Κυριάκος Μάτσης και Μακεδονία

Του Πέτρου Παπαπολυβίου


 Ο Μάτσης, φοιτητής της Γεωπονικής Σχολής, ήταν ένας από τους πρώτους Κύπριους φοιτητές του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Γεννημένος το 1926, αποφοίτησε από το Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου τον Ιούνιο του 1945 και την επόμενη χρονιά κέρδισε υποτροφία από την Κυπριακή Αγροτική Εταιρεία για σπουδές στη Γεωπονία.
Στη Θεσσαλονίκη έφτασε τον Οκτώβριο του 1946. Οι πρώτες του εντυπώσεις ήταν ανάμικτες. Βρίσκει «αληθώς ωραίαν» την πρωτεύουσα της Μακεδονίας, αν και στις πρώτες ημέρες διαπιστώνει ότι δεν είχε «ούτε την απαράμιλλον αμμουδιά της Αμμοχώστου, ούτε την χάριν του καταπράσινου Βαρωσιού». Αντίθετα, εντυπωσιάζεται από τη Νέαπολη, στις δυτικές συνοικίες της πόλης, που του θυμίζει, μάλλον υπερβολικά, τις Πλάτρες, λόγω του πράσινου και της θέας στο Θερμαϊκό. Ανάμεσα στα χειρόγραφα του Μάτση έχει σωθεί και το πολύτιμο ημερολόγιό του, που κρατούσε κατά διαστήματα και στα φοιτητικά του χρόνια. Έχει εκδοθεί ολόκληρο, πρώτα από τον Δημήτρη Ταλιαδώρο (1989) και αργότερα (1998) από τον Κλείτο Ιωαννίδη. Εκεί, μπορεί ο σημερινός αναγνώστης να ψηλαφήσει την αγνότητα της ψυχής, τις νεανικές αναζητήσεις και τα συναισθήματα του εικοσάχρονου αγροτόπαιδου από το Παλαιχώρι, που στα έξι χρόνια της φοιτητικής του ζωής κατάφερε να ξεχωρίσει στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα αλλά και στη ζωή της πόλης στα ταραγμένα χρόνια της δεκαετίας του 1940.
Από τις πρώτες βδομάδες της φοιτητικής του ζωής, δόθηκε η ευκαιρία στον Μάτση να αναδείξει ένα από τα μεγαλύτερα χαρίσματά του, την ευγλωττία και τη ρητορική του δεινότητα. Γρήγορα καθιερώθηκε ως ένας από τους καλύτερους ρήτορες της εποχής του και μέχρι σήμερα πολλοί από τους φοιτητές εκείνης της περιόδου τον θυμούνται να μιλά με πάθος για την Κύπρο  και τα δίκαιά της, βηματίζοντας με νεύρο από τη μια μεριά στην άλλη του τεράστιου έδρανου στο κεντρικό αμφιθέατρο του Πανεπιστημίου, στη σημερινή «Παλιά Φιλοσοφική» της Θεσσαλονίκης.
Ο Μάτσης αγάπησε, τελικώς, όπως όλοι οι Κύπριοι φοιτητές τη Θεσσαλονίκη, ερωτεύτηκε στη Θεσσαλονίκη, και όχι μια φορά, έκανε φίλους και αναμείχθηκε και στα πολιτικά της εποχής. Αναδείχθηκε σε στέλεχος της ΜΕΕΦ («Μορφωτική Ένωσις Εθνικοφρόνων Φοιτητών») και με αυτή την ιδιότητα και το θερμουργό πατριωτισμό του, πήρε μέρος σε περισσότερες από τριάντα εξορμήσεις σε ακριτικές περιοχές της Μακεδονίας, μιλώντας στους κατοίκους και στους στρατιώτες, ακριβώς την εποχή που μαινόταν ο αδελφοκτόνος Εμφύλιος. Επισκέφθηκε το Σιδηρόκαστρο, το Αχλαδοχώρι, το Σκρα, το Κιλκίς, τη Νάουσα, την Έδεσσα, τα Γιαννιτσά, την Αριδαία και τα χωριά της Καρατζόβας μέχρι τη Φούστανη, γνωρίζοντας σπιθαμή προς σπιθαμή τα χώματα της Μακεδονίας. Με αυτές τις εμπειρίες θα πρωταγωνιστούσε αργότερα στον αγώνα της ΕΟΚΑ. Αγνός πατριώτης και ιδεολόγος αγωνιστής για την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα ήταν, πάνω από όλα και για αυτό ακριβώς, οικουμενικός άνθρωπος. Είχε γράψει, εξάλλου, στο ημερολόγιό του στις 26 Δεκεμβρίου 1946 στη Θεσσαλονίκη: «Ο άνθρωπος που ζει με το αίσθημα είναι πάντα δυστυχισμένος. Τον σπαράσσει ο πόνος που δέρνει την ανθρωπότητα ολόκληρη»…
Δημοσιεύθηκε στην εφημ. “Ο Φιλελεύθερος”, στις 17 Νοεμβρίου 2012.

Σχόλια