Νικόλαος Καταλάνος (1855-1933)

Του Πέτρου Παπαπολυβίου


Συμπληρώθηκαν στις 5 Μαΐου ογδόντα χρόνια από τον θάνατο στην Αθήνα, το 1933, του Νικόλαου Καταλάνου, μιας από τις κορυφαίες μορφές της κυπριακής ιστορίας κατά την πρώτη περίοδο της «Αγγλοκρατίας». Ο Καταλάνος γεννήθηκε τον Φεβρουάριο του 1855 στο χωριό Νομιτσή της Έξω Μάνης και αποφοίτησε από την «Ευαγγελική Σχολή» της Σμύρνης. Την άνοιξη του 1878 ακολούθησε τα ανταρτικά σώματα που εισήλθαν στη Θεσσαλία και κατόπιν γράφτηκε στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Το Φθινόπωρο του 1893 επιλέχθηκε ως ο φυσικομαθηματικός του πρώτου κυπριακού Γυμνασίου, της Λευκωσίας. Στο Παγκύπριο δίδαξε μόνο τρία χρόνια, αφού λόγω του οξύθυμου χαρακτήρα του συγκρούστηκε με τον γυμνασιάρχη, τον Σερραίο φιλόλογο Ιωάννη Δέλλιο. Παρέμεινε, όμως, στη Λευκωσία, ως δημοσιογράφος, και αναδείχθηκε σε κορυφαίο απόστολο της ενωτικής ιδέας. Διηύθυνε, με οξύτατη και καυστική γραφίδα, τις εφημερίδες της Λευκωσίας «Ευαγόρας» (1896-1905), και «Κυπριακός Φύλαξ» (1906-1921), ενώ εξέδωσε το περιοδικό «Ζήνων» (1906-1909), και σημαντικά βιβλία.
Στο Αρχιεπισκοπικό ζήτημα (1900-1910), υποστήριξε φανατικά τον μητροπολίτη Κιτίου Κύριλλο Παπαδόπουλο και απέκτησε πολλούς φίλους, αλλά και θανάσιμους εχθρούς. Ένα μεγάλο κεφάλαιο της παρουσίας του Καταλάνου ήταν η επιμορφωτική του δράση, κυρίως από το βήμα της «Αγάπης του Λαού», του κυριότερου Αναγνωστηρίου της πρωτεύουσας, του οποίου διετέλεσε πρόεδρος από το 1897 μέχρι το 1921. Για χρόνια, κάθε Πέμπτη απόγευμα, όταν έφθαναν στη Λευκωσία οι χωρικοί της υπαίθρου για την αγορά της Παρασκευής, και κάθε Κυριακή, ο Καταλάνος εξηγούσε το Ευαγγέλιο και οργάνωνε διαλέξεις για διάφορα ζητήματα, και όχι μόνο θρησκευτικά και εθνικά. Μιλούσε στο απλοϊκό του ακροατήριο για θέματα Φυσικής, Χημείας, Κοσμογραφίας, Φυτολογίας, Πολιτικής Οικονομίας («Περί κεφαλαίου, περί συνεταιρισμού, περί συναλλαγής και νομίσματος, περί εργασίας και μισθού, περί τόκου και τοκογλυφίας»), κ.ο.κ. Αφιλοχρήματος, λιτός και φιλάνθρωπος, ασκητικός και υπέρμετρα αυστηρός ακόμη και απέναντι στον εαυτό του, μοίραζε στους φτωχούς τα ελάχιστα χρήματα που του απέφερε η δημοσιογραφική και συγγραφική του δραστηριότητα, γεγονός που μεγάλωνε τη λαϊκή αφοσίωση στο πρόσωπό του.
Στις 11 Απριλίου 1921, ο Καταλάνος εξορίστηκε (αδίκως) από την Κύπρο, με αφορμή τα επεισόδια κατά τον εορτασμό στη Λευκωσία της εκατοστής επετείου από την έναρξη της ελληνικής επανάστασης του 1821. Ήταν ο πρώτος πολιτικός εξόριστος των Βρετανών. Η εξορία στην Αθήνα υπήρξε ιδιαίτερα επώδυνη τιμωρία για τον Καταλάνο, καθώς στην ελληνική πρωτεύουσα δεν είχε κανένα δεσμό, ενώ τα τραγικά αποτελέσματα της μικρασιατικής καταστροφής είχαν φέρει συντριπτικό πλήγμα στα μεγαλοϊδεατικά του οράματα. Έζησε σε ένα φτωχικό ημιυπόγειο στην Πλατεία Δεξαμενής, και απεβίωσε οσιακά, γράφοντας στο τελευταίο του σημείωμα, λίγες στιγμές πριν πεθάνει, για την Κύπρο.
Σε επιστολή του προς τον Γεώργιο Μαρκίδη (14-5-1930), ο Καταλάνος έγραφε τις κρίσεις του για την κυπριακή πολιτική ηγεσία (της τότε εποχής…):
«Είναι βέβαιον ότι εν Κύπρω συμβαίνει το αρχαίον λόγιον: στρατού λεόντων ηγούνται έλαφοι και τι χείρον, πολλοί των πρωτοστατούντων εν τω αγώνι δεν πιστεύουσιν εις αυτόν και δεν ελαύνονται υπό αγνού και θερμού προς τούτον ενθουσιασμού. Εκμεταλλεύονται ούτοι την αγνήν και θερμήν φιλοπατρίαν του λαού προς θεραπείαν προσωπικών αδυναμιών και όταν ακόμη φαίνονται ανιδιοτελείς λέγουσι όσα λέγουσι διά μικροφιλοτιμίαν και  κενοδοξίαν.»
Δημοσιεύθηκε στην εφημ. “Ο Φιλελεύθερος”, στις 11 Μαΐου 2013.

Σχόλια