Κύπριοι στους ελληνικούς πολέμους

Του Πέτρου Παπαπολυβίου

Την ερχόμενη Παρασκευή, 31 Ιανουαρίου, στην Πύλη Αμμοχώστου, θα γίνουν από τον Υπουργό Άμυνας, Φ. Φωτίου, στην παρουσία του Υπουργού Μακεδονίας – Θράκης, Θ. Καράογλου, τα εγκαίνια μιας σημαντικής έκθεσης, με τίτλο «Η προσφορά των Κυπρίων στους αγώνες του έθνους από την επανάσταση του ’21 στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο». Θα εκτεθούν κειμήλια, αντικείμενα, στρατιωτικές στολές, προσωπικά είδη, μετάλλια, ακόμη και πολεμικά λάφυρα αγωνιστών από την κυπριακή εθελοντική συμμετοχή στην ελληνική επανάσταση του 1821, στους κατοπινούς ελληνικούς πολέμους και στους δύο παγκοσμίους πολέμους. Είχαμε γράψει, παλιότερα, για ανάλογη έκθεση που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2011 στο Πολεμικό Μουσείο Θεσσαλονίκης (τμήμα της μεταφέρθηκε αργότερα στην Ξάνθη και στα Γιαννιτσά, με πρωτοβουλία των εκεί Συλλόγων Κυπρίων), όπως και για μια ειδικότερη έκθεση, για την κυπριακή συμμετοχή στους Βαλκανικούς πολέμους, που οργανώθηκε τον Οκτώβριο του 2012, στη Λευκωσία, από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου. Ανάλογες προσπάθειες, που δεν χρειάζονται πολλά έξοδα, αλλά μεράκι, φαντασία και αγάπη στην ιστορική κληρονομιά του τόπου και στο παρελθόν, σπάνια οργανώνονται με δημόσια πρωτοβουλία, καθώς συνήθως οι κρατικές υπηρεσίες αλλά και οι εκλεγμένοι άρχοντες προτιμούν πολυδάπανες φιέστες, κενές σε περιεχόμενο και ουσία, που θεωρούνται, όμως, πιο «πιασάρικες» και «επικοινωνιακές» για τις δημόσιες σχέσεις. Για αυτό, αξίζει δίκαιος έπαινος σε όσους σκέφτηκαν να οργανώσουν την έκθεση της ερχόμενης Παρασκευής. Μιαν Έκθεση που, δυστυχώς, θα παραμείνει ανοικτή για το κοινό και για τα σχολεία μόλις μια βδομάδα, μέχρι τις 7 Φεβρουαρίου.
Είναι καιρός οι αρμόδιοι να δουν με προσοχή το ζήτημα της ίδρυσης ενός μουσείου νεότερης και
σύγχρονης ιστορίας της Κύπρου. Το τμήμα της στρατιωτικής ή πολεμικής ιστορίας της Κύπρου θα μπορούσε να συμπληρώσει το Μουσείο της Εθνικής Φρουράς, όταν αυτό βρει κάποτε αξιοπρεπή στέγη, ή ακόμη και το Μουσείο Αγώνος, που έχει παραμεληθεί τα τελευταία χρόνια. Μόνο στους δύο παγκοσμίους πολέμους του περασμένου αιώνα πήραν μέρος εθελοντικά περισσότεροι από 30.000 Κύπριοι στρατιώτες, πέρα από τις μερικές χιλιάδες συμπατριωτών μας που στρατεύθηκαν στον ελληνικό στρατό από τον 19ο αιώνα μέχρι το 1940. Για όλους αυτούς, ο υποψιασμένος επισκέπτης των μουσείων μας θα πρέπει να αναζητήσει, σήμερα, για να εντοπίσει λιγοστά σχετικά αντικείμενα στο Λεβέντειο Μουσείο, στη Λευκωσία, στο «Παττίχειο  Δημοτικό  Μουσείο και Ιστορικό  Αρχείο» της Λεμεσού, στο Ιστορικό Αρχείο του  Δήμου Λάρνακας, ή στην υπό διαμόρφωση ειδική συλλογή του Βυζαντινού Μουσείου, στο Ίδρυμα Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄, στην Αρχιεπισκοπή. Η έλλειψη ενός ειδικού μουσείου γίνεται περισσότερο αισθητή σε χρονιές όπως την φετινή όταν, στην εκατοστή επέτειο από την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, μιαν επέτειο που θα τιμηθεί με λαμπρότητα από όλη την ευρωπαϊκή οικογένεια, η Κύπρος, παρότι έστειλε γύρω στους 12.000 – 15.000 ημιονηγούς στον βρετανικό στρατό, δεν έχει να παρουσιάσει μιαν αίθουσα με μουσειακά αντικείμενα των ανθρώπων που δημιούργησαν αυτήν την τεράστια προσφορά. Ούτε έχουμε αξιωθεί, ακόμη, μιας αντίστοιχης ταπεινής αίθουσας για τους περισσότερους από χίλιους Κύπριους στρατιώτες που διετέλεσαν αιχμάλωτοι στα ναζιστικά στρατόπεδα στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Σχεδόν όλοι τους, υπήρξαν πάντοτε «άγνωστοι στρατιώτες». Ένας επιπλέον λόγος για να τους θυμόμαστε.
Δημοσιεύθηκε στην εφημ. “Ο Φιλελεύθερος” στις 25 Ιανουαρίου 2014.

Σχόλια