Ο δημοσιογράφος Κώστας Μόντης

Ο ιστορικός Πέτρος Παπαπολυβίου σκιαγραφεί μία άλλη πτυχή του μεγάλου Κύπριου ποιητή, εκείνη του δημοσιογράφου
Του ΜΙΧΑΛΗ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Φέτος συμπληρώνονται εκατό χρόνια από τη γέννηση (18/2/1914) του μεγάλου Κύπριου ποιητή Κώστα Μόντη και δέκα από τον θάνατό του (1/3/2004). Με αυτή την αφορμή ο Φώτος Φωτιάδης πρόεδρος του Κοινωφελούς και Επιστημονικού Ιδρύματος Φώτος Φωτιάδης, ο οποίος υπήρξε στενός φίλος του Κώστα Μόντη εισηγήθηκε όπως το 2014 ανακηρυχθεί Έτος Μόντη με πλήθος εκδηλώσεων να προγραμματίζονται εις μνήμην του.
Η λογοτεχνική προσωπικότητα του ποιητή έχει γίνει ευρύτερα γνωστή και σύμφωνα με τους ειδικούς ο Μόντης στα επόμενα χρόνια θα καταστεί ως ένας από τους πιο σημαντικούς ποιητές του Ελληνισμού, ενώ ταυτόχρονα θα αυξάνεται το αναγνωστικό κοινό της ποίησής του. Παράλληλα, όμως, κυριαρχεί και η άποψη ότι ο Κύπριος ποιητής σταδιακά θα πάρει μια θέση ανάμεσα στους μεγάλους ποιητές της εποχής του σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η προσωπικότητα του Κώστα Μόντη όμως δεν περιορίζεται στο πλούσιο ποιητικό του έργο. Μία άλλη πτυχή του ποιητή η οποία παραμένει εν πολλοίς άγνωστη είναι εκείνη του δημοσιογράφου στα νεανικά του χρόνια. Ο ιστορικός και αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου κ. Πέτρος Παπαπολυβίου μίλησε στην «Κ» για αυτή την άγνωστη όψη της προσωπικότητας του Κώστα Μόντη.
–Κύριε Παπαπολυβίου κάτω από ποιες συνθήκες ξεκινά η ενασχόληση του Κώστα Μόντη με τη δημοσιογραφία;
–Ο Κώστας Μόντης αναχώρησε ατμοπλοϊκώς από την Κύπρο στις 7 Σεπτεμβρίου 1932 για να σπουδάσει στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Είχε αποφοιτήσει από το Παγκύπριο Γυμνάσιο, δύο μήνες νωρίτερα, όταν πρώτευσε στην τάξη του, παίρνοντας το Γώγειον Βραβείον, «επ’ αρετή και επιμελεία», και εξ ημισείας το Σεβέρειο και το χρυσό μετάλλιο της Κυπριακής Αδελφότητος Αιγύπτου. Ήταν πεντάρφανος, αφού έχασε τη μητέρα του, το 1926, και τον πατέρα του, τον Οκτώβριο του 1930, θάνατοι που πολλαπλασίασαν την οδύνη της απώλειας δύο αδελφών του, το 1922. Ως αποτέλεσμα της οκτωβριανής εξέγερσης του 1931 (στην οποία πήρε μέρος ο Μόντης), τον Σεπτέμβριο του 1932 η αποικιακή κυβέρνηση εξέδωσε νόμο που επέτρεπε, από την Πρωτομαγιά του 1936, την άσκηση της δικηγορίας μόνο σε όσους Κυπρίους σπούδασαν νομικά στη Βρετανία ή στην Ιρλανδία. Ήταν μία σκοταδιστική απόφαση, στο πνεύμα των αντεπαναστατικών νόμων της «Παλμεροκρατίας», που αποσκοπούσε στην αποκοπή των κυπριακών δεσμών με την Αθήνα. Ο Μόντης ξεκινούσε τις σπουδές του γνωρίζοντας ότι η Νομική θα του ήταν άχρηστη επαγγελματικά, αφού θα μπορούσε να ασκήσει τη δικηγορία στην Κύπρο μόνο όταν γινόταν η ένωση με την Ελλάδα. Η παραπάνω πραγματικότητα επέδρασε ενισχυτικά στη σχέση του Μόντη με τη δημοσιογραφία, πέρα από τη φυσική κλίση του στο γράψιμο. Τα πρώτα χρονογραφήματα του πρωτοετούς φοιτητή Μόντη, με υπογραφή Κ.Μ., δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα της Λευκωσίας «Πρωινή», στις 11 και 13 Νοεμβρίου 1932, δύο μήνες μετά την άφιξή του στην Αθήνα. Είχαν τίτλο, το πρώτο «Η απόμερη ζωή της Αθήνας. Η ταβέρνα του Καλλέργη» και το δεύτερο «Η ζωή της Αθήνας. Κορίτσια». Ένα χρόνο αργότερα, τον Νοέμβριο του 1933, ξεκίνησε μία πιο μακρόβια σχέση, με την «Ελευθερία», την εγκυρότερη κυπριακή εφημερίδα της εποχής, που άρχισε με ανταποκρίσεις από την Αθήνα με το ψευδώνυμο «Κώστας Άλκιμος» και κράτησε μέχρι την επιστροφή του Μόντη στην Κύπρο και την πρόσληψή του, τον Μάιο του 1938, στην Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία. Στις δύο επόμενες δεκαετίες ο Μόντης συνεργάστηκε με εφημερίδες («Έθνος», «Κυπριακή», «Τα Νέα» κ.ά.) και περιοδικά («Το Θέατρο», «Δελτίον του ΚΕΒΕ», «Τάιμς οφ Σάιπρους»), ενώ δυο προσπάθειες για έκδοση δικής του εβδομαδιαίας εφημερίδας, το 1946-1947 με την «Ελευθέρα Φωνή» και το 1959 με την «Εμπορική», απέτυχαν παταγωδώς. Με την ιδιότητα του γραμματέα της Εμποροβιομηχανικής Ομοσπονδίας Κύπρου έγραψε δεκάδες δελτία τύπου. Τέλος, και ως αγωνιστής της ΕΟΚΑ ο Μόντης επιτέλεσε δημοσιογραφικό έργο, αφού ανυπόγραφα άρθρα του δημοσιεύτηκαν στο «Εγερτήριον Σάλπισμα» της ΑΝΕ.
–Στην πρόσφατη ομιλία σας στο συνέδριο «Κώστας Μόντης: Όλα μου σε ποίηση Κύπρου» αναφερθήκατε στις πολιτικές θέσεις του ποιητή στο δημοσιογραφικό του έργο και στα χρονογραφήματά του κατά την περίοδο 1932-1955. Συνοπτικά ποιες ήταν οι θέσεις που εξέφραζε τότε και ποια είναι τα δικά σας συμπεράσματα γύρω από αυτή την ενασχόληση του Μόντη;
–Πολιτικές θέσεις εκφράζει ο Μόντης πρώτα με τις νεανικές του ανταποκρίσεις από την Αθήνα, όπου σχολιάζει την ταραχώδη ελληνική πολιτική κατάσταση της περιόδου 1933-1936. Στέκεται κριτικά τόσο απέναντι στην κυβέρνηση του
Παναγή Τσαλδάρη, όσο και στη βενιζελική αντιπολίτευση. Χαρακτηρίζει «αθλίαν υπόθεσιν» το κίνημα του Μαρτίου 1933, αλλά και τις προσπάθειες ποινικών διώξεων εναντίον του Ελευθερίου Βενιζέλου ενώ, τον Φεβρουάριο του 1934, αποδέχεται την επιβολή δικτατορίας σε εκείνη την πολιτική συγκυρία ως «αναγκαίον κακόν», προτείνοντας μια ρηξικέλευθη λύση για να εξέλθει η Ελλάδα από την κρίση: την «υπερκομματική δικτατορία» από τους οκτώ μεγάλους πολιτικούς άνδρες της χώρας. Όπως έγραφε, και οι οκτώ μαζί, «δύνανται ενούμενοι ν’ αποτελέσουν τον Ένα Μεσσίαν, τον Ένα Σωτήρα της Ελλάδος»… Πολύ ενδιαφέρουσες είναι οι συνεντεύξεις και οι παρουσιάσεις προσωπικοτήτων της Αθήνας από τον Μόντη, καθώς είναι ενδεικτικές των προτιμήσεων και των γνωριμιών του. Από τον μόνο πολιτικό που πήρε συνέντευξη ήταν από τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου, ενώ παρουσίασε, με αποθεωτικά σχόλια και υπέρτιτλο «Οι μεγάλοι μας», τον Μάρτιο του 1934, τους καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αλέξανδρο Σβώλο, του Συνταγματικού Δικαίου, και Ανδρέα Ανδρεάδη, της Δημόσιας Οικονομίας. Για το Κυπριακό, ο Μόντης δεν μπορούσε να γράψει ανοικτά τις απόψεις του στη δεκαετία του 1930 λόγω της αυστηρής αποικιακής λογοκρισίας. Σε ένα άρθρο του, όμως, τον Νοέμβριο του 1933, εκφράζει την απογοήτευσή του για τη στάση των ελληνικών κομμάτων απέναντι στον «έξω Ελληνισμό», δηλαδή κυρίως την Κύπρο. Διαβάζεται και ως ένα πρώιμο «γράμμα στη μητέρα»: «Υπέρ τα κομματικά συμφέροντα υπάρχουν τα γενικώτερα, υπάρχει το συμφέρον της πολιτικής ευρυθμίας, της οικονομικής ανασυγκροτήσεως και της κρατικής ανασυντάξεως∙ και ακόμη το καθήκον της μερίμνης προς τον έξω των ορίων του ελευθέρου έθνους διαβιούντα Ελληνισμόν. Αυτός, ατυχώς, έχει εγκαταλειφθή από ετών εις την τύχην του. Καμμία πολιτική παράταξις δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται δι’ αυτόν απορροφημένη από τας κομματικάς φροντίδας. Αυτό δε, είναι ένα από τα μεγαλύτερα σφάλματα της συγχρόνου κοντοφθάλμου πολιτικής». Η πολιτική πρόταση του Μόντη είναι πολύ πιο σαφής με την έκδοση της «Ελευθέρας Φωνής», το 1946-1947, με υπέρτιτλο «Υπεράνω όλων η Ένωσις και η Ελλάς», σε μία περίοδο πόλωσης, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο. Η αχρωμάτιστη και ακομμάτιστη εφημερίδα του Μόντη αντιμετώπισε τη δυσπιστία των κομματικών ηγεσιών και της Αριστεράς και της Δεξιάς και έκλεισε μετά από έξι φύλλα. Πρόλαβε, όμως, να δώσει το στίγμα μιας ανένταχτης φωνής που υπηρετούσε την ενωτική υπόθεση και όχι τις κομματικές αντιπαραθέσεις.
Η αξία του δημοσιογραφικού έργου
«Το δημοσιογραφικό έργο του Μόντη», αναφέρει ο κ. Παπαπολυβίου, «αναδεικνύει τη στενή σχέση του με το γράψιμο, από τα νεανικά του χρόνια, αλλά και το μέτρο της ενεργής του παρέμβασης στα κοινά. Φωτίζει πτυχές της ζωής και του συνολικού έργου του ποιητή, που δεν στάθηκε ποτέ ένας άφωνος διανοούμενος – απλός παρατηρητής των εξελίξεων, αλλά διεκδικούσε λόγο και ρόλο, επιλέγοντας την αυτόνομη φωνή σε εποχές πόλωσης. Τα δημοσιογραφικά του κείμενα διαπνέονται από Ελληνολατρία, την υποστήριξη του ενωτικού αιτήματος, την ουμανιστική υπεράσπιση του αγώνα για κοινωνική δικαιοσύνη και το ενδιαφέρον για τη «χαμηλή ζωή» του μεσοπολέμου, ενώ σημαντικά είναι και τα ταξιδιωτικά του κείμενα. Βεβαίως, ο Μόντης υπήρξε, πάνω από όλα, ποιητής. Όμως, όπως συνέβη και σε άλλους μεγάλους λογοτέχνες, από τη δημοσιογραφία κέρδισε τα πρώτα πρωτοσέλιδα και τα πρώτα μεροκάματα».
www.kathimerini.com.cy

Σχόλια