ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΙΑΣ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Οι Αποκριές στην Κύπρο λέγονται «Σήκωσες». Αρχίζουν από την Κυριακή της Απόκρεω, που λέγονται και «Σήκωσες της Κρεατινής» και διαρκούν μια βδομάδα, μέχρι την επόμενη Κυριακή, τις «Σήκωσες της Τυρινής». Πριν από την Κυριακή της Απόκρεω έχουμε την «Τσικνοπέφτη», γιατί αναδίδεται από τις καπνοδόχους των σπιτιών η τσίκνα από τα κρέατα που ψήνονται. Το Σάββατο που ακολουθεί λέγεται πρώτο Ψυχοσάββατο. Ψυχοσάββατο, γιατί είναι αφιερωμένο στις ψυχές των πεθαμένων και πρώτο, γιατί προηγείται του δεύτερου και του τρίτου, που είναι αφιερωμένα στους ιερείς και τους σκοτωμένους αντίστοιχα. Κατά τους εσπερινούς συνηθίζεται να παίρνουν στην εκκλησία κόλλυβα «για να μακαριστούν οι πεθαμένοι».
Την πρώτη Σήκωση συνηθίζουν να κάνουν ψητό, μακαρόνια με βραστό κοτόπουλο, αρνιά παραγεμιστά κτλ. Μετά από το ξεφάντωμα της πρώτης Σήκωσης σηκώνεται το κρέας από το τραπέζι και αρχίζει η Εβδομάδα της Τυροφάγου κατά την οποία οι πιστοί απέχουν από την κατανάλωση κρέατος. Την Κυριακή της Τυρινοσήκωσης σηκώνονται από το τραπέζι και τα γαλακτοκομικά, για να αρχίζει από την επομένη, μέρα της Καθαράς Δευτέρας, η νηστεία της Σαρακοστής ή του «Σαρανταήμερου» που τελειώνει τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου με το άκουσμα του «Καλού Λόγου». Πολλά είναι τα χαρακτηριστικά  των ημερών αυτών σε διάφορες περιοχές του τόπου μας.
Εθιμα  της  περιοχής  Μόρφου
Στην περιοχή της Μόρφου τη μέρα της Τσικνοπέμπτης έλεγαν ότι «τζι' οι σιύλλοι έν χορτασμένοι» δηλ. και οι σκύλλοι είναι χορτασμένοι. Σε μερικά χωριά όπως ο Αστρομερίτης, έπρεπε να φάνε και ξυνόγαλα (γιαούρτι) για να μη μαυρίσουν. Στον εσπερινό της Κυριακής προς τη Δευτέρα της Τυροφάγου σε μερικά χωριά όπως η Ζώδια και Περιστερώνα, γινόταν το «καλόν στάδιον». Μετά το τέλος του εσπερινού  οι γέροντες φιλούσαν το χέρι του ιερέα που τους ευχόταν «καλόν στάδιον», δηλαδή να περάσουν καλά το στάδιο των νηστειών. Σε απάντηση αυτοί εύχονταν «και τη Λαμπρήν αχώριστοι», δηλαδή  και τη Λαμπρή να μην είναι χωρισμένοι μεταξύ τους , εννοώντας να μην πεθάνουν μέχρι το Πάσχα.
Κατά τη νύκτα οι φιλικές οικογένειες μαζεύονταν στο σπίτι του
πλουσιότερου ή του πιο αξιοσέβαστου μέλους τους για την καθιερωμένη διασκέδαση.  Οι πλούσιες νοικοκυρές είχαν τραπεζομάντηλα μήκους περίπου 8-10 μέτρων  και κάθονταν πάνω σε ψάθες 30-40 άτομα.
Εθιμα της περιοχής Κυθρέας
Στην Κυθρέα έστηναν σούσες, δηλ. κούνιες, στο ύπαιθρο, συνήθως πάνω σε δέντρα. Οι σούσες κρεμάζονταν τις Σήκωσες της Τυρινής. Την Κυριακή της Τυρινής όλες οι νοικοκυρές ξυπνούσαν από τα χαράματα και ετοίμαζαν τις φορεσιές με τις οποίες  θα μασκαρεύονταν το βράδυ. Αλλού όμως, όπως σε μερικά χωριά της Μεσαορίας, οι μασκαράδες τολμούσαν και κυκλοφορούσαν με το φως της ημέρας, ανταλλάσσοντας πειράγματα με τον κόσμο. Οι γυναίκες του σπιτιού είχαν όλη την ευθύνη για την ετοιμασία των τόσο νόστιμων σπιτίσιων φαγητών, γαλακτερών και ζυμαρικών, αφού το κρέας είχε σηκωθεί από το τραπέζι την προηγούμενη Κυριακή της Απόκρεω.
Εθιμα της περιοχής Λευκονοίκου
Στο Λευκόνοικο, εκτός από τις «ραφκιόλες» δηλ. ραβιόλια ή ραβιόλες,  με χαλλούμι, τα πουρέκκια δηλ τα μπουρέκια, της αναρής και τις τυρόπιτες, έφτιαχναν και αυτοσχέδια σπιτίσια μακαρόνια. Αυτά γίνονταν με τον πιο κάτω τρόπο :
Από τους πρόποδες του Πενταδαχτύλου μάζευαν ένα είδος φυτού, που σύχναζε σε μέρη όπου υπήρχε νερό, το λεγόμενο «σκλυνίτζιην». Αφού το καθάριζαν καλά, άνοιγαν την έτοιμη ζύμη από σιμιγδάλι ή αλεύρι και τύλιγαν μέσα το «σκλυνίτζιην» κουλουρώνοντάς το σε σχήμα μακαρονιού. Στη συνέχεια, έκοβαν το έτοιμο μακρόστενο μακαρόνι σε κομμάτια που είχαν μέγεθος τεσσάρων δακτύλων. Κόβοντας κάθε κομμάτι, αφαιρούσαν από μέσα και το «σκλυνίτζιην» και αφού τοποθετούσαν τα μακαρόνια σε  πανέρι, τα έβαζαν στον ήλιο για να στεγνώσουν. Τα μακαρόνια αυτά τα έβραζαν σε παχύ ζωμό βραστής κότας και τα πασπάλιζαν με τριμμένο χαλλούμι.
Από το τραπέζι δεν έλειπαν, βέβαια, τα χαλλούμια, τα αυγά και τα ψαρικά. Επίσης, έτρωγαν και χόρτα που αφθονούσαν τέτοια εποχή στους κάμπους. Μάζευαν αγρέλια, στρουθούκια, χωστές και τα τηγάνιζαν με αυγά.
Εθιμα της περιοχής Μεσαορίας
Εκτός από τα φαγητά στο τραπέζι της Σήκωσης υπήρχαν και τα απαραίτητα γλυκίσματα. Συνηθισμένα γλυκίσματα ήταν το «κατείφιν», οι «πισσιή(δ)ες» και «οι πίττες της σάτζιης». Βασιλιάς όμως όλων των γλυκισμάτων ήταν η «τσιππόπιττα», που γινόταν με την «τσίππαν του γαλάτου» των προβάτων, που το συνήθιζαν κυρίως στα χωριά της Μεσαορίας.

http://ellas.pblogs.gr/

Σχόλια