγουρα όμως ήταν πολύ περισσότεροι, αν υπολογίσει κανείς τους Κερυνειώτες που σχεδόν όλοι ένιωσαν υποχρέωσή τους να τρέξουν στη μητρόπολη, όπως και οι κάτοικοι από τα πιο πολλά χωριά της μητροπολιτικής περιφέρειας της Κερύνειας.
Στις 9.30 μ.μ. μήνυμα από το Κάρμι ανέφερε ότι οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού ξεκίνησαν, για να ενισχύσουν τον κόσμο στη μητρόπολη. Οι στρατιώτες που στάληκαν στη δυτική είσοδο της πόλης διαπίστωσαν ότι οι Καρμιώτες είχαν ήδη φτάσει στη μητρόπολη. Τα λεωφορεία και τα άλλα μέσα που τους μετέφεραν τους αποβίβαζαν μακριά από την πόλη και οι άνθρωποι μέσα από τα περιβόλια κατακοφτά κατέληγαν ανενόχλητοι στην πλατεία της μητρόπολης. Οι πληροφορητές δίνουν τις εμπειρίες τους από τα γεγονότα.
Εσηκωθήκαν οι Καρμιώτες να πάσιν την Τζερύνειαν. Άλλοι με ξύλα, άλλοι με τες βέρκες, άλλοι με τους σσιπέττους. Εσυναχτήκαν ούλλοι στην άκραν του χωρκού. Όσοι επήαν επιάσαν τους οι Εγγλέζοι, ούλοι επήαν φυλακήν που ένα μήνα (Γιαννακός Γιωρκαλλή, Κάρμι)
Μετά έδωκεν διαταγήν (ο Δεσπότης) να πάμε να φάμεν στο εστιατόριο κοντά στου Κέστα (του Λιβέρδου). Επήαμεν, εφάαμεν τζι επήαμεν στην μητρόπολιν. Ο κόσμος ούλος που ούλα τα χωρκά, τζι έδωκεν ο στρατός. Εμείς εσταχήκαμεν ούλοι, εδώκαν μας κουνιές τζι εκόψαμεν που το περβόλιν της μητρόπολης κάτι ττοππούζες, μα ούλοι με τες βέρκες να κάμουμεν πόλεμον (Χριστόδουλος Πέτρου, Καλογραία)
Εκατεβήκαν που τα Φτέρυχα τζαι που τον Καραβάν πολλοί. Βρε πάμεν να γλέπουμεν τον Δεσπότην τζι εννά τον πιάσουν οι Τζωνήες. Έξι μίλια που τα Φτέρυχα, ούλλη νύχτα επήαν παρπατητοί. Ο δεσπότης κάλεσε το πλήθος να διαλυθεί. Οι Τζωνήδες επυροβολήσαν τζι επληγώσαν έναν παιδίν που τον Καραβάν του Παπά Ισάκκα.Τζι άμαν είδαν έτσι οι χωρκάτες με τες ματσούτζες τζαι τες βέρκες, άτε απού φύει φύει. Την επομένην ημέραν έβκηκεν η αστυνομία τζι εσυλλάβαν όσους επήαν, εβκήκαν τζαι μάρτυρες (Ιωάννης Ευθυμίου, Ελιά)
Το απόγευμα διαδόσεις: «ήρταν Εγγλέζοι στρατιώτες να πιάσουν το μητροπολίτη». Κόσμος έξω από τη μητρόπολη. Εφέραν κι ένα κανόνι έξω που τη μητρόπολη, εμουντάραν τους τζι επιάσαν και το κανόνιν. Ήταν ο Καρολίδης, ο οποίος ήταν στρατιώτης εις τους Βαλκανικούς το 1912-13. Ήταν άχρηστο, ίσως το έκλεισαν οι Εγγλέζοι. Αδερφός του Χαρίλαου ήταν ο αστυνόμος της Κερύνειας. Τους συμβούλεψε (Ευθύβουλος Ανθούλης)
«Οι Εγγλέζοι ήταν τζειαμαί, ήταν τζι ο αστυνόμος ο Κώστας ο Δημητριάδης. Αν δεν ήταν τζείνος οι Εγγλέζοι ήταν να μας καθαρίσουν ούλους. Λαλούμεν του» έχουν οι Εγγλέζοι το ταχυβόλον εκεί στου Καρπή (Γεώργιος Φυλακτή, Κάρμι)
Η κατάσταση όσο πήγαινε γινόταν πιο εκρηκτική. Τα πρόχειρα όπλα, ξύλα, πέτρες, βρίσκουν το στόχο τους. Οι Εγγλέζοι φυσικά οχυρώνονται. Αναφέρεται ότι εγκατέστησαν οπλοπολυβόλα, το ένα έπεσε στα χέρια των Κυπρίων, αλλά αποδείχτηκε άχρηστο. Αλλο εγκατέστησαν στη στέγη του σπιτιού του Καρπή Χαραλάμπους, κωμοδρόμου, εκεί όπου έγινε αργότερα το ξενοδοχείο του Σωκράτη Πολυκάρπου, στην είσοδο της οδού Αρχ. Λαυρεντίου. Δεύτερο τοποθετήθηκε στην είσοδο της οδού Λαυρεντίου από την οδό Ελλάδος στο κατάστρωμα του δρόμου.Το τρίτο τοποθετήθηκε στη στέγη του ξενοδοχείου Σήβιου, που ήταν κτίριο ψηλό. Ένα τέταρτο τοποθέτησαν οι Άγγλοι στο δρόμο μεταξύ του εμπορικού του Γ. Λεπτού και του καφενείου του Αλέξη, στην είσοδο δηλ. της οδού που αργότερα ονομάστηκε «Ρήγα Φεραίου» και που οδηγούσε προς τη μητρόπολη. Είναι φανερό ότι οι Εγγλέζοι προσπάθησαν να κλείσουν όλες τις διόδους προς τη μητρόπολη. Άγγλοι στρατιώτες παρακολουθούσαν την κατάσταση από τις στέγες των σπιτιών που υπήρχαν βόρεια της μητρόπολης. Μια νύχτα εφιαλτική ήταν εκείνη, που την τρέμει ακόμα ο λογισμός. Οι πληροφορητές δίνουν τη δραματικότητα των γεγονότων.
Πάνω στα σπίδκια του Καρπή έβαλαν πολυβόλα οι Εγγλέζοι τζι εσκοτώσαν το πρώτον, διότι εμαζέψαν πολλές πέτρες έξω από την Μητρόπολιν οι χωρικοί, τζι ελιθοβολήσαν τους Εγγλέζους. Ένας Εγγλέζος έφαεν μιαν πέτραν εις τα χείλη τζι εσπάσαν δκυο δόνγκια. Το πολυβόλον ήταν στημένον πάνω στο σπίτιν του Καρπή, αρκίνισεν το πολυβόλον τζι έβαλλεν. Οι χωρκάτες απού φύει φύει, διότι είπεν τους το ομπρύττερα ο Κώστας ο Δημητριάδης, ο αστυνόμος, «να διαλυθείτε, ρε παιδκιά, τζι εν να σας παίξουν. Εν ημπόρουμεν εμείς να τα βκάλουμεν πέρα με τους Εγγλέζους». Εσύρναν πέτρες, όπως κάμνουν οι Παλαιστίνιοι σήμερα τους Ισραηλίτες. Οπότε ήρχισεν το πολυβόλον τζι έβαλλεν. Επληγώθηκεν έναν παιδίν, επήραν το στο νοσοκομείον, τζαι το νοσοκομείον δεν το δέχτην, τζαι κατόπιν επήαν οι Εγγλέζοι τζι εθάψαν το στον Καραβάν δήθεν με τιμές. (Κώστας Κυριακίδης)
Οι Άγγλοι έστησαν πάνω στο ξενοδοχείον του Κατσελλή στο Σηβιού πολυβόλον, και πολυβολούσαν την Μητρόπολιν. Πριν να βρουν το βεληνεκές, οι περισσότερες σφαίρες έπεφταν πάνω στην ταράτσαν του σπιτιού μας, στην οδόν Ελλάδος. Από το παράθυρον του σπιτιού μας εβλέπαμεν τες λάμψεις, είδαμεν την σύλληψη του δεσπότη, τα κτυπήματα των Άγγλων. Επικεφαλής του ουλαμού ήταν ο Στυλλή τσαούσης, ο οποίος συνεδέετο με τον παπάν μου, και είχαν εξηγηθεί ότι εν ουδεμία περιπτώσει θα έδιδεν το πρόσταγμαν εις τον ουλαμόν αυτόν να πυροβολήσει εναντίον του πλήθους. (Λέανδρος Ζαχαριάδης)
Οι Αηγροσίτες με τα ξινάρκα, με τα φκιάρκα, να σκοτώσουν τους Εγγλέζους.Ύστερα ήρταν οι Τζωνήδες, ήρταν εφ' όπλου λόγχη στην Κερύνειαν.
Επερικυκλώσαν την μητρόπολιν, ο δεσπότης είπε «παιδιά μου, να σηκωθείτε να πάτε στα χωριά σας, κι εγώ ή τωρά ή ύστερα από μια βτομάδα θα με πιάσουν.» Τζείνοι επιμένασιν, εβκήκαν πάνω στες συκαμιές, εγεμώσαν τους κόρφους τους πέτρες, οι συκαμιές είχαν πυκνό φύλλωμαν, έν εφαίνουνταν, ερέσσαν που του Σταυρή του Λόρτου οι Τζωνήες, φακκά του μια ροτσιάν του Εγγλέζου, τρώει την, δικλά ποτζεί ποδά, εν θωρεί κανέναν. Πάει παραπάνω, άλλη ροτσιά. Ο άλλος εσσάστηκέν τον πως εν που την συκαμιάν που έππεσεν η ρότσα, τραβά του μιαν, έσυρέν τον κάτω. (Κωστής Κατσελλής)
Ύστερα εταμπουρωθήκαν στην Μητρόπολη τζι εκουβαληθήκαν χωρκάτες, χωρκανοί του δεσπότη. Το δεσπότην εξορίσαν τον εις την Ελλάδαν. Τζαμαί που ήταν το μαχαζίν μας (Μ.Γ.Λεπτού) στην αυλήν είχασιν πολυβόλον οι Εγγλέζοι, τζει κάτω που ήταν του Καρπή το ξενοδοχείον, είχασιν πολυβόλον. Που την άλλην πλευράν, πίσω που την μητρόπολη εβκήκαν πας στα δώματα τζι έβαλαν πολυβόλον. Εσύραν ττουφετσιές. Που τες ττουφετσιές άλλοι επληγωθήκαν τζι ένας εσκοτώθηκεν, έναν παιδίν. Στο δρόμον μεταξύ της Μητρόπολης τζαι του ξενοδοχείου του Καρπή εσύραν του που τζει πάνω σφαίρες. (Κούλης Λεπτός)
Την Κυριακήν ο Μιτίδης και ο Ευδόκιμος από την Κερύνειαν ήρθαν στο χωριό κι εφέραν το μήνυμα ότι έγινε επανάσταση. Ξεσηκωθήκαν οι χωρκανοί, έτσι νύχτα, εβάλαν τζαι τον παπάν μπροστά, πρώτα στην εκκλησιάν ορκιστήκαν για την απελευθέρωσιν. Επροχωρήσαν, όσοι είχαν σιπέττους επήραν τους να τους πάρουν στην Κερύνειαν Ο πατέρας του δεν τον άφησε να πάει. Πήγαν περπατητοί. Ο Κώστας Δημητριάδης τους έλεγε να φύγουν, οι Άγγλοι θα τους σκοτώσουν.. Έδωσαν μέσα στο περιβόλι του Καρπή. Είχαν πολυβόλο στου Σπυρή. Το Καραβκιώτικο μετέφερε στο νοσοκομείο ο Νικόλας ο σωφέρ του Μητροπολίτη. Επέστρεψαν όλη νύχτα στο χωριό. Ο παπάς του χωριού μετά από λίγες μέρες πέθανε. Δύο από τους χωριανούς φυλακίστηκαν. Τους κατάγγειλαν καταδότες. (Αλέξης Λιάτσος, Κάρμι 48, Α.Ν.)
Ο Μιτίδης δάσκαλος, πήγε την Κυριακή στην Κερύνεια, εσσίσαν τη σημαία την εγγλέζικη, εφέραν έναν κομμάτιν εις το χωρκόν. Εμήνυσέ μας δήθεν τότε ο δεσπότης ο Μακάριος, γιατί πραγματικά αγάπαν πολύ το χωρκόν μας. Εν Σουλιώτες που μας ελάλε... Θέλει σας ο δεσπότης... έδωσέ μου το κατσούνι να κτυπήσω την καμπάναν.. Εμαζευτήκαν ο κόσμος.Εσυνάχτηκεν το χωρκόν, εφκάλαμεν τη σημαίαν..Ορκιστήκαμεν υπέρ πίστεως και πατρίδος.. Εξεκινήσαμεν άλλοι με τες κουνιές, άλλοι επιάαν τζι ορισμένοι όπλα τότες, πο τούτους τους σιπέττους τους κρυφούς, άλλοι βέρκες...
Εκατεβήκαμεν που το Κάρμιν παρπατητοί, επήαμεν ήβραμεν το Δεσπότην στη Μητρόπολη, εφιλήσαμέν του το σέριν, «καλώς τους Σουλιώτες μου» λαλεί μας. «Να πάτε να μου φέρετε τον Καρολίδην πάνω.» (Γεώργιος Φυλακτή, Κάρμι 39)
Το πλήθος προχώρησε κατά πάνω στους οπλισμένους Άγγλους στρατιώτες με κατεύθυνση προς την οδό Ελλάδος. Οι Άγγλοι οπισθοχώρησαν. Ο αστυνόμος Κώστας Δημητριάδης προέτρεψε τους Κυπρίους να ρίψουν τα ξύλα, τις πέτρες, τα σίδερα που κρατούσαν. Οι στρατιώτες εφόρμησαν με εφ' όπλου λόγχην, αλλά το πλήθος εξακολουθεί με κραυγές να ρίχνει πέτρες. Δόθηκε διαταγή να ανοίξουν πυρ κατά των διαδηλωτών. Το πλήθος οπισθοχώρησε προς το ύψωμα της μητρόπολης για λίγο και ακολούθως κινήθηκε πάλι εναντίον των στρατιωτών. Η άγνοια, η παράλογη τόλμη, η ψευδαίσθηση ότι μπορούν να πετύχουν να νικήσουν τους Άγγλους, το συναίσθημα δηλ. παρακινεί τους λίγους αυτούς αντάρτες κατά της αποικιοκρατίας. Για δεύτερη φορά το οπλισμένο απόσπασμα ανοίγει πυρ κατά του πλήθους. Τραυματίστηκαν τρία πρόσωπα, ο ένας άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο της Κερύνειας, όπου μεταφέρθηκε πολύ αργά, αφού έχασε πολύ αίμα από την αιμορραγία. Οι Άγγλοι στις αναφορές τους ισχυρίζονται ότι ο τραυματίας στάλθηκε αμέσως στο νοσοκομείο και έτυχε ιατρικής φροντίδας. Η αλήθεια φαίνεται ότι ήταν διαφορετική. Το κέρφιου, η άρνηση των Άγγλων να τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο, ο γιατρός που λόγω του κέρφιου δεν ήρθε στην ώρα που έπρεπε, ήταν οι παράγοντες που οδήγησαν το νέο παιδί στον τάφο. Νεκρός ο δεκαοκτάχρονος Μιχάλης Γιαννή Τριφούρτζη, γιος του Παπά Ισάκκα (Ισαάκ) από τον Καραβά. Οι μαρτυρίες δίνουν την αντίθετη εκδοχή από αυτή που ανακοίνωσαν οι Άγγλοι:
Τρία πρόσωπα τραυματίστηκαν και μετεφέρθησαν αμέσως στο νοσοκομείο όπου έτυχαν περίθαλψης από την επί καθήκοντι νοσοκόμα. Ο ιατρικός Λειτουργός απεστάλη και εξέτασε τους τραυματίες. Πληροφορήθηκα ότι ένας από τους τρεις ήταν σοβαρά τραυματισμένος εξ αιτίας του σπασμένου ποδιού του.
(SA/1316/31, σ.73.)
Εβκήκαμεν δκυο τρεις βολές τζι έκαμναν πίσω οι Εγγλέζοι. Εν που μας εφοούνταν; Με τα όπλα, τζι εσύ με την βέρκαν... Αμμ άν εθέλαν άμαχον κόσμον να σκοτώσουν.. Ε μα πόσες φορές να 'ρκουνται τζαι να τους στρέφουμεν, με συγχωρείς, σαν τους γάρους πίσω, με τα όπλα τους τζι εμείς με τες βέρκες; Ένας έπαιξεν έναν κοπέλλιν καραβκιώτικον πας στην ζάμπαν, επήραν το νοσοκομείον τζι επέθανεν το κοπέλλιν. (Χριστόδουλος Πέτρου, Καλογραία).
Άγγλοι στρατιώται και αστυνομικοί ημπόδιζαν τον κόσμον να προσέλθει στην μητρόπολιν. Και κατά την ώραν εκείνην έφεραν στην μητρόπολιν έναν πληγωμένον από τον Καραβάν. Οι εκ Καραβά έφεραν έναν πληγωμένον, ο οποίος ελέγετο Παπαϊσαάκ και τον έβαλαν εις το μέσον του ηλιακού της μητρόπολης. Και εκεί μέχρι τώρα το τσιμέντο είναι βαμμένον με τα αίματα του Παπαϊσαάκ, ήταν γιος παπά. Τον μετέφεραν στο νοσοκομείον, όπου και εξέπνευσεν. (Σάββας Χατζηλαμπής).
Επιάσαν τα πόστα όλα, θυμούμαι ήταν και ο Καρολίδης στην Μητρόπολη, ούλη η οικογένεα, για να σώσουν τον Μακάριο. Τζαι τζείνην την νύχτα εγινήκασιν σκοτωμοί, κάποιοι Εγγλέζοι επυροβολήσαν.
Θυμούμαι τότε εκτίζαμεν το σπίτιν μας τζι έναν μαστορούδιν που έκαμνεν το παγδατίν που πάνω, εσκοτώσαν το. Τζαμαί που ήταν το ξενοδοχείον του Γιαβρού, εκάμαν μπλόκκο. Έθελεν ο κόσμος να κατεβεί κάτω, επροστατεύαν τον μητροπολίτην. Εκλείσαν τους δρόμους της Μητρόπολης... Εστήσαν τα πολυβόλα τους τζαμαί που ήταν ο Καλυβίτης, οι Αννεττούδες. Έναν παιδίν Καραβκιώτικον, εππήδησεν που την πλευράν των περβολιών του Κίκκιρου προς την Μητρόπολην να περάσει, εκτυπήσαν τον πας στο πόδιν τζι επειδή κανένας έν εμπόρε να τον πιάσει, έμεινεν ως το πρωίν τζι επέθανεν που την αιμορραγίαν. (Μαργαρίτα Δημητρίου).
Εν τω μεταξύ όμως την ώραν που τον επιάνναν, επαίξαν έναν παιδίν που τον Καραβάν πας στο πόιν δαχαμαί. Έτρεσεν το γαίμαν, ήταν 18 χρονών. "Γλήορα έναν αυτοκίνητον να τον πάρει στο νοσοκομείον, γλήορα". Εν τζι εξέραν, εγώ ότι επήα, τζι έπιαα τ' αυτοκίνητον. Είδεν με ο τσαούσης με τ' αυτοκίνητον, ένας Τούρκος, πας Τσαούσης νομιζόμενος τούτος ότι τζείν την ώραν επέρνουν. Επήα, εβάλαμέν το μέσα, ετάνυσέν μου τζι οι αστυνομικοί τζαι ούλοι, επιάαμεν τζαι ρούχον που την Μητρόπολη, έναν σεντόνιν, ετυλίξαμεν το πόδιν του παιδκιού τζαι ούλα. (Θεοχάρης Σάββα)
Το Καραβκιώτικον εφορούσεν άσπρο πανταλόνιν, εκτυπήσαν το οι Εγγλέζοι. Πήραν το στη Μητρόπολη, ποιος να το πάρει στο νοσοκομείο. (Γεώργιος Φυλακτή, Κάρμι).
Ο Ιωάννης Μιχαήλ Τριφούρτζης, 19 ετών από τον Καραβά |
Πολύ συγκλονιστικές είναι οι μαρτυρίες από χωριανούς του νεαρού Τριφούρτζη, που αναφέρουν ότι ο Μιχάλης ήταν παρών το πρωί στη λειτουργία στον Αρχάγγελο και στη διαδήλωση προς το διοικητήριο. Μετά επέστρεψε στο σπίτι του στον Καραβά, έφαγε βιαστικά, όπως δηλώνει η μητέρα του. Όταν κυκλοφόρησε η είδηση ότι επίκειται η σύλληψη του δεσπότη, βρέθηκε από τους πρώτους στη συγκέντρωση στον Καραβά, στο σπίτι του Λευτέρη Χατζηστεφάνου. Στη μητέρα του έδωσε εντολή την άλλη μέρα να του στείλει στην Κερύνεια το καλάθι με τα πράγματά του. Όταν τον ρώτησε η μητέρα του γιατί θα πάει, απαντά ότι θα πάει στην Κερύνεια, γιατί ενδιαφέρεται "για τη μάνα μας Ελλάδα". Η ίδια η μητέρα του μαρτυρεί πως ο γιος της λάτρευε την Πατρίδα, την Ελλάδα του!
Ο Λευτέρης Χατζηστεφάνου τους όρκισε στην ελληνική σημαία και ξεκίνησαν πεζοί από τον Καραβά να πάνε στην Κερύνεια, να διανύσουν μια απόσταση 10 χιλιομέτρων, για να προστατέψουν το Δεσπότη από τους Άγγλους. Άλλες ομάδες πήγαν με αυτοκίνητο σε τρεις διαδοχικές διαδρομές στην Κερύνεια. Συναντήθηκαν όλοι στην περιοχή γύρω από τη Μητρόπολη. (Καλλιόπη Πρωτοπαπά, Κυπριακαί Σπουδαί τ. ΜΑ' σσ. 178-179. Λευκωσία, 1977)
Ήμουν τζειαμαί στον καφενέ, Κυριακή, κατά τη μια η ώρα, κατά τες δκυο. Ο γείτος μου, ο πεθερός του Νιόνιου, «Είντα που κάθεσαι βρε Τζυπρή, άνω πάνω να πάμεν την Τζερύνειαν, τζι εννά πιάουν τον Κυρηνείαν οι Εγγλέζοι», λαλεί μου. «Εγίνηκεν παρέλαση στην Τζερύνειαν τζι εσσίσαν τες σημαίες τες Αγγλικές», λαλεί μου. «Επήε στρατός που τα Πολεμίδκια, τζι επήεν κόσμος πολλύς, τζι εννά πάμεν να γλιτώσουμεν τον Κυρηνείας». Ο παπα Χαρίτος τη νύχταν, ο Σολής, εμπήκαμε μες στ' αυτοκίνητον τζι επήαμε χωρίς τα φώτα Τζερύνειαν. Εκατεβήκαμεν να πάμεν με τα πόδκια. (Κύπρος Τσιουρούτης, Καραβάς)
Σε γάμον στον Καραβάν, ξαφνικά ακούστηκαν οι καμπάνες, έπαιζαν. Είσεν τζι εφωνάζασιν "Βουράτε να πάμεν στην Τζερύνειαν, τζι εννά πιάσουν τον Δεσπότην οι Εγγλέζοι τζαι πάμεν να τον σώσουμεν". Ο κόσμος εσηκώθηκεν που τον γάμον, εβουρούσαν, εμπήκαν μες στ' αυτοκίνητα τζι επηαίνναν στην Τζερύνειαν. Ως το πρωίν ακούσαμεν ότι εγίνηκεν μεγάλη φασαρία στην Τζερύνειαν, έναν παιδίν που τον Καραβάν μάλιστα εσκοτώθην. Οι Εγγλέζοι ήταν πας στα δώματα τζι επυροβολούοαν τους. (Πολυξένη Χατζηλούκα, Καραβάς)
Ήταν η πρώτη χρονιά που ήμουν δασκάλα στον Καραβάν. Θυμούμαι εκείνην την αναστάτωσιν που έγινε μες στο χωριό, που έφυγεν ο κόσμος να πάει ως στην Κερύνειαν, που εξεκινήσαν που το σπίτιν του Λευτέρη του Χατζηστεφάνου με τη σημαία την ελληνική, να πάνε στην Κερύνειαν, γιατί εκεί ήταν το κέντρον που εγίνετουν ο ξεσηκωμός. Οι Καραβκιώτες εμαζευτήκαν στου Λευτέρη του Χατζηστεφάνου και ξεκινήσασιν να πάσιν εις την Κερύνειαν με τη σημαία. (Χαριτίνη Διγενή, Καραβάς)
Οι δάσκαλοι είχαν να υποστούν πολλές συνέπειες από τη συμμετοχή τους στην εξέγερση: απόλυση, δυσμενή μετάθεση σε χωριά πολύ μακρινά από τη μόνιμη διαμονή τους, στέρηση προαγωγής. Την κηδεία του Τριφούρτζη απαγορεύτηκε στα σχολεία να την παρακολουθήσουν. Οι συνέπειες ήταν γνωστές, γνωστές και οι μέθοδοι των αποικιοκρατών, θαυμάζει κανείς το θάρρος και την περιφρόνηση στις συνέπειες από τη νεαρή δασκάλα.
Και θυμούμαι την άλλην ημέραν που εφέρασιν τον Τριφούρτζην που εσκοτώθηκεν, εκεί στην Κερύνειαν.. εφέραν τον εις την Ευαγγελίστριαν. Το σχολείον μας τότε ήταν απέναντι της Ευαγγελίστριας, τζι είπαν να μην παν οι δασκάλοι στην κηδείαν. Μόλις το άκουσα εγώ, επήγα στη διευθύντρια. Λαλώ της: «Εγώ θα πάω στην κηδείαν». Λαλεί μου: «Ναι, αλλά αν σε σταματήσουν;» «Ντροπή εκείνους που θα με σταματήσουν, τζαι πέστε τους το έτσι, αν έρτει κανένας τζαι ρωτήσει σας, γιατί δεν με εμποδίσετε, για να μεν είστε εσείς υπεύθυνη».
Επήγα στην κηδείαν του Τριφούρτζη, μάλιστα είχε και δυο Εγγλέζους αξιωματικούς, για να δουν αν είχεν κόσμον. Πολύς κόσμος δεν επήγεν, αλλά επήγεν και πολλύς. Παρακολούθησα την κηδείαν που έγινε με την καθιερωμένην ιεροτελεστίαν, χωρίς καμιάν ανωμαλίαν, τζαι κατόπιν τον επήρασιν εις το κοιμητήριον, τζι επέστρεψα τζι εγώ στο σχολείον. (Χαριτίνη Διγενή, Καραβάς).
Πρόσωπο αρχαίας τραγωδίας η μητέρα του Μιχάλη. Ανυποψίαστη ξύπνησε το πρωί της Δευτέρας και ετοίμασε το καλάθι του παιδιού της και κατέβηκε στο δρόμο προς την Κερύνεια να βρει κάποιο να το στείλει στο γιο της. Κανένας δεν περνούσε και παραξενεύτηκε. Κάποιος χωριανός που είχε μάθει για το Μιχάλη, της ανακοίνωσε ότι ο γιος της είχε κτυπηθεί ελαφρά στο πόδι. Η μάνα ξεκίνησε να πάει πεζή στην Κερύνεια, να δει το γιο της στο νοσοκομείο. Τον βρήκε σε κακά χάλια και μόλις που πρόλαβε να της ψιθυρίσει: «Δεν νιώθω το πόδι μου, μάνα». Και βυθίστηκε σε λήθαργο. Σε λίγο ξεψύχησε. Ο πατέρας του, που εργαζόταν στη Βασίλεια, δεν τον πρόλαβε ζωντανό. (Καλλιόπη Πρωτοπαπά, ό.π.) Ο σπαραγμός τους βρίσκει έκφραση μέσα από τη μαρτυρία χωριανής τους.
Η Μεγάλη Βρετανία αφαίρεσε μας τζαι τες σημαίες τζαι τους ήρωες.. Ο γαμπρός μου εκράταν τη σημαία τζι επήαινεν, έδωκέν του την ο Λευτέρης ο Χατζηστεφάνου.. που κατεβήκαμεν ούλοι τζει κάτω πον ο δρόμος εσυνάχτην το χωρκόν.. να πάσιν να υπερασπίσουν τον δεσπότην.. εσυναχτήκαν τζι επήασιν τζι ήταν τζι ο γιος του παπά Ισάκκα.. τζείνη η γεναίκα η φτωσή, μάνα μου. Εσταθήκαν ούλοι, οι μισοί ποτζεί, οι μισοί ποδά, τζι επέρναν ο στρατός ο εγγλέζικος, «κάτω τα όπλα». Κρατούσαν ούλοι που μιαν βέρκαν στητήν ίσια πάνω. Λαλούν τους Εγγλέζους: «Κατεβάστε εσείς τα όπλα, να κατεβάσουμεν τζι εμείς τες βέρκες».
Ο γιος του παπά Ισάκκα εθέλησεν να πάει που δαμαί να ρέξει που την άλλην μερκάν. Σύρνουν τη σηπεδκιάν, επιάσαν το κοπελλούδιν πας στο πόδιν. Πιάννουν το κοπελλούδιν παίρνουν το εις τον γιατρόν, ο γιατρός ήταν κέρφιου, έσσω του. Ήταν οι νοσοκόμες, βάλλουν το μωρό μέσα οι νοσοκόμες, το γαίμαν έτρεσεν, οι νοσοκόμες τίποτε έν εμπορούσαν να του κάμουν, ως το πρωίν ετέλειωσεν το κοπελλούδιν. Εφεραν το, μάνα μου, το καημένον, μ' έναν αστυνομικόν. Απαγορεύετουν να πάει ο κόσμος εις την εκκλησιάν, να το δει. Να πααίννουν, μα ένας ένας. Ο κόσμος εφοάτουν. Επιάσαν το κοπελλούδιν, επήραν το, εθάψαν το. Αλλά τη νύχταν επιάσαν το δεσπότην, που τζει μέσα. Επήαινες τζι ελάλες του, Δεσπότη μου, μα να μας δώσεις όπλα, γιατί οι Εγγλέζοι εν φορτωμένοι όπλα. Λαλεί τους: «Παιδιά μου, έχει μέσα όπλα η μητρόπολη, αλλά δεν ξέρετε να τα μεταχειριστείτε, και αν τα μεταχειριστείτε, θα σκοτωθείτε εσείς». Έτσι έπιασαν τον καημένον τον Δεσπότην. Εκάμαν τον εξορίαν. (Ευρυδίκη Ππιρή, Καραβάς)
Σύλληψη και εξορία του Μακαρίου
Η συμπάθεια του κόσμου για το Δεσπότη ήταν ολοφάνερη, αυτή τους έσπρωχνε να βάλουν ασπίδα γι' αυτόν τα σώματά τους, να τον προστατέψουν, αλλά καταλαβαίνει κανείς ότι μόνη η καλή πρόθεση δεν ήταν αρκετή.
Μακράριος Β' |
Λίγο πριν από τις 11 κόπηκε πάλι η τηλεφωνική γραμμή. Στις 11 μ.μ. ο Διοικητής παίρνει γράμμα από τον Αποικιακό Γραμματέα ότι γύρω στα μεσάνυχτα θα φτάσουν τρία μεγάλα φορτηγά με στρατιώτες, για να συλλάβουν το Δεσπότη. Στο διάστημα από τις 11 μέχρι τις 01.5 π.μ. το πλήθος απεσύρθη προς το ύψωμα της μητρόπολης. (SA 1/1316/31,σ.73.) Όταν έφτασαν οι ένοπλοι άντρες, περικύκλωσαν το μητροπολιτικό μέγαρο, και μπήκαν μέσα, όπου υπήρχαν συγκεντρωμένοι 50 περίπου άντρες με βέργες και που μικρή αντίσταση πρόβαλαν. (ό.π. σ.72)
Τους υπεδείχθη το δωμάτιο του Μακαρίου, το παραβίασαν, τον συνέλαβαν και με σκαιό τρόπο τον κατέβασαν στο ισόγειο και τον φόρτωσαν σαν άψυχη μάζα στο φορτηγό. Τον μετέφεραν στις Κεντρικές Φυλακές της Λευκωσίας, όπου κρατήθηκε μέχρι να φτάσει το πλοίο που θα τον μετέφερε στην εξορία του. Με ενδιάμεσο σταθμό το Παρίσι έφτασε στο Λονδίνο μαζί με τους άλλους συνεξόριστούς του. Οι Άγγλοι είχαν απαγορεύσει την αποβίβασή τους σε λιμάνια της δικής τους επικυριαρχίας.
Περί το μεσονύκτιον, μίαν ή δύο μετά τα μεσάνυκτα, κατέφθασεν αστυνομική δύναμις υπό τον αστυνόμον Μουσταφά Εφέντην, της Λευκωσίας, ανήλθαν εις το μητροπολιτικόν μέγαρον, εζήτησαν να τους υποδειχθεί το δωμάτιον του μητροπολίτου Κυρηνείας, παρέλαβαν τον αρχιμανδρίτην Ιάκωβον Αρνόπουλον, τον ανεβίβασαν να τους δείξει το δωμάτιον του μητροπολίτου, εισήλθεν εις το δωμάτιον του, τον εσήκωσαν από το κρεβάτιν, και δεν τον άφηκαν ούτε να ντυθεί, ούτε τίποτε, τον παρέλαβαν με ανοίκειον τρόπον, τον κατεβίβασαν από τα σκαλιά της μητροπόλεως, και τον έσυραν συρτόν μέσα σε έναν φορτηγόν αυτοκίνητον, που ήταν γεμάτον στρατιώτες. Το προσωπικόν της μητροπόλεως εφρουρείτο υπό διαφόρων στρατιωτών, και δεν μας άφηναν να χαιρετήσωμεν τον μητροπολίτην, ο οποίος έστρεφε τα βλέμματά του προς το προσωπικόν. Το αυτοκίνητον με τους στρατιώτες και τον Μακάριον, επήγαν εις διάφορα σπίτια της Κερύνειας και εζητούσαν τον Σάββαν τον Λοϊζίδην. Όταν δεν τον εύρισκαν, κατηυθύνθησαν εις τες Κεντρικές Φυλακές της Λευκωσίας και ενέκλεισαν τον μητροπολίτην εις έναν δωμάτιον εις το οποίον πρωτύτερα ευρίσκοντο κρατούμενοι φθισικοί. Και εκεί παρέμεινεν ο Μητροπολίτης επί οκτώ μέρες, μέχρις ότου κανονιστεί το πλοίον που θα τον μετέφερεν εις την εξορίαν. Κατά την παραμονήν του εκεί ο μητροπολίτης εύρισκεν διάφορην αντίδρασιν από τους φύλακας αστυνομικούς, κυρίως Οθωμανούς, οι οποίοι τον υπεχρέωναν να μεταφέρει τα ακάθαρτα του δωματίου έξω. Ο μητροπολίτης ανθίστατο και υποχρεώνοντο εκείνοι να τα πάρουν. Ούτως μετεχειρίζοντο τον μητροπολίτην αι αρχαί των Κεντρικών Φυλακών. Όταν εκανονίσθη το πλοίον δια του οποίου θα μετεφέρετο εις εξορίαν, τον μετέφερον από τις Κεντρικές Φυλακές, εις την Λάρνακα, και τους επεβίβασαν σ' έναν καρβουνιάρικον. Τον μετέφερον στο Λονδίνον. Στο Λονδίνον παρέμεινεν ένα χρονικό διάστημα, και κατόπιν ενεργειών του Έλληνα πρεσβευτού εις το Λονδίνον, αφίχθη εις την Αθήναν και παρέμεινεν εις την οδόν Πρόκλου 31 μέχρι της απελευθερώσεώς του, μέχρι της άρσεως του διατάγματος της Αγγλικής κυβερνήσεως δια να φθάσει εις Κύπρον. Παρέμεινε εν Αθήναις μέχρι του 1946, ότε ήρθη το διάταγμα της εξορίας και αφίχθη εις την Κύπρον και παρέμεινεν εις την μητρόπολιν Κυρηνείας, μέχρι της εκλογής του εις Αρχιεπίσκοπον, ότε εξελέγη ως Μακάριος ο Β'. (Σάββας Χατζηλαμπής)
Η δολοφονία του Λοΐζου Λοϊζίδη
Οι Άγγλοι στρατιώτες με Τούρκους αστυνομικούς αναζητούσαν το δικηγόρο Σάββα Λοϊζίδη να τον συλλάβουν, ματαίως όμως. Τα στρατιωτικά φορτηγά πέρασαν από το σπίτι των αδελφών Σάββα και Λοΐζου Λοϊζίδη πίσω από το νοσοκομείο της Κερύνειας. Εκεί βρήκαν μόνο τον Λοΐζο Λοϊζίδη, γεωπόνο, υπάλληλο στο Τμήμα Γεωργίας, τον οποίο κακοποίησαν αγρίως. Την άλλη μέρα ο Λοΐζος βρέθηκε νεκρός στη θάλασσα. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του αδελφού του Σάββα Λοϊζίδη «ο γιατρός που έκαμε τη νεκροψία διαπίστωσε ότι στο κρανίο του Λοΐζου υπήρχε οπή από σφαίρα». Υπάρχουν πληροφορίες ότι από την αστυνομία δόθηκε η εντολή, να φουντάρουν το πτώμα στη θάλασσα της Κερύνειας έξω από το στόμιο του λιμανιού. (Σάββας Λοϊζίδης, Άτυχη Κύπρος, Αθήναι, 1980)
Οι αγγλικές πηγές υποστηρίζουν ότι πνίγηκε μόνος του. Οι προφορικές μαρτυρίες των ανθρώπων, που έζησαν τα γεγονότα δακτυλοδεικτούν ως αυτουργούς τους Άγγλους κατακτητές μαζί με τους συνεργούς τους.
Τα αδέλφια Λοϊζίδη: Σωκράτης, Σάββας και Λοΐζος |
Ο αδελφός του Σάββα του Λοϊζίδη βρέθηκε πνιγμένος δυο μέρες μετά τα γεγονότα. Υπάρχει υπόνοια ότι τον σκότωσαν και τον έριξαν στη θάλασσα. Πήγαν και κακοποίησαν και τον αδελφόν τους το Σωκράτη, που ήταν μαθητής της Τρίτης Γυμνασίου. (Γεώργιος Ζαμπάς).
Ο αδελφός του Σάββα του Λοϊζίδη ο ένας μαζί με τον Σωκράτη τον Λοϊζίδην έμεναν σ' έναν σπίτιν πίσω από το νοσοκομείο, προς την θάλασσαν. Οι Εγγλέζοι εκαταζητούσαν τον Σάββαν τον Λοϊζίδην. Κι επήγαν νύχταν στο σπίτιν των δύο αδελφών και αφού εξυλοκόπησαν τον Σωκράτην, εσκότωσαν τον άλλον τον αδελφόν, και μάλιστα, από ό,τι φαίνεται, εχρησιμοποίησαν έναν ττουφέκκιν, μονόκαννον, το οποίον ο παπάς μου είχεν δανείσει εις τα παιδιά αυτά, να το έχουν εκεί για προφύλαξή τους. Δεν αρκεί μόνον ότι σκότωσαν το παιδίν αυτόν, αλλά το όπλον αυτό το έκλεψαν στην πραγματικότητα και έφυγαν.
Χρόνια ολόκληρα ο παπάς μου έκαμεν διαβήματα και κατόρθωσεν μετά να του επιστραφεί το όπλον, και σήμερα υπάρχει αυτό το όπλο, και είναι στην κατοχήν του γιου μου του Βίκτορα. Αν αθθυμούμαι καλά είπαν ότι επνίηκεν μόνος του. Είχαν επαφήν με τον Αλέξην Κύρου που ήταν μυημένος εις την ΕΡΕΚ. Τους είπεν: "ή τώρα ή ποτέ". (Ζαχαριάδης, ό.π.)
Η επομένη μέρα
Η επομένη μέρα
26 Οκτωβρίου 1931 και στην Κερύνεια επικρατεί απόλυτη ησυχία το υπόλοιπο της νύχτας. Το πρωί κι όλη την ημέρα τα πιο πολλά καταστήματα έμειναν κλειστά εις ένδειξη διαμαρτυρίας για τη σύλληψη του Δεσπότη. SA 1/1316/193, σ.26)
Δευτέρα πρωί οι Άγγλοι ύψωσαν την αγγλική σημαία πάνω στη Μητρόπολη. (Σ. Χατζηλαμπής, 1998.)
Συνέπειες της εξέγερσης
Συνέπειες της εξέγερσης
Στις 26.10.1931 υπογράφεται το διάταγμα εξορίας του Μακαρίου, μητροπολίτη Κυρηνείας.
Άρχισε και το κύμα συλλήψεων. Ο Στυλλή Τσαούσης και ο Σεβκέτ επικεφαλής του αστυνομικού αποσπάσματος πήγαν στη Μητρόπολη κατά τις 7-8 το πρωί της 26ης Οκτωβρίου.
Ο Σεφκέτ έμεινε στην είσοδο και ο Στυλλή Τσαούσης ανέβηκε στη μητρόπολη, σήκωσαν από το κρεβάτι το νεαρό (21 ετών) Σάββα Χατζηλαμπή και τον συνέλαβαν. Δεν του επέτρεψαν να πάρει ούτε την νιψομαντηλιά του, πράγμα που έκαμε το δεκαπεντάχρονο Σωκράτη Λοϊζίδη, που μοιραζόταν με το Σ. Χατζηλαμπή το δωμάτιο στη Μητρόπολη, να τρέξει να του δώσει το προσόψιόν του. Καθ' οδόν προς τη φυλακή συνέλαβαν από το δρόμο και το νεαρό Δημήτρη Γαλακτίου. Μεταφέρθηκαν στο καρακόλι, τον Αστυνομικό σταθμό Κερύνειας, όπου υποβλήθηκαν σε ανάκριση. Από εκεί ο Σάββας ειδοποίησε το Δήμαρχο Κερύνειας και δικηγόρο του Χαρίλαο Δημητριάδη για την αγγλική σημαία που ανάρτησαν οι Άγγλοι στο μέγαρο της Μητρόπολης. Ο Χαρίλαος Δημητριάδης τηλεφώνησε αμέσως στο Διοικητή Ντένις, διαμαρτυρήθηκε εντονότατα και οι Αγγλοι την κατέβασαν αμέσως.
Επιβλήθηκε κατ' οίκον περιορισμός από τις 7μ.μ. μέχρι τις πέντε η ώρα το πρωί στη Μύρτου, Λάπηθο, Δίκωμο, Κερύνεια, Άγιο Αμβρόσιο, και Κορμακίτη. Γίνονταν περιπολίες στην πόλη και τα χωριά, άρχισαν οι ανακρίσεις, οι συλλήψεις, οι φυλακίσεις στο Φρούριο της Κερύνειας.
Δολιοφθορές ενάντια στα συμφέροντα των αποικιοκρατών
Δολιοφθορές ενάντια στα συμφέροντα των αποικιοκρατών
Σε πολλά μέρη της κυπριακής υπαίθρου οι Κύπριοι ξεσπούν την οργή τους πάνω σε στόχους οικονομικών κυρίως συμφερόντων των κατακτητών. Καταληστεύουν τις αποθήκες άλατος, γίνονται διαρρήξεις αστυνομικών σταθμών.
Στο Δίκωμο γίνεται διάρρηξη του αστυνομικού σταθμού και κλοπή οπλισμού. Τα όπλα που κλάπηκαν βρέθηκαν κρυμμένα πίσω από ένα θάμνο.
29.10.31. Ανακοινώθηκε διάρρηξη των αποθηκών άλατος στον Άγιο Αμβρόσιο και κλοπή του άλατος.
30.10.31. Οι ανακρίσεις και οι έρευνες έδειξαν ότι εκλάπησαν κάπου 3369 οκάδες άλατος, που εκρύβησαν στο δάσος της Απάτης (Υπάτης), και στην Τρυπημένη.
Οι κατοχικές αρχές επιτάσσουν φορτηγό αυτοκίνητο, για να μεταφέρει τους συλληφθέντος στο Φρούριο της Κερύνειας και το άλας από την Τρυπημένη και τον Αγ. Αμβρόσιο στο τελωνείο της Κερύνειας.
7.11.31. Συνελήφθησαν 37 πρόσωπα για την κλοπή του άλατος, ανάμεσά τους και ο Διευθυντής του Δημοτικού Σχολείου Τρυπημένης, ο Μιχαήλ Καίσαρης.
Και οι κατακτητές προχωρούν σε αυστηρά αντίποινα. Επέβαλαν τις επανορθώσεις, αιματηρές φορολογίες, για να καλυφθούν οι ζημιές. Συλλαμβάνουν κόσμο πολύ, ακόμα και αθώους που βρίσκουν τον τρόπο να τους ενοχοποιούν, να τους επιβάλλουν πρόστιμο, που τις πιο πολλές φορές δεν είχαν να πληρώσουν, να τους ρίχνουν στη φυλακή, όπου οι φυλακισμένοι Κύπριοι ζούσαν κάτω από άθλιες κι ανθυγιεινές συνθήκες. Πολλοί άνθρωποι στοιβαγμένοι σ' ένα μικρό δωμάτιο, ένας αστυνομικός να φρουρεί εκατοντάδες.
Είσεν κρίσην, στον Άγ. Αμβρόσιον, Χάρτζιαν, Τρυπημένην, είσεν αποθήκες του άλατος. Εκατεβήκαν από την Τρυπημένην, από τον Άγιον Αμβρόσιον, εκατεβήκαν τζι αννοίξαν τες αποθήκες του άλατος. Στον Άγιο Αμβρόσιο είσεν τελωνείον, εκατεβήκαν τζι αννοίξαν τες αποθήκες τζι εκλέψαν το άλας. Τζαι πήραν το στην εκκλησίαν μέσα στο δάσος του Αντιφωνητή. Τζαι όταν μας εκάμαν επίταξην, επήραν μας στον Άγιον Αμβρόσιο.
Εφορτώσαμεν το άλας τζι επήραμέν το στο τελωνείον της Κερύνειας. Επί 15 μέρες ήμουν επίταξη. Επήραν με μαζί με την αστυνομίαν της Κερύνειας, με αυτοκίνητα συνοδείαν επήραν μας εις την Τρυπημένην. Έπρεπεν να περάσεις από τον Άγιον Αμβρόσιον, Καλογραίαν, Αγίαν Μαρίναν, έστριφες το δρόμον προς το Λευκόνοικον, όταν έφτανες στο Λευκόνοικον, έστριφες προς Δυσμάς, δκυο τούρκικα χωριά, τζι εστρέφεσουν πίσω προς το βουνόν της Κερύνειας, προς βορράν, τζι ήταν η Τρυπημένη, η οποία ήταν πουκάτω που τον Αντιφωνητήν. Επειδή εγίνην η ληστεία του άλατος, έθελαν να ανακαλύψουν τους ενόχους. Τζι όσους ευρίσκαν ενόχους μάς τους εφόρτωνναν πας στο αυτοκίνητον τζι εφέρναμέν τους εις το φρούριον της Κερύνειας, που ήταν φυλακή. Έναν παρόμοιον ταξίδιν όπως ήρτα στην Κερύνειαν, εφορτώσαν με τζι επήα στην Αμμόχωστον. Ήμουν επίταξην, τρία γρόσια το μίλιν. Επληρώσαν με στο διοικητήριον 10 λίρες. Επειδή εκρούσαν το Κυβερνείον, έβαλεν η κυβέρνηση 45000 λίρες τιμωρίαν στον πληθυσμόν της Κύπρου. Τα χρήματα που έπιασα που το διοικητήριον για την επίταξην, εδώσαμέν τα πρόστιμον, για να κτιστεί το νέον Κυβερνείον. Υποδίκους που επιάσασιν, αντί να τους φέρω στην Κερύνειαν, υποχρεώσαν με να τους πάρω στο Βαρώσιν. Ό,τι σφάλματα εκάμνασιν επιάνναν τους, είσεν ειδικούς που ομολογούσαν, ο τάδε έκαμεν το τάδε, τους έπιαννεν η κυβέρνηση, τζι έβαλλεν προστίματα, άλλους φυλακήν. Με τούτον τον αστυνομικόν τον Ναΐμην, επήρεν με τζει μέσα που τους είχαν φυλακισμένους, κάτι υπόγειες στοές, μέσα στο φρούριον του Οθέλλου. Όπως ακούεις το μελίσσιν, μμμμμμμμ, τζείνος ο κόσμος ούλος, τζειμέσα σ' τζείν' τες στοές. Από τον Απ. Αντρέαν, όλα τα χωριά τζείνα, τον κόσμον όλον που επιάνναν τον ενοχοποιούσαν. Ένας αστυνομικός τους επρόσεχεν, εκατοντάδες κόσμον. Τζείνους που το άλας επροστιμάραν τους δκυο λίρες τον καθέναν. Αφήσαν τους κάμποσες μέρες υποδίκους τζι ύστερα εδικάσαν τους. (Κύριλλος Δημητρίου)
Για πολλούς μήνες η πόλη και τα χωριά της Κερύνειας έζησαν μέσα στην ένταση και στον αναβρασμό. Οι δίκες, οι ανακρίσεις, οι απολύσεις, η ασφυκτική παρακολούθηση, οι εκτοπισμοί, οι εξορίες, συντάραξαν και άφησαν τα σημάδια τους στη ζωή ολόκληρης της επαρχίας της Κερύνειας.
Μέτρα εναντίον της Παιδείας
Μέτρα εναντίον της Παιδείας
8.11.31. Από την 8η ισταμένου η κατάσταση στην πόλη είναι απόλυτα ήσυχη.
Σήμερα το πρωί όλοι οι δάσκαλοι κλήθηκαν στην αστυνομία και τους έγιναν οι πιο αυστηρές προειδοποιήσεις. (SA 1/1316/31, σ. 76.)
Με τις πιο πάνω φράσεις τελειώνει η εμπιστευτική έκθεση του Διοικητού της Κερύνειας προς τον Αποικιακό Γραμματέα. Η μαρτυρία ενός αυτόπτη μάρτυρα φωτίζει το νόημα των λέξεων που δεν είναι άλλο παρά οι φορείς της πολιτικής της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Ζητούν από τους δασκάλους να συμβιβαστούν με το καθεστώς της Αποικιοκρατίας, να απαρνηθούν το ελεύθερο φρόνημά τους, να γίνουν άνθρωποι προσκυνημένοι, ν' απαρνηθούν την ιστορία και την παράδοσή τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι κανένας δεν υπέγραψε, κι η τιμωρία ήταν Φυλάκιση.
Εμάς τους δασκάλους μας εφώναξαν τότε, και μας είπαν, «Κύριοι, έχετε αυτές τις κατηγορίες. Αν δηλώσετε ότι είστε ευχαριστημένοι από το παρόν καθεστώς, όλα σβήνουν και πηαίνετε πίσω στη δουλειά σας». Εγώ σκέφτηκα και τους είπα εκείνο του Διάκου. «Πάτε κι εσείς κι η πίστη σας μουρτάτες να χαθείτε. Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θε να πεθάνω». Δεν υπέγραψα εγώ, δεν υπέγραψε κανένας. Πήγαμε φυλακή 6 μήνες. Δικαστήκαμε στην Κερύνεια. (Ευθύβουλος Ανθούλης)
Θυμούμαι ότι μας εβάλαν κέρφιου. Επιάσαν τζαι μερικούς από τη Λάπηθο τζι εκρατήσαν τους. Τον Ηλίαν τον Τάρρον, τον μακαρίτην Σάββαν Ιωακείμ, τον Σαββατάν, δάσκαλον, ο οποίος εργάζετουν στο Δκιόριος, τζι επιάσεν τους χωρκανούς τους Δκιοριίτες με την σημαίαν τζι ήρτεν εις την Τζερύνειαν, για να κάμουν διαδήλωσιν. Μετά επαύσαν τον, επήραν τον δικαστήριον τζι επαύθην. Ο άθρωπος είσεν 6 κόρες να ζήσει. Την επομένην χρονιάν αλλάξαν το διευθυντήν του σχολαρχείου, που ήταν ο Καπλάνης, τζι εβάλαν τον τούτον στη θέση του, το Σάββαν Ιωακείμ Σαββατά. Έκαμεν έναν χρόνον. Είμαι πολλά ευχαριστημένος που λλόου του. Ήταν ένας που τους καλλίττερους δασκάλους που εγνώρισα. Έκαμεν έναν χρόνον στο σχολαρχείον. Μετά επήεν εις την Ελλάδα.. Κακουχίες τζει μέσα, ό,τι του εδιούσαν επρόσφερέν τα, αρρώστησεν. Μετά από τόσα χρόνια επέστρεψε στη Λάπηθο μετά το Β' Παγκόσμιο πόλεμο. Είχαν εξορίσει το Θεοφάνη Τσαγγαρίδη. Τον Πολύκαρπον Μαχαλλεκίδη επαύσαν τον τζι εδιορίστην πάλε. (Γεώργιος Σιακίδης, Λάπηθος.)
Ο Μιτίδης ως το 1960 δεν διοριζόταν λόγω της συμμετοχής του εις τα γεγονότα. Έκαμε ένα μήνα φυλακή. Μίλησε σ' ένα παιδί από την Πάφο, που καταδικάστηκε ένα μήνα, γιατί φίλησε μια κοπέλα, και ο βαριάνος τον κτύπησε στο κεφάλι. (Γεώργιος Φυλακτή, Κάρμι)
Καθηγητές του Γυμνασίου Κερύνειας με μαθητές τους στο οίκημα του σχολείου πάνω από το λιμάνι (1931). Καθήμενοι: Θεόκλητος Σοφοκλέους και Γεώργιος Ζαμπάς. |
Είναι φανερό ότι οι Άγγλοι πρώτιστα ήθελαν να πλήξουν την παιδεία. Η σύλληψη και φυλάκιση καθηγητών δυσκόλευε τη λειτουργία του Γυμνασίου. Η απόλυση των δημοδιδασκάλων που αναμίχθηκαν ενεργά στα γεγονότα αποτελούσε σκληρό μέτρο για τους ανθρώπους, που δεν είχαν άλλο πόρο στη ζωή τους. Ο δάσκαλος Σάββας Ιωακείμ από τη Λάπηθο, πατέρας 7 παιδιών, απολύθηκε από την υπηρεσία του, πήγε στην Ελλάδα και εκεί τον διόρισαν δάσκαλο στα βόρεια σύνορα της Ελλάδας. Με διαβήματα του Μακαρίου επέστρεψε πίσω στην Κύπρο. Είναι συγκινητική όμως και η αλληλεγγύη των άλλων συναδέλφων τους, καθώς και του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου. Ένας από τους πληροφορητές αποδίδει την εκδικητικότητα των Άγγλων στο ότι κάποιοι δάσκαλοι και καθηγητές είχαν αναμιχθεί στην ΕΡΕΚ, τη μυστική επαναστατική οργάνωση.
Καθήμενοι: Μιχαλάκης Κωνσταντινίδης(αριστερά) Θεόκλητος Σοφοκλέους (στο κέντρο) και Πολυξένη Ζαμπά. Ο Γεώργιος Ζαμπάς όρθιος δεξιά. |
Οι δημοδιδάσκαλοι επαύθησαν και αντικαταστάθησαν με νέους δασκάλους. Για το Γυμνάσιον που ήταν σχολή που εργάζετουν με σχολικήν εφορείαν της πόλεως, εδημιουργήθηκεν πρόβλημαν προσωπικού και εισοδημάτων των καταδικασθέντων. Βέβαια δεν ήταν κανένας να τους ελέγξει, αλλά εγώ μεν ανέλαβα όλα τα Αγγλικά και τα Γαλλικά, κατά την περίοδον αυτήν, του Κωνσταντινίδη, τον αντικατέστησα πλήρως, επληρώνουμουν, τάχατες, και τον μισθόν του Κωνσταντινίδη, στην πραγματικότητα τον έστελλα στην μητέραν του, στον Πεδουλάν. Ως αντικαταστάται των άλλων δύο καθηγητών, φιλόλογου και μαθηματικού, ανέλαβε μερικά μαθηματικά η Ξενούλα Ζαμπά, αλλά ήρθεν η Καραγιώργη μαθηματικός από την Λευκωσίαν, ήρχετουν κάθε απόγευμαν, μαζί με τον Παπαχρυσοστόμου, τον φιλόλογο. Και ανεπλήρωσαν τα μαθήματα, και συνεχίσαμεν την λειτουργίαν του, με δύο καθηγητές που ήταν κιόλας διορισμένοι στο Γυμνάσιον, ένας ο Χατζηιωσήφ, φιλόλογος, κι ένας ο Παπαντωνίου, θεολόγος, οι οποίοι, επειδή απουσίαζαν, δεν κατηγορήθηκαν, και συνέχιζαν να εργάζονται.
Ηγέρθη θέμα ποιος θα ήταν Γυμνασιάρχης, κατά την απουσίαν του Σοφοκλέους. Η επιτροπή διόρισεν τον Χατζηιωσήφ. (Σάββας Καπετανόπουλος).
Ο σκοπός ήταν πατριωτικός. Κάθε Κυριακή είχαμε την υποχρέωση να πηγαίνουμε σε ένα χωριό να μιλούμε, για την Ένωση, για να αυξήσουμε το πατριωτικό φρόνημα των πολιτών. Και είναι γι' αυτό που οι Εγγλέζοι μας κατεδίωξαν, και είναι και γι' αυτόν τον λόγον που μας κατεδίκασαν εις την φυλάκισιν. Επειδή μας είχαν γραμμένους, ότι είμεθα λίγο επαναστάτες, σου λέει θα έρτει η ώρα που να μας τιμωρήσουν. Και ηύραν την ευκαιρίαν αυτήν ότι ελάβαμεν μέρος σε παράνομον παρέλασιν, σε παράνομον συγκέντρωσιν.
Και όταν επήαμεν φυλακήν, ήταν αναγκαστικά να μας διαγράψει από τον κατάλογον των διδασκάλων. Μας διέγραψαν. Κι όλη η Κύπρος προσεφέρθη να βοηθήσει αυτούς τους ανθρώπους και δεν τους άφησε. Άλλους τους διόρισε εις το ένα Γυμνάσιο, άλλους εις το άλλο. Και εγώ επειδή είχα σχέση με τη Σχολή Σαμουήλ, εκεί υπηρέτησα, ώσπου αφυπηρέτησα. (Ευθύβουλος Ανθούλης)
Τα καταπιεστικά μέτρα σε βάρος της Παιδείας επισημαίνονται στις αφηγήσεις πληροφορητών που τότε ήταν μαθητές στα σχολεία. Απαγόρευσαν την έπαρση ελληνικής σημαίας, την ανάρτηση εικόνων των ηρώων του 1821, την κωδωνοκρουσία, κ.ά. Στο Κάρμι για να γλιτώσουν τις εικόνες με τους ήρωες τις έβαλαν κάτω από την Αγία Τράπεζα. Κι ύστερα τις ξανάβγαλαν και τις κρέμασαν στους τοίχους του Σχολείου. Έναν άνθρωπο που τόλμησε να παρακούσει το νόμο της Αποικιοκρατίας, τον έβγαλαν στην αυλή της εκκλησιάς, τον ρώτησαν γιατί το έκαμε, κι αυτός τους απάντησε: "Για να τις βλέπουν (τις εικόνες των ηρώων) οι μαθητές και να διαβάζουν περισσότερο". Και τον έδειραν με το "κουρπάτσιν" τρεις φορές.
Στο Κάρμι ήρταν οι Τζωνήδες, υποχρεώσαν τους να κατεβάσουν τις ελληνικές σημαίες, τις εικόνες του 1821 από τους τοίχους του σχολείου και τις έβαλαν κάτω από την Αγίαν Τράπεζαν. Την άλλην ημέραν τις έστησαν ξανά. (Γρηγόρης Χατζηλάρκου, Άγ. Γεώργιος)
Η απαγόρευση των εθνικών συμβόλων ήταν κάτι παραπάνω από ολοκληρωτική. Και οι μικροί μαθητές αγνοούσαν και αυτό το χρώμα της ελληνικής σημαίας. Είναι συγκλονιστική η στιγμή για τους μαθητές που βλέπουν για πρώτη φορά την ελληνική σημαία, που τους την δείχνει κρυφά ο εμπνευσμένος δάσκαλος, που, παρά τις απαγορεύσεις και την τρομοκρατία των Αγγλων, βρίσκει τον τρόπο να επιτελέσει το έργο της εθνικής αγωγής και της μύησης των παιδιών στα ανθρώπινα δικαιώματά τους.
Μετά το 1931 η αγγλική κυβέρνηση αφαίρεσε όλα, εθνικές γιορτές, ελληνική σημαία, δεν εξέραμεν το χρώμαν της ελληνικής σημαίας, τζι έβκαλέν την ο δάσκαλος τότε αθθυμούμαι, από την έδραν, τζι εψήλωσέν την πάνω τζι έδειξέν μας την. Ούλοι εσηκωθήκαμεν τζι εσταθήκαμεν τζι εθωρούσαμεν για πρώτην φοράν την ελληνικήν σημαίαν. Δεν επιτρέπαν ούτε εθνικές γιορτές, ούτε σημαία πας στο καμπαναρκόν, ούτε στα σπίδκια μας. (Κυριάκος Ξύστρας, Άγ. Επίκτητος)
Τα ιστορικά γεγονότα έχουν ανυπολόγιστες και αφάνταστες συνέπειες. Συγκλονιστική είναι η εμπειρία της πεντάχρονης τότε κόρης του Δωρόθεου Καρολίδη κ. Αυγής Δημητριάδη.
Μια μέρα πριν συλλάβουν οι Άγγλοι τον Μητροπολίτη και τον πατέρα μου, ήμουνα μόνο πέντε χρονών, ήμαστε όλοι κατατρομαγμένοι. Ο πατέρας μου αμίλητος και περιορισμένος μέσα στο σπίτι με μια βαλίτσα έτοιμη σε μια γωνιά. Απ' έξω από το σπίτι μας δυο Άγγλοι στρατιώτες δεν μας άφηναν να βγούμε έξω. Θυμάμαι καλά και τα όπλα τους και την λόγχη που είχαν πάνω στα όπλα τους. Είμαι τώρα 66 χρονών και φοβάμαι ακόμα αστυνομικούς και στρατιώτες με όπλα.. Πώς είχαν γίνει μετά τα πράγματα δεν θυμάμαι. Είχαν φυλακίσει τον πατέρα μου για έξι μήνες.. Περάσαμε δύσκολους καιρούς. Μα είμαστε τόσο, τόσο ευτυχισμένοι, γιατί μάθαμε να αγαπούμε πραγματικά το Θεό και την Ελλάδα... (Αυγή Καρολίδου-Δημητριάδου)
Οι Δίκες
Ο επίλογος γράφεται στις αίθουσες των δικαστηρίων. Τα δημοσιεύματα στις εφημερίδες περιορίζονται στις ανακοινώσεις και μόνο, χωρίς σχόλια ή περισσότερες πληροφορίες.Οι Δίκες
Η πρώτη δίκη γίνεται στις 25 και 26 του Νοέμβρη του 1931 για τους δασκάλους και καθηγητές. Οι έξι πρωταγωνιστές καταδικάστηκαν σε έξι μήνες φυλάκιση, Γεώργιος Καραγιάννης, Λοΐζος Καραγιάννης, Θεόκλητος Σοφοκλέους, Ευθύβουλος Ανθούλης, Γεώργιος Ζαμπάς, Μιχαλάκης Κωνσταντινίδης.
Αξίζει να σκύβουμε με ενδιαφέρον πάνω στις λεπτομέρειες των γεγονότων του 1931, για να βιώσουμε την έντασή τους, γιατί πίσω από την ισοπεδωτικά ψυχρή ματιά της Ιστορίας κρύβεται ο παλμός των χιλιάδων ανθρώπων, που σημάδεψαν ανεξίτηλα με το αίμα και την ψυχή τους τη γη της Κερύνειας, ογδόντα χρόνια πριν.
Στις 9 Δεκεμβρίου1931 γίνεται η δίκη των νεαρών Χατζηλαμπή και Γαλακτίου που εξέτισαν και οι δύο ποινή φυλάκισης ενός έτους. Οι δίκες συνεχίστηκαν ολόκληρο το Δεκέμβρη του 1931, τον Ιανουάριο του 1932, το Φεβρουάριο, Μάρτιο, τελευταία αναφορά
Ελευθερία 11 Μαΐου 1932.
Η σημαία που το 1931 υψώθηκε στο διοικητήριο της Κερύνειας βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Αγώνος, στη Λευκωσία. http://loukis-kyrenia.blogspot.gr |
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου